Το σύστημα ολιγαρχίας των σύγχρονων κοινωνιών έχει βρει ένα ακλόνητο μοντέλο επιβίωσης και εδραίωσης του εαυτού του. Επιβάλλει στους πολίτες περιοδικές και παλινδρομικές
καταστάσεις εξαίρεσης με φρικαλέα μέτρα και περιορισμούς ανήθικους έως χυδαίους, που καταπατούν όποιο ίχνος ανθρώπινου δικαιώματος και αξιοπρέπειας. Η μυστική συνταγή όμως αυτού του μοντέλου έγκειται στο γεγονός ότι όλο το πακέτο «στήριξης» της κοινωνίας προτείνεται και επιβάλλεται πάντα ως μια μεταβατική περίοδος ανάγκης, η οποία υποτίθεται θα υποχωρήσει σε ένα άγνωστο διάστημα Χ. Ζητείται λοιπόν από τον τρομοκρατημένο πολίτη η επιείκεια και η υπομονή του. «Κουράγιο», του λέει, ένας μήνας είναι και μετά όλα θα επιστρέψουν στην «κανονικότητα». Και βεβαίως εννοεί την κανονικότητα που το ίδιο το σύστημα ύφανε προσεκτικά και ύπουλα μέσα στους αιώνες των αιώνων, αμήν.Όπως και τα αισθητήριά μας όργανα έχουν την ιδιότητα προσαρμογής και εξοικείωσης, έτσι και ο υποδουλωμένος πολίτης εξοικειώνεται με το κάθε έκτακτο γεγονός, περίοδο, μεμονωμένο περιστατικό. Έχεις παρατηρήσει ότι όταν μπεις σε ένα δωμάτιο που «βρωμάει» μετά από λίγο συνηθίζεις; Εξοικείωση των αισθητικών υποδοχέων όσφρησης λέγεται, δηλαδή, μετά από συνεχή επίδραση μιας οσμηρής ουσίας και σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, η μυρουδιά αυτής της ουσίας παύει να γίνεται αισθητή. Αντίθετα οι τονικοί υποδοχείς (άλγος, ιδιοδεκτικοί) δεν προσαρμόζονται αλλά επιπλέον, μπορεί να γίνουν περισσότερο ευαίσθητοι π.χ. ένα παρατεταμένο άλγος μπορεί να προκαλέσει υπεραλγησία.
Αυτό, ίσως, που έχει ενδιαφέρον να μελετήσουμε είναι το εάν η κοινωνία βρίσκεται σε υπεραλγησία ή σε κατάσταση εξοικείωσης.
Και, εφόσον ισχύει το πρώτο, πρέπει να αναρωτηθούμε, ποια είναι τα θεραπευτικά βήματα που οφείλουμε να ακολουθήσουμε. Εάν από την άλλη ισχύει το δεύτερο πώς μπορούμε να ερεθίσουμε του υποδοχείς της και να την ξυπνήσουμε από τον λήθαργο της απάθειας; Σε καμία από τις δύο περιπτώσεις δεν πρέπει να επέμβουμε μόνο συμπτωματικά, αντιμετωπίζοντας δηλαδή μόνο την αναπαράσταση του προβλήματος, αλλά αντιθέτως οφείλουμε να κινηθούμε κάτω από το δέρμα και να εξαλείψουμε τις αιτίες του.
Στη θεωρία ακούγεται εύκολο: εφόσον γνωρίζεις την αιτία μιας παθολογίας λογικά μπορείς να οδηγηθείς στη θεραπεία της. Στην πράξη όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Και αναρωτιόμαστε εδώ το εξής: μήπως το παραπάνω σκεπτικό μας ετεροκαθορίζει; Η οργάνωση του συστήματος εξουσίας βρίσκεται πάντα δέκα βήματα μπροστά επιβάλλοντας προς το κοινωνικό σύνολο τους κανόνες του παιχνιδιού. Οι πολίτες, οι οργανώσεις και τα κινήματα πέφτουν πάντα στη λούπα να δημιουργούν με τη σειρά τους αντιδράσεις απέναντι στις επιβαλλόμενες δράσεις.
Τι θα γινόταν αν δημιουργούσαμε δράσεις αυτόνομες, αυτάρκεις και αυτοκοινοποιούμενες και όχι απλά διορθωτικές κινήσεις σε κυβερνητικά προσχέδια με σαθρές βάσεις; Αν, με άλλα λόγια, δημιουργούσαμε μέσα από τις δράσεις αυτές, τη δική μας κοινωνικο-πολιτική γλώσσα, η οποία θα οραματιζόταν και θα εξέφραζε τον κόσμο, όπως τον επιθυμούμε. Δράσεις από τον κόσμο, προς τον κόσμο και διαμέσου αυτού. Ομιλώ για μια προσπάθεια σύλληψης και εφαρμογής πράξεων ανεξάρτητων και αυτόνομων και όχι μόνο αντιδράσεων απέναντι σε αυτό με το οποίο διαφωνούμε.
Δεν είναι εύκολο ούτε αυτονόητο ότι μπορούμε να υψώσουμε το βλέμμα μας πάνω από το υφαντό ψευδαίσθησης που βιώνουμε και αναγνωρίζουμε ως πραγματικότητα, εφόσον ζούμε και λειτουργούμε μέσα σε αυτό. Αλλά οι καιροί είναι χαλεποί, καιρό τώρα! Ήρθε η ώρα να υψώσουμε μαζί με το βλέμμα μας και το ανάστημά μας και να σχεδιάσουμε το μέλλον μας στο παρόν μας. Ίσως μια αρχή να ήταν η διαστολή της ομορφιάς, της τρυφερότητας και του έρωτα ή όπως γράφει ο Ι. Καλβίνο να δώσουμε χώρο σε αυτά που δεν είναι κόλαση.
Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, οφείλουμε να αρχίσουμε να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, ζούμε σε μια πρωτοφανή χούντα νέας μορφής. Ένας λύκος με προβιά προβάτου. Και ακούγονται φωνές που ομιλούν και λένε: «Φύσα λύκε, φύσα και θα γκρεμίσεις αυτό που ο ίδιος έχτισες, την “κανονικότητά” σου. Κι εμείς τα τρία γουρουνάκια θα βρούμε άλλους τρόπους και νέα υλικά να χτίσουμε την ουτοπία».