Η ΕΚΤ θα μας χρεώνει 320 εκατ. τον χρόνο για το ψηφιακό ευρώ – Μετρητά τέλος το 2030...

 Τερατώδες σκάνδαλο – Η ΕΚΤ θα μας χρεώνει 320 εκατ. τον χρόνο για το ψηφιακό ευρώ – Μετρητά τέλος το  2030, πλήγμα 30 δισ. στις τράπεζεςΣε τοίχο σφοδρών αντιδράσεων προσκρούει η πρόθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να κυκλοφορήσει ψηφιακό ευρώ έως το 2029…
Πριν από όλους, δεκατέσσερις μεγάλες τράπεζες, μεταξύ των οποίων η Deutsche Bank, η BNP Paribas και η ING, εξέφρασαν τη

δυσοίωνη άποψη ότι το ψηφιακό ευρώ θα υπονομεύσει τα υπάρχοντα συστήματα πληρωμών.
Σημειωτέον, οι προαναφερθείσες τράπεζες έχουν συνεργαστεί για να δημιουργήσουν μια πανευρωπαϊκή ιδιωτική πλατφόρμα πληρωμών, τη Wero, που στοχεύει να ανταγωνιστεί τους αμερικανικούς κολοσσούς όπως Mastercard, Visa και PayPal.
Όπως τονίζουν, το ψηφιακό ευρώ προσφέρει «περιορισμένη προστιθέμενη αξία για τον καταναλωτή» σε σχέση με τις ιδιωτικές λύσεις.
Περαιτέρω, η PwC ανέλαβε να αξιολογήσει το οικονομικό αντίκτυπο του ψηφιακού ευρώ και κατέληξε ότι η εφαρμογή του θα επιβαρύνει τον χρηματοπιστωτικό τομέα με έως 30 δισ. ευρώ.
Η ΕΚΤ αμφισβήτησε αυτή την εκτίμηση, υπολογίζοντας το κόστος περίπου στα 6 δισ. ευρώ, αλλά η ανάλυση της PwC τονίζει τη σημαντική οικονομική και τεχνική πρόκληση που συνεπάγεται η υλοποίηση του έργου.

Το ψηφιακό ευρώ βρίσκεται υπό μελέτη από την ΕΚΤ από το 2020, ενώ το Διοικητικό Συμβούλιο έχει ορίσει πιλοτική δοκιμή για το 2027 και πιθανή πλήρη κυκλοφορία το 2029.
Οι ευρωπαϊκές νομοθετικές αλλαγές είναι απαραίτητες, καθώς οι ισχύοντες κανονισμοί επιτρέπουν στην ΕΚΤ μόνο την έκδοση φυσικών μετρητών.

Τι αναφέρουν οι υποστηρικτές του project

Οι υποστηρικτές του project, μεταξύ των οποίων και μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, επικαλούνται τη μείωση της χρήσης μετρητών (από 72% σε 52% σε πέντε χρόνια) και την κυριαρχία των αμερικανικών συστημάτων πληρωμών ως αιτίες για την ανάγκη ψηφιακής λύσης, προκειμένου να διασφαλιστεί η ευρωπαϊκή αυτονομία και ασφάλεια.
Η ανάπτυξη των αμερικανικώ stablecoins θεωρείται επίσης απειλή για τον ρόλο του ευρώ.
Ταυτόχρονα, έκθεση του ευρωβουλευτή Fernando Navarrete προτείνει περιορισμένη χρήση του ψηφιακού ευρώ, μόνο ως αντικατάσταση μετρητών για offline πληρωμές, ώστε να μην δημιουργηθεί ένα παράλληλο διαδικτυακό σύστημα που θα δυσκολεύει την ανάπτυξη ιδιωτικών ευρωπαϊκών λύσεων.
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι η ψηφιακή έκδοση θα πρέπει να ενεργοποιηθεί μόνο αν οι ιδιωτικές λύσεις απέναντι στους αμερικανικούς παρόχους αποτύχουν.
Ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της ΕΚΤ σημείωσε ότι ακόμη και αν δημιουργηθεί ένας ισχυρός ιδιωτικός ευρωπαϊκός ανταγωνιστής των Visa και Mastercard, η μακροπρόθεσμη σταθερότητα δεν είναι εγγυημένη, καθώς η ιδιοκτησία των συστημάτων αυτών μπορεί να αλλάξει, όπως συνέβη στο παρελθόν με τη Visa Europe.

Απειλείται η χρηματοοικονομική ελευθερία

Πέρα από τα παραπάνω, η εισαγωγή του ψηφιακού ευρώ αναμένεται να επιφέρει μακροπρόθεσμα μια βαθιά αλλαγή στο χρηματοπιστωτικό μας σύστημα.
Ενώ η ΕΚΤ μιλά για αποτελεσματικότητα και καινοτομία, αυξάνονται οι ανησυχίες ότι με το νέο ψηφιακό νόμισμα η ανώνυμη πληρωμή θα εξαφανιστεί και η χρηματοοικονομική ελευθερία θα περιοριστεί.
Ειδικότερα, σύμφωνα με ανακοίνωση της κεντρικής τράπεζας, το ψηφιακό ευρώ θα είναι διαθέσιμο για πολίτες και επιχειρήσεις από το 2029.
Πρώτα πιλοτικά έργα θα μπορούσαν να ξεκινήσουν ήδη το 2027, εφόσον έως τότε ο Ευρωπαϊκός νομοθέτης θεσπίσει το απαραίτητο νομικό πλαίσιο.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Christine Lagarde, τονίζει ότι το ψηφιακό ευρώ θα αποτελέσει συμπλήρωμα του μετρητού – όχι αντικατάστασή του.
Παρ’ όλα αυτά, στην πράξη η νέα μορφή πληρωμής θα μπορούσε να οδηγήσει σε σταδιακή υποχώρηση του φυσικού χρήματος.
Όπως προειπώθηκε, επισήμως, το έργο στοχεύει να καταστήσει την Ευρώπη λιγότερο εξαρτημένη από αμερικανικές εταιρείες πληρωμών όπως η PayPal, η Mastercard και η Visa.
Η δε ΕΚΤ βλέπει το ψηφιακό ευρώ ως «ευρωπαϊκή απάντηση» στην κυριαρχία των ιδιωτικών παρόχων στις ηλεκτρονικές πληρωμές.
Στο μέλλον, οι καταναλωτές θα μπορούν να διαχειρίζονται τα χρήματά τους μέσω μιας ψηφιακής «πορτοφόλι» (wallet) απευθείας στην ΕΚΤ – ένα λογαριασμό που θα επιτρέπει μεταφορές, αγορές και πληρωμές μέσα σε δευτερόλεπτα.
Ωστόσο, αυτό που φαίνεται τεχνολογικά προοδευτικό φέρει πολιτικό ρίσκο: με την εισαγωγή ψηφιακού χρήματος κεντρικής τράπεζας, κάθε συναλλαγή θεωρητικά θα βρισκόταν υπό τον έλεγχο της ΕΚΤ και των αρμόδιων αρχών – διαφανής, ιχνηλάσιμη και δυνητικά ρυθμιζόμενη.
Ταυτόχρονα, η δημόσια αποδοχή παραμένει περιορισμένη: σύμφωνα με έρευνες, η πλειοψηφία των πολιτών αμφισβητεί την ωφέλεια και την ασφάλεια του νέου ψηφιακού νομίσματος.
Ακόμη και το κόστος του έργου έχει προκαλέσει κριτική: έως το 2029, η ΕΚΤ αναμένει επενδύσεις περίπου 1,3 δισ. ευρώ, ενώ τα ετήσια λειτουργικά έξοδα εκτιμάται ότι θα φτάσουν τα 320 εκατ. ευρώ – χρηματοδοτούμενα τελικά από τους φορολογούμενους των κρατών-μελών της ΕΕ.

www.bankingnews.gr