Αρχικά αναζητούσαν τρόπο για να διαβάζουν οι στρατιώτες τα μηνύματα, χωρίς φως, στην πρώτη γραμμή .Στις αρχές του 19ου αιώνα ο λοχαγός Σαρλ Μπαμρπιέ αναρωτήθηκε το εξής: Πώς ένας στρατιώτης στην πρώτη γραμμή του μετώπου θα καταφέρει να διαβάσει ένα μήνυμα μέσα στη νύχτα.
Τρόπος να το διαβάσει χωρίς να ανάψει κάποιο φως, το οποίο όμως θα πρόδιδε τη θέση του, δεν υπήρχε.
Ουσιαστικά ήταν ένας κώδικας από ανάγλυφες κουκκίδες πάνω σε ένα κομμάτι χαρτί. Ο κώδικας χρησιμοποιούσε συνδυασμούς 12 κουκίδων που αντιπροσώπευαν διαφορετικούς φθόγγους. Κάποια στιγμή ο Μπαρμπιέ παρουσίασε την ιδέα του στους τυφλούς.

Το αγόρι ήταν ο Λουί Μπράιγ. Αντί να απογοητευτεί, πείσμωσε και αποφάσισε να αναπτύξει τις ιδέες του μόνος του. Δούλεψε ακούραστα επί δύο χρόνια για να μετατρέψει τη γραφή στο σκοτάδι σ’ ένα πολύ πιο απλό σύστημα με τις μισές κουκκίδες. Επίσης, αποφάσισε να αντιπροσωπεύουν οι συνδυασμοί των κουκκίδων μονά γράμματα αντί για φθόγγους. Ήταν μόλις 15 χρόνων όταν ολοκλήρωσε το σύστημά του για να γράφουν οι τυφλοί.
«Αν δεν μπορέσω να ανακαλύψω ‘Έναν τρόπο να διαβάζω και να γράφω… θα αυτοκτονήσω», είχε γράψει ο Λουί Μπράιγ στο ημερολόγιο του

Παρά την άρνηση του Μπαρμπίε να συνεργαστεί, ο Μπράιγ αναγνώριζε πάντα τον ρόλο του στην ανάπτυξη του συστήματος, το οποίο έφτασε να χρησιμοποιείται από τους τυφλούς σε όλο τον κόσμο. Έτσι αποκαλύφθηκε ένας καινούργιος κόσμος στους ανθρώπους χωρίς όραση, που χάρη στην επιμονή του κατάφεραν να σπουδάσουν, να αποκτήσουν μόρφωση και να άρουν ένα αόρατο τοίχος που τους κρατούσε μακριά από τη λογοτεχνία, την ποίηση και την συγγραφή.
Πηγή: