Ο ευρωπαϊκός και ο παγκόσμιος ουρανός γεμίζουν με σύννεφα αβεβαιότητας. Οι εστίες αστάθειας πληθαίνουν και πολλές από αυτές βρίσκονται κοντά μας.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην Ιταλία και των
προεδρικών εκλογών στην Αυστρία είναι ανοιχτό σε κάθε ενδεχόμενο. Το BREXIT είναι σαν να έσπασε ένα ταμπού.
Τίποτα δεν μοιάζει πια μη αναστρέψιμο στην εποχή μας.
Στις συνθήκες αυτές θα περίμενε κάποιος πως το θέμα της ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης θα έκλεινε αθόρυβα, γρήγορα, φυσιολογικά.
Μια θετική απόφαση στο Eurogroup της Δευτέρας θα είναι ένα ισχυρό μήνυμα σταθερότητας και ελπίδας μέσα σε αυτό το κλίμα ρευστότητας.
Οχι μόνο για την ελληνική κοινωνία αλλά και για την Ευρώπη συνολικά.
Μάλιστα, όπως πρόσφατα δήλωσε ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, μια μόνιμη λύση στο πρόβλημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους «είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης ως συνόλου» και όχι μόνο προς το συμφέρον της Ελλάδας.
Η θετική έκβαση είναι λοιπόν απολύτως εφικτή.
Ανταποκρίνεται στις ανάγκες τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρώπης. Και υποστηρίζεται από την πορεία της οικονομίας, που έπειτα από μακροχρόνια και βαθιά ύφεση έχει τις προϋποθέσεις να εισέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά.
Μοναδική πηγή αβεβαιότητας φαίνεται να είναι τα ερωτήματα που έχουν να κάνουν με τη στάση του ΔΝΤ και την εμμονή ορισμένων χωρών να θεωρούν τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα κάτι σαν αυτοσκοπό. Αυτό βεβαίως δεν είναι εντελώς καινούργιο.
Το 2010 το ΔΝΤ ήρθε στην Ευρώπη διότι -έτσι ελέχθη- η Ε.Ε. δεν ήταν έτοιμη, ούτε διέθετε τους αναγκαίους πόρους, θεσμούς και μηχανισμούς.
Τότε η Ελλάδα πλήρωσε όχι μόνο τη δική της κρίση, αλλά και την έλλειψη ετοιμότητας της Ε.Ε. για να διαχειριστεί μια διευρυνόμενη κρίση που, όπως αποδείχτηκε, δεν ήταν μόνο ελληνική.
Τώρα ορισμένοι ζητούν η Ελλάδα να πληρώσει πάλι, αυτή τη φορά την αυτοπαγίδευση της Ευρώπης σε μια επιλογή χωρίς προοπτική. Την επιλογή ότι το ΔΝΤ πρέπει να μείνει μόνιμα στα ευρωπαϊκά πράγματα.
Αν φύγει από την Ελλάδα, σκέφτονται, θα φύγει από την Ευρώπη μάλλον οριστικά. Ποιο ήταν όμως τελικά το νόημα της αρχικής απόφασης για την εμπλοκή του ΔΝΤ στις ευρωπαϊκές υποθέσεις; Η πρόσκαιρη χρησιμοποίηση του ή η μακροχρόνια παραμονή του;
Επιβεβαιώνεται για ακόμη μία φορά πως η όποια στάση στο ελληνικό πρόβλημα είναι πρόκριμα για την πορεία της Ευρώπης.
Ο τρόπος με τον οποίο θα αντιμετωπιστεί π.χ. το ελληνικό χρέος θα είναι πρόκριμα για τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπιστεί κάποια στιγμή και το χρέος άλλων χωρών. Η συμμετοχή ή όχι του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα θα είναι πρόκριμα για τη μελλοντική παρουσία του ή όχι στην Ευρώπη.
