Είδωλα, αλλά γυμνά


Κανένας στο απυρόβλητο. Κανένας! Όλοι στο πεδίο της μάχης ίσοι! Και όλοι ομοίως επί σκηνής στο στριπτήζ. Δύο οι στολές. Οι γυμνοί από τη μία και οι ένοπλοι από την άλλη. Συνεννοημένα πράγματα.
Μη μου λέτε εμένα ο ποιητής, ο ευαίσθητος, ήταν ευγενικός ως όφειλε, άκου πρώτα τι ακριβώς είπε κι έλα να σου εξηγήσω εγώ τι εννοούσε αλλά σε ποια λεπτά σημεία ήταν λάθος η απάντηση που έλαβε
Άμα δεν έχει καταλάβει στα ενενήντα βάλε του ότι ο πολιτικάντης ζει και ψοφάει για δημοσιότητα· ότι γυρνάει ψωμοτύρι εξ επαγγέλματος γι αυτό το λόγο τα κανάλια σαν την γκαστρωμένη μυίγα που θέλει ν’ αφήσει τ’ αυγά της και μόλις νοιώσει μια ιδέα στριμωγμένος από καμμιά μπαρούφα που αμόλησε, σπεύδει μετά να διευκρινίσει σε όλα τους ότι δεν μιλάω για το δικό σας, εξαιρούνται οι παρόντες και άλλα σιχαμένα και αηδιαστικά· άμα δεν έχει καταλάβει ότι δεν δίνεις πάτημα σε ένα πολιτικάντη για να κάνει αυτός δημόσια μόστρα στην πλάτη σου απαντώντας, τάχα σε σένα, ό,τι του καπνίσει, εκείνο δηλαδή που ‘χει φτιάξει ωραία-ωραία και ψάχνει ευκαιρία να το ξεφουρνίσει· άμα δεν το ‘χει καταλάβει και του τη δίνει την ευκαιρία στο πιάτο, να λέει εκείνος το δικό του ποίημα αλλά με του αλλουνού την υπογραφή· άμα δεν το έχει καταλάβει αυτό, ε, τότε να το ρίξει αποκλειστικά στην ποίηση, που την ξέρει κιόλας, μπας και πιάσει τόπο αυτό που γράφει. Όχι, λες και του έλειψε το γράψιμο, να στέλνει γραμματάκια-υποδείγματα αβρότητας και ιπποσύνης από το Facebook σαν τα κοριτσόπουλα, τα οποία τουλάχιστον χαχανίζουν με τη Βουλή των Εφήβων, και δείχνουν έτσι μια σοβαρότητα.
Έχουμε νεκρούς, κύριε ποιητά μου. Νεκρούς! Το καταλαβαίνεις; Νεκρούς και τραυματίες! Κάθε μέρα. Πέφτει το ξύλο της αρκούδας κι όλο το μεταλλαγμένο πιπέρι της Μαγαδασκάρης! Άνθρωποι που πάνε να σώσουν το χωριό τους φυλακίζονται. Κι έχει ο κόσμος τούμπανο τις πουλημένες αποφάσεις. Για όγδοη φορά αναβλήθηκε η δίκη του Μάκαρου με το double corona στα χείλη. Έλεος! Λίγη αίσθηση των μεγεθών, λίγη επαφή με την πραγματικότητα, κύριε ποιητά! Υπάρχει και το real εκτός από το surreal.
Κανένας στο απυρόβλητο –δεν εξαιρώ ψυχή! Ούτε το Μίκη, ούτε τη Μίνι ούτε κανέναν. Άλλοτε ίσως… Τώρα όχι! Να πεισθώ πρώτα ότι δεν γυρεύει θέση, «μισθόν στεφάνου και πρυτάνειο σίτο», και θα το σκεφθώ. Τι, δηλαδή; Θα κάνει αντίσταση καλύτερη από το καινούργιο πόστο; Ε; Κι άλλο, ρε άνθρωπε, πόστο, κι άλλα φράγκα; Πού τελειώνει αυτό, πριν γίνεις σποδός και αχνή ανάμνηση; Δεν θέλεις να γίνεις χρήσιμος; Χρήσιμος τώρα, εννοώ.
Άσε, ρε φίλε… Τράβα τραγούδα παρακάτω. Ο άλλος χάνει το σπίτι του για ένα λογαριασμό της Ε.Υ.Δ.Α.Π., κι είμαστε στημένοι στο γυαλί πότε θα περέμβει το Μαξίμου συγκινημένο, να μας δείχνει μετά το Μέγκα, κάθε φορά που θα μιλάει για την ανεργία, το σπίτι του φουκαρά –όπως έγινε με τον 15χρονο που είχε πάει στη Γερμανία για να εγχειρισθεί, και τους έκοβε ο πόνος να μας δίνουν νέα από το νοσοκομείο, για να μας δείχνουν πλάνα με το κρατικό αεροπλάνο. Λίγη ντροπή και λίγη συναίσθηση! Μα τόσο αφελείς πια;
Εσείς κρατήστε ό,τι είδωλα θέλετε. Τα ‘χετε ανάγκη –Τοτέμ είναι αυτά… Κι εγώ, βέβαια, τα χρειάζομαι, δεν λέω. Αλλά θέλω να τα δω στη μάχη. Αλλιώς μπαίνουν στη βιβλιοθήκη μου, στη δισκοθήκη μου και κάδρα στον τοίχο. Διότι μπορεί να χρειασθεί να τα πουλήσω για να φάω, πριν μου τα πάρουν κι αυτά με το μέτρο, τα ρημάδια. Γιατί, όσο για τα δικά μου μέτρα, αυτά μου τάχουν πάρει από καιρό.

Πηγή: