
Γιατί αυτό είναι πατρίδα και μητρίδα, ο
τόπος του πατέρα και της μητέρας, ο τόπος των προγόνων, ο τόπος που το
δικό σου «τώρα» συντροφεύει και συνδιαλέγεται νοερά με το «τότε» των
άμεσα οικείων σου, ζώντων και τεθνεόντων. Κι ο καθένας μας έχει τον δικό
του. Εσύ έχεις το καθαρό ποτάμι και τα αιωνόβια πλατάνια του, εγώ έχω
την Ομόνοια, το Πολυτεχνείο και τα Εξάρχεια. Δεν υπάρχει ιδεαλιστική
αντίληψη για την πατρίδα-μητρίδα, κατάλαβέ το. Για μια αδέσποτη γάτα
μπορεί να είναι ακόμη κι ένας κάδος σκουπιδιών, τα πάντα. Ό,τι σε κάνει
να νιώθεις αυθεντικά, το συναίσθημα της οικειότητας.
Κι αυτό το συναίσθημα, φίλε μου, όταν δεν
το βρωμίζει ο βόθρος της πολιτικής, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο,
είναι ευγενές. Κι οφείλουμε, σε ό,τι ανθρώπινο αναπνέει ακόμη μέσα μας,
τα ευγενή συναισθήματα να τα υπερασπιζόμαστε. Να πολεμάμε για αυτά, να
μην τα παραδίδουμε αμαχητί στην εξουσία. Ναι, εδώ θα μείνω, δεν γουστάρω
να γίνω εμιγκρές, ούτε να αράξω σε καμιά πράσινη ραχούλα, κάπου
απροσδιόριστα χαμένος στην ελλαδική ύπαιθρο.
Ο καθένας ας έχει την πατρίδα του, εγώ
προτιμώ την «τσιμεντένια Βαβυλώνα μου», γιατί αυτή με διαμόρφωσε και με
διαμορφώνει καθημερινά σε αυτό που είμαι, μέσα από την τριβή και την
εμπειρία. Και ξέρεις κάτι, ρε φίλε; Εγώ τα έχω βρει με αυτό που είμαι,
δεν θέλω να γίνω κάποιος άλλος. Κάποιος ανοίκειος, άγνωστος, όπως θα με
ήθελαν «αυτοί». Καταλαβαίνεις; Εγώ όλο αυτό θα το υπερασπιστώ. Εμένα, τη
«Βαβυλώνα» μου, την άρρηκτη σχέση μας. Ό,τι κι αν μου κοστίσει. Δεν θα
γίνω ρίψασπις, δεν νιώθω «πολίτης του κόσμου» κι άλλα τέτοια
κουραφέξαλα από τα πανέρια της Αιόλου.

Κι εγώ όμως δεν πάω πίσω. Εκεί, κόντρα στην κόντρα, πάνω κάτω η Πατησίων,
που έγραψε και η Κατερίνα, δεν εγκαταλείπω. Αμύνω δε και μόνος, άμα
χρειαστεί. Γιατί εδώ είναι το «κάστρο» μου, εδώ είναι ο τόπος μου, εδώ
πρέπει να δώσω τη μάχη, για τα μικρά και τα μεγάλα που αγαπώ. Ό,τι και
να γίνει δεν φεύγω. Ναι, ρε φίλε, όπως το ακούς, ακόμη και στην Ομόνοια
με αντίσκηνο!».
Πόντιξ ο Σισύφιος
Στον Σπύρο και στην αμέτρητη αγάπη του για την Αθήνα…Πηγή: