Το
θεσμικό σκάνδαλο που αφορά τη διαχείριση κονδυλίων και την πιστοποίηση
επαγγελματικών δεξιοτήτων συνεχίζεται. Ενδεικτικό το γεγονός ότι ένας
και μόνο Φορέας Πιστοποίησης φέρεται να έχει εξασφαλίσει το 70% του
έργου στο πρόγραμμα
Αυτή η μονοπώληση, σε συνδυασμό με καταγγελίες για έκδοση πλαστών πιστοποιητικών αγγλικής γλώσσας και εμπλοκή σε υπόθεση με «μαϊμού» πτυχία, θέτει σοβαρά ερωτήματα για τη διαφάνεια και την ισονομία στο σύστημα κατάρτισης.
Το πρόγραμμα ΑΙΧΜΗΣ, που χρηματοδοτείται με εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, προορίζεται για την ενίσχυση της επαγγελματικής κατάρτισης και πιστοποίησης. Ωστόσο, σύμφωνα με τις καταγγελίες, ένας συγκεκριμένος φορέας έχει καταφέρει να κυριαρχήσει, εξασφαλίζοντας το μεγαλύτερο μέρος των πόρων. Αυτό το φαινόμενο μονοπωλίου δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από απλούς υπηρεσιακούς χειρισμούς ή τυχαίες συμπτώσεις. Αντίθετα, εγείρει υποψίες για προνομιακή μεταχείριση και μηχανισμούς που ευνοούν συγκεκριμένα συμφέροντα, σε βάρος της ισότιμης πρόσβασης όλων των φορέων.
Πώς είναι δυνατόν ένα πρόγραμμα τέτοιας κλίμακας να μονοπωλείται από έναν μόνο παίκτη; Οι καταγγέλλοντες υποστηρίζουν ότι αυτή η κατάσταση όχι μόνο στερεί πόρους από άλλους φορείς, αλλά και υπονομεύει την ποιότητα και την αξιοπιστία της κατάρτισης, καθώς δημιουργεί συνθήκες ανεξέλεγκτης εξουσίας.
Πλαστά πιστοποιητικά και «μαϊμού» πτυχία
Πέρα από τη μονοπώληση, ο ίδιος φορέας καταγγέλεται για σοβαρές παρανομίες. Συγκεκριμένα, υπάρχουν καταγγελίες για την έκδοση πλαστών πιστοποιητικών γνώσης αγγλικής γλώσσας, τα οποία εξαπατούν πολίτες που τα χρησιμοποιούν για επαγγελματικούς ή ακαδημαϊκούς σκοπούς. Αυτή η πρακτική δεν περιορίζεται μόνο στην εξαπάτηση ατόμων, αλλά καταρρακώνει συνολικά την εμπιστοσύνη στο σύστημα πιστοποίησης, κάνοντας τα πιστοποιητικά άχρηστα και αναξιόπιστα.
Επιπλέον, ο φορέας εμπλέκεται σε υπόθεση με πτυχία, τα οποία χαρακτηρίζονται ως «μαϊμού» και στερούνται οποιασδήποτε ακαδημαϊκής εγκυρότητας. Αυτά τα πλαστά έγγραφα όχι μόνο παραπλανούν τους κατόχους τους, αλλά και δημιουργούν ένα δίκτυο απάτης που επηρεάζει ολόκληρο το εκπαιδευτικό και επαγγελματικό τοπίο.
Η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης (ΔΥΠΑ) ή σε γραφειοκρατικούς μηχανισμούς. Σε μια εποχή όπου η διαχείριση δημόσιων κονδυλίων πρέπει να είναι αδιάβλητη, τέτοια φαινόμενα υποδηλώνουν συστημική αδυναμία ή, χειρότερα, ανεξέλεγκτη δράση ενός «βαθέως κράτους» που παραμένει στο απυρόβλητο…
Οι καταγγέλλοντες έχουν προσφύγει τόσο στην Εισαγγελία όσο και την Εθνική Αρχή Διαφάνειας, ζητώντας την άμεση παρέμβαση τους.