Η Ελλάδα για ακόμη μία φορά γίνεται το πεδίο στο οποίο συγκρούονται ευρύτερα συμφέροντα και επιδιώξεις και διαμορφώνονται οι διεθνείς τάσεις για τις μελλοντικές εξελίξεις.
Αυτό περιπλέκει την επίλυση των προβλημάτων μας. Από την άλλη πλευρά, αυτή η ντε φάκτο διεθνοποίηση του ελληνικού προβλήματος δημιουργεί δυνατότητες ευρύτερων συνεργασιών και συμμαχιών.
Οι εσωτερικές εξελίξεις στην πραγματική οικονομία βοηθούν για να υπάρξουν θετικές αποφάσεις. Δίνουν επιχειρήματα σε όσους θέλουν να βοηθήσουν.
Η οικονομία της χώρας ανακάμπτει πιο δυναμικά απ’ ό,τι ανέμεναν και οι πιο αισιόδοξοι. Από τις αρχικές προβλέψεις για ύφεση το 2016, πλέον η ανάκαμψη δεν είναι πρόβλεψη αλλά πραγματικότητα.
Οι προοπτικές είναι θετικές και κανείς πια δεν αμφιβάλλει ότι το 2017 και το 2018 θα είναι χρονιές θετικών ρυθμών ανάπτυξης σε συνθήκες εδραιωμένης δημοσιονομικής σταθερότητας.
Αλλά και στο μέτωπο του χρέους υπάρχει πρόοδος. Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα έχουν προσδιοριστεί και θα προταθούν τη Δευτέρα στο Eurogroup. Μπορεί να ακολουθήσει συνεπώς η συζήτηση με στόχο την αποσαφήνιση των μεσοπρόθεσμων και των μακροπροθέσμων μέτρων.
Πέραν του ότι αυτό προβλέπουν οι προηγούμενες αποφάσεις του Eurogroup, οι ορατές τάσεις ανόδου των διεθνών επιτοκίων καθιστούν τη συνολική και διαρκή λύση στο πρόβλημα του ελληνικού χρέους επιτακτική.
Ως εκ τούτου τη Δευτέρα η μόνη δυνατή επιλογή είναι να ληφθούν και να δρομολογηθούν αποφάσεις που θα φέρνουν πιο κοντά την επίτευξη του από κοινού συνομολογημένου στόχου.
Και ο στόχος είναι να βγούμε στις αγορές το 2018, να ολοκληρώσουμε το πρόγραμμα χωρίς νέα μέτρα στην ώρα του και να ανακτήσουμε τους βαθμούς πολιτικής αυτονομίας και ισοτιμίας που είναι αναγκαίοι για να μπορέσουμε να σχεδιάσουμε το μέλλον μας χωρίς επιτροπείες, στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών και των διεθνών θεσμών.
Για να συμβεί αυτό, πρέπει η δοκιμαστική έξοδος στις αγορές να αρχίσει πολύ νωρίτερα, εντός του πρώτου εξάμηνου του 2017.
Αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει την έγκαιρη ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο σχετικό πρόγραμμα της ΕΚΤ, που κι αυτή προϋποθέτει το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης και την αποσαφήνιση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος.
Δεν αρκεί λοιπόν μόνο να βγαίνουν οι αριθμοί, πρέπει να δένουν και οι ημερομηνίες. Και αυτό τη Δευτέρα στο Eurogroup πρέπει να διασφαλιστεί.
Το θετικό σενάριο που ξετυλίγεται στη βάση των αναγκών τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρώπης, αλλά και των πραγματικών δεδομένων, φέρνει πιο κοντά την επίτευξη του στόχου.
Οτιδήποτε άλλο συνιστά εκτροπή από αυτόν. Ποιος θα το επιθυμούσε; Και ποιον θα μπορούσε να συμφέρει μια τέτοια εκτροπή;
* Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. efsyn.gr
Αν βρήκατε το θέμα ενδιαφέρον , κοινοποιείστε το, διαδώστε το...