Η σπατάλη τροφίμων και οι εναλλακτικές επιλογές...

Εδώ και περίπου έναν χρόνο στην πόλη της Κολωνίας στη Γερμανία έχει ανοίξει ένα σούπερ μάρκετ που πουλάει προϊόντα που θα κατέληγαν στα σκουπίδια. 
 
Αυτό μπορεί να σημαίνει είτε ότι έχουν ξεπεράσει την ημερομηνία λήξης που αναγράφεται, είτε ότι ήταν αρκετά άσχημα ώστε να καταναλωθούν. Εκεί πωλούνται από λαχανικά μέχρι μπύρες. Το συγκεκριμένο κατάστημα είναι ένα δημιούργημα της ιδεολογίας/κινήματος που στηρίζει την μη σπατάλη τροφίμων, με όλες τις διαστάσεις που αυτό περικλείει. (www.dw.com, 2018)
Η Ευρώπη, λοιπόν, κάθε χρόνο πετάει 3 εκατομμύρια τόνους ψωμί. Η ποσότητα αυτή θα επαρκούσε για να καλύψει τις ανάγκες ολόκληρης της Ισπανίας. Η δική μας σπατάλη επιδεινώνει το πρόβλημα της πείνας κάποιου άλλου. Βλέποντας το γενικό πλαίσιο, σπατάλη τροφίμων είναι ουσιαστικά μία σπατάλη πολύτιμων ανθρώπινων και φυσικών πόρων που αποβαίνει καταστροφική, και όχι μόνο για τη σφαίρα του συνόλου της οικονομίας. Η ενέργεια που χρησιμοποιείται για την παραγωγή της τροφής, το νερό αλλά και η ανθρώπινη εργασία είναι παράμετροι που συχνά δεν υπολογίζονται όταν πετιέται μία μερίδα φαγητού. Η διαδικασία ξεκινάει ήδη από το χωράφι. Είναι συνηθισμένο τα φρούτα και τα λαχανικά που πωλούνται να έχουν μία συγκεκριμένη ‘’όμορφη’’ όψη – όπως, για παράδειγμα, τα μήλα που δεν έχουν πολλά σημάδια, και τα αγγούρια που είναι ίσια. Οτιδήποτε δεν ταιριάζει στα προκαθορισμένα πρότυπα ή παρουσιάζει μικρές ατέλειες δεν μαζεύεται. Η συνθήκη αυτή δεν ανταποκρίνεται, παρ’όλα αυτά, στην ποιότητα των τροφίμων. Έτσι, πολλά φαγώσιμα καταλήγουν σε χωματερές πριν καν φτάσουν στον καταναλωτή. Εδώ εμπλέκεται και η ζήτηση, καθώς η αγορά φαίνεται να πρέπει να είναι έτοιμη να προσφέρει στον καταναλωτή πανομοιότυπα προϊόντα με τέλεια εμφάνιση. (Kreutzberger and Thurn, 2011)
Αν δούμε λίγο πιο συγκεκριμένα τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τότε μέρες πριν από τη λήξη τους πετιούνται από τα ράφια ενώ είναι ακόμη κατάλληλα προς βρώση. Ένας έλεγχος στην όψη ή τη μυρωδιά θα ήταν αρκετός. Δεν είναι ακόμα ευρέως γνωστό πως η ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας τυπώνεται από τους παραγωγούς και όχι από κάποια υπηρεσία. Ως λόγος αυτής της κίνησης προβάλλεται να είναι η προστασία του καταναλωτή, καταλήγοντας τα τελευταία χρόνια οι ημερομηνίες να γίνονται πιο σύντομες, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η διακίνηση των προϊόντων. (Kreutzberger and Thurn, 2011)
Η ενασχόληση των πολιτών με ζητήματα που αφορούν την κατανάλωση των τροφίμων, την προέλευσή τους και τις επιπτώσεις της κάθε επιλογής τους παρουσιάζεται ως προβληματική ή, σε πολλές περιπτώσεις, απούσα. Τα στοιχεία που υπάρχουν σχετικά με τέτοιου είδους θέματα βρίσκονται μακριά από την καθημερινή εμπειρία, πίσω από την εικόνα της απλής κατανάλωσης τροφίμων, και οι επιστημονικές λεπτομέρειες είναι σύνθετες και αμφισβητούμενες.
Η αναζήτηση του κοινού, βέβαια, για μία πιο πράσινη κατανάλωση δεν είναι ανύπαρκτη. Οι βιομηχανίες προσπαθούν να δείξουν στους πελάτες τους πως μπορούν να βρουν αυτό που ψάχνουν – κάτι τέτοιο, όμως, μπορεί να είναι σε πολλές περιπτώσεις επιφανειακό. Το παράδειγμα της σακούλας ή της κονσέρβας που έχει την ένδειξη «ανακυκλώσιμο» ως μία υπενθύμιση πως θα μπορούσαν να ανακυκλωθούν. Η γνώση για αυτή την κίνηση και τη χρησιμότητά της, ή η δομή που θα μπορούσε να υποστηρίξει μία τέτοια ενέργεια, όμως, είναι πολύ πιθανό να λείπουν. Η ταμπέλα, λοιπόν, μπορεί να ελκύει τον πράσινο καταναλωτή, αλλά δεν αλλάζει ουσιαστικά την περιβαλλοντική επίδραση του τρόπου ζωής μας. (Hall, Held and McGrew, 2010)
Επιστρέφοντας στην ιδέα των σκουπιδιών που παράγονται, είναι λογικό να μην μηδενιστεί ο αριθμός τους. Υπάρχουν, όμως, κάποιες ενθαρρυντικές τάσεις. Η αγορά «fair trade» εμπορεύματος, η προσοχή στην εποχιακή προσφορά, και η προτίμηση στα τοπικά προϊόντα είναι κάποιες από αυτές τις τάσεις. Εστιάζοντας σε πιο δραστικές λύσεις στην αντιμετώπιση της σπατάλης τροφίμων, συναντάμε την πρακτική του dumpstering. (Kreutzberger and Thurn, 2011)
O όρος ‘’dumpstering’’ αναφέρεται στους ανθρώπους που είναι δύτες αποκομιδής. Ένας δύτης αποκομιδής είναι κάποιος που παίρνει αντικείμενα τα οποία έχουν απορριφθεί στα σκουπίδια για να τα αξιοποιήσει καλύτερα, κυρίως μετατρέποντάς τα σε κάτι χρησιμοποιήσιμο ή βρώσιμο. Οι δύτες λοιπόν αναζητούν την τροφή τους, και όχι μόνο σε βυτιοφόρα πίσω από καταστήματα που πωλούν εμπορεύματα που τους ενδιαφέρουν, όπως σούπερ μάρκετ, αρτοποιεία, ανθοπωλεία, καταστήματα παιχνιδιών, βιβλιοπωλεία ή πολυκατοικίες όπου οι άνθρωποι κινούνται συχνά και αφήνουν πράγματα. Η πρακτική αυτή προσφέρει ελευθερία τόσο στην οικονομική της πλευρά, σε συνδυασμό με την οικολογική διάστασή της για τη μείωση των αποβλήτων. Τα τρόφιμα που πετάγονται στους κάδους, ειδικά όταν μιλάμε για μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, είναι κατα βάση κατάλληλα προς κατανάλωση. Έρευνες για το παραπάνω έχουν γίνει κυρίως στη Γερμανία. Τα κινήματα κατά της κατανάλωσης και άσκοπης σπατάλης εμφανίστηκαν για να αντισταθούν στην υποβάθμισή της τροφής και της τροφικής αξίας ενός ονομαζόμενου “μη κατάλληλου προϊόντος”, το οποίο είναι αποτέλεσμα μίας καταναλωτικής κουλτούρας. Σκοπός είναι η προώθηση μίας ηθικής κριτικής της μη βιώσιμης κατανάλωσης. Η προαναφερθείσα πρακτική είναι παράνομη σε πολλές χώρες, καθώς τα τρόφιμα θεωρούνται ιδιοκτησία της εταιρίας ακόμα και μετά την τοποθέτησή τους στον κάδο απορριμάτων. (Trashwiki.org, 2018)
Με τον όρο ‘’Gleaners’’ χαρακτηρίζονται όσοι μαζεύουν αυτά που περισσεύουν από τον θερισμό. Η μία οπτική αυτής της πρακτικής είναι η συμβολή στην διάσωση των απορριπτέων λαχανικών και φρούτων. Η δεύτερη οπτική σχετίζεται με τους ίδιους τους αγρότες και παραγωγούς που ενθαρρύνουν στις περισσότερες περιπτώσεις στο εξωτερικό τέτοιου είδους κινήσεις, καθώς δεν βλέπουν να σπαταλάται το προϊόν των κόπων τους. (Kreutzberger and Thurn, 2011)
Η σκέψη για τη διάσωση των τροφίμων παρουσιάστηκε στην Αμερική το 1982, όταν ιδρύθηκε στη Νέα Υόρκη η οργάνωση City Harvest, η οποία μοίραζε τρόφιμα στους φτωχούς. Ο διαρκής φόβος που υπήρχε στην ομάδα αυτή ήταν το να μην τους μηνύσει κανείς με σκοπό να ζητήσει αποζημίωση, ισχυριζόμενος πρόβλημα με το στομάχι του από τρόφιμα που μοίραζε η οργάνωση.(Kreutzberger and Thurn, 2011) Στην Ελλάδα, μία αντίστοιχη οργάνωση ασχολείται με το θέμα της διάσωσης τροφίμων και την αναδιανομή τροφίμων σε αυτούς που τα έχουν ανάγκη είναι το “Μπορούμε”. Σε συνεργασία με δωρητές -σε καθημερινή βάση- σώζουν φαγητό και τρόφιμα, και τα προσφέρουν μέσω κοινωφελών φορέων. Με αυτόν τον τρόπο μειώνεται η περιβαλλοντική επιβάρυνση, και παράλληλα στηρίζονται επισιτιστικά οι πιο ευαίσθητες κοινωνικά ομάδες. (Boroume.gr, 2018)
Το 2011 o οργανισμός FAO (Food and Agriculture Organization of the United Nations) τόνισε πως βασική αιτία των επισιτιστικών κρίσεων σε πολλές περιοχές του κόσμου είναι η σπατάλη.(Food and Agriculture Organization of the United Nations, 2018). Το ερώτημα είναι πώς μπορεί να γίνει αντιληπτή η ανάγκη για διασφάλιση της εκμετάλλευσης της τροφής σε όλο το φάσμα της, πέρα από την όψη της ή το συμφέρον που αυτή εξυπηρετεί, πώς μπορεί να δοθεί έμφαση στην σημαντικότητα της μείωσης των απορριμάτων τροφίμων. Ίσως η αλληλεξάρτηση της δράσης των πολιτών και των δομών μπορεί να δημιουργήσει μία ισορροπία στην διαδικασία της κατανόησης και εδραίωσης πρακτικών διάσωσης των τροφίμων. (Ritzer, 2012)
 Σοφία Τσερέα.

Πηγές:
  1. Ruiz, I. (2017). First German supermarket sells waste food only | Environment| All topics from climate change to conservation | DW | 06.02.2017. http://www.dw.com/en/first-german-supermarket-sells-waste-food-only/a-37426777
  2. Kreutzberger, S. and Thurn, V. (2011). Taste the Waste – Γιατί τα μισά τρόφιμα του πλανήτη καταλήγουν στα σκουπίδια. Ποιος ευθύνεται γι’ αυτό. Cologne: Εκδόσεις Κέδρος.
  3. Hall, S., Held, D. and McGrew, A. (2010). Η νεοτερικότητα σήμερα. Αθήνα: Εκδόσεις Σαββάλα.
  4. Trashwiki.org. (2018). Trashwiki: the world-wide guide to dumpster diving. http://trashwiki.org/en/Main_Page
  5. Boroume.gr. (2018). https://www.boroume.gr/
  6. fao.org (2017). Food and Agriculture Organization of the United Nations. http://www.fao.org/home/en/
  7. Ritzer, G. (2012). Σύγχρονη Κοινωνιολογική Θεωρία. 1st ed. Αθήνα: Εκδόσεις Κριτική.