Ο “φόβος του εχθρού”...

Ο κόσμος γύρω μας είναι πολύπλοκος και αινιγματικός και συχνά είναι δύσκολο να τον κατανοήσουμε και ακόμα δυσκολότερο να τον χειριστούμε. 

 
Οι ψυχολογικές και φιλοσοφικές θεωρίες της αντίληψης επισημαίνουν συχνά ότι για να διαχειριστεί το πολύπλοκο αυτό σύστημα, ο ανθρώπινος νους αναπτύσσει διάφορους ταξινομητικούς μηχανισμούς, οι οποίοι στηρίζονται σε πλήθος αυθαιρέτων προϋποθέσεων. Μεταξύ αυτών είναι ο «φόβος του εχθρού».
Οι ταξινομητικοί αυτοί μηχανισμοί είναι αναγκαίοι για να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε στο πλαίσιο του πολύπλοκου αυτού συστήματος. Η χρήση εξωτερικών οντοτήτων είναι ένας τέτοιος μηχανισμός που μας παρέχει τη δυνατότητα να προβούμε σε συγκρίσεις και αντιπαραβολές. 

Ο «φόβος του εχθρού» (οι Λατίνοι τον αποκαλούσαν metus hostilis) είναι χωρίς καμία αμφιβολία ένας τέτοιος μηχανισμός, που μπορεί να οδηγήσει στη συγκρότηση συμμαχιών ανάμεσα σε άτομα, ή ομάδες που προηγουμένως δεν είχαν καμία σχέση μεταξύ τους και δεν συνεργάζονταν. Ο «φόβος του εχθρού» προάγει με αυτόν τον τρόπο την εσωτερική ενότητα της κοινωνίας.

Υπάρχουν πλήθος παραδειγμάτων στην ιστορία, τα οποία δύνανται να χρησιμοποιηθούν προς επίρρωση της παραπάνω άποψης. Ακόμη και στις μέρες μας, στη χώρα μας, οι λεγόμενες αντιμνημονιακές πολιτικές δυνάμεις συναθροίζονται με βάση την αντίληψή τους περί υπάρξεως «εξωτερικού εχθρού», παρότι πολιτικά και ιδεολογικά δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους.

Από τον Θουκυδίδη στον Σαλλούστιο

Ο «φόβος του εχθρού» υπήρξε κεντρικό θέμα της ιστοριογραφίας και του πολιτικού σκέπτεσθαι των Ρωμαίων. Ειδικά στα γραπτά των Σαλλούστιου, Πλούταρχου και Πολύβιου, αλλά και άλλων πολλών. Στο πλαίσιο της ιστορίας της πολιτικής σκέψης, η πατρότητα της έννοιας «του φόβου του εχθρού» αποδίδεται στον Σαλλούστιο, ο οποίος αποδίδει την αρχή της κοινωνικής και πολιτικής πτώσης της Ρώμης στην καταστροφή της Καρχηδόνας και συνεπώς στην απουσία «του φόβου του εχθρού».

Γράφει ο Σαλλούστιος («Ο πόλεμος με τον Ιουγούρθα»): «Όσο για το έθος των (λαϊκών) κομμάτων και των (συγκλητικών) φατριών, με όλες τις άσχημες επιπτώσεις του, πρωτοφανερώθηκε στη Ρώμη, λίγα χρόνια πριν από τα γεγονότα που περιγράφουμε, ως αποτέλεσμα της ειρήνης και της υπεραφθονίας των αγαθών που οι άνθρωποι θεωρούν πρωταρχικής αξίας. Γιατί πριν από την καταστροφή της Καρχηδόνας ο λαός και η ρωμαϊκή σύγκλητος κυβερνούσαν από κοινού το κράτος ήρεμα και με σωφροσύνη. Και οι πολίτες δεν συναγωνίζονταν μεταξύ τους για δόξα και επικράτηση. Ο φόβος των εχθρών συγκρατούσε την Πολιτεία και την προσανατόλιζε προς τις σωστές δραστηριότητες. 

Όταν, όμως, ο νους των ανθρώπων απελευθερώθηκε από αυτόν το φόβο, τότε ενέσκηψαν η ακολασία και η αλαζονεία, δηλαδή τα παρεπόμενα της ευημερίας. Και έτσι αυτή η ειρήνη, που εύχονταν να την αποκτήσουν τις εποχές της δοκιμασίας, αποδείχτηκε μετά την απόκτησή της, τραχύτερη και πικρότερη και από αυτήν ακόμα τη δοκιμασία».

Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι η μελέτη «του φόβου του εχθρού» και η μελέτη του συνεπαγόμενου εξ αυτού αρνητικού συνασπισμού, είναι γνωστό ότι ξεκινά από την σκέψη του Θουκυδίδη. Αυτός θεωρεί ότι ακριβώς ο φόβος ήταν η αιτία του Πελοποννησιακού Πολέμου. Δεν είναι τόσο γνωστό, ίσως, ότι η έννοια του αρνητικού συνασπισμού συναντάται και στον Αριστοτέλη (στα Πολιτικά), ο οποίος υποστηρίζει ότι αυτό που διακρίνει τον πολιτικό συνασπισμό (την πόλιν) από άλλες δευτερεύουσες μορφές συλλογικότητας είναι η αυτάρκεια του.

Όμως, η αυτάρκεια, ως γνωστόν, αφορά πρωταρχικά στην άμυνα και στην ασφάλεια και δευτερευόντως στα οικονομικά αγαθά και στις υπόλοιπες συναφείς υπηρεσίες. Ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο στη Φύση, το οποίο δεν μπορεί μόνο του να εξασφαλίσει την αυτάρκεια με αυτή την έννοια. Δεδομένου ότι δεν είναι προικισμένος με τα κατάλληλα μέσα για να επιβιώσει μόνος του, χρειάζεται συμμάχους για την εξασφάλιση της ασφάλειας του.

Αυτό υποστηρίζει ο Αριστοτέλης όταν συμβουλεύει τους ηγεμόνες να έχουν κάποιους κινδύνους πρόχειρους για να κρατούν τους πολίτες σε επαγρύπνηση και σε εγρήγορση. Μετά τους Ρωμαίους πολιτικούς στοχαστές, τη σκυτάλη παίρνουν ο Μακιαβέλι, ο Χομπς, ο Σμιτ, ο Κονδύλης και άλλοι σπουδαίοι. Ο φόβος έναντι των άλλων, κατά κοινή ομολογία, αποτελεί το κύριο από τα αρνητικά αισθήματα (φθόνος, άγχος, αγωνία).

Η απειλή των άλλων

Για τον λόγο αυτό έχει αναγνωριστεί ως σημαντική παράμετρος από σειρά πολιτικών στοχαστών, στη συγκρότηση της πολιτικής και κοινωνικής τάξης. Είναι το αναμφισβήτητο πρωτείο της αυτοσυντήρησης που καθιστά τον φόβο της απειλής των άλλων ζωτικής σημασίας για τη συγκρότηση συμμαχιών. Ο φόβος λοιπόν, αυτό το τόσο οικείο αίσθημα που σχεδόν δεν χρειάζεται ορισμό για να αναγνωριστεί, αποτελεί παρόλα αυτά και εν τοις πράγμασι πεδίο συστηματικής μελέτης για την ουσιαστική κατανόησή του.

Στην πολιτική επιστήμη, αλλά και στην ιστορία, η λέξη φόβος, ενώ χρησιμοποιείται πολύ συχνά δεν εξηγείται ποτέ με την απαραίτητη επάρκεια. Ίσως μόνο ο Χομπς επιχειρεί συστηματική επεξήγηση του φόβου, ορίζοντάς τον ως «αποστροφή, σε συνδυασμό με την αναμονή μιας βλάβης που θα προκληθεί από το αντικείμενό της».

Από εδώ απορρέουν δύο συμπεριφορές: μια άμεση (αντίδραση στην ξαφνική θέα και το σύριγμα ενός φιδιού που θα βρεθεί τυχαία στο δρόμο μας) και μια δεύτερη που απαιτεί μεγαλύτερο χρόνο αντίδρασης (ανησυχία την παραμονή μιας πιθανής εισβολής). Αυτά που μαθαίνουμε από επίφοβες καταστάσεις μπορεί να είναι πολλαπλά. Να υποστούμε φόβο γενικά για τα φίδια (πρώτη περίπτωση), ή με βάση την εκδήλωση του φόβου την κατάλληλη στιγμή να λάβουμε τα σωστά μέτρα άμυνας για την επιβίωσή μας (δεύτερη περίπτωση).

Οι συνέπειες που αναφέρονται στη δεύτερη περίπτωση, διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στο σχηματισμό πολιτικών σχηματισμών με βάση τη διάκριση Φίλος-Εχθρός. Η διάκριση αυτή, ως εμπειρικό ανθρωπολογικό δεδομένο και κατά τούτο θεμελιακός μηχανισμός της αυτοσυντήρησης, περιλαμβάνει την ειδική πολιτική αντίθεση Φίλος-Εχθρός, δίκην ακρότατης πύκνωσής της, στο απώτατο όριο μιας κατά τα λοιπά συνεχούς κλίμακας. Στη ρίζα της, ήτοι στην καθαρή ενόρμηση αυτοσυντήρησης και στο απώτατο άκρο της, δηλαδή στο Πολιτικόν, ως βαθμίδα του δημοσίου βίου συγκροτημένη εν είδει οργανωμένης αξίωσης βουλητικής κατίσχυσης.

Κώστας Μελάς  –



Πηγή: