Εκεί που αποτυγχάνει ο καπιταλισμός φυτρώνουν οι εναλλακτικές...

Valerie Vande Panne: Η ανεπίσημη οικονομία του Ντιτρόιτ, εκεί που αποτυγχάνει ο καπιταλισμός φυτρώνουν οι εναλλακτικές


Ίσως να έχετε ακούσει για την αναγέννηση του Ντιτρόιτ. Πρόκειται για ένα δημοφιλές αφήγημα των μέσων αυτές τις ημέρες, μια ιστορία επένδυσης και αναζωογόνησης. Νέοι άνθρωποι βλέπουν την πόλη με μια δόση ρομαντισμού, ως ένα άδειο καμβά – τα ακίνητα είναι φτηνά, αγοράζουν και η πόλη επανέρχεται.
Το πρόβλημα είναι πως αυτή η επαναφορά είναι μύθος. Ο δείκτης φτώχιας είναι σχεδόν στο 40 τις εκατό και παρά την εισροή νέων λευκών που προσελκύονται από την Αναγέννηση του Ντιτρόιτ, ο πληθυσμός συνεχίζει να μειώνεται, από το μέγιστο του 1,8 εκατομμυρίων το 1950 στις 670000 σήμερα. Περίπου 700000 σπίτια βρέθηκαν χωρίς νερό λόγο απλήρωτων λογαριασμών από το 2014, και περίπου 17000 κατοικημένα σπίτια βρίσκονται μπροστά στο κίνδυνο κατάσχεσης για φέτος.
Η αναγέννηση της πόλης, όπως αποκαλείται, αφορά μικρό τμήμα από το σύνολο των 139 τετραγωνικών μιλίων που είναι η έκτασή της, αφήνοντας πολλούς από τους κατοίκους της – οι οποίοι είναι περισσότεροι από 80 τις εκατό Αφροαμερικανοί – πίσω.
Μετά από δεκαετίες φτώχιας όμως οι κάτοικοι του Ντιτρόιτ έμαθαν να επιβιώνουν δίχως πρόσβαση σε παραδοσιακές μορφές χρήματος ή πίστωσης. Υπάρχει μια ανθεκτική ανεπίσημη οικονομία που έχει ριζώσει στις γειτονιές και στις κοινότητες: Ανταλλαγές, δώρα, προσφορά χρόνου προσωπικής εργασίας και ανεπίσημες επιχειρήσεις βρίσκονται παντού.
Δείτε το ζωντανό δίκτυο μη καταγεγραμμένων επιχειρήσεων όπως κομμωτήρια σε υπόγεια σπιτιών, συνεργεία αυτοκινήτων σε πίσω αυλές και πάρκινγκ και, όπως στη περίπτωση του Luis Bustos, εστιατόρια μέσα στα σπίτια.
Ο Bustos το 2016 έπεσε από μια σκάλα και καθηλώθηκε για τρεις μήνες σε αναπηρικό καροτσάκι. Έχοντας δόσεις στεγαστικού δανείου και ασφάλεια αυτοκινήτου/μήνα ύψους 270$ (το τέλος ασφάλισης αυτοκινήτων στο Detroit είναι το υψηλότερο στη χώρα), χρειάζονταν χρήματα – μετά το ατύχημα δεν ήθελε να επιστρέψει στη παλιά του απασχόληση φτιάχνοντας στέγες. Άρχισε έτσι να πουλάει tortas (μεξικάνικα σάντουιτς) όπως τα έφτιαχνε η μητέρα του με φρέσκο ψωμί, σάλτσα, milanesa, chorizo και κοτόπουλο.
Τώρα έχει ένα εστιατόριο στη κουζίνα του, κάνοντας παραδόσεις στη γειτονιά ή σερβίροντας το στο σαλόνι του. Αν και θέλει να πάρει νόμιμη άδεια μόλις μπορέσει να την πληρώσει, κρύβει το γεγονός πως δεν έχει ήδη. «Δεν είχα τα χρήματα για την άδεια, ούτε είχα το χρόνο να περιμένω μήνες για την άδεια» λέει. «Κανένας δε μου έδινε δουλειά έτσι έπρεπε να δημιουργήσω μια δουλειά μόνος μου. Θα έχανα το σπίτι μου».
Αν και διαφημίζει την επιχείρηση του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχει γίνει γνωστός και από στόμα σε στόμα, πράγμα που έχει σημασία σε μια περιοχή όπου η πρόσβαση στο διαδίκτυο και τα smartphone είναι σχετικά σπάνια. Μπορεί και βγάζει λίγα χρήματα, όμως συνειδητοποιεί την αξία του να βοηθάει τους άλλους. «Μερικοί άνθρωποι μπορεί να μην έχουν χρήματα, έτσι τους λέω να έρθουν. Υπάρχει φαγητό εδώ».
Σε μεγάλο μέρος της πόλης, υπάρχει κατανόηση πως χωρίς δουλειές, μέλη της κοινότητάς μας υποφέρουν και αυτοί. Είναι απαραίτητο να δημιουργήσουμε ένα «νόμισμα της κοινότητας».
Παραδοσιακά, οι οικονομολόγοι αντιμετωπίζουν την ανταλλακτική οικονομία σαν ένα πρωτόγονο πρόδρομο της σύγχρονης οικονομίας με χρήματα. Ο ανθρωπολόγος David Graeber στο βιβλίο του «Χρέος: Τα πρώτα 5000 χρόνια»1 αναλύει πως στην πραγματικότητα ισχύει το αντίθετο: Η ανταλλακτική οικονομία ξεπηδά όταν τα χρήματα και οι οικονομίες αποτυγχάνουν.
Η οικονομία του Ντιτρόιτ απέτυχε. Θεαματικά. Έτσι δεν είναι έκπληξη που ανταλλαγές, δώρα, εργασία και ανεπίσημες επιχειρήσεις έχουν γίνει το ίδιο ουσιώδη όσο τα μετρητά και η πίστωση σε άλλα μέρη.
Χωρίς επίσημη καταγραφή ή τρόπους να ελεγχθούν οι ιδιωτικές συναλλαγές είναι δύσκολο να βρούμε την έκταση αυτής της οικονομίας της επιβίωσης, όλα όμως μαρτυρούν πως επεκτείνεται.
Το είδος της συναλλαγής διαφέρει με βάση τη σχέση [των ατόμων μεταξύ τους]. Η ανταλλαγή γενικά χρησιμοποιείται όταν οι άνθρωποι δε γνωρίζονται καλά μεταξύ τους, σύμφωνα με μια τηλεφωνική συνέντευξη του Graeber. Όμως «οι άνθρωποι που έχουν μακροχρόνιες σχέσεις μεταξύ τους μοιράζονται [πράγματα’ ανάλογα με την δυνατότητα και την ανάγκη» – αντίθετα με τις ανταλλαγές τα δώρα αυτά δεν είναι ένα προς ένα. «Είναι πολύ κοντά στο κομμουνισμό» και ο Graeber συνεχίζει «Γνωρίζεις πως στο τέλος θα εξισωθούν. Μπορείς να το κάνεις αυτό με ανθρώπους που γνωρίζεις πως θα είναι πάντα εκεί».
Ως ένα βαθμό, οι οικονομίες δωρεών υπάρχουν σε κάθε σφιχτοδεμένο σύνολο ανθρώπων. «Έτσι ορίζονται αυτές οι μικρές κοινότητες – από αυτά που μοιράζονται» γράφει ο Graeber. «Σε συνθήκες που τα χρήματα είναι σε έλλειψη, αυτό μετουσιώνεται σε κάτι που είναι πολύ σημαντικότερο».
Η υλική έκφραση της ιδέας αυτής είναι μια μικρή βιτρίνα «Detroiters Helping Each Other»2, στο νοτιοδυτικό Ντιτρόιτ. Ο χώρος μοιάζει με κατάστημα της Goodwill3, μόνο που λόγω έλλειψης πόρων για το ηλεκτρικό – το μόνο φως στο χώρο μπαίνει από την ανοιχτή μπροστινή πόρτα.
Συσκευές, έπιπλα, μαχαιροπήρουνα, ρούχα – λίγα από όλα μοιάζουν να βρίσκονται εδώ, διαθέσιμα χωρίς αντίτιμο για αυτούς που τα έχουν ανάγκη. Οι άνθρωποι δίνουν ότι μπορούν, όταν μπορούν(και πολλοί δωρητές παίρνουν και πράγματα όταν τα χρειάζονται). Μερικά αντικείμενα δωρίζονται από ανθρώπους σε άλλα μέρη του Μίτσιγκαν που θέλουν να βοηθήσουν απευθείας τους ανθρώπους του Μίτσιγκαν. Οι άνθρωποι ξέρουν και δεν παίρνουν ότι δεν χρειάζονται και να δίνουν όποτε και ότι μπορούν. Είναι ένα κρίσιμο δίκτυο κοινοτικής υποστήριξης για εκείνους που βρίσκονται σε κρίση – που τα τελευταία χρόνια έχει ενσωματωθεί βαθιά μέσα στις ζωές πολλών κατοίκων του Ντιτρόιτ.
Οι κάτοικοι της πόλης δεν δίνουν απλά ή ανταλλάσσουν αγαθά και υπηρεσίες. Όπως σε πολλές κοινότητες σε όλο το κόσμο, ανταλλάσσουν και χρόνο. Η τράπεζα χρόνου του Νοτιοδυτικού Ντιτρόιτ είναι ιδιαίτερα ενεργή και περιλαμβάνει τόσο άτομα όσο και τοπικές επιχειρήσεις, όπως ένα οίκο ευγηρίας ή ένα κατάστημα ειδών κήπου. Για κάθε ώρα παροχής μιας υπηρεσίας, όσοι συμμετέχουν κερδίζουν μια ώρα υπηρεσιών. Για παράδειγμα η Mary Clare Duran, 65 ετών, συχνά προσφέρει ράψιμο και επιδιορθώσεις ρούχων μέσω της Τράπεζας Χρόνου του Νοτιοδυτικού Ντιτρόιτ. Μετά ζητά εργασία για τον κήπο της από άλλα μέλη. Το άτομο που κάνει την εργασίες στο κήπο μπορεί να ξοδέψει τις κερδισμένες ώρες σε επισκευές αυτοκινήτου ή σε φροντίδα παιδιών. Όπως λέει η Duran, είναι ένας τρόπος να εξοικονομήσεις χρήματα.
Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην αποταμίευση χρόνου – που κυρίως γίνεται διαδικτυακά – είναι το ψηφιακό χάσμα. Οι ντόπιοι όμως βρήκαν δημιουργικούς τρόπους να την παρακάμψουν σε άλλους τομείς της ανεπίσημης οικονομίας, για παράδειγμα προσφέροντας διαθέσιμες διαδρομές με αυτοκίνητο, χωρίς να γίνεται χρήση κάποιας εφαρμογής. Η Nyasia Valdez, 22 ετών, πήρε το δίπλωμα της το 2015 και άρχισε να μοιράζεται το αυτοκίνητο της με γείτονες και συναδέλφους της. Όλοι μαζί δημιούργησαν το δικό τους δίκτυο διαμοιρασμού προσφέροντας διαδρομές, ζητώντας από κάποιον άλλο να τους μεταφέρει και να μοιράζονται αυτοκίνητα και κλειδιά. Η Valdez πιστεύει πως οι συνθήκες που ζουν καλλιεργεί την εμπιστοσύνη. Υπάρχει κατανόηση, λέει, όταν και «εγώ παλεύω, μπορούμε να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο».
Αυτές οι βασιζόμενες στις ανθρώπινες σχέσεις, μη χρηματικές οικονομίες είναι εύκολο να γίνουν φετίχ – αρκεί μια ματιά στο φεστιβάλ Burning Man που οι άνθρωποι ξοδεύουν χιλιάδες δολάρια για να γιορτάσουν το γεγονός πως δεν δεσμεύονται από χρήματα και πως είναι προσανατολισμένοι προς την ιδέα της κοινότητας. Στο Ντιτρόιτ όμως η μέθοδος του να περνάς με ότι έχεις γεννήθηκε από το ανθρώπινο ένστικτο σε μια στιγμή ανάγκης.
«Μας πούλησαν την ιδέα πως μια μοντέρνα, εύκολη λύση είναι το κλειδί για την ευτυχία και την επιτυχία», αλλά οι άνθρωποι δεν είναι ευτυχισμένοι, όπως λέει η Halima Cassells, ιδρύτρια της Ελεύθερης Αγοράς του Ντιτρόιτ, μια ανταλλακτική συνάντηση που ο καθένας φέρνει κάτι για να χαρίσει και όλα είναι δωρεάν για να τα πάρουν. «Στους ανθρώπους αρέσει να τους εμπιστεύονται και να είναι σε ένα περιβάλλον που τους εμπιστεύονται. Δεν μπορείς να το αγοράσεις αυτό».

Απέναντι Όχθη
geniusloci2017

Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο In These Times, τεύχος Αυγούστου 2017 (http://inthesetimes.com/article/20212/detroits-underground-economy-gift-barter). Η Valerie Vande Panne είναι βραβευμένη ελεύθερη ρεπόρτερ και πρώην αρχισυντάκτρια του altweekly του Ντιτρόιτ, της Metro Times και έχει καλύψει δημοσιογραφικά τις εναλλακτικές οικονομίες του Ντιτρόιτ. Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας.

Για επιπλέον πληροφορίες για τις τράπεζες χρόνου διαβάστε το άρθρο της ίδιας δημοσιογράφου στο AlterNet.org: Are You Tired of Banks, Credit Cards, and Debt? Consider a System of Trading Time Instead of Money 


Δείτε: Το ντοκιμαντέρ Detropia που εξετάζει τις συνέπειες της χρεοκοπίας του Ντιτρόιτ στο πληθυσμό της πόλης (trailer: https://youtu.be/GDVxLTNHOm8)


  1. http://www.biblionet.gr/book/192856/Graeber,_David/Χρέος
  2. http://detroitershelpingeachother.weebly.com
  3. https://en.wikipedia.org/wiki/Goodwill_Industries