Όπως σε όλα τα ζητήματα τα οποία αφορούν σε στιγμές του κοινωνικού βίου στην Ελλάδα, η υπερτίμηση ή η υποτίμηση του ρόλου που παίζουν οι διανοούμενοι αποτελεί δεσπόζον γεγονός στο δημόσιο διάλογο ειδικά την εποχή της βαθιάς κρίσης που διέρχεται η χώρα. Κατά την άποψή μου πρέπει να απαλλαγούμε τόσο από την υπερτίμηση όσο και από την υποτίμηση του ρόλου τους.
Ο διανοούμενος, αποφασίζοντας να εκφραστεί σχετικά με την κοινωνία, την ιστορία, το ον, τον κόσμο κ.τ.λ. εισέρχεται στο χώρο των κοινωνικών-ιστορικών δυνάμεων ως πολίτης και λόγω της «ειδικότητας» του εξασκεί επίδραση στην κοινωνία. Υπ’ αυτή την έννοια, η συνεχής καταγγελία της «εξουσίας των διανοουμένων» αποτελεί σίγουρα υπερβολή. Τούτο διότι, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, η επίδρασή τους είναι τις περισσότερες φορές απειροελάχιστη. Σε κάθε ιστορική εποχή, ενώ στην αρχή παρατηρείται αμφισβήτηση των κατεστημένων συλλογικών παραστάσεων, στη συνέχεια και αρκετά γρήγορα επέρχεται ο εκφυλισμός.
Με το πέρασμα των χρόνων το βασικό όπλο τους, η κριτική στάση, δηλαδή η αναίρεση των προφανών και η καταγγελία όσων μοιάζουν αυτονόητα, εγκαταλείπεται. Προδίδουν τον κριτικό ρόλο τους και μεταμορφώνονται σε εκλογικευτές του υπάρχοντος και σε απολογητές της καθεστηκυίας τάξης. Πρόκειται για διαχρονικό φαινόμενο. Εν τούτοις, πάντοτε η κρίση της κριτικής αποτελεί εκδήλωση της γενικής και βαθιάς κρίσης της κοινωνίας. Βασικό χαρακτηριστικό αυτής της εκδήλωσης αποτελεί η ενσωμάτωση του διανοουμένου στο σύστημα και η παρατηρούμενη γενικευμένη ψευδοσυναίνεση με τις έντονα συγκλίνουσες απόψεις.
Στα τελευταία έτη της σύγχρονης εποχής το επάγγελμα του διανοουμένου είναι σαφώς περισσότερο ενσωματωμένο από τα πρώτα έτη. Υπάρχει, όμως, μια χαρακτηριστική ιδιαιτερότητα που διέπει τη σημερινή περίοδο: οι κριτικές φωνές που δεν ευθυγραμμίζονται, που διαφωνούν, δεν πνίγονται από την λογοκρισία. Οι εκδοτικοί οίκοι δεν αρνούνται να εκδώσουν τα συγγράμματά τους. Αντιθέτως, πνίγονται από την γενική «ελευθερία» της εμπορευματοποίησης των πάντων εντός του άπειρου χώρου, τον οποίο επιβάλλει η σύγχρονη μαζικοδημοκρατική κοινωνία.
Πρόκειται για έναν χώρο υποδοχέα, εν είδει νευτώνειου κοσμολογικού κουβά. Μέσα του μπορεί να αποτεθεί οτιδήποτε, συνδυασμένο με οτιδήποτε και σε κάθε στιγμή, χωρίς χρονική διάκριση του πριν και του μετά, στην ουσία χωρίς ιστορικό χρόνο. Η εμπορευματοποίηση συνίσταται στο εξής: στον κουβά αυτόν τίποτε δεν προσδιορίζεται από την αξία χρήσης του, δεδομένου ότι έχει επισκιασθεί από την ανταλλακτική αξία. Το χρήμα ως γενικό ισοδύναμο έχει εξαπλωθεί και κυριαρχήσει, επιβάλλοντας την ισχύ του ακόμη και στα ανθρώπινα όντα, τα οποία, ειρήσθω εν παρόδω, δύναται να συνδυαστούν με οποιοδήποτε άλλο ον.
Κοσμολογικός «κουβάς»
Οι κριτικές φωνές και οι ανατρεπτικές ιδέες συμφύρονται με το συρφετό όλων όσων παράγονται και διαδίδονται. Οι διάφορες λέξεις, οι οποίες σηματοδοτούσαν κριτικές τοποθετήσεις, όπως π.χ. η λέξη επανάσταση ή φιλοσοφία -σημειώνει ο Καστοριάδης- έχουν υποστεί τη διαδικασία της «επανοικειοποίησης. Έχουν γίνει, δηλαδή, διαφημιστικά σλόγκαν: επαναστατικά βιβλία μαγειρικής, επαναστατικές κρέμες για το σώμα, η φιλοσοφία της επιχείρησης τάδε, και με τον τρόπο αυτό εισέρχονται στο κουβά που αναφέραμε παραπάνω.Η σημερινή μαζικοδημοκρατική κοινωνία έχει την απίστευτη ικανότητα να εντάσσει στον υπάρχοντα κοινωνικό χυλό οποιαδήποτε γνήσια κριτική φωνή. Με τον τρόπο αυτό την εξουδετερώνει, καθιστώντας την ένα φαινόμενο ανάμεσα στα τόσα άλλα. Το υποκείμενο της μετανεωτερικής εποχής, ατομοκεντρικό αλλά και απόλυτα κατακερματισμένο, διατηρεί το προνόμιο να συνδυάζει τα πάντα με τα πάντα. Ύστερα από πρόχειρους και μεταβλητούς -εργαλειακώς ορθολογικούς- υπολογισμούς κόστους, όμως δεν επιτρέπεται να είναι ένα όλον.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι υπάρχει μια εγγενής λειτουργία του συστήματος, η οποία δρα αενάως και συστηματικά. Μια λειτουργία, η οποία οφείλεται σε ένα τεράστιο κοινωνικό-ιστορικό ρεύμα με σαφή πορεία. Συνεπώς, θα πρέπει να εγκαταλειφθεί -ή τουλάχιστον να περιορισθεί σημαντικά- η ιδέα ότι όλο αυτό το δημιουργηθέν (ούμενο) πλέγμα είναι το αποτέλεσμα μιας ομάδας κεφαλαιοκρατών, ή μιας συντεχνίας διαμορφωτών της κοινής γνώμης. Πρόκειται για κάτι πολύ μεγαλύτερο και βαθύτερο.
Συνεπώς, ο ανθρωπολογικός τύπος του διανοούμενου της σημερινής εποχής αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό της. Δεν μπορεί να εξαφανισθεί με αγιαστούρες και επικλήσεις οραματικών προθέσεων, όπως βλέπουμε σήμερα να συμβαίνει σε μεγάλο αριθμό «κριτικών» διανοουμένων. Υπάρχει, όμως, ένα ερώτημα, το οποίο αναδύεται σήμερα περισσότερο έντονα λόγω της ιδιαιτερότητας της ελληνικής κατάστασης. Αυτό αφορά στο αν η σημερινή κρίση θα αποτελέσει ή όχι ένα σημείο αναστοχασμού των ίδιων των διανοουμένων για μια έστω «πραγματιστική» προσαρμογή στη νέα κατάσταση. Ο χρόνος θα δείξει.
Κώστας Μελάς
Πηγή: