Γιατί ο δημοσιογράφος είναι για την πολιτική περίπου ό,τι ο διαιτητής για το ποδόσφαιρο.
Όποιος δεν τις θυμάται, δεν έχει παρά να ξαναπαρακολουθήσει τη χτεσινή συνέντευξη Τύπου του Καμμένου του Πάνου.
Το ότι ο Αλέκσης και ο Καμμένος Πάνος θα χώριζαν λίγους μήνες πριν ήταν πιο σίγουρο κι από σαρδάμ σε ομιλία του Τσακαλώτου. Δεν χρειαζόταν να είσαι ο Παΐσιος ή ο Βασίλης ο Λεβέντης για να ξέρεις ότι ο συνεταιρισμός του Φίλιππα και του Ναθαναήλ θα έφτανε στο τέλος του με αφορμή (και σίγουρα όχι αιτία) τη συμφωνία για το όνομα της ΠΓΔ της Μακεδονίας. Το σενάριο ήταν γνωστό και χωρίς καμία έκπληξη. Ο ένας θα έπρεπε κάποια στιγμή να παραστήσει τον ανυποχώρητο πατριώτη και ο άλλος να διώξει από πάνω του τη μπόχα της συνεργασίας με αυτόν για τον οποίο ο σύντροφος Παπαδημούλης (τότε που η πολυπόθητη και με υψηλές αποδοχές εξουσία δεν εξαρτώνταν από τις αγκαλιές με τον αρχηγό των Καμμένων Ελλήνων) τουίταρε: «Η διαδρομή και οι θέσεις του Καμμένου τον τοποθετούν δεξιότερα της ΝΔ».
Με τα παραπάνω ως δεδομένα, η παραίτηση του Καμμένου Πάνου είχε τόσο ενδιαφέρον όσο το να βλέπεις σε μαγνητοσκόπηση ποδοσφαιρικό αγώνα που ξέρεις το αποτέλεσμά του. Το ίδιο και τα όσα είπε στη συνέντευξη τύπου. Αντιθέτως, αυτά που ακούστηκαν στη συνέντευξη, είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Γιατί ήταν γέλια δημοσιογράφων που θύμισαν πολύ εκείνες τις ποδοσφαιρικές συνεντεύξεις τύπου για τις οποίες έγραψα στην αρχή.
Το ποδόσφαιρο φυσικά έχει ελάχιστη σημασία για την καθημερινότητα κι έτσι αυτός ο τρόπος άσκησης του δημοσιογραφικού «λειτουργήματος» δεν ενοχλεί ιδιαιτέρως. Όταν όμως το ίδιο συμβαίνει σε εκείνον τον τομέα της ζωής που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο την καθημερινότητα αλλά και το μέλλον, όταν συμβαίνει στην πολιτική, είναι εξοργιστικό. Και ιδιαιτέρως αποκαλυπτικό, καθώς εξηγεί πολλά για τη χώρα και την κατάστασή της.
Όταν δημοσιογράφοι έχουν απέναντι τους τον Καμμένο τον Πάνο και χαζογελούν σαν ερωτευμένες κοπελίτσες στα χωρατά του ανθρώπου που η δουλειά τους είναι να ελέγχουν, καταλαβαίνεις πολύ καλά ένα από τα πράγματα που πάνε πολύ στραβά στη χώρα. Στη χώρα που οι ελεγκτές είναι φιλαράκια με τον ελεγχόμενο και κολακεύουν τη ματαιοδοξία του γελώντας με τα αστεία του όχι με τον τρόπο που γελά κάποιος που δεν μπορεί να κρατηθεί, αλλά με τον τρόπο που γελά κάποιος που θέλει να εξασφαλίσει ότι το γέλιο του ακούστηκε από αυτόν που έκανε το αστείο.
Φίλες, φίλοι και οι υπόλοιποι, δυστυχώς για τους γεμάτους καλοσύνη συναδέλφους, η δουλειά των δημοσιογράφων δεν είναι η μεταφορά των απόψεων των πολιτικών ή των δελτίων Τύπου τους. Δεν είναι η παρουσίαση της δραστηριότητάς τους, ούτε η εξιστόρηση των κατορθωμάτων τους. Αυτή είναι δουλειά των δημοσιογράφων που εργάζονται σε κάποιο γραφείο Τύπου. Όλων των υπόλοιπων η δουλειά είναι ο έλεγχος. Και όταν γίνεσαι φίλος με αυτόν που η δουλειά σου είναι να ελέγξεις τότε δεν μπορείς να κάνεις τη δουλειά σου σωστά. Γιατί ο δημοσιογράφος είναι για την πολιτική περίπου ό,τι ο διαιτητής για το ποδόσφαιρο. Και υπάρχει συγκεκριμένη λέξη για τον διαιτητή που το βράδυ τα σπάει στα μπουζούκια με τον πρόεδρο της ομάδας που θα σφυρίξει την επομένη.
Επειδή δεν είμαι από άλλο πλανήτη, καταλαβαίνω καλά πως, πολύ συχνά, η καθημερινή συναναστροφή επηρεάζει τους ανθρώπους. Το ίδιο και η επαφή με την εξουσία. Το ίδιο κι αυτό που βολικά ονομάζεται γενικώς και αορίστως «διαπλοκή». Αλλά ξέρω και ότι άλλο είναι να αντιλαμβάνεσαι πως κάνεις κάτι λάθος και να το κρύβεις και άλλο να το διαφημίζεις. Άλλο είναι να μην είσαι εχθρός ή να συμπαθείς αυτόν που ελέγχεις και άλλο να μην τηρείς ούτε τα προσχήματα που επιβάλουν να κρύβεις το πόσο τον αγαπάς (μπορεί κάποιοι να θεωρούν τα προσχήματα φερετζέ, αλλά τα προσχήματα είναι η γραμμή που χωρίζει αυτό που θεωρείται κακό και άρα μπορεί να διορθωθεί με αυτό που έχει γίνει ανίατη ασθένεια γιατί όλοι το αποδέχονται).
Με λίγα λόγια, για να λειτουργήσει σωστά οτιδήποτε, ελεγχόμενος και ελεγκτής δεν μπορεί να είναι φίλοι. Κι αν γίνουν θα πρέπει να το κρύβουν ως μια ντροπιαστική εξαίρεση. Κι αυτός είναι κανόνας που ισχύει και για τους δημοσιογράφους, τους πολιτικούς και τη λειτουργία της Δημοκρατίας. Γι’ αυτό τα επιδοκιμαστικά χαχανητά που κάθε τόσο ακούγονταν από τους δημοσιογράφους (προφανώς όχι όλους, μη λέμε τα αυτονόητα) στη συνέντευξη του ηγέτη των Καμμένων Ελλήνων ήταν ανατριχιαστικά. Όχι επειδή φανέρωναν το πρόβλημα αξιοπιστίας ενός επαγγελματικού κλάδου. Αλλά επειδή αποκάλυπταν ένα σοβαρό πρόβλημα λειτουργίας της Δημοκρατίας. Και μπράβο τους.
Πηγή: