Η Ελλάδα και η Κύπρος
ουσιαστικά έχουν θέσει σε παύση το έργο της διασύνδεσης ηλεκτρικής
ενέργειας μέσω της γραμμής Κύπρου-Κρήτης (GSI), αναφέροντας ότι γι’ αυτό
θα υπάρξει νέα μελέτη σκοπιμότητας.
Το έργο, το οποίο αποσκοπεί στην ανάπτυξη ενός ενεργειακού
Αυτή η απόφαση ελήφθη μετά από συνάντηση μεταξύ του Έλληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, και του ηγέτη της Κύπρου, Νίκου Χριστοδουλίδη, στην οποία ανακοινώθηκε ότι το έργο θα εξεταστεί εκ νέου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αξιολόγηση της σκοπιμότητάς του, και όχι από τον ελληνικό διαχειριστή ΑΔΜΗΕ.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη αποδίδεται ως μια αναστολή του έργου, το οποίο χρηματοδοτείται από το ελληνικό Δημόσιο.
Η πολιτική διάσταση…
Αρχικά, το έργο της γραμμής Κύπρου-Κρήτης
(γνωστό και ως EuroAsia Interconnector) είχε παρουσιαστεί ως μια
ιδιωτική πρωτοβουλία, όμως σύντομα απέκτησε έντονα πολιτικά
χαρακτηριστικά, καθώς η διαδρομή που προέβλεπε για τη διασύνδεση της
Κύπρου με την Ελλάδα και το Ισραήλ περνούσε από θαλάσσιες ζώνες που
παρανόμως διεκδικεί η Τουρκία.
Το έργο αποσκοπούσε στην ενίσχυση του
ενεργειακού διαδρόμου της περιοχής, καθιστώντας το σημαντικό όχι μόνο
από πλευράς υποδομών, αλλά και για τη γεωπολιτική ισορροπία στην
Ανατολική Μεσόγειο.
Η ένταξή του στον κατάλογο των «έργων κοινού ενδιαφέροντος» της ΕΕ ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την πολιτική διάσταση του έργου.
Η κατάσταση αυτή επιβαρύνθηκε όταν το τουρκικό ναυτικό παρενέβη και
εμπόδισε την έρευνα του πυθμένα, με το ιταλικό σκάφος να μπλοκάρεται
από τουρκικές φρεγάτες, με αποτέλεσμα την αναβολή των ερευνών για
αόριστο χρόνο.
Οι γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή
συνεχίζουν να επηρεάζουν την πρόοδο του έργου, καθώς η Τουρκία βλέπει
την πρωτοβουλία ως απειλή για την περιφερειακή της επιρροή, όπως
σημειώνει η εφημερίδα Aydynlik.
Το υψηλό κόστος και οι τεχνικές δυσκολίες
Ο
αρχικός σχεδιασμός του έργου είχε υψηλό κόστος, λόγω της ανάγκης
κατασκευής υποθαλάσσιων καλωδίων σε βαθιά νερά (έως και 3.000 μέτρα).
Παράλληλα,
το Ισραήλ αποσύρθηκε σταδιακά από την πρωτοβουλία λόγω οικονομικών και
τεχνικών λόγων, κάνοντάς την οικονομικά αδύνατη να υλοποιηθεί χωρίς
σημαντικές ενισχύσεις.
Επιπλέον, το έργο είχε ενταχθεί στον σχεδιασμό
της ευρύτερης ενεργειακής στρατηγικής στην περιοχή, όμως το κόστος για
την ολοκλήρωσή του είναι ασύμφορο, ενώ το 2022, η απόφαση του ΑΔΜΗΕ να
αποκτήσει την πρωτοβουλία με 48 εκατομμύρια ευρώ για την αγορά του
έργου, άφησε ανοιχτό το ζήτημα της πολιτικής και νομικής νομιμότητας της
όλης διαδικασίας.
Η Τουρκία και οι αντιδράσεις
Η
Τουρκία, σύμφωνα με την Aydynlik, έχει εκφράσει επανειλημμένα τη
διαφωνία της με τη δημιουργία ενεργειακών διαδρόμων που παρακάμπτουν την
ίδια.
Η τουρκική αντίδραση έφτασε στο αποκορύφωμά της όταν το
ιταλικό πλοίο, που ανέλαβε τη γεωλογική έρευνα για το έργο,
μπλοκαρίστηκε από τουρκικές φρεγάτες ανοικτά της Κύπρου.
Επιπλέον, η
Κύπρος εκτιμά ότι το έργο θα επιφέρει υπερβολικό κόστος για τους
καταναλωτές της, ενώ και η Ελλάδα φέρεται να έχει αποκαλύψει στρατηγικές
για τον επιμερισμό του κόστους του έργου.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι
ειδικοί εκτιμούν ότι η πολιτική διένεξη στην περιοχή είναι ένας
σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει τη δυνατότητα ολοκλήρωσης
ενεργειακών έργων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Τουρκία κρατά το
«κλειδί» για τη διαμόρφωση της ενεργειακής στρατηγικής στην περιοχή και η
Ελλάδα εξετάζει νέες διπλωματικές πρωτοβουλίες για την επίλυση των
πολιτικών διαφωνιών.
Προβλέψεις και το μέλλον του έργου
Η
τελευταία απόφαση να προχωρήσει το έργο σε νέα μελέτη σκοπιμότητας και
να εξεταστεί το ενδιαφέρον των ιδιωτών επενδυτών αφήνει ανοιχτό το
ενδεχόμενο μεγάλων αλλαγών στο σχέδιο και το κόστος του έργου.
Οι
ειδικοί επισημαίνουν ότι η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε
νέα καθυστέρηση, καθώς οποιεσδήποτε σημαντικές αλλαγές στον σχεδιασμό θα
απαιτούσαν επανυποβολή για χρηματοδότηση από την ΕΕ, κάτι που
συνεπάγεται γραφειοκρατικές καθυστερήσεις και κινδύνους αποζημιώσεων.
Οι
γεωπολιτικοί κίνδυνοι και η αβεβαιότητα στην περιοχή καθιστούν τη
συμμετοχή μεγάλων επενδυτών δύσκολη, ενώ ορισμένοι υποστηρίζουν ότι μόνο
μέσω ενός μοντέλου Σύμπραξης Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) μπορεί
να αυξηθεί το οικονομικό ρίσκο του έργου, ενισχύοντας περαιτέρω το
κόστος.
Αναδυόμενα ενεργειακά έργα και η στρατηγική υποστήριξη των ΗΠΑ
Στη σκιά του GSI, όμως, η Ελλάδα προχωρά σε νέες πρωτοβουλίες στον ενεργειακό τομέα, με την υποστήριξη των ΗΠΑ.
Στην
πρόσφατη συνάντηση P-TEC στην Αθήνα, ανακοινώθηκαν πέντε νέα έργα που
αφορούν ενεργειακές υποδομές και που στρέφονται κατά της τουρκικής,
ρωσικής και κινεζικής επιρροής στην περιοχή.
Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνονται:
1. Ο καθέτος διάδρομος φυσικού αερίου μεταξύ Ελλάδας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Μολδαβίας και Ουκρανίας για την πλήρη αντικατάσταση του ρωσικού αερίου μέχρι το 2027.
2. Συμφωνία για Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο (LNG) με την αμερικανική Venture Global.
3. Σύνδεση ηλεκτρικής ενέργειας Ελλάδας-Αιγύπτου με ισχυρές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
4. Υποθαλάσσιος αγωγός φυσικού αερίου Ισραήλ-Κύπρος.
5. Γεωτρήσεις στο Ιόνιο Πέλαγος, με τη συνεργασία της ExxonMobil.
Ως
εκ τούτου, το έργο της γραμμής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας
Κύπρου-Κρήτης (GSI) αντιμετωπίζει σοβαρές καθυστερήσεις και γεωπολιτικές
εντάσεις, με την Τουρκία να ασκεί έντονη πίεση στην περιοχή.
Η
Ελλάδα και η Κύπρος αναγκάζονται να αναζητήσουν νέες στρατηγικές και
συνεργασίες για την υλοποίηση ενεργειακών έργων, την ώρα που η
Ουάσιγκτον ενισχύει τον ρόλο της Ελλάδας ως περιφερειακού ενεργειακού
κόμβου.
Το Τελ Αβίβ εντείνει την πίεση προς την Αθήνα
Στο
μεταξύ, μετά τις αναταράξεις γύρω από τη γραμμή GSI, το Ισραήλ
επιχειρεί να καλύψει το κενό που δημιουργείται στην Ανατολική Μεσόγειο,
αυξάνοντας την πολιτική και στρατιωτική πίεση προς την Ελλάδα.
Δύο ανώτεροι σύμβουλοι του Ισραηλινού πρωθυπουργού —ο Υποστράτηγος Roman Goffman και Gil Reich— επισκέφθηκαν την Αθήνα για να συζητήσουν όχι μόνο το μέλλον του έργου, αλλά και τη νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας στην περιοχή.
Σύμφωνα με ελληνικά δημοσιεύματα, το Ισραήλ ζητά: Επίσημη
αμυντική συμφωνία Ελλάδας – Ισραήλ, δημιουργία κοινής αεροναυτικής
δύναμης, με στόχο την προστασία ενεργειακών υποδομών στην Ανατολική
Μεσόγειο και στο Αιγαίο.
Το υπόβαθρο αυτών των πιέσεων συνδέεται άμεσα με την αυξανόμενη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας.
Η
Άγκυρα έχει ενισχύσει την επιρροή της στη βάση της «Γαλάζιας Πατρίδας»,
ενώ προχωρά σε νέες στρατιωτικές πρωτοβουλίες: σχεδιασμό βάσης στα
Βαρώσια, ανάπτυξη βαλλιστικών πυραύλων Typhoon και εξοπλισμό του
ναυτικού με πυραύλους ATMACA.
Η στρατιωτικοποίηση της ενεργειακής διπλωματίας φαίνεται να αποτελεί πλέον βασικό στοιχείο του ανταγωνισμού στην περιοχή.
Στο ίδιο πλαίσιο, η Ελλάδα προχωρά σε μια νέα, τριεπίπεδη αρχιτεκτονική αεράμυνας με ισραηλινή τεχνογνωσία.
Το σύστημα Barak MX θα
αποτελέσει τον κορμό της άμυνας, το Spyder θα τοποθετηθεί στα νησιά,
ενώ το David’s Sling θα προστατεύει από βαλλιστικές απειλές.
Το
συνολικό πακέτο, αξίας περίπου 3 δισ. ευρώ, αναμένεται να ενισχύσει τη
Θράκη και το Ανατολικό Αιγαίο—περιοχές πρώτης γραμμής στα
ελληνοτουρκικά.
Ένα έργο σε τεντωμένο σχοινί
Η
μελλοντική πορεία του GSI παραμένει αβέβαιη. Η ανάγκη νέων μελετών, η
πιθανότητα πλήρους επανασχεδιασμού και οι γραφειοκρατικές διαδικασίες
της ΕΕ ενδέχεται να καθυστερήσουν το έργο κατά πολλά χρόνια.
Ταυτόχρονα,
οι πολιτικές αντιδράσεις στην Ελλάδα και την Κύπρο εντείνονται, καθώς
τα κόμματα της αντιπολίτευσης ζητούν πλέον μια «νέα εθνική ενεργειακή
στρατηγική» που θα βασίζεται σε ρεαλιστικές επιλογές και όχι σε
υπερφιλόδοξα έργα με αβέβαιη χρηματοδότηση και αμφίβολη γεωπολιτική
στήριξη.
Παράλληλα, η νέα ενεργειακή στρατηγική των ΗΠΑ στην
περιοχή δημιουργεί ευκαιρίες, αλλά και νέες προκλήσεις, καθώς
μετατοπίζει το κέντρο βάρους προς έργα που ενισχύουν άμεσα το
αμερικανικό στρατηγικό αποτύπωμα.
Το έργο GSI, αντί να αποτελέσει
μοχλό ενεργειακής και γεωπολιτικής αναβάθμισης, βρίσκεται πλέον
αντιμέτωπο με μια σειρά αλληλένδετων προκλήσεων: υψηλό κόστος, τεχνικές
δυσκολίες, πολιτικές αντιπαλότητες και ευρύτερες γεωστρατηγικές
συγκρούσεις.
Η Ελλάδα και η Κύπρος καλούνται να επαναπροσδιορίσουν τη θέση τους στην ενεργειακή σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς το ενδιαφέρον των μεγάλων παικτών —Ισραήλ, Τουρκίας, ΗΠΑ— μεταβάλλει διαρκώς το τοπίο.
Η
επόμενη μέρα για το έργο θα εξαρτηθεί από τη βούληση των εμπλεκομένων
να προχωρήσουν σε μια ρεαλιστική, κοινά αποδεκτή λύση, αλλά και από το
κατά πόσο η Ανατολική Μεσόγειος μπορεί να αποκλιμακώσει τις γεωπολιτικές
εντάσεις που εμποδίζουν την υλοποίηση κάθε μεγάλου ενεργειακού σχεδίου.
Chevalier Noir
www.bankingnews.gr