Η εικόνα της ελλαδικής κοινωνίας σήμερα είναι διπρόσωπη. Πρόκειται, άραγε, για αινιγματικό σύμπτωμα ή ενδημική νοσηρότητα;
Η ανεργία παραμένει ρεαλιστικότατος εφιάλτης τόσο ως στατιστικό μέγεθος όσο και ως διάρκεια. Η γλισχρότητα μισθών και συντάξεων δηλώνει την παρατεινόμενη ανέχεια ενός πτωχευμένου, δέκα χρόνια τώρα, κράτους, γενικευμένη και μονιμοποιημένη τη στέρηση, νομοτελειακό τον απελπισμό. Η υπερφορολόγηση των πολιτών συνιστά τυπική περίπτωση εξουσιαστικής παράνοιας και αποκλείει κάθε ενδεχόμενο ανάκαμψης. Τα αντανακλαστικά συμπεριφοράς του πολιτικού προσωπικού της χώρας (γλώσσα, νοο-τροπία, πρακτικές) αποκλείουν κάθε ενδεχόμενο τολμηρών μεταρρυθμίσεων. Οι θεσμοί κοινωνικής αυτοπροστασίας και αυτοάμυνας (συνδικαλισμός, ιδιωτικά ΜΜΕ, επιστημονικές εταιρείες, πολιτισμικές συσπειρώσεις) αποδείχνονται ή εξαγορασμένοι από την εξουσία ή απλώς αυτευνουχισμένοι από τον παρακμιακό αμοραλισμό.
Παράλληλα είναι κατάφωρη και προκλητική μια δεύτερη εικόνα-πραγματικότητα της ελλαδικής κοινωνίας, ασύμπτωτη και λογικά ασύμβατη με τα παραπάνω: Από άκρη σε άκρη στην Ελλάδα, στο εθνικό οδικό δίκτυο και στους δρόμους πόλεων και χωριών, εντυπωσιάζει ο αριθμός των καινούργιων και ακριβών αυτοκινήτων, απρόσιτων λογικά ακόμα και σε μεσαία εισοδήματα.
Εκπλήσσει το πλήθος των πολυτελών εστιατορίων, που είναι κατάμεστα κάθε βράδυ. Κατακλυσμός και από καφετέριες σε ολόκληρη τη χώρα, όπου ξημεροβραδιάζονται απίστευτες σε αριθμό μάζες νεολαίας. Παιδί πάνω από δέκα χρονών, χωρίς «σμάρτφον» ή και «τάμπλετ», μοιάζει να μην υπάρχει. Η προσφυγή σε ετοιμοπαράδοτο φαγητό από οχούμενους διανομείς, είναι πανελλήνια κατεστημένη πρακτική. Ελληνικό σπίτι χωρίς plasma-τηλεόραση είναι απίθανο ενδεχόμενο.
Σκιτσαρισμένες επιπόλαια εδώ οι δυο αντιθετικές όψεις της διπρόσωπης ελλαδικής κοινωνίας διασώζουν πάντως την πρόκληση του λογικού ερωτήματος: Ποια παθογένεια γεννάει την αντιφατική, σκανδαλώδη αυτή εικόνα;
Σίγουρα, δεν είναι δείγμα υγείας οι πολωτικές σε μια κοινωνία αντιθέσεις, προδίδουν την ύπαρξη μόνιμων συντελεστών νοσηρότητας, που άντεξαν ακόμα και σε συνθήκες καταστροφικής πτώχευσης και ολοκληρωτικής υποτέλειας του κράτους σε διεθνείς δανειστές. Η παγιωμένη αναξιοκρατία μπορεί, λογικά, να είναι ένας από τους συντελεστές της νοσηρής κοινωνικής διπροσωπίας. Η αναξιοκρατία, δηλαδή το ρουσφέτι, δηλαδή το, αυτονόητο με κάθε κυβέρνηση (Δεξιάς, Κέντρου, Αριστεράς), κομματικό κράτος.
Σύμφωνα πάντα με τη λογική (δεν έχουμε οι πολίτες άλλη οδό πιστοποιήσεων), το άφθονο χρήμα που ρέει προκλητικά στη χώρα μας, χώρα εξευτελιστικά πτωχευμένη, με υποθηκευμένη σε τοκογλύφους την κοινωνική περιουσία, με τις Τράπεζες τρία χρόνια τώρα κλειστές, το ρέον λοιπόν χρήμα μόνο κομματικό μπορεί να είναι.
Δηλαδή, μόνο προϊόν νομιμοποιημένης έντεχνα κλοπής κοινωνικού χρήματος.
«Εντεχνα» είναι λάθος λέξη, δεν υπάρχει περιθώριο να αμβλυνθεί λεκτικά η ωμή και χυδαία κακουργία, δηλαδή η παρανοϊκή φορολόγηση του Ελληνα πολίτη, προκειμένου να παραμένει άθικτο το καθεστώς της κομματοκρατίας: Μυθώδεις οι άμεσες και έμμεσες απολαβές των βουλευτών, το μισθοδοτούμενο από το κράτος προσωπικό που τίθεται στη διάθεση κάθε βουλευτή, πεισματική η επιμονή να παραμείνουν τριακόσιοι (300) όσοι νέμονται αυτή τη γενναιοδωρία μέσα σε συνθήκες πτώχευσης του κράτους. Ανεξέλεγκτη και η φρενίτιδα διορισμών, που εκπορεύονται απευθείας από το πρωθυπουργικό γραφείο και αφορούν παρακρατικές (στην κυριολεξία) «λειτουργίες» άγρευσης εξαρτημένων ψηφοφόρων (όπως γινόταν και με την πράσινη ή τη γαλάζια λοιμική).
Η κομματοκρατία ζει και βασιλεύει, επειδή οι Ελληνες φορολογούνται με όρους και «συστήματα» κυριολεκτικής παράνοιας. Αυτό που δεν κατανοούν οι κατά καιρούς Κατρούγκαλοι είναι ότι οι κυβερνητικές συμπεριφορές γεννάνε τη φοροδιαφυγή, η ασυδοσία της κομματοκρατίας πείθει τον πολίτη να αμυνθεί απέναντι στη ληστρική εξουσία. Δεν μπορεί να επιβιώσει ιστορικά μια κοινωνία όπου το δημόσιο λειτούργημα, η δημιουργική προσφορά, η ποιότητα και η συνέπεια φορολογούνται σαν αδιαφοροποίητη «παραγωγή έργου» από εξαναγκασμένους σκλάβους, ανδράποδα ή μηχανές.
Οσο το Σύνταγμα της Ελλάδας είναι αυτό που είναι, συντεταγμένο από τα παραπαίδια της κομματοκρατίας για να συντηρεί την κομματοκρατία, ελπίδα δεν υπάρχει. Είναι των αδυνάτων αδύνατο να ανατραπεί η κομματοκρατία ψηφίζοντας οι πολίτες τα κόμματα που τη συντηρούν άμεσα ή έμμεσα με την ανοχή τους. Ούτε με στρατιωτικά πραξικοπήματα ανατρέπονται πια οι τυραννίες, οι νομότυπες πλεκτάνες των επαγγελματιών της εξουσίας.
Η κομματοκρατία, οργανικά διαπλεκόμενη με την παντοδυναμία της «πληροφόρησης» και τη διεθνοποιημένη, κοσμοκράτειρα δικτατορία των «Αγορών», θα μπορούσε ίσως τοπικά να αναχαιτιστεί με εσωκομματικές ανταρσίες. Ελπίδα και παρηγοριά μας, σε πανανθρώπινη κλίμακα, είναι το παράδειγμα της ελάχιστης Ισλανδίας.
Μέσα σε ένα «κόμμα εξουσίας», ένας πυρήνας ανθρώπων με πρώτιστο όπλο την ανιδιοτέλεια, αλλά και προικισμένων με ευφυΐα, καλλιέργεια και στιβαρότητα λόγου, να επιδιώξει την ανάληψη της ηγεσίας του κόμματος με καταστατικά νόμιμες διαδικασίες. Το μόνο ζητούμενο είναι να υπάρξει άλλος πολιτικός λόγος, άλλη γλώσσα, άλλη εκφραστική. Αυτός είναι πάντα ο καταλύτης των επαναστατικών μεταλλαγών.
Πηγή: