Το επικίνδυνο Εθνικό πρόβλημα - Πάρτε βαθειά ανάσα και ξεκινήστε την ανάγνωση...

Διανύοντας μια περίοδο αυξημένων εθνικών κινδύνων, όλο και πληθαίνουν οι δήθεν υπεύθυνες φωνές που προτείνουν «λογικούς» συμβιβασμούς, προς όφελος ενός καταναλωτικού τρόπου ζωής και μιας οικονομικής ανάπτυξης, η οποία έτσι ή αλλιώς, σύντομα θα αντιληφθούμε ότι αποτελεί πλέον παρελθόν.

 
Άλλωστε η αλματώδης αύξηση της τιμής του πετρελαίου, των πρώτων υλών και του δολαρίου, δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης αυτής της προοπτικής. Αυτό όμως που δεν έχουν συνειδητοποιήσει οι «σώφρονες» αυτές φωνές είναι ότι, όταν οι κακές επιλογές μιας ιστορικής περιόδου, σε έχουν μεταβάλλει σε άβουλο πιόνι στην σκακιέρα ισχυρών αντιπάλων, δεν έχεις άλλη επιλογή από το να προσπαθείς να «φαγωθείς» όσο το δυνατόν αργότερα, υπερασπιζόμενος τον βασιλιά ή την βασίλισσα, στα πλαίσια μιας απ’ αρχής «σικέ» σκακιστικής παρτίδας.
Μια τέτοια δυσμενής εξέλιξη, δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί χωρίς την υλοποίηση μιας σειράς αποσταθεροποιητικών παρεμβάσεων του πολιτικού και κοινωνικού ιστού της πατρίδας μας. Η ιστορία διδάσκει ότι στόχος ενός τέτοιου παιχνιδιού είναι πάντα η αποσάθρωση της κοινωνικής, οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος των απειλουμένων κρατών, με στόχο τον μηδενισμό της δυνατότητας παρεμβάσεώς τους στο υπό διαμόρφωση στάτους κβο της περιοχής, και τελικά την πρόσδεσή τους σε συγκεκριμένες, υπό διαμόρφωση, σφαίρες επιρροής.

Οι αποσταθεροποιητικές προσπάθειες, ιστορικά τουλάχιστον, στηρίζονται σε δύο βασικούς άξονες:
1. Στη δημιουργία μιας απογοητευμένης, απαθούς, δειλής και ευνουχισμένης κοινωνίας, ανίκανης να δημιουργεί ιστορικά γεγονότα και να διεκδικεί θέση στο αενάως διαμορφούμενο ιστορικό γίγνεσθαι.
2. Στην πολυδιάσπαση των πολιτικών δυνάμεων, με αποτέλεσμα να δίνεται η δυνατότητα σε μικρές, ελεγχόμενες από ξένα κέντρα, πολιτικές ομάδες, να γίνονται ρυθμιστές της Εθνικής πολιτικής σε θέματα οικονομίας, άμυνας, παιδείας και διεθνών σχέσεων.
Βεβαίως όλες οι προηγούμενες αποσταθεροποιητικές παρεμβάσεις γίνονται στο όνομα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της πλουραλιστικής έκφρασης και άλλων κακοποιούμενων τελικά ιδανικών, μέσω εντέχνως προωθούμενων και προβαλλόμενων πολιτικών σχημάτων και προσώπων, που στο μέλλον αφανώς ή εμφανώς θα παίξουν τον ρόλο του «Δούρειου Ιππου», στην καρδιά της Ελληνικής κοινωνίας. Υπό το πρίσμα των προηγουμένων διαπιστώσεων η Ελληνική κοινωνία δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη, αλλά κάθε ένας θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του.
1. Οι ηγεσίες των Ελληνικών κομμάτων πρέπει να αναθεωρήσουν τους κανόνες συγκρότησής τους και τις οργανωτικές δομές τους. Μια τέτοια παρέμβαση θα απέτρεπε μελλοντικές εσωτερικές κατευθυνόμενες πολυδιασπάσεις τους. Ομοίως οι πολιτικοί σχηματισμοί θα πρέπει να κατανοήσουν ότι ο μοναδικός επιτρεπτός ρόλος της πολιτικής στις σύγχρονες κοινωνίες είναι ο σχεδιασμός και ο έλεγχος υλοποίησης των πολιτικών αποφάσεων. Η συνειδητοποίηση του γεγονότος αυτού θα οδηγήσει σε μια αποεπαγγελματοποίηση του ρόλου του πολιτικού, και σε έναν σαφή διαχωρισμό δρώντων και ελεγχόντων πολιτικών και κοινωνικών οργάνων.
2. Τα Ελληνικά Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας θα πρέπει να πάψουν να κατασκευάζουν και να προωθούν καθ’ υπόδειξη «σωτήρες» και «δελφίνους», αμφισβητήσιμης μεν πολιτικής και κοινωνικής εμβέλειας, αλλά υψηλών διασυνδέσεων με ξένα πολιτικά και οικονομικά κέντρα.
3. Η Ελληνική κοινωνία θα πρέπει να αποφασίσει να αποβάλλει το σύνδρομο του «κοψοχέρη», εκλέγοντας βουλευτές όχι προεπιλεγμένους από τα κέντρα προπαγάνδας και προβολής, αλλά εκείνους για τους οποίους έχει προσωπική άποψη.
4. Τέλος, όλοι οι επώνυμοι και πολιτικά απελευθερωμένοι πολίτες, εκείνοι που το κύρος τους δεν έχει διασυρθεί μέσα στη συνάφεια της καθημερινής μικροκομματικής συναλλαγής, εκείνοι που δεν ενδιαφέρονται να εκλεγούν, αλλά βαρέθηκαν να μένουν απαθείς μάρτυρες μιας καταρρέουσας κοινωνίας, θα πρέπει να σπάσουν την σιωπή τους και να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Η χάραξη του μέλλοντος της πατρίδας μας, είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση για να αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο των επαγγελματιών της πολιτικής. Η κοινωνία των πολιτών, όπως πάντα θα έχει τον τελευταίο λόγο.

 Του Δρ Μάνου Δανέζη* 
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1993

Πηγή: