Επισημαίνουν ότι ναι μεν θα αναγκαστεί να βάλει, όπως η Μελόνι στο… συρτάρι ορισμένες από τις πιο ακραίες του θέσεις όπως η απαγόρευση του Κορανίου και το Nexit για να καταφέρει να βρει πολιτικούς συμμάχους ώστε να σχηματίσει κυβέρνηση, αλλά αυτό δεν αλλάζει ούτε την ταυτότητα ούτε την ιδεολογία του.
Και το χειρότερο όλων είναι ότι αυτή η ακροδεξιά στροφή των ευρωπαίων δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη καθώς εκτός από την Ιταλία, την Ουγγαρία, την Ολλανδία, την Φινλανδία, δεν έχουμε δει τα χειρότερα που θα είναι το να πέσει η Γαλλία στα χέρια της Μαρίν Λεπέν στις επόμενες προεδρικές εκλογές στις οποίες δεν θα μπορεί να είναι υποψήφιος ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν. Για να μην μιλήσουμε για την Αυστρία, τη Γερμανία και το Βέλγιο όπου οι ακροδεξιοί συνεχώς κερδίζουν ποσοστά.
The Guardian, Jon Henley
Την άποψη ότι ο εκλογικός θρίαμβος του ακροδεξιού Geert Wilders στις ολλανδικές γενικές εκλογές επιβεβαιώνει την ανοδική πορεία των λαϊκιστικών και ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη, εκφράζει ανάλυση του Guardian.
Ωστόσο επισημαίνεται ότι δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι ο αμφιλεγόμενος Ολλανδός πολιτικός θα μπορέσει να σχηματίσει τελικά μια κυβέρνηση πλειοψηφίας στο ολλανδικό κοινοβούλιο των 150 εδρών. Ακόμα κι αν τα καταφέρει όμως, η διαδικασία ατέρμονων συμβιβασμών και παραχωρήσεων από τρία, τέσσερα ή περισσότερα κόμματα στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων για τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης συνασπισμού, σημαίνει ότι τα πιο ακραία σημεία του προγράμματός του, από την απαγόρευση του Κορανίου έως τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το Nexit, δεν πρόκειται να γίνουν κυβερνητική πολιτική.
Αυτό βέβαια δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπάρχουν πλέον σοβαρές πιθανότητες ένας πολιτικός που μέχρι τώρα εξοβελιζόταν από τα συστημικά κόμματα για περισσότερο από μια δεκαετία λόγω των ριζοσπαστικών νατιβιστικών του απόψεων, να μπορέσει, κάποια στιγμή τον επόμενο χρόνο, να εντάξει το κόμμα του στη λίστα των ακροδεξιών κομμάτων που καλπάζουν σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης ασκώντας κυβερνητικές ευθύνες.
Όπως ειδικότερα παρατηρεί ο αρθρογράφος, από το Ελσίνκι στη Ρώμη και το Βερολίνο μέχρι τις Βρυξέλλες, τα ακροδεξιά κόμματα εξέρχονται ενισχυμένα από τις κάλπες, διαμορφώνοντας τις πολιτικές της κυρίαρχης δεξιάς με τρόπο τέτοιο που να αντικατοπτρίζουν τις εθνικιστικές και λαϊκιστικές πλατφόρμες τους και καταλαμβάνουν επιλεγμένους υπουργικούς ρόλους σε κυβερνήσεις συνασπισμού.
- Η Giorgia Meloni, το κόμμα της οποίας έχει νεοφασιστικές ρίζες, ηγείται της πιο ακροδεξιάς κυβέρνησης της Ιταλίας από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
- Η ακροδεξιά είναι μέρος του κυβερνώντος συνασπισμού στη Φινλανδία και, σε αντάλλαγμα για βασικές πολιτικές παραχωρήσεις, υποστηρίζει μια άλλη στη Σουηδία.
- Στην Αυστρία, το FPÖ προηγείται πολύ στις δημοσκοπήσεις σε λιγότερο από ένα χρόνο από τις επόμενες εκλογές, ενώ στη Γερμανία, το ακροδεξιό AfD έχει αυξηθεί από 10% σε περισσότερο από 21%, ακολουθώντας μόνο το κεντροδεξιό CDU, και αυτό το έτος κέρδισε τις πρώτες εκλογές περιφερειακού συμβουλίου.
- Εάν οι προεδρικές εκλογές πραγματοποιούνταν σήμερα στη Γαλλία, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η Marine Le Pen του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού -–η οποία σημείωσε ρεκόρ 41,46% την προηγούμενη φορά– θα κέρδιζε.
- Τέλος, οι ακροδεξιοί Φλαμανδοί εθνικιστές πρόκειται να σημειώσουν μεγάλα κέρδη στις βελγικές εκλογές τον Ιούνιο.
Δεν είναι λοιπόν καθόλου περίεργο που οι ακροδεξιοί ηγέτες της ηπείρου, από τη Le Pen μέχρι τον Victor Orban της Ουγγαρίας, τον Ιταλό Matteo Salvini , την Άλις Βάιντελ του AfD και τον Tom Van Grieken του Vlaams Belang, έσπευσαν το βράδυ της Τετάρτης να προσφέρουν στον Wilders τα συγχαρητήριά τους.
Από την άλλη μεριά, προσθέτει το δημοσίευμα, η ακροδεξιά υπέστη κάποια πλήγματα φέτος: στις ισπανικές βουλευτικές εκλογές τον Ιούλιο, το Vox είδε το μερίδιο των ψήφων του να υποχωρεί από το 15% που κέρδισε το 2019 στο 12%, μειώνοντας τον αριθμό των εδρών που κατέχει στο κοινοβούλιο από 52 σε 33.
Στην Πολωνία, το κυβερνών εθνικιστικό κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS) τερμάτισε πρώτο στις εκλογές του Οκτωβρίου, αλλά –ενώ προσπαθεί να σχηματίσει πλειοψηφία– δεν έχει βιώσιμο δρόμο για την κυβέρνηση αφού η τριμερής συμμαχία της αντιπολίτευσης υπό τον Donald Tusk κέρδισε τη συνολική πλειοψηφία.
Όμως στη Σλοβακία, ο Robert Fico –αν όχι ακροδεξιός, σίγουρα λαϊκιστής και δεδηλωμένος θαυμαστής του Orban– κέρδισε τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, εκπλήρωσε την προεκλογική του υπόσχεση να σταματήσει τη στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία και εγείρει ανησυχίες για το κράτος δικαίου με επιθέσεις στον Τύπο.
Αναλυτές εκτιμούν επίσης ότι οι Συντηρητικοί της Βρετανίας βρίσκονται υπό λαϊκιστική, ακροδεξιά επιρροή, παραπέμποντας στα ακραία εθνικιστικά συνθήματα της εκστρατείας για το Brexit και την σκληρή ρητορική της κυβέρνησης για τη μετανάστευση.
Οι αναλυτές σημειώνουν ότι κάθε ακροδεξιό κόμμα είναι διαφορετικό, όπως και οι κουλτούρες και τα πολιτικά συστήματα στα οποία λειτουργούν. Αλλά είναι γεγονός ότι σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο τα λαϊκιστικά και ακροδεξιά κόμματα ανεβαίνουν σταθερά –εδώ και αρκετές δεκαετίες.
Μια σειρά παραγόντων εξηγεί την άνοδό τους.
Για πολύ καιρό, η εναντίωση στη μετανάστευση, το Ισλάμ και η ΕΕ ήταν οι βασικές αιτίες ανόδου της ακροδεξιάς. Πιο πρόσφατα όμως, οι πολιτιστικοί πόλεμοι, τα δικαιώματα των μειονοτήτων και η κλιματική κρίση και οι θυσίες που απαιτούνται για την καταπολέμησή της, έχουν ενταχθεί στη λίστα. Η απήχησή τους ενισχύθηκε περαιτέρω από τη βαθιά κρίση κόστους ζωής που απορρέει από την ανάκαμψη της πανδημίας και τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, από την ταχεία και συγκεχυμένη κοινωνική και ψηφιακή αλλαγή και από την εντεινόμενη δυσπιστία προς τους κυρίαρχους πολιτικούς.
Σταδιακά, συνεχίζει ο αρθρογράφος, τα ακροδεξιά κόμματα έχουν «κανονικοποιηθεί» μέσα από μια αμφίδρομη διαδικασία: καθώς η κεντροδεξιά έχει υιοθετήσει νατιβιστικά σημεία στην ατζέντα της και είναι πρόθυμη να συνάψει συμφωνίες συνασπισμού, τα ακροδεξιά κόμματα μετριάζουν ορισμένες από τις πιο αποκρουστικές για τους ψηφοφόρους απόψεις τους.
Για παράδειγμα, μεγάλο μέρος της κεντροδεξιάς της Ευρώπης είναι τώρα τόσο σκληροπυρηνικό για τη μετανάστευση όσο και η ακροδεξιά – ενώ τα ακροδεξιά κόμματα είναι απασχολημένα με την διασφάλιση μιας οικονομικής πειθαρχίας, ρίχνοντας τους τόνους στον ευρωσκεπτικισμό τους και υποβαθμίζοντας την προηγούμενη υποστήριξή τους στη Ρωσία.
Στο πλαίσιο αυτό, ο ίδιος ο Wilders έχει πλέον αμβλύνει την πιο σκληροπυρηνική αντι-ισλαμική γλώσσα του, προφανώς με την ελπίδα να συμμετάσχει σε έναν συνασπισμό. Είτε ηγηθεί είτε όχι της επόμενης κυβέρνησης της Ολλανδίας, καταλήγει ο αρθρογράφος, οι εκλογικές του επιδόσεις είναι πάντως μια υπενθύμιση ότι σχεδόν το ένα τρίτο των Ευρωπαίων ψηφίζουν πλέον λαϊκιστικά, ακροδεξιά ή ακροαριστερά κόμματα.
[Geert Wilders’ victory confirms upward trajectory of far right in Europe]
BBC, Katya Adler
Η απροσδόκητα θριαμβευτική νίκη του αμφιλεγόμενου, ακροδεξιού πολιτικού Geert Wilders στις γενικές εκλογές της Τετάρτης στην Ολλανδία έβαλε φωτιά στα διεθνή πρωτοσέλιδα, παρατηρεί με τη σειρά του το BBC διερευνώντας τον αντίκτυπο που θα έχει η εξέλιξη αυτή για την Ευρώπη.
«Είναι όμως η επιτυχία του Geert Wilders τόσο ξεκάθαρη όσο φαίνεται;», διερωτάται το βρετανικό πρακτορείο. Ούτε και ο ίδιος δεν περίμενε να κερδίσει τόσες βουλευτικές έδρες και όλα δείχνουν ότι το Κόμμα Ελευθερίας του σημείωσε άνοδο στις κάλπες πολύ αργά στην προεκλογική εκστρατεία.
Αυτό που φαίνεται να προσέλκυσε τους Ολλανδούς ψηφοφόρους ήταν η εστίασή του στον περιορισμό της μετανάστευσης, την καταπολέμηση της ολλανδικής στεγαστικής κρίσης και τη βελτίωση των υπηρεσιών υγείας, ενώ δεν παρέλειψε να αμβλύνει την αντιμουσουλμανική ρητορική του καθώς πλησιάζουν οι εκλογές.
Τα συστημικά πολιτικά κόμματα έθεσαν επίσης τη μετανάστευση στο επίκεντρο των εκστρατειών τους. Αυτό φαίνεται ότι οδήγησε πολλούς Ολλανδούς ψηφοφόρους στο συμπέρασμα ότι μπορούν πλέον να ψηφίσουν και το «αυθεντικό», καθώς ο Wilders είναι αυτός που έχει κάνει την πιο δυναμική εκστρατεία για τη μετανάστευση στην πολιτική σκηνή της Ολλανδίας.
Επίσης, αρωγός προς τον Wilders στάθηκε, άθελά του, κι ένας από τους αντιπάλους του: Η Dilan Yesilgöz-Zegerius, ηγέτιδα του κεντροδεξιού VVD, άφησε ένα «παραθυράκι» ανοιχτό , κατά τη διάρκεια της εκστρατείας της, για να συμμετάσχει σε συνασπισμό με τον Wilders, βοηθώντας τον τελευταίο να αμβλύνει την εξτρεμιστική εικόνα του κόμματός του. Μέχρι τότε, τα συστημικά κόμματα της Ολλανδίας είχαν αποκλείσει την ιδέα να κυβερνήσουν μαζί του λόγω της φύσης της πολιτικής του.
Ωστόσο, συνεχίζει το δημοσίευμα, μπορεί ο Wilders να ηγείται πλέον του μεγαλύτερου κοινοβουλευτικού κόμματος της Ολλανδίας, δεν έχει όμως αρκετές έδρες για να σχηματίσει κυβέρνηση μόνος του και ως εκ τούτου θα χρειαστεί να ακολουθήσουν εβδομάδες επίπονων διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό μιας νέας κυβέρνησης.
Ο Wilders παραδέχτηκε ότι θα χρειαστεί να «κάνει πίσω» σε ορισμένες από τις πολιτικές του για μπορέσει να βρει κυβερνητικούς εταίρους. Και αυτή τη στιγμή, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα είναι ο επόμενος πρωθυπουργός της χώρας του.
- Εάν πάντως τα καταφέρει, εκτιμά ο αρθρογράφος, οι σύνοδοι κορυφής των ηγετών της ΕΕ θα μπορούσαν να γίνουν πιο τεταμένες και πιο αβέβαιες – για διάφορους λόγους. Ο Wilders έχει κάνει σκληρή εκστρατεία για να βγάλει την Ολλανδία από την ΕΕ. Ενώ παραδέχεται ανοιχτά ότι η ιδέα δεν είναι δημοφιλής στους περισσότερους Ολλανδούς ψηφοφόρους, μπορεί κάλλιστα να πιέσει για ένα δημοψήφισμα “Nexit” (έξοδος της Ολλανδίας από την ΕΕ) ούτως ή άλλως.
Επίσης, οι Βρυξέλλες ανησυχούν -και πρέπει να ανησυχούν- για την ενότητα της ΕΕ για να στηρίξει την Ουκρανία καθώς οι μήνες περνούν από την ευρείας κλίμακας εισβολή της Ρωσίας.
Αυτή η υποστήριξη είναι δαπανηρή και όπως οι ηγέτες της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας, ο Wilders είναι κατά της αποστολής περισσότερης στρατιωτικής βοήθειας στο Κίεβo λέγοντας χαρακτηριστικά ότι θέλει να βάλει «πρώτα την Ολλανδία». Ακόμη, θα τηρήσει σκληρή γραμμή για τις πολιτικές της ΕΕ για τη μετανάστευση και το άσυλο.
Ωστόσο, ο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι θα ήταν πολύ απλοϊκό να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα ότι η εκλογική επιτυχία του Geert Wilders δείχνει ότι τα «