Πολιτοφυλακές εναντίον παιδοβιαστών (παιδοφίλων) στην Ολλανδία...

image

Οι πολιτοφυλακές αγρυπούν: εντοπίζουν το θήραμά τους, τους φερόμενους παιδόφιλους, μέσω διαδικτύου. Τους παρασύρουν σε έναν τόπο συνάντησης, τους περικυκλώνουν και τους ξυλοκοπούν. Ποια είναι τα κινητρά τους;

Ο 73χρονος συνταξιούχος Γιαν ήταν αγαπητός στη γειτονιά

όπου έμενε στο Αρνχάιμ στην Ολλανδία. Ο τρόμος στην περιοχή ήταν μεγάλος όταν σωριάστηκε μπροστά στο σπίτι του, τέλη Οκτωβρίου του περασμένου έτους, μετά από ξυλοδαρμό. Ο πρώην δάσκαλος υπέκυψε λίγο αργότερα στο νοσοκομείο στα τραύματά του. Γείτονες τοποθέτησαν μπροστά από το σπίτι του λουλούδια και κράτησαν ενός λεπτού σιγή. Οι έξι ύποπτοι συνελήφθησαν γρήγορα, ο νεότερος ήταν 15 ετών. Τον σκότωσαν οι λεγόμενοι "κυνηγοί παιδόφιλων". Είχαν στήσει παγίδα στον άνδρα, όπως παραδέχθηκαν. Σε ένα chatroom για ομοφυλόφιλους στο διαδίκτυο παρουσιάστηκαν με ψεύτικο προφίλ παριστάνοντας ένα ανήλικο αγόρι, δίνοντας ραντεβού με τον 73χρονο, με ξεκάθαρα σεξουαλικό χαρακτήρα. Στο σημείο συνάντησης θα τον εξανάγκαζαν να παραδεχτεί τα κίνητρά του, όπως κατέθεσαν αργότερα. Η αντιπαράθεση έληξε όμως με το θάνατο του συνταξιούχου.

 Δεν πρόκειται για μεμονωμένη περίπτωση: Πολιτοφυλακές κυνηγών παιδοφίλων, όπως αποκαλούνται, ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια. Από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο του 2020 η αστυνομία κατέγραψε 250 τέτοιες υποθέσεις. «Ένας αριθμός εξαιρετικά μεγάλος», σύμφωνα με τον Σίμεν Κλοκ, εκπρόσωπο της αστυνομίας για την ανατολική Ολλανδία.

Παίρνουν το νόμο στα χέρια τους

Μόνο μέσα σε μια εβδομάδα η αστυνομία κατέγραψε τρεις υποθέσεις. Οι άντρες ήταν πάντα κάποιοι που ήθελαν να συνευρεθούν ερωτικά με παιδιά, οι δράστες τούς έστηναν παγίδα και τους ξυλοκοπούσαν. Ο αριθμός των περιπτώσεων που δεν έρχονται στο φως της δημοσιότητας είναι πιθανώς πολύ υψηλός, καθώς πολλά θύματα δεν μιλάνε από ντροπή, φόβο ή επειδή εκβιάζονται.

 Οι λόγοι για την αύξηση της αυτοδικίας λόγω της παιδοφιλίας είναι πολλοί. Τον περασμένο Αύγουστο μια ανακοίνωση πάρτυ για παιδόφιλους προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση. Τότε αναπτύχθηκαν διάφορες θεωρίες συνωμοσίας, όπως για πράδειγμα ότι μια ομάδα ελίτ χρησιμοποιεί παιδιά σε σατανιστικές τελετές. «Εκτός αυτού, οι άνθρωποι έχουν εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού περισσότερο χρόνο και βαριούνται», δήλωσε ο δικηγόρος υπεράσπισης ενός από τους φερόμενους ως δράστες.

 Ο τρόπος δράσης των "κυνηγών παιδοφίλων" είναι σταθερός: αναζητούν ομοϊδεάτες τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οι ομάδες ονομάζονται pedohunter 2.0, pedohuntgooi ή jager030. Μερικές ομάδες έχουν χιλιάδες ακόλουθους και τα βίντεο που αναρτούν μεταδίδονται αστραπιαία. Κίνητρό τους είναι η προστασία των παιδιών, όπως λένε. «Για εμάς το σημαντικό είναι τα παιδιά», λέει ο 27χρονος Μαξ Βίγνεν, ο οποίος δραστηριοποιείται σε μια ομάδα στο Άμστερνταμ. «Κάτι τέτοιοι τύποι καταστρέφουν τις ζωές των παιδιών», τονίζει ο νεαρός, πατέρας και ο ίδιος δυο παιδιών.  

Όποιος έχει υποψίες να πηγαίνει στην αστυνομία

 Σε διάφορα βίντεο, οι ομάδες αυτές εμφανίζονται με στρατιωτικές στολές να περικυκλώνουν τα θυματά τους και να τα εξαναγκάζουν να μιλήσουν. Επικαλούνται υποτιθέμενα δικαιώματα να συλλαμβάνουν δράστες. Κάποιοι καλούν μετά την αστυνομία. Όλα αυτά τα βιντεοσκοπούν και τα ανεβάζουν στο διαδίκτυο.

 Η παιδοφιλία είναι αξιόποινη πράξη όταν πράγματι ενήλικες κακοποιούν σεξουαλικά παιδιά ή βλέπουν βίντεο πορνογραφικού περιεχομένου με παιδιά. Όσο όμως όλα αυτά παραμένουν ως σκέψη, δεν υπάρχει καμία αξιόποινη πράξη, άρα και κανένα έγκλημα.

 Σύμφωνα παρόλα αυτά με τον εκπρόσωπο της αστυνομίας, οι ομάδες αυτές των πολιτών στήνουν εύκολα παγίδες μέσω διαδικτύου - και πολλές φορές όχι για «καλό σκοπό», αλλά για να εκβιάσουν και να αποσπάσουν χρήματα από μία "εύκολη λεία". Η αστυνομία έρχεται συχνά αντιμέτωπη με ομάδες που επιχειρούν να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους. Τις περισσότερες φορές οι υποτιθέμενες αποδείξεις που διαθέτουν είναι άχρηστες και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο δικστήριο. Ο Τζον Λούκας, ανώτερος εισαγγελέας, τονίζει πως όποιος έχει υποψίες για αξιόποινες πράξεις θα πρέπει να προσφεύγει στην αστυνομία.

Ανέτ Μπίρσελ

 Επιμέλεια: Μαρία Ρηγούτσου

Deutsche Welle