Ερωτηθείς εάν η Τουρκία θα ήθελε να ενταχθεί στους BRICS+, ο Φιντάν είναι σαφής: «Θα
θέλαμε φυσικά, γιατί όχι;». Πρόσφατα στους BRICS εντάχθηκε και η
Σαουδική Αραβία, αλλά και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Αίγυπτος και το
Ιράν.
Σύμφωνα με το τουρκικό πρακτορείο Anadolu, υπογράμμισε ακόμη πως η Άγκυρα εξετάζει μια σειρά από συνεργασίες με τα μέλη των BRICS και πως θα παρευρεθεί σε προγραμματισμένη συνάντηση της ομάδας την επόμενη εβδομάδα, η οποία θα πραγματοποιηθεί στη Ρωσία.
Όπως τόνισε ο Φιντάν, ένας από τους σημαντικούς πυλώνες της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας είναι η δημιουργία ισχυρών οικονομικών δεσμών σε θεσμική μορφή. Και σε αυτό το σημείο άφησε αιχμές για τη στάση ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών απέναντι στην Άγκυρα.
Λόγω της «πολιτικής της ταυτότητας», είπε, ορισμένα ισχυρά κράτη μέλη της ΕΕ δεν επέτρεψαν στην Τουρκία να γίνει πλήρες μέλος του ευρωπαϊκού μπλοκ, αν και προσπαθούσε να ενταχθεί εδώ και πολύ καιρό. «Έτσι έπρεπε να αναζητήσουμε άλλες εναλλακτικές λύσεις», σημείωσε ο Φιντάν και υπογράμμισε πως «δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι οι BRICS+ είναι μια σημαντική πλατφόρμα συνεργασίας και προσφέρει σε ορισμένες άλλες χώρες μια καλή εναλλακτική λύση». «Βλέπουμε δυνατότητες στους BRICS», πρόσθεσε.
Ο Ερντογάν είχε εκφραστεί θετικά για τους BRICS+ για πρώτη φορά πριν από έξι χρόνια, στη σύνοδο κορυφής στο Γιοχάνεσμπουργκ.
Τα BRICS πλέον είναι το μεγαλύτερο οικονομικό «μπλοκ» του πλανήτη με τον μισό παγκόσμιο πληθυσμό και επεκτείνεται συνεχώς αλλά η Ελλάδα πλέον απούσα μετά την άρνηση του 2015.
Αυτό το «μπλοκ» λοιπόν η ελληνική κυβέρνηση του Α.Τσίπρα (που αποδείχτηκε πολύ μικρός ιστορικά), το 2015, επέλεξε να το αρνηθεί.
Τότε η Ρωσία είχε καλέσει την ελληνική κυβέρνηση του Α.Τσίπρα να ενταχθεί στην επενδυτική τράπεζα των BRICS και να εξισορροπήσει την ασφυκτική οικονομική και πολιτική πίεση των δανειστών με λήψη βοήθειας από την Ρωσία, αλλά ο τότε ηγέτης της χώρας, δυστυχώς είχε απορρίψει την πρόταση, ίσως γιατί ένιωθε ότι δεν μπορούσε να διαχειριστεί κάτι το τόσο μεγάλο.
Η επίσημη πρόσκληση στην Ελλάδα να συμμετάσχει ως μέλος στην υπό διαμόρφωση τότε νέα Αναπτυξιακή Τράπεζα που δημιούργησαν οι χώρες BRICS (Κίνα, Ρωσία, Βραζιλία, Ινδία, Ν.Αφρική), έγινε δημοσίως από τον υφυπουργό Οικονομικών της Ρωσίας και εκπρόσωπο/ αντιπρόσωπο της Τράπεζας Σεργκέι Στόρτσακ, σε αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε εκείνη την εποχή στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, αλλά είχε προηγηθεί η πρόταση Β.Πούτιν στον Α.Τσίπρα κατά τη επίσκεψη του τελευταίου την άνοιξη του 2015.
Στο σήμερα και μετά τις δηλώσεις του Φιντάν, η Μόσχα έσπευσε να χαιρετίσει την επιθυμία της Τουρκίας να γίνει μέλος των BRICS+. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε μάλιστα πως το θέμα θα είναι στην ημερήσια διάταξη της επόμενης συνόδου κορυφής του οργανισμού.
Αναφερόμενος γενικά στη δυναμική των BRICS, ο Πεσκόφ τόνισε πως υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον για ένταξη στον οργανισμό και από άλλα κράτη, σημειώνοντας ωστόσο πως είναι απίθανο να ικανοποιηθούν τα αιτήματα ένταξης όλων των ενδιαφερομένων.
Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ δήλωσε ότι οι πόρτες των BRICS+ είναι «ανοιχτές στους εκπροσώπους των πιο διαφορετικών οικονομικών και πολιτικών συστημάτων και μακροπεριφερειών». «Η μόνη προϋπόθεση είναι ότι πρέπει να συμφωνήσουν να εργαστούν από κοινού με βάση τη βασική αρχή της κυρίαρχης ισότητας των κρατών», είπε.
Από την πλευρά του, ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Ουάνγκ Γι, απευθυνόμενος στον Τούρκο ομόλογό του κατά τη συνάντησή τους, δήλωσε πως το Πεκίνο είναι έτοιμο να ενισχύσει τη στρατηγική συνεργασία με την Τουρκία για να αντιμετωπίσει την «πολιτική εξουσίας» στη διεθνή σκηνή.
«Οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην ανάγκη στενής στρατηγικής επικοινωνίας… για τη διασφάλιση των κοινών συμφερόντων των αναπτυσσόμενων χωρών», τόνισε και πρόσθεσε πως το Πεκίνο είναι πρόθυμο να επεκτείνει συνεχώς τις σχέσεις με την Άγκυρα σε οικονομικό, εμπορικό και ενεργειακό επίπεδο, αλλά και σε τομείς όπως οι υποδομές και η υψηλή τεχνολογία.
Ο Ερντογάν επιχειρεί τη συνεργασία με κάθε πλευρά που κατά την αξιολόγησή του προωθεί τα συμφέροντά του στο πλαίσιο του μεγαλεπήβολου «οράματος» του για τη ανάδειξη της Τουρκίας ως παγκόσμιας δύναμης και ηγέτιδας όλου του μουσουλμανικού κόσμου.
Ο οργανισμός προσφέρει οικονομικές δυνατότητες για ανάπτυξη, ιδιαίτερα λόγω των επενδύσεων από την Κίνα και την Ινδία. Επίσης μέσω αυτής της κίνησης επιτυγχάνεται η μείωση της εξάρτησης από τη Δύση, ειδικά μετά από αρκετές τεταμένες στιγμές στις σχέσεις με την ΕΕ και τις ΗΠΑ.
Το άνοιγμα νέων αγορών και συνεργασιών μέσω των BRICS+ είναι ένα ακόμη όφελος που αξιολογεί θετικά η Άγκυρα για την ενίσχυση των εξαγωγών της αλλά και την προσέλκυση κεφαλαίων σε βασικούς τομείς, όπως η ενέργεια, οι μεταφορές και η τεχνολογία.
Τελευταίος αλλά όχι έσχατος παράγοντας, τον οποίο υπολογίζει σημαντικά ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι και η πολιτική υποστήριξη που θα μπορούσε να λάβει – κατά περίπτωση – από τις χώρες των BRICS+. Η συνεργασία με Κίνα και Ρωσία αναμφίβολα θα ενισχύσει την επιρροή και τη θέση της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή.