«Νομίζω γίνονται όλο και περισσότερα βήματα προς τα εμπρός γι αυτό […] επειδή οι νέες γενιές έχουν ένα συγκεκριμένο όραμα σχετικά με την ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής», δήλωσε ο Σμιτ. «Είμαι ανοιχτός σε αυτό», πρόσθεσε.
Την ώρα που και η Πορτογαλία προχωρά σε ένα πιλοτικό σχέδιο, ο επίτροπος επισημαίνει ότι «δεν υπάρχει κοινή θέση» στην ΕΕ σχετικά με τη σύντμηση της εβδομάδας εργασίας.
«Θεωρώ πως είναι κάτι που θα συμβεί με βάση τις συμφωνίες μεταξύ των κοινωνικών εταίρων», επισημαίνει.
Δίνοντας το παράδειγμα της Γερμανίας, όπου το μεγαλύτερο συνδικάτο ζητά πρόοδο στην εφαρμογή της τετραήμερης εβδομάδας και όπου ορισμένες εταιρείες παρουσιάζουν ήδη αυτή τη λύση για να προσλάβουν εργαζόμενους, συγκεκριμένα στον τομέα των μεταφορών, ο κ. Σμιτ προσθέτει ότι «το θέμα της μείωσης του χρόνου εργασίας μπορεί να αποτελέσει έναν τρόπο προσέλκυσης» εργαζομένων.
«Καθώς υπάρχουν δυσκολίες για ορισμένους τομείς να προσελκύσουν ανθρώπους, ίσως πρέπει να γίνουν (με αυτόν τον τρόπο) και αυτοί πιο ελκυστικοί», λέει, τονίζοντας ότι «κάτι τέτοιο αποτελεί ήδη αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων».
Για την ΕΕ, «το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι τόσο η ανεργία» όσο η έλλειψη εργατικού δυναμικού. Πράγματι, «πολλοί τομείς αναζητούν απεγνωσμένα εργαζόμενους και δεν μπορούν να τους βρουν, επειδή οι άνθρωποι δεν θέλουν να εργαστούν εκεί ή δεν έχουν τις κατάλληλες δεξιότητες», πρόσθεσε.
«Στην αγορά εργασίας, εξακολουθούμε να έχουμε μεγάλες αναντιστοιχίες δεξιοτήτων», μια κατάσταση στην οποία η ΕΕ πρέπει να ανταποκριθεί, πρόσθεσε ο Επίτροπος.
Στην Πορτογαλία, στο πλαίσιο του προγράμματος για την αξιοπρεπή εργασία, σχεδιάζεται ένα πιλοτικό πρόγραμμα για τη δοκιμή της τετραήμερης εβδομάδας εθελοντικά και χωρίς απώλεια εισοδήματος.
Στον απολογισμό της πρώτης φάσης αυτού του πιλοτικού προγράμματος, που δημοσιοποιήθηκε τον Μάρτιο, ανακοινώθηκε ότι για τη δεύτερη φάση του προγράμματος για την εφαρμογή της τετραήμερης εβδομάδας ενδιαφέρονται 46 επιχειρήσεις από τις συνολικά 99.
Μεταξύ των κυριότερων λόγων για τους οποίους οι εταιρείες δεν προχώρησαν στη φάση της προετοιμασίας ήταν οι παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές, η ανάγκη για οικονομικές επενδύσεις, η πολυπλοκότητα της εφαρμογής του, ενώ άλλοι κατέγραψαν ότι «δεν είναι η καλύτερη λύση στα προβλήματα» και ότι τα οφέλη του μέτρου «δεν θα είναι μεγάλα» στο εταιρικό πλαίσιο.
Οι περισσότερες από τις 46 που συνέχισαν στο πρόγραμμα που υποστηρίχθηκε από την κυβέρνηση έχουν έως 10 εργαζόμενους, ενώ πέντε απασχολούν περισσότερους από 1.000 εργαζόμενους.
Οι κύριοι τομείς που εκπροσωπούνται στη δεύτερη φάση του έργου είναι οι συμβουλευτικές, επιστημονικές, τεχνικές και παρόμοιες δραστηριότητες, με σχεδόν 40%, και ακολουθούν η εκπαίδευση και οι δραστηριότητες πληροφόρησης και επικοινωνίας – με περίπου 15% έκαστη.