Η νοοτροπία που
οδήγησε σε αυτή την κρίση προέρχεται από την αντίληψη εκείνη, που
ταυτίζει την κυριαρχία του ανθρώπου επάνω στη φύση με τον «πολιτισμό».
Ο
Καρτέσιος έβλεπε τον φυσικό κόσμο ως μια τεράστια μηχανή, ενώ τον
έλλογο νου του ανθρώπου ως κάτι θεόσταλτο.
Η ιστορία παρουσιάζεται σαν
ένα προμηθεϊκό δράμα όπου ο άνθρωπος ηρωικά αντιστέκεται σε έναν εχθρικό
φυσικό κόσμο: η λογική ανθρωπότητα, που καλείται να τιθασεύσει την ανυπότακτη φύση.
Ακόμη και ο Μαρξ, αποδέχεται ότι «η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο» έχει τις ρίζες της στην ανάγκη για «κυριαρχία πάνω στη φύση». Όταν η φύση θα υποταχθεί, η ανθρωπότητα θα εισέλθει σε μια νέα εποχή ελευθερίας.
Ακόμη και ο Μαρξ, αποδέχεται ότι «η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο» έχει τις ρίζες της στην ανάγκη για «κυριαρχία πάνω στη φύση». Όταν η φύση θα υποταχθεί, η ανθρωπότητα θα εισέλθει σε μια νέα εποχή ελευθερίας.
Όλη αυτή η εικόνα για την φύση, λέει ο Μπούκτσιν, είναι
ψευδής. Οι άνθρωποι φορτώνουν στη φύση ανθρωποκεντρικές αντιλήψεις, τη
νοοτροπία της κυριαρχίας και της εκμετάλλευσης που έχουν υιοθετήσει ο
ένας για τον άλλο, μέσα στην κοινωνία τους.
Ο υποτιθέμενος αγώνας της
ανθρωπότητας για την υποταγή της φύσης χρησιμοποιείται μάλιστα ως
άλλοθι, για την ευκολότερη υποταγή των ανθρώπων σε απάνθρωπα ιεραρχικά
συστήματα και κρατικούς θεσμούς.
Ο αναρχικός Μπακούνιν ή ο Κροπότκιν
είχαν περισσότερο δίκιο, όταν μιλούσαν για τη διαβρωτική φύση της
εξουσίας, παρά ο Μαρξ, που πίστευε ότι η αλλαγή του κοινωνικού
συστήματος θα βελτιώσει ριζικά την ανθρώπινη φύση.
Αποδείχτηκε ότι δεν
αρκεί να αλλάξουμε τις κοινωνικές σχέσεις για να αλλάξει η φύση του
ανθρώπου. Ακόμη και σε εξισωτικές κοινωνίες υπάρχει διαφθορά, αγώνας για
εξουσία, έγκλημα και πόλεμος.
Η Κοινωνική Οικολογία αναπτύχθηκε ως θεωρία κυρίως από τον Murray Bookchin (1921-2006)[1]. Κεντρική της πεποίθηση είναι πως όλα τα οικολογικά προβλήματα ανάγονται σε κοινωνικά προβλήματα.
Η Κοινωνική Οικολογία αναπτύχθηκε ως θεωρία κυρίως από τον Murray Bookchin (1921-2006)[1]. Κεντρική της πεποίθηση είναι πως όλα τα οικολογικά προβλήματα ανάγονται σε κοινωνικά προβλήματα.
Η ιδέα της «κυριαρχίας» επί της Φύσης και όλα τα οικολογικά
προβλήματα που συνδέονται μ’ αυτή, πηγάζουν από τον τρόπο που οι
άνθρωποι αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλο μέσω της κυριαρχικής νοοτροπίας
και των ταξικών και ιεραρχικών θεσμών.
Για τα οικολογικά προβλήματα δεν
ευθύνεται γενικά και αόριστα η «ανθρωπότητα» αλλά τα συγκεκριμένα
κοινωνικο-οικονομικά συστήματα, όπως ο καπιταλισμός, που όχι μόνο
οδηγούν στην καταστροφή της Φύσης αλλά υπονομεύουν και την ίδια την
κοινωνική ζωή. Το ξεπέρασμα της οικολογικής κρίσης προϋποθέτει, σύμφωνα
με την Κοινωνική Οικολογία, μία ελεύθερη κοινωνία χωρίς ταξικές και
ιεραρχικές διακρίσεις.
Ο καπιταλισμός, ως πραγματικός καρκίνος για την
κοινωνία, βασίζεται στο δόγμα «ανάπτυξη ή θάνατος»: Η αδιάκοπη
οικονομική μεγέθυνση συμβαίνει λόγω αντικειμενικών συνθηκών και είναι
άτρωτη σε ηθικιστικές επικλήσεις και κριτικές.
Ο σύγχρονος καπιταλισμός
είναι δομικά ανήθικος και μία οικολογική κοινωνία προϋποθέτει την
ανατροπή του, καθώς και την ανατροπή όλων των ιεραρχικών σχέσεων και
αντιλήψεων.
Για τον Μπούκτσιν, «η φυσική ικανότητα της ανθρωπότητας να παρεμβαίνει στην «πρώτη φύση» και να επιδρά σ’ αυτήν συνειδητά έχει δημιουργήσει μια «δεύτερη φύση», μια πολιτιστική, κοινωνική και πολιτική φύση που έχει σχεδόν απορροφήσει εντός της την «πρώτη φύση»... «Δεν υπάρχει μέρος του κόσμου που να μην έχει βαθιά επηρεασθεί από την ανθρώπινη δραστηριότητα — ούτε η μακρινή απεραντοσύνη της Ανταρκτικής ούτε οι χαράδρες στα βάθη του ωκεανού.
Για τον Μπούκτσιν, «η φυσική ικανότητα της ανθρωπότητας να παρεμβαίνει στην «πρώτη φύση» και να επιδρά σ’ αυτήν συνειδητά έχει δημιουργήσει μια «δεύτερη φύση», μια πολιτιστική, κοινωνική και πολιτική φύση που έχει σχεδόν απορροφήσει εντός της την «πρώτη φύση»... «Δεν υπάρχει μέρος του κόσμου που να μην έχει βαθιά επηρεασθεί από την ανθρώπινη δραστηριότητα — ούτε η μακρινή απεραντοσύνη της Ανταρκτικής ούτε οι χαράδρες στα βάθη του ωκεανού.
Ακόμη και οι
περιοχές «άγριας φύσης» χρειάζονται προστασία από την ανθρώπινη
παρέμβαση: πράγματι, πολλά από τα μέρη που χαρακτηρίζονται ως τόποι
άγριας φύσης σήμερα, είναι ήδη βαθιά επηρεασμένα από την ανθρώπινη
δραστηριότητα...«Το ότι η «δεύτερη φύση» είναι η κατάληξη της εξέλιξης
στην «πρώτη φύση» και ωςεκ τούτου μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε ως
«φυσική», δεν σημαίνει ότι η «δεύτερη φύση» είναι κατ’ ανάγκη
δημιουργική ή ακόμη και πλήρως αυτοσυνειδητή υπό οποιανδήποτε εξελικτική
έννοια.
Η «δεύτερη φύση» είναι συνώνυμη με την κοινωνία και με την
ανθρώπινη εσώτερη φύση, που και οι δυο τους υφίστανται εξέλιξη προς το
καλύτερο ή προς το χειρότερο. Μολονότι η κοινωνική εξέλιξη είναι
θεμελιωμένη στην οργανική εξέλιξη, και στην πραγματικότητα αναδύεται
σταδιακά μέσα από αυτήν, είναι επίσης ριζικά διαφορετική από την
οργανική εξέλιξη.
Η συνείδηση, η βούληση, οι μεταβλητοί θεσμοί και η
λειτουργία των οικονομικών δυνάμεων και της τεχνικής μπορεί να
αναπτυχθούν για να ενισχύσουν τον οργανικό κόσμο, ή για να τον οδηγήσουν
στον όλεθρο».
Στα έργα του «Προς μία οικολογική κοινωνία», καθώς και στα επιλογικά μέρη των βιβλίων «Οικολογία της Ελευθερίας» και «Ξαναφτιάχνοντας την κοινωνία», ο Μπούκτσιν αποδίδει τα οικολογικά προβλήματα στην ανάδυση της ιεραρχίας, των τάξεων, του κράτους, της ατομικής ιδιοκτησίας καθώς και της ανταγωνιστικής οικονομίας της αγοράς που υποχρεώνει τους οικονομικούς ανταγωνιστές είτε να αναπτυχθούν, ο ένας εις βάρος του άλλου είτε να καταστραφούν.
Το 1990 έγραφε ότι ο ελευθεριακός κοινοτισμός με την έννοια της πρότασης ενός συνόλου πολιτικών που ενισχύουν προνομιακά το τοπικό επίπεδο με κύτταρο την έννοια της κοινότητας, είναι η ουσιαστική απάντηση στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό.
Στα έργα του «Προς μία οικολογική κοινωνία», καθώς και στα επιλογικά μέρη των βιβλίων «Οικολογία της Ελευθερίας» και «Ξαναφτιάχνοντας την κοινωνία», ο Μπούκτσιν αποδίδει τα οικολογικά προβλήματα στην ανάδυση της ιεραρχίας, των τάξεων, του κράτους, της ατομικής ιδιοκτησίας καθώς και της ανταγωνιστικής οικονομίας της αγοράς που υποχρεώνει τους οικονομικούς ανταγωνιστές είτε να αναπτυχθούν, ο ένας εις βάρος του άλλου είτε να καταστραφούν.
Το 1990 έγραφε ότι ο ελευθεριακός κοινοτισμός με την έννοια της πρότασης ενός συνόλου πολιτικών που ενισχύουν προνομιακά το τοπικό επίπεδο με κύτταρο την έννοια της κοινότητας, είναι η ουσιαστική απάντηση στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό.
Παρέχει το πλαίσιο που οι άνθρωποι και οι
κοινοτικές τους συλλογικότητες θα μπορέσουν να επαναπροσδιορίσουν και
να ελέγξουν τη ζωή τους και την τοπική οικονομία, ώστε να επιτευχθεί η
υποχώρηση της φτώχειας και των ανισοτήτων, η αναβάθμιση της ποιότητας
ζωής και της πρόνοιας, η αναβίωση της συνοχής της ανθρώπινης κοινότητας
και της περιβαλλοντικής προστασίας, η αποκατάσταση του αισθήματος
ασφαλείας για το μέλλον.
Το πλαίσιο του κομμουναλισμού απορρίπτει τον
ανταγωνισμό σαν διαδικασία ανάπτυξης και δίνει έμφαση στη συνεργασία και
την αλληλεγγύη για την επίτευξη του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος.
Για τον Μπούκτσιν, η πολιτική δεν πρέπει να ταυτίζεται με την άσκηση
εξουσίας από τις προνομιούχες ομάδες, αλλά με την οργάνωση της
συμμετοχής ολόκληρου του πληθυσμού στο κοινωνικό γίγνεσθαι, με βάση την
αλληλεγγύη και την αυτοδιαχείριση σε όλα τα επίπεδα της καθημερινής
κοινωνικής ζωής.
Σύμφωνα, επομένως, με την κοινωνική οικολογία, τα οικολογικά προβλήματα, αλλά και τα υπόλοιπα παγκόσμια προβλήματα μπορούν να λυθούν μόνο με τη συνολική αλλαγή της κοινωνίας.
Σύμφωνα, επομένως, με την κοινωνική οικολογία, τα οικολογικά προβλήματα, αλλά και τα υπόλοιπα παγκόσμια προβλήματα μπορούν να λυθούν μόνο με τη συνολική αλλαγή της κοινωνίας.
Η αριστερά
θα πρέπει να αντιπαρατάξει ότι το συμφέρον των ανθρώπων δεν ταυτίζεται
με τον πλούτο αλλά με την ευτυχισμένη, γεμάτη νόημα ζωή. Όλα αυτά
μπορούν να προκύψουν από τη συνεργασία μόνο και όχι τον ανταγωνισμό.
Στην πραγματικότητα, στη φύση δεν κυριαρχεί το δίκαιο του ισχυρότερου
ούτε ο ανταγωνισμός. Η φύση αποτελεί έναν κόσμο συμμετοχής και
αλληλεπίδρασης των διαφόρων μορφών ζωής, έναν κόσμο συμπληρωματικότητας
και αμοιβαιότητας.
Παναγιώτα Ψυχογιού