Δέκα πληγές ιάσιμες...


Ο φιλοσοφικός λόγος είναι σημαντικό να είναι σαφής. Σημαντικό επίσης είναι να είναι χρήσιμος, τεκμηριωμένος και άμεσα εφαρμόσιμος σε ζητήματα που απασχολούν σήμερα τον άνθρωπο. Ο φιλοσοφικός λόγος πρέπει να συνδέει τα σύγχρονα με τα διαχρονικά. 
 
Στο παρόν κείμενο επιχειρείται εντοπισμός περιθωρίων βελτίωσης στο θέμα της ιδεολογίας (πρόσληψης και ερμηνείας της πραγματικότητας), όπως διαπιστώνονται αρκετά συχνά, ώστε να αποτελούν πρόβλημα σε βαθμό κοινωνικών πληγών, αιτίες δυστυχίας στο κοινωνικό σύνολο. Αντιπροτείνονται κατευθύνσεις, οι οποίες ήδη επιδιώκονται από πολλούς και την τάση αυτή επιθυμούμε να ενισχύσουμε. Βασική θέση του άρθρου είναι πως τα προβλήματα μπορεί και να μην είναι ανεπίλυτα και η ελληνική πραγματικότητα μπορεί να βοηθηθεί στο θέμα της ιδεολογίας, το οποίο είναι σημαντικό, εφόσον η ιδεολογία κατευθύνει και το σύνολο της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ατομικά και κοινωνικά. Παραθέτουμε τις ακόλουθες δέκα θέσεις με συνοπτικό σχολιασμό. 1. Το χρήμα είναι μέσο και όχι αξία. Ψευδώς ενημέρωσαν τις αμέσως προηγούμενες γενιές, αλλά και παλαιότερες ότι ‘όλα γίνονται για το χρήμα’. Το χρήμα, όπως και πολλοί άλλοι πόροι, είναι σε όλες τις περιπτώσεις μέσο και όχι σκοπός. Σίγουρα δεν πρέπει να είναι κανείς αφελής ή να πιάνεται κορόιδο σε διάφορες δοξασίες που εμφανίζονται να είναι για ανιδιοτελείς σκοπούς, ενώ αφανώς δρουν αποσκοπώντας στο οικονομικό όφελος. Και ας μην θεωρηθεί ότι υποτιμούμε τη σπουδαιότητα των πόρων επιβίωσης των ανθρώπων, ειδικά τη σημερινή εποχή και σ’ αυτή τη χώρα. Ωστόσο, είναι ψεύδος ότι ανώτατη και μοναδική ερμηνεία των πραγμάτων είναι το οικονομικό όφελος. Το χρήμα είναι ευφυέστατη ανθρώπινη επινόηση—διαφορετικά θα έπρεπε να κυκλοφορούμε με ζωντανά κοτόπουλα και τσίπουρα υπό μάλης για τις διάφορες συναλλαγές μας—ωστόσο δεν είναι περιγραφικά ο απώτερος στόχος όλων των πραγμάτων. Αν παρατηρήσει κανείς με διαύγεια τα κοινωνικά φαινόμενα, πολύ εύκολα το διαπιστώνει. Η πεποίθηση ότι ‘όλα γίνονται για το χρήμα’ υπάγεται στο άκυρο επιχείρημα του ενός αιτίου, διαφθείρει και παραπλανά πρωτίστως τους νέους, γιατί διαμορφώνει παράπλευρα σύστημα αξιών με κέντρο την κερδοσκοπία σε βαθμό που υπερβαίνει τις ανάγκες του βιοπορισμού, ενώ παράλληλα παραβλέπει την ποιότητα και εντιμότητα των μέσων με τα οποία η κερδοσκοπία επιδιώκεται.
2. Μόνο μέσω της εντιμότητας υπάρχει ατομική και συλλογική πρόοδος. Οι πεποιθήσεις ότι ‘δεν πας μπροστά με τον σταυρό στο χέρι’ δεν στηρίζονται λογικά και φιλοσοφικά, με βάση τουλάχιστον τις προσεγγίσεις των αρχαίων, αλλά και των ανατολικών φιλοσοφιών. Μόνο με έντιμες και λογικές πρακτικές υπάρχει ουσιαστικό αποτέλεσμα, βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Αποδομείται έτσι το συχνά συναντώμενο πρότυπο του ‘περήφανου απατεώνα.’ Τα ανθρώπινα σύνολά, ακόμη και πρώιμων πολιτισμών, έχουν συλλογική ευφυΐα. Οι άλλοι άνθρωποι δεν είναι ανόητοι. Ξέρουν, διαισθάνονται τι τα ευνοεί, τι είναι προς όφελός τους. Δεν μπορεί να υπάρξει μακροπρόθεσμη συνεργασία με όρους ανεντιμότητας ή όρους κοροϊδίας. Η λαϊκή θυμοσοφία μας κατευθύνει και σ’ αυτή την περίπτωση: ‘τον άλλον να μην τον περνάς για βλάκα, γιατί αν ο άλλος δεν είναι βλάκας, ο βλάκας είσαι εσύ.’ Είναι κατανοητό, όπως και για την προηγούμενη πληγή, ότι άνθρωποι και ομάδες σε συνθήκες ένδειας/φτώχειας, είτε σύγχρονης, είτε πρόσφατης στο παρελθόν, έχουν μια ‘γονιδιακή πείνα’ που παραβλέπει τη λογική και τους φυσικούς κανόνες παραγωγικής συμπεριφοράς. Εδώ χρειάζεται, από όσους δύνανται, μεγάλος βαθμός επιείκειας, να μην θυμώνει δηλαδή κανείς με ‘φύσεις πονηρές’, αλλά και να μην επιτρέπει την εξαπάτηση. Όταν επιτρέπει κανείς εν γνώση του/της την εξαπάτηση δίνει την πληροφορία και ‘εκπαιδεύει’ όσους εξαπατούν ότι η συμπεριφορά αυτή είναι επιτρεπτή/ανεκτή/ατιμώρητη. Οι τυχόν κοντόφθαλμοι ή παραβατικοί συμπολίτες μας είναι σημαντικό να περιοριστούν όσον αφορά αυτές τις συμπεριφορές για προσωπική τους προστασία. Και ανεξάρτητα από το ποια θέση κατέχουν στο κοινωνικό σύνολο. Η εντιμότητα είναι δύναμη και όχι αδυναμία. Φυσικά κανείς ας μην εξαιρεί εδώ τον εαυτό του/της, εφόσον η ανεντιμότητα είναι νόσημα, χρειάζεται συλλογική εγρήγορση και κανείς δεν είναι στο απυρόβλητο.
3. Η μερίδα του γείτονα δεν είναι καλύτερη από τη δική μας. Συνδεδεμένη με την αίσθηση ένδειας, αλλά και την ίδια την ένδεια που αναφέρθηκε στην προηγούμενη πληγή, είναι η αίσθηση του ‘αδικημένου’. Η αίσθηση αυτή μπορεί κατά περίπτωση να είναι δικαιολογημένη στον ένα ή στον άλλο βαθμό. Είναι όμως και κοινωνικά καλλιεργημένη και προωθούμενη από κυρίαρχες ιδεολογίες, που ενισχύουν ποικιλοτρόπως, άθελα, τη δυστυχία των πολιτών. Η ζωή του κάθε ανθρώπου είναι δώρο. Η εντύπωση ότι ‘είναι κάποιοι άλλοι που περνούν καλύτερα από μας σε βάρος μας’ είναι αυθαίρετη, τουλάχιστον όταν δεν πρόκειται για συγκεκριμένες περιπτώσεις και τεκμηριωμένα. Το μάτι που είναι προσανατολισμένο ‘στη μερίδα του γείτονα’ παραβλέπει τα οφέλη και αγαθά της δικής του μοίρας. Η ύπαρξη ευγνωμοσύνης για τα παρόντα, στην περίπτωση του μέσου ανθρώπου, είναι προϋπόθεση ευτυχίας, αλλά και προόδου, όταν αναγνωρίζει κανείς ότι υπάρχει επάρκεια αγαθότητας στον κόσμο για να χτίσει και να δημιουργήσει περαιτέρω. Η ευδαιμονία είναι ενέργεια.
4. Η γυναίκα δεν είναι αντρικό αξεσουάρ. Όταν μιλάμε για τον μισό πληθυσμό των ανθρώπινων κοινωνιών παγκοσμίως, αλλά και του εγχώριου κοινωνικού συνόλου, καταλαβαίνουμε πως ό,τι αφορά τον μισό πληθυσμό της χώρας έχει βαρύνουσα σημασία για όλο τον πληθυσμό. Παρά το ότι η θέση και τα δικαιώματα των γυναικών στην Ελλάδα είναι πολύ καλύτερα από κάθε άλλη ιστορική στιγμή και καλύτερα από πολλές άλλες χώρες (π.χ. χώρες της Μέσης Ανατολής), η Ελλάδα παραμένει ουσιαστικά μια φεμινιστική δυστοπία με υποτίμηση, συρρίκνωση, κακοποίηση και ενοχοποίηση του γυναικείου κοινωνικοπολιτικού ρόλου. Με κριτήριο όχι τι είναι ηθικό, δίκαιο, ανθρωπιστικό ή φιλελεύθερο, αλλά με κριτήριο το τι είναι αληθές, ας προβληματιστούμε: πιστεύουμε στ’ αλήθεια ότι οι γυναίκες είναι με όποιον τρόπο κατώτερες; Αυτό το στηρίζουμε πώς; Αλλά και γιατί γκρινιάζουν οι γυναίκες; Ας αναρωτηθούμε. Ένα κενό εκπαίδευσης, όπως και πολλά άλλα κενά εκπαίδευσης, παραλείπει να ενημερώσει και τον γυναικείο πληθυσμό ότι μοναδική υποχρέωση των γυναικών, όπως και όλων των ανθρώπων, είναι η επιδίωξη της προσωπικής τους ευδαιμονίας. Υπάρχουν ειδικότεροι χώροι και ειδικότερες επιστήμες γι αυτά τα θέματα, οπότε δεν θα επεκταθούμε περαιτέρω εδώ.
5. Δεν ευθύνεται αξιωματικά ο δυστυχής για τη δυστυχία του. Είναι ιδιαίτερα δελεαστικό ή μάλλον σύνηθες σε συνθήκες καταφανούς αδικίας, βίας ή οποιασδήποτε άλλης ανεπιθύμητης κοινωνικής κατάστασης να ενοχοποιείται το θύμα. Το θύμα-ψηφοφόρος (‘εμείς φταίμε που τους ψηφίσαμε’), το θύμα κλοπής (‘δεν είχες καλό σύστημα ασφαλείας’), το θύμα βιασμού (‘εσύ φταις που προκάλεσες με κάποιον τρόπο’), ο ασθενής από οποιαδήποτε ασθένεια (‘δεν ντύθηκες ζεστά, δεν προσέχεις τον εαυτό σου’), το θύμα-πυρόπληκτος (‘έχτισες αυθαίρετο στη χώρα που δεν σε ελέγχει’). Βολικά το θύμα ενοχοποιείται γιατί είναι με όποιον τρόπο σε κάθε περίπτωση αδύναμο. Γιατί αν δεν ήταν αδύναμο δεν θα ήταν και θύμα. Για να μην μιλήσουμε όμως άλλο για θύματα και θύτες, μια και είναι πολλά και εδώ τα θεωρητικά και πρακτικά ζητήματα, ας προτιμήσουμε τους όρους ισχυρός και ασθενής ή μάλλον δυστυχής και λιγότερο δυστυχής. Εάν ο δυστυχής ευθύνεται για τη δυστυχία του οπότε—βολικό—καλά να πάθει. Δεν χρειάζεται το κοινωνικό σύνολο να κάνει τίποτε γι αυτό. Απόλυτη οικονομία ενέργειας. Βέβαια αυτό που σήμερα συνέβη στον άλλο, αύριο μπορεί να συμβεί σε μας τους ίδιους και να δούμε ότι η ενοχοποίηση του δυστυχούς είναι άδικη και αδιέξοδη προοπτική. Η κοινωνία και οι κοινωνικοί μηχανισμοί πρέπει να προβλέπουν, αλλά και να μεριμνούν για τη φροντίδα και προστασία κατά το δυνατόν όλων. Αλλά και όταν αυτό δεν είναι εφικτό, πρέπει να απέχουμε από ενοχοποίηση όσων κακοπαθούν. Είναι οικονομικό νοητικό σχήμα, δεν είναι όμως πραγματικό, τουλάχιστον όχι αξιωματικά, δηλαδή όχι σε όλες τις περιπτώσεις.
6. Κάθε γνώμη χρειάζεται τεκμηρίωση. Η ελευθερία λόγου είναι πρόσφατη κατάκτηση στις δυτικές κοινωνίες. Σε πολλές περιπτώσεις διστακτικά ακόμη και σήμερα εκφράζει κανείς γνώμη, εξετάζοντας να μη δυσαρεστήσει εργοδότες, ισχυρούς στον ένα ή τον άλλο χώρο, να μη στεναχωρέσει οικείους κ.ά. Είναι σημαντικό να λέει κανείς τη γνώμη του/της χωρίς κίνδυνο θανάτου, βασανιστηρίων, φυλάκισης, κοινωνικού αποκλεισμού, εξορίας, απόλυσης και κάθε είδους ποινών. Ωστόσο σημαντικό είναι και η γνώμη που κανείς εκφέρει να είναι χρήσιμη, ορθή, τεκμηριωμένη. Είναι καλό να λέμε τη γνώμη μας. Καλύτερο είναι η γνώμη μας είναι και αληθής, κοντά στην πραγματικότητα. Το να λέει κανείς ‘εγώ πιστεύω ότι…’ συνήθως—από την εμπειρία μας—σημαίνει: ‘είμαι αμετακίνητα πεπεισμένος/-η για το Α ή το Β, το οποίο ούτε μπορώ, ούτε θέλω να στηρίξω με επιχειρήματα ή δεδομένα και θέλω να δαπανήσεις τον χρόνο σου για να ακούσεις με προσοχή την αυθαίρετη και νοητικά πορωμένη προσέγγιση μου.’ Αυτή η προσέγγιση υποδεικνύει έλλειψη φιλομάθειας και επιφύλαξης, καθώς και έλλειψη νοητικής εξελιξιμότητας, τουλάχιστον μέσω της πεπατημένης, που είναι η μετριοπαθής εξέταση της πραγματικότητας μέσα από δεδομένα και επιχειρήματα.
7. Η δεισιδαιμονία δεν είναι θρησκευτικότητα. Η δεισιδαιμονία, ως αυθαίρετη σύνδεση αιτίου και αιτιατού κατά κανόνα υπό το κράτος του φόβου, είναι μια έκφανση, όχι υγιής, της θρησκευτικότητας σε διάφορους πολιτισμούς. Δεν ταυτίζεται όμως με τη θρησκευτικότητα, η οποία προϋποθέτει μεγαλύτερο βάθος, καλλιέργεια και εσωτερική συναίνεση σε σύνολο πρακτικών, που ουσιαστικά σχετίζονται με τον έλεγχο του επιθυμητικού μέρους του ανθρώπου και προάγουν έτσι την ομαλή κοινωνική συμβίωση στις παραδοσιακές κοινωνίες, αλλά και την επίτευξη της υγείας και ευτυχίας του ανθρώπου, της απάθειας και αταραξίας. Η φιλοσοφία, στον βαθμό που έργο της είναι να εξετάσει και να διαχειριστεί την παρούσα ιδεολογική κατάσταση, δεν μπορεί να στραφεί εμπαθώς και να υψώσει επικριτικό λόγο προς οποιονδήποτε χώρο θρησκευτικό, πολιτικό ή άλλο, για οποιονδήποτε ιστορικό λόγο, ιδιαίτερα εφόσον θρησκευτικοί και παρεμφερείς χώροι επιτυγχάνουν, πολυτεκνία, χαρά, ηθική και γενικότερα έλεγχο του επιθυμητικού σήμερα, έστω και αν είναι από διαφορετική ή αμφισβητούμενη οντολογική αφετηρία. Πλήθος θρησκευτικών και άλλων χώρων σήμερα εφαρμόζουν ουσιαστικά την πυθαγόρεια ηθική, έστω από διαφορετική οντολογική αφετηρία και κατά κανόνα εν αγνοία τους. Ούτε οι φιλόσοφοι έχουν ενιαία ή αποδείξιμη οντολογία και παρά τα συναφή ιστορικά ζητήματα και τις μεσαιωνικές φρικαλεότητες, οι φιλόσοφοι πουθενά δεν καταλογίζουν κληροδοτούμενη ενοχή σε ανθρώπους ή χώρους. Η φιλοσοφία και η θρησκεία άρα δεν είναι χώροι ασυμφιλίωτοι σήμερα, χωρίς ο ένας χώρος να προϋποθέτει ή να αποκλείει τον άλλο. Η δεισιδαιμονία ωστόσο ανήκει στα πάθη των Στωικών.
8. Δεν μας κυβερνούν πρόσωπα, αλλά νοοτροπίες. Θυμό μπορεί να προκαλεί η διαχείριση των εκπροσώπων του λαού, όσον αφορά την εσωτερική και εξωτερική πολιτική. Ωστόσο είναι σημαντικό να μη λησμονεί κανείς ότι κυβερνούν νοοτροπίες και όχι πρόσωπα. Αυταρχικότητα, διαφθορά, οικογενειοκρατία, μοιρολατρία και παραπλήσια. Όλα αυτά είναι νοοτροπίες και αντανακλούν μη υγιείς πεποιθήσεις όσον αφορά το καλό και το κακό. Φυσικά τα πρόσωπα αλλάζουν ευκολότερα από τις νοοτροπίες και τις πεποιθήσεις. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να αλλάζουν και οι νοοτροπίες και οι πεποιθήσεις. Εδώ χρειάζεται η αρωγή ειδικότερων χώρων, για τη βελτίωση και εξυγίανση των νοοτροπιών όσον αφορά την πολιτική διακυβέρνηση. Δεν είναι άλλωστε καθόλου αναπάντεχη η κακοδιαχείριση των δημόσιων και εθνικών θεμάτων από ανθρώπους που δεν έχουν λάβει ειδική εκπαίδευση όσον αφορά την πολιτική τέχνη, που είναι η πρώτη των επιστημών. Είναι χρήσιμο και δικαιότερο να επιφυλασσόμαστε από υπερβολική κριτική ή αλλά και υπερβολικό έπαινο προς πρόσωπα και να εστιάζουμε στις νοοτροπίες και τις πεποιθήσεις: πως και από ποιους μπορούν οι νοοτροπίες να βελτιωθούν.
9. Ο άνθρωπος είναι ένα θαυμάσιο είδος. Οι μηδενιστικές προσεγγίσεις, από τις οποίες βρίθουν κυρίαρχες κοινωνικοπολιτικές ιδεολογίες από όλους τους πολιτικοϊδεολογικούς χώρους, εργάζονται την ανθρωποαποδόμηση, με πεσιμιστικές και αυτοαναιρετικές προσεγγίσεις όσον αφορά το ανθρώπινο είδος. Το πλήθος των πληροφοριών που λαμβάνει ο μέσος άνθρωπος για κακές ειδήσεις ανά την οικουμένη (πολέμους, μαζικές δολοφονίες, εκβιασμούς, διακίνηση ανθρώπων, διακίνηση ανθρώπινων οργάνων, εμπορία εξαρτησιογόνων ουσιών κτλ.) ερμηνεύει ως ένα βαθμό την κοινωνική αυτή κατήφεια, δυσαρέσκεια και δυσφορία όσον αφορά το ανθρώπινο είδος. Μια άλλη παράμετρος είναι ότι έχουν αυξηθεί οι προσδοκίες μας από τον άνθρωπο, θέλουμε συνέπεια, ηθική, όχι βία, ισότητα, ίσες ευκαιρίες, διεθνή δικαιοσύνη και παραπλήσια. Είναι σημαντικό μέσα σε όλα αυτά να μην λησμονείται ότι ο άνθρωπος είναι μέρος της φύσης, μέρος του σύμπαντος κόσμου, και ότι η φύση και ο κόσμος, για όποιον λόγο είναι θαυμάσια. Είναι θαυμάσια για τη λογική και συστηματικότητα τους, για τους κανόνες που η επιστήμη ανακαλύπτει, ακόμη και για τη χαοτική πολυπλοκότητα σε πρώτη ή και σε δεύτερη θεώρηση. Είναι θαυμάσια ακόμη και για την ίδια αυτή τη δυσαρέσκεια του ανθρώπου όσον αφορά το είδος του, που σηματοδοτεί, προσανατολίζει προς και απαιτεί ακόμη περισσότερη πρόοδο, κοινωνική δικαιοσύνη και εκπολιτισμό. Ο άνθρωπος είναι ένα θαυμάσιο είδος, όπως και κάθε έμβιο ον σε αυτόν τον κόσμο, για την βιολογία, την αυτοΐαση και για όλα τα τεχνολογικά επιτεύγματα των τελευταίων 100.000 χρόνων, τα οποία όποιος δεν εκτιμά, μπορεί απλά να πάψει να τα χρησιμοποιεί. Αν τα χρησιμοποιεί, οφείλει να συνεχίσει την ανοδική πορεία του πολιτισμού, ειδικά αν πρώτα εξετάσει και συνειδητοποιήσει την απαρέγκλιτα ανοδική πορεία του ανθρώπινου πολιτισμού.
10. Η αλήθεια είναι αγαθό. Η ‘πικρή αλήθεια’ και το ‘πραγματικό πρόσωπο’ των ανθρώπων υποκρύπτουν την πεποίθηση στην εγχώρια γλωσσική κοινότητα ότι η αλήθεια και η πραγματικότητα είναι κάτι κακό. Ωστόσο η πεποίθηση για την αγαθότητα της αλήθειας διατρέχει επτά αιώνες αρχαιοελληνικού στοχασμού και κινητοποιεί όλη την αρχαιοελληνική σκέψη, αλλά και τη σημερινή επιστήμη σε όλους τους χώρους, καθώς και τη δικαιοσύνη. Φαίνεται να είναι παθολογική η πεποίθηση ότι η αλήθεια είναι κακή και αυτό επισημαίνεται εδώ διαγνωστικά και όχι επικριτικά. Η ερμηνεία αυτής της παθολογίας είναι έργο ειδικότερων χώρων, ίσως να είναι αποτέλεσμα συλλογικής απογοήτευσης ή τραυματικών εμπειριών. Το βέβαιο είναι ότι η πεποίθηση αυτή ενισχύει τη χρήση παραισθησιογόνων ουσιών και ιδιαίτερα σε νεαρές ηλικίες. Άρα σε κάθε περίπτωση ξέρουμε ποιοι ωφελούνται άμεσα από τη λανθασμένη πεποίθηση ότι η αλήθεια είναι κάτι κακό και η οποία πεποίθηση, εκτός από την Ελλάδα, φαίνεται να διατρέχει όλες τις δυτικές κοινωνίες. Ιδεολογίες του μηδενισμού επιμολύνουν τη σκέψη των νέων με πλέγμα πεσιμιστικών πεποιθήσεων, που συνοδεύεται προαιρετικά από χρήση ουσιών. Παγιδεύεται έτσι η ενέργεια των νέων και αποδυναμώνεται η κοινωνική δυναμική, η οποία σε όλες τις εποχές φαίνεται να βασίζεται στη δημιουργική δράση των νεότερων μελών του κοινωνικού συνόλου. Η αλήθεια είναι αγαθό σε όλους τους ανθρώπινους πολιτισμούς και αυτή είναι μια κατεύθυνση δυναμική, υπάρχουν ακόμη πράγματα να κατανοήσουμε. Η αλήθεια είναι έννοια δυναμική. Δεν τη βρήκαμε ακόμη. Είναι προσέγγιση του οπαδού και όχι του φιλοσόφου να θεωρεί ότι διάφορες μορφές και χώροι προσφέρουν την απόλυτη και αξεπέραστη αλήθεια. Δεν είναι δείγμα ταπείνωσης, αλλά νοητικής νωθρότητας το να μην επιδιώκει κανείς να κατανοήσει περαιτέρω την πραγματικότητα και να παρέμβει ευεργετικά, έστω σε κάποιους τομείς, κάθε φορά που είναι αυτό εφικτό.
Οι παραπάνω θέσεις διατυπώνονται ως ακριβώς αντίθετες με τις κοινωνικές πεποιθήσεις που διαπιστώνονται στα εγχώρια κοινωνικά σύνολα, αλλά και ευρύτερα στις δυτικές κοινωνίες και οι οποίες πεποιθήσεις εκτιμούμε ότι συνιστούν κοινωνικές πληγές, ιάσιμες με την εξέταση και διαμεσολάβηση της λογικής. Για ανίατες πληγές δεν θα μιλήσουμε, καθώς ό,τι είναι ανίατο σήμερα μπορεί να είναι ιάσιμο αύριο και ο φιλοσοφικός λόγος ποτέ δεν κλείνει προφητικά την πόρτα της προόδου.
Κείμενο:Κατερίνα Χατζοπούλου


Πηγή: