Όντως, έως τη δεκαετία του 1980 οι συσχετισμοί που διαμόρφωσαν τις
πολιτικές ισορροπίες και τους εξ αυτών απορρέοντες συμβιβασμούς,
αναπτύχθηκαν εντός της κρατικής επικράτειας. Η αστική τάξη είχε ως
θεμέλια περίμετρο την επικράτεια και ήταν συνδεδεμένη με την παραγωγική
βάση της οικονομίας. Οι κοινωνικές αντιθέσεις είχαν ως κοινό πεδίο
συνάντησης τον χώρο της παραγωγής. Το επικοινωνιακό σύστημα εξαντλείτο
ουσιωδώς εντός της κρατικής επικράτειας.
Άλλωστε οι πολιτικές του κράτους κατεγίνοντο στο εγχείρημα της
ομοιογενοποίησης του κοινωνικού, οικονομικού και επικοινωνιακού χώρου
του κράτους. Ακόμη και οι χώρες που ενεπλάκησαν στην αποικιοκρατία,
ενέτασσαν τις νέες χώρες στην μητροπολιτική επικράτεια, προκειμένου να
την επεκτείνουν.
Στο παρελθόν, η ισορροπία που επιτεύχθηκε συν τω χρόνω μεταξύ κοινωνίας
και οικονομίας στο πεδίο της πολιτικής, έγινε εφικτή με την εξωθεσμική
μεν, πλην όμως απειλητική, για την συνοχή της χώρας, μαζική πολιτική
παρέμβαση της κοινωνίας (π.χ. διαδηλώσεις, απεργίες κλπ) στα πολιτικά
δρώμενα. Η πολιτική οριοθετούσε το αντικείμενό της με γνώμονα τις
προτεραιότητες της άρχουσας τάξης. Όμως, στο μέτρο που η κοινωνική
συναίνεση εκρίνετο αναγκαία για να λειτουργήσει το σύστημα, επιδιώκετο
επίσης ένας κάποιος συμβιβασμός, που είχε ως μέτρο την ικανοποίηση ενός
ελάχιστου ελευθερίας και ευημερίας της κοινωνίας.
Αυτό ακριβώς το περιβάλλον έκανε εφικτή την επίτευξη συμβιβασμών με
μέτρο τους συσχετισμούς. Η σημερινή κρίση αναγγέλλει την υπέρβαση της
φάσης αυτής και την μετάβαση σε μια περίοδο, κατά την οποία σημαίνουσες
παράμετροι, όπως η οικονομία και η επικοινωνία, έχουν χειραφετηθεί από
το περιβάλλον της κρατικής επικράτειας. Έχουν μεταλλαχθεί ριζικά και
διακτινωθεί διακρατικά, δηλαδή στο σύνολο του ανθρωποκεντρικού
κοσμοσυστήματος και εφεξής στον πλανήτη.
Πιο συγκεκριμένα, η νέα εποχή χαρακτηρίζεται πρωτίστως από την
καταλυτική –ως προς τις επιπτώσεις της– ανάπτυξη του προσήκοντος στη
μεγάλη κοσμοσυστημική κλίμακα επικοινωνιακού συστήματος, που έχει ως
θεμέλιο την τεχνολογία της επικοινωνίας. Εφεξής, το επικοινωνιακό αυτό
σύστημα προόρισται να αποτελέσει το υπόβαθρο, πάνω στο οποίο θα δομηθεί
και θα λειτουργήσει το οικονομικό σύστημα. Και προοπτικά θα λειτουργήσει
τόσο η οριζόντια όσο και η κάθετη συνάντηση των μελών της κοινωνίας,
εντέλει το ίδιο το πολιτικό σύστημα.
Η αστική τάξη μετασχηματίζεται
Στον άμεσο χρόνο, όμως, το κενό που δημιουργεί η πλανητική διακτίνωση
της οικονομίας και της επικοινωνίας είναι αναπόφευκτο να το καλύψουν οι
φορείς της παραμέτρου εκείνης που είναι εγγύτερα στις εξελίξεις, δηλαδή
της οικονομίας και της επικοινωνίας. Η αυτονόμηση αυτή της οικονομίας
και η τεχνοδικτυακή ανάπτυξη της επικοινωνίας προκαλούν βαθύτατους
μετασχηματισμούς στην ιδιοσυστασία της αστικής τάξης.
Την ηγεσία της θα αναλάβει το χρηματοπιστωτικό και εμπορευματικό
κεφάλαιο, του οποίου η σχέση με το παραγωγικό μέρος της οικονομίας θα
διαρραγεί. Η σημειολογία της συνάντησής της με τις δυνάμεις της
εργασίας, με το εθνικό της πρόσημο, με τη θέση της στο πλαίσιο του
κράτους, θα αλλάξει ριζικά. Οι μετασχηματισμοί αυτοί είναι οφειλέτες
προφανώς της “άνδρωσής” της, αλλά και του νέου
τεχνολογικού-επικοινωνιακού συστήματος, που απομειώνει τον κλειστό
χαρακτήρα των συνόρων του κράτους.
Οι μετασχηματισμοί, λοιπόν, αυτοί συνάδουν επίσης με μια καίρια
κινητικότητα και μεταμόρφωση του καθεστώτος της εργασίας που αναγγέλλει
τη μετάβαση από την εργασία του πολίτη στην εργασία εμπόρευμα. Το τελικό
αποτέλεσμα θα είναι η πλήρης διάρρηξη των πολιτικών ισορροπιών εντός
των κρατών, την περιέλευση της κοινωνίας των πολιτών σε πολιτική
αδυναμία, που θα επιβάλει το συμφέρον των αγορών ως κυρίαρχο σκοπό της
πολιτικής.
Οι δυνάμεις της αγοράς θα αποκτήσουν στο πλαίσιο αυτό μια ασύμμετρη
πολιτική ισχύ. Θα μεταβληθούν σε συντελεστές στο κρατοκεντρικό
περιβάλλον, Την ισχύ τους θα επιχειρήσουν να μεταφέρουν, υπό το πρίσμα
των σχέσεων δύναμης που παράγονται εκεί, στο εσωτερικό των κρατών. Στο
πλαίσιο αυτό, η κοινωνική συνοχή αφήνει αδιάφορες της νέες αστικές
δυνάμεις των αγορών, αφού η το εθνικό κράτος δεν προσλαμβάνεται ως
πολιτειακή τους εστία.
Το ερώτημα είναι εάν η δύναμη αυτή της οικονομίας, συγκεκριμένα του
χρηματοπιστωτικού και εμπορευματικού κεφαλαίου, είναι πρωτογενής. Εάν
συμφωνήσουμε πως ναι, τότε θα πρέπει να αποδεχθούμε, επίσης, ότι η
ανατροπή των συσχετισμών σε βάρος της κοινωνίας είναι αναπόφευκτη και
αναπότρεπτη, όπως και οι συνέπειές της για την ελευθερία και την
ευημερία της κοινωνίας.
Κοινωνίες αγκιστρωμένες στον 18ο αιώνα
Εντούτοις, μια πιο ενδελεχής παρατήρηση των πραγμάτων φανερώνει, χωρίς
καμία αμφιβολία, ότι η αντίληψη αυτή δεν ευσταθεί. Οι μετασχηματισμοί
στο πεδίο της οικονομίας και της οικονομίας υπήρξαν καταλυτικοί, ως προς
τις επιπτώσεις τους. Πιο συγκεκριμένα για την ανατροπή μιας σχετικής
έστω ισορροπίας που είχε επιτευχθεί στο περιβάλλον της κρατικής
επικράτειας.
Κυρίως, όμως, δεν ευσταθεί επειδή η ισχύς των “αγορών” συναρτάται ευθέως
με το ευρύτερο πλαίσιο, μέσα στο οποίο καλούνται να λειτουργήσουν.
Αναφέρομαι συγκεκριμένα στο γεγονός ότι ενώ η οικονομία και η
επικοινωνία εναρμονίσθηκαν με το μέλλον και μάλιστα αποτέλεσαν τον
τροφοδότη μηχανισμό της εξέλιξης, οι κοινωνίες παρέμειναν ερμητικά
προσδεδεμένες στις ιδεολογικές και θεσμικές βεβαιότητες του 18ου αιώνα.
Δεν έγιναν αποδέκτες των εξελίξεων που διέρχονται ενώπιόν τους. Με άλλα
λόγια, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν την κοινωνικοοικονομική και
πολιτική τους παρουσία στα δρώμενα υπό το πρίσμα του παλαιού καθεστώτος.
Επομένως με έναν τρόπο που είναι μαθηματικά βέβαιο ότι δεν δύναται να
διατηρήσει τις ισορροπίες και κατ’ επέκταση να διασφαλίσει το κεκτημένο
τους. Παρουσιάζεται έτσι το φαινόμενο, κατακτήσεις δύο και πλέον αιώνων
να υποχωρούν στο διάστημα ολίγων χρόνων, με τη διεύρυνση των ανισοτήτων
να αποκτά πρωτόγνωρες διαστάσεις. Αναφέρομαι, στην παρούσα συγκυρία, στο
πολιτικό σύστημα, το οποίο αγκυλωμένο στη μετα-φεουδαλική εννοιολογία
που οικοδόμησε ο Διαφωτισμός, εξακολουθεί να διατείνεται ότι εκφράζει το
καταστάλαγμα της δημοκρατικής ολοκλήρωσης. Και επομένως ότι δεν
προόρισται να ακολουθήσει τις εξελίξεις.
Ο εγκιβωτισμός της κοινωνίας στην ιδιωτεία, που επιτάσσει το σύστημα
αυτό, και η εμμονή σε μια αποκλειστικά εξωθεσμική πολιτική λειτουργία
(απεργίες, διαδηλώσεις κλπ) απεδείχθησαν μη ικανές να διασφαλίσουν την
ισορροπία στους συσχετισμούς με τις δυνάμεις της οικονομικής
ιδιοκτησίας. Έτσι, σταδιακά, από την δεκαετία του 1980, το πολιτικό
σύστημα θα υποκύψει στη δυναμική των αγορών. Θα πάψει να επιζητεί
συμβιβασμούς και ο σκοπός της πολιτικής θα εναρμονισθεί ανενδοίαστα με
τον σκοπό του χρηματοπιστωτικού συστήματος.