Χώρα ή «χώρος»;



 Η Ελλάδα στη δίνη της παγκόσμιας μετανάστευσης.
Η μετανάστευση δεν είναι έκτακτο φαινόμενο, αλλά σκοτεινή κανονικότητα της εποχής μας: 271,6 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν σήμερα έξω από την χώρα που γεννήθηκαν, ενώ, το 2010, ήταν 220 εκ., κι αυτό αποτυπώνει την κλιμάκωση του φαινομένου. 

Το Ινστιτούτο Γκάλοπ, πραγματοποιεί περιοδικά μια παγκόσμια έρευνα που καταγράφει την επιθυμία για μετανάστευση: Το 33% του ενήλικου πληθυσμού της Yποσαχάριας Αφρικής, το 24% της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής δηλώνει ότι θα εγκατέλειπε τη χώρα του εάν είχε την δυνατότητα. Όλες οι εκτιμήσεις για την εξέλιξη της μετανάστευσης προβλέπουν κλιμάκωση μέχρι το 2050, με τα μεγέθη της τουλάχιστον να διπλασιάζονται ως τότε: Οι τεκτονικές πλάκες της ανθρωπότητας μετακινούνται, και τα αίτια που δημιουργούν το φαινόμενο είναι πολλά, και περίπλοκα.
Υπάρχουν οι λεγόμενοι «παράγοντες απώθησης» –λόγοι που ωθούν κάποιον να εγκαταλείψει την πατρίδα του: Φτώχεια, οικολογική κρίση, κοινωνική, πολιτική κατάρρευση, δημογραφική έκρηξη και γεωπολιτική αστάθεια. Συνθήκες απορρύθμισης που επικρατούν σε μια εκτεταμένη ζώνη του πλανήτη από τον Ειρηνικό μέχρι τον Ατλαντικό Ωκεανό. Ένα σημείο που θα πρέπει να δώσουμε βάση περισσότερο: Η αστάθεια αυτή είναι προϊόν αναπτυξιακής ανόδου του υπόλοιπου κόσμου έναντι της Δύσης, και όχι υπανάπτυξης όπως συνέβαινε στον 20ο αιώνα.
Την ίδια φάση είχε περάσει και η Ευρώπη τον 19ο αιώνα. Τότε η μετανάστευσή της προς τις ΗΠΑ προκαλούνταν από τις μεγάλες αλλαγές της βιομηχανικής επανάστασης και της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Σήμερα, συμβαίνει το αντίθετο: Οι ‘υπόλοιποι’ αναπτύσσονται και η Ευρώπη είναι κορεσμένη, ενώ από την κατάστασή της αυτή προκύπτουν «παράγοντες έλξης», που εξηγούν γιατί ένα πολύ μεγάλο κομμάτι των μετακινούμενων πληθυσμών επιθυμεί να εγκατασταθεί εντός της, και όχι στην Κίνα για παράδειγμα.
Πρώτον, γιατί εδώ και αρκετές δεκαετίες η Δύση εκμεταλλεύεται τη μετανάστευση με «πολιτικές υποκατάστασης εργασίας» για να στηρίξει το οικονομικό της μοντέλο, να καλύψει τα κενά από την δημογραφική της κάμψη, κι έτσι έχει δώσει ‘σήμα’ ότι καλοδέχεται τις εισροές. Ως προς αυτό, λειτουργεί ενισχυτικά και η τεράστια βιομηχανία των ΜΚΟ, που πλέον λειτουργούν ως ‘κανονικός’ κλάδος του παγκόσμιου κεφαλαίου.
Δεύτερον, έχει στηθεί μια ολόκληρη βιομηχανία γύρω από το ίδιο το φαινόμενο της μετανάστευσης –τα δουλεμπορικά δίκτυα έχουν τζίρο 5,5 – 7 δισ.$ ετησίως σύμφωνα με τον ΟΗΕ, ο οποίος παραθέτει το νούμερο με επιφύλαξη λέγοντας ότι είναι δύσκολο να αποκαλυφθεί το πραγματικό μέγεθος των δραστηριοτήτων αυτών).
Τρίτον, υπεισέρχεται η γεωπολιτική: Η Τουρκία μεσιτεύει την μετακίνηση των πληθυσμών από τον μουσουλμανικό κόσμο προς την Δύση, τα Βαλκάνια και την Ευρώπη, προσβλέποντας έτσι να εγκαταστήσει ‘θυλάκους επιρροής’ στα εδάφη τους· ιδίως στην περιοχή μας, που θέλει να την επανεντάξει στην σφαίρα επιρροής της, στο πλαίσιο της νεο-οθωμανικής πολιτικής που θέλει την γειτονική χώρα να αναδεικνύεται σε περιφερειακή αν όχι παγκόσμια υπερδύναμη.
Η Ευρώπη πιέζεται από την κλιμάκωση της μετανάστευσης. Ακόμα και ο Ε. Μακρόν, που είχε ταυτιστεί μέχρι πρότινος με τις πολιτικές ανοιχτών συνόρων και «πολυπολιτισμού», δήλωσε τις προάλλες μπροστά στους εμβρόντητους βουλευτές του: «Η μεσαία τάξη δεν έχει πρόβλημα με την μετανάστευση. Στην πραγματικότητα, δεν έχει επαφή μαζί της, σε αντίθεση με την εργατική τάξη που ζει με αυτήν. Η αριστερά δεν ήθελε να αντικρίσει αυτήν την πραγματικότητα επί δεκαετίες, κι έτσι ο κόσμος της εργατικής τάξης μετακινήθηκε προς την άκρα δεξιά».
Το γενικό κόστος της μετανάστευσης διαρκώς αυξάνει: Η συγκρότηση ενός ‘ευρωπαϊκού Ισλάμ’, θέτει το ζήτημα μιας παράλληλης κοινότητας μέσα στην Ευρώπη, η οποία προτάσσει αξίες που αντιβαίνουν τον σκληρό πυρήνα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Επιπρόσθετα δημιουργεί έναν νέο κοινωνικό αποκλεισμό, των λευκών κατώτερων στρωμάτων, που με τις πολιτικές υποκατάστασης εργασίας καθίστανται περιττά για τις παγκοσμιοποιημένες οικονομίες της Ευρώπης, γεγονός που περιπλέκει έντονα τις πολιτιστικές με τις κοινωνικές αντιθέσεις.
Το πρόβλημα για την Ευρώπη, συνοψίζεται στις προειδοποιήσεις του Δαλάι Λάμα, ενός πνευματικού ηγέτη που κατά τα άλλα έχει ταυτιστεί με το ανοιχτό πρόσωπο της παγκοσμιοποίησης: Αν η Γηραιά Ήπειρος συνεχίσει την ίδια πολιτική στο μεταναστευτικό, είπε, σε λίγες δεκαετίες θα μεταβληθεί σε ‘Ευραραβία ή Ευραφρική’…
Στην Ελλάδα τα προβλήματα είναι πιο άμεσα: Μια χώρα με την οικονομία καθηλωμένη, μια κοινωνία σε ταχεία δημογραφική συρρίκνωση που δεν μπορεί καν να συγκρατήσει στους κόλπους της, τις δικές της νέες γενιές· που έχει ως δεδομένη την απειλή του τουρκικού επεκτατισμού, που εκμεταλλεύεται τη μετανάστευση για να αυξήσει την επιρροή της στα νησιά του Αιγαίου και εν τέλει ολόκληρη τη χώρα· ένα κράτος με κλειστά τα βόρεια σύνορά του, αφημένο να διαχειρίζεται τις μεταναστευτικές εισροές της Νοτιοανατολικής Πύλης της Ευρώπης μοναχό του, μιας και η Ε.Ε. είναι διχασμένη και αδύναμη να καταστρώσει μια ενιαία, συνεκτική πολιτική· και σαν να μην έφταναν αυτά, η Ελλάδα έχει εκχωρήσει την μεταναστευτική πολιτική σε διεθνείς οργανισμούς που ρητώς έχουν θέσει ως στόχο την εγκατάσταση των νεοεισερχόμενων, και την επιδοτούν ποικιλοτρόπως, σε συνέργεια με αδιαφανείς ΜΚΟ και ‘αόρατους’ δουλεμπόρους που λειτουργούν στα ελληνικά νησιά ως κράτος εν κράτει.
Όλα αυτά συντείνουν στην άμεση πρόκληση ενός πολυεπίπεδου αδιεξόδου: γεωπολιτικού, εθνικού, κοινωνικού, ανθρωπιστικού.
Η Ελλάδα κινδυνεύει να καταστεί μόνιμη ‘ζώνη ελέγχου’, μεθοριακός σταθμός φιλτραρίσματος των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη και να ‘Λιβανοποιηθεί’, δηλαδή να μεταβληθεί από ενιαία εθνική, δημοκρατικά συγκροτημένη κοινωνία σε πολυπολιτισμικό πεδίο αντιπαράθεσης που μεταφέρει στο εσωτερικό του όλες τις εντάσεις και τις συγκρούσεις που εξελίσσονται στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Κάτι που θα αυξήσει ακόμα περισσότερο τον τουρκικό έλεγχο εντός της.
Επίσης, το καθεστώς de facto ανοιχτών συνόρων και ελεύθερης μετακίνησης που ισχύει από το 2015 μέχρι και σήμερα, έχει διαμορφώσει μια παγιωμένη κατάσταση όπου: Αφενός, υπάρχει έλλειμμα ανθρωπισμού, καθώς το «όλοι ευπρόσδεκτοι» θέτει στο ίδιο καθεστώς αντιμετώπισης τον πραγματικό πρόσφυγα από την Συρία, το Κουρδιστάν, το Ιράκ κ.λπ. με τους μαφιόζους από την Αλγερία, το Μαρόκο ή το Πακιστάν, ή τα μέλη του ISIS που εμπλέκονται στα κύματα των εισροών, για τους δικούς τους λόγους.
Αφετέρου, η διαμόρφωση μιας χαλαρής νομοθεσίας σχετικής με την παράνομη μετανάστευση (διοικητικές απελάσεις που δεν πραγματοποιούνται ποτέ, παραμονή στη χώρα ακόμα και για όσους έχουν διαπράξει κακούργημα, μιας και ο νέος ποινικός κώδικας κατήργησε τις δικαστικές απελάσεις) προσελκύει συγκεκριμένους τύπους ανθρώπων στην χώρα, που ξέρουν ότι ακόμα κι αν «επενδύσουν» σε όχι και τόσο νόμιμες δραστηριότητες, δεν πρόκειται να τους τιμωρήσει κανείς. Την ίδια στιγμή, η χώρα στέλνει στο εξωτερικό μεγάλο κομμάτι του μορφωμένου εργατικού της δυναμικού, ενώ εισάγει είτε ανειδίκευτους είτε το λούμπεν κομμάτι των μετακινούμενων, γεγονός που έχει μεγάλο αντίκτυπο στην πορεία της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.
Με λίγα λόγια, ως Ελλάδα, ως Ευρώπη ακόμα, βρισκόμαστε σε μια πολύ κρίσιμη καμπή. Αυτό που χρειάζεται να γίνει είναι να επανέλθουμε, από την ανεξέλεγκτη και χαοτική μετανάστευση της παγκοσμιοποίησης, σε ένα μοντέλο ελεγχόμενης, οργανωμένης μετανάστευσης.
H Ευρώπη πρέπει να ξεφύγει από το «σύνδρομο του οικονομικού γίγαντα με το μυαλό του γεωπολιτικού νάνου» και να κατανοήσει ότι η εσωτερική της ασφάλεια, σταθερότητα και συνοχή εξαρτάται από την σταθερότητα και την συνοχή των κρατών που βρίσκονται στην ευαίσθητη περίμετρό της: Ένα ‘σχέδιο Μάρσαλ’ για την ανασυγκρότηση της Βορείου Αφρικής και της Ανατολικής Μεσογείου θα λειτουργήσει με θετικό τρόπο αποτρεπτικά ως προς την επίταση των μεταναστευτικών εισροών, πολύ περισσότερο από τα δισεκατομμύρια που δαπανώνται σε πολιτικές υποδοχής και εγκατάστασης των εισροών αυτών στο εσωτερικό της.
Η Ελλάδα πρέπει να καταγγείλει ανοιχτά την Τουρκία για την μεθοδευμένη μετακίνηση πληθυσμών στην Ε.Ε. και να απαιτήσει διάφορες κυρώσεις. Παράλληλα, πρέπει να… ανακτήσει τον έλεγχο των συνόρων της, ιδίως τώρα που η καταγγελία για τα μέλη του ISIS που ετοιμάζονται να περάσουν τα σύνορα είναι συγκεκριμένη: Ενίσχυση της φύλαξης – αποτροπής, εφαρμογή νέων τεχνολογιών επιτήρησης, απαγόρευση δραστηριότητας σε όσες ΜΚΟ έχουν αδιαφανή χρηματοδότηση ή/και λειτουργούν συμπληρωματικά και βοηθητικά στους δουλέμπορους, ξήλωμα των κυκλωμάτων των τελευταίων από τα νησιά και την ενδοχώρα. Ακόμα, επαναφορά της δικαστικής απέλασης στον ποινικό κώδικα, αυστηρότερη αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης (ταχύτεροι επαναπατρισμοί, και παραμονή σε κλειστά κέντρα με ιδιαίτερη όμως μέριμνα για την ύπαρξη ανθρώπινων συνθηκών σε αυτά).
Και από την άλλη επιτάχυνση των διαδικασιών υποδοχής και αποκατάστασης για όσους δικαιούνται το status του πρόσφυγα, που θα πρέπει να αντιμετωπίζονται σε εντελώς διαφορετικό καθεστώς από τους παράνομους μετανάστες..
Το δίλημμα σε σχέση με το μεταναστευτικό ζήτημα είναι ξεκάθαρο: Ή η Ευρώπη θα καταφέρει  να αλλάξει την πολιτική της, ή η επίταση της σημερινής κατάστασης θα οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο έντασης των διαπολιτισμικών συγκρούσεων, διάρρηξης της κοινωνικής και πολιτιστικής συνοχής, συνακόλουθα, ενίσχυση του ολοκληρωτισμού και φασιστικοποίηση. Όσο για την Ελλάδα, κινδυνεύει μέσα στη δίνη του μεταναστευτικού να ανασχέσει το κεκτημένο αυτοδιάθεσης που πέτυχε με τόσους και τόσους αγώνες από το 1821 κι ύστερα. Άραγε, η δυνατότητα ενός έθνους να προασπίζει την ταυτότητα και τον πολιτισμό του μέσα στον ίδιο του τον τόπο είναι κι αυτό ένα αναφαίρετο δικαίωμα, ή μήπως αίρεται από την επιταγή ενός ψευδοανθρωπισμού, που γίνεται όχημα για να εκφραστούν πολύ καθαρά ωμές γεωπολιτικές σκοπιμότητες της γείτονος;

Του Γιώργου Ρακκά**Δρ κοινωνιολογίας και δημοτικός σύμβουλος Θεσσαλονίκης με την παράταξη Μένουμε Θεσσαλονίκη.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στη “Μακεδονία” της Κυριακής 29 Σεπτεμβρίου 2019

Πηγή: