«Αφού θέλει ένα διαφορετικό κόμμα, γιατί δεν κάνει ένα δικό του;» αναρωτιούνταν αφελώς μπαρουτοκαπνισμένα -υποτίθεται- στις ίντριγκες στελέχη της ιστορικής ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, όταν κάτω από συνθήκες οριακής καταστατικής νομιμότητας ενέσκηψε ο τυφώνας Κασσελάκη για να τους πάρει το κόμμα μέσα από τα χέρια.
Από τον Γιώργο Χατζηδημητρίου
Την απάντηση δίνει με αυξανόμενη ένταση ο σημερινός πρόεδρος, εφαρμόζοντας έναν παλιό εμπορικό κανόνα: «Οταν έχεις ένα μαγαζί προβληματικό μεν, αλλά έτοιμο, δεν το χαλάς. Απλώς φροντίζεις να ανανεώσεις την πελατεία». Ο,τι ακριβώς κάνει σήμερα ο Κασσελάκης. Λογαριάζει ότι οι 700.000 ψηφοφόροι που γύρισαν την πλάτη στις εθνικές εκλογές, απογοητευμένοι από ένα «κόμμα μηχανισμών συμφερόντων», όπως ο ίδιος απαξιωτικά συνοψίζει τον παλαιό ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η μεγάλη δεξαμενή της αποχής μπορούν «να δώσουν αέρα στα πανιά μας»…
Η ραγδαία μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ σε μονοπρόσωπο σχηματισμό ενός ανθρώπου που προβάλλει πειστικά σε μερίδα των πολιτών τον μύθο του αυτοδημιούργητου νέου, που μόχθησε αλλά τα κατάφερε στην ξενιτιά και τώρα επέστρεψε στην πατρίδα για να μοιραστεί μαζί μας το μυστικό της επιτυχίας, εξελίσσεται σε ένα ασυνήθιστο πολιτικό πείραμα μεγάλου μεγέθους.
Στην τελευταία συνεδρίαση του -διορισμένου από τον ίδιο- Εκτελεστικού Γραφείου, η πρόταση της Ολγας Γεροβασίλη να συνεδριάσει η Πολιτική Γραμματεία για να ιεραρχήσει στοιχειωδώς κάποιες πολιτικές προτεραιότητες έπεσε στο κενό. Ο Σ. Κασσελάκης θεωρεί περιττή τη νομιμοποίηση των εκλεγμένων πολιτικών οργάνων, επιλέγοντας να κινείται «αδιαμεσολάβητα», με ατομικές εμπνεύσεις και στιγμιαίους αυτοσχεδιασμούς, που αιφνιδιάζουν ωστόσο δυσάρεστα όσους στο κόμμα εκτιμούν ότι δεν υπηρετούν κάποια συνεκτική προγραμματική πρόταση με αριστερή-προοδευτική ταυτότητα.
Η μετάθεση της αντιπαράθεσης από τα εναλλακτικά πολιτικά προγράμματα στην πολιτικά αδιάφορη σύγκριση μεταξύ προσώπων και σε επιδείξεις ενός επιδεικτικού τρόπου ζωής, αλλότριου προς τα μετρημένα ήθη της Αριστεράς, ενοχλεί αρκετούς, και αυτό εκφράζεται ποικιλοτρόπως.
Η σιωπή του Δραγασάκη
Είναι ηχηρή η παρατεταμένη σιωπή, παρατηρούν αρκετοί, του πρώην αντιπροέδρου Γιάννη Δραγασάκη, που ερμηνεύεται ως έκφραση βαθιάς απαρέσκειας. Στην ίδια κατάσταση κομματικής ακηδίας έχουν περιέλθει, όπως πληροφορείται η «κυριακάτικη δημοκρατία», και πολλά «μεσαία» στελέχη σε αρκετούς νομούς της χώρας, που δηλώνουν ανήμπορα να στηρίξουν τα προεδρικά ανοίγματα σε ένα πολιτικά ασπόνδυλο ακροατήριο, το οποίο διαμορφώνει τις πολιτικές επιλογές του με ευμετάβλητα και ασταθή κριτήρια.
Αφετέρου, είναι ενδεικτική και η στάση στελεχών, όπως του πρώην γραμματέα και πρώην υπουργού της κυβέρνησης Τσίπρα, Γιώργου Βασιλειάδη, ο οποίος, μετά τις απρόσμενες περί θαυμάτων δηλώσεις Κασσελάκη που κεραυνοβόλησαν την αριστερή κομματική βάση, σχολίασε (Dnews.gr): «Σε μια κοινωνία που ζει από θαύμα, δεν έχουμε ανάγκη από θαυματοποιούς. Χρειαζόμαστε ορθολογισμό και ρεαλιστικό ριζοσπαστισμό για να καταφέρουμε να δημιουργήσουμε τη σπίθα εκείνη της ελπίδας στις ψυχές των ανθρώπων, που θα τους δώσει τη δύναμη να σταθούν απέναντι στη σχεδιαζόμενη πραγματικότητα».
Είναι φανερό ότι η εν εξελίξει μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με τη βασίμως φημολογούμενη μετακίνηση (κατ’ άλλους, δραπέτευση…) Μητσοτάκη στη θέση της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αφήνει χώρο σε πολλά σενάρια. Η εμφανής προσπάθεια του πρωθυπουργού να κερδίσει την καρδιά της Ε.Ε. και του αγγλοσαξονικού άξονα είναι διόλου απίθανο, σύμφωνα με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως από την πλευρά των συμμάχων να σηματοδοτήσει τη ραγδαία διολίσθηση του πολιτικού συστήματος διακυβέρνησης από μονοκομματικό σε πολυκομματικό με πυρήνα τη Ν.Δ. Αλλωστε, όπως διαπιστώνει η πολιτική αγορά, αν εξαιρέσει κανείς κάποιες «αριστερές» ρητορικές εξάρσεις του Κασσελάκη, ο πυρήνας του οικονομικού του προγράμματος δείχνει μια οικονομία προσανατολισμένη στην αγορά, απλώς με μεγαλύτερο κοινωνικό κράτος, κοντά στα πρότυπα της παλιάς ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, με πινελιές ενός κακοχωνεμένου πατριωτισμού και μπόλικες δόσεις προγονοπληξίας.
Αντιπολίτευση στις κοσμικές στήλες…
Είναι κοινός τόπος ότι απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη ψηλώνει ένα κύμα κοινωνικής αντιπολίτευσης, που δεν βρίσκει όμως πολιτική έκφραση. Αυτό, σύμφωνα με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, συμβαίνει επειδή μεγάλο μέρος της πολιτικής ύλης παράγεται πλέον στις κοσμικές στήλες, ενώ την ίδια ώρα τα κόμματα του προοδευτικού τόξου, γυρίζοντας την πλάτη στην κοινωνία και στις ανάγκες της, επιδίδονται σε έναν άγονο αγώνα για την κατάκτηση της δεύτερης θέσης στις ευρωκάλπες.
Επόμενο είναι αυτή η εχθρική περιχαράκωση να αναχαιτίζει μέχρι στιγμής κάθε συζήτηση για τη διαμόρφωση προοδευτικής πλειοψηφίας διακυβέρνησης με προγραμματική και πολιτική ενότητα. Αντιθέτως, σύμφωνα με την ανάγνωση αυτής της μερίδας στελεχών, γίνεται διαρκώς πιο ξεκάθαρη η προσπάθεια για την ανάδυση και την ενίσχυση κομμάτων-δορυφόρων, χαμηλού μεγέθους, η οποία, κατά τους ίδιους, ενθαρρύνεται από «συστημικά κέντρα», ώστε το πολιτικό σύστημα να κινηθεί σε αναζήτηση πρόθυμων σχημάτων συνεργασίας με αναλώσιμους πρωθυπουργούς κοινής αποδοχής.
Πού τον χάνεις, πού τον βρίσκεις; Στην εκπομπή του Λιάγκα
Για την ώρα, στον ΣΥΡΙΖΑ βλέπουν τον Σ. Κασσελάκη να εξελίσσεται ραγδαία σε άμισθο συνεργάτη του Γιώργου Λιάγκα. Βεβαίως, ο παρουσιαστής φτηνού τηλεοπτικού θεάματος τρίβει τα χέρια του πίσω απ’ το «ταμείο». Το θέμα, όπως σημειώνουν μελαγχολικά στην Κουμουνδούρου, είναι τι ζητά σε τέτοια θολά νερά ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τον επιλέγει ως αξιόπιστο συνομιλητή, σε μια εποχή μάλιστα που ο κόσμος δεν ξέρει πώς θα τη βγάλει από την αβάσταχτη ακρίβεια.
Φαίνεται πως ο Κασσελάκης όχι μόνο δεν έχει πρόβλημα, αλλά διεκδικεί το δικαίωμα να απευθύνεται προνομιακά στο κοινό αυτών των εκπομπών. Ισως επειδή προσδοκά ότι οι απώλειες από την αριστερή του βάση θα αντισταθμιστούν με εισροές προσωπικών του θαυμαστών. «Εχουμε ρεύμα» διαπιστώνει, παραβλέποντας τον κίνδυνο οι συγκεκριμένοι ψηφοφόροι να προτιμήσουν τις παραλίες την ημέρα της κάλπης.
Υπακούοντας σε έναν ατομικό πολιτικό βολονταρισμό, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει ότι, αν η Ν.Δ. κινηθεί γύρω στο 29%, υποχωρώντας από το ψυχολογικό όριο του 30% -κάτι που φαίνεται σήμερα απίθανο-, σε συνδυασμό με ένα ποσοστό του κόμματός του γύρω στο 20%, η κοινωνία θα πειστεί ότι η ανατροπή είναι κοντά και θα δημιουργηθεί ρεύμα νίκης, το οποίο θα τον οδηγήσει θριαμβευτικά στην εξουσία.
Γιατί όχι; Η αγορά ελπίδων είναι δωρεάν. Στην εξαργύρωσή τους, όμως, το κόστος είναι κάπως βαρύτερο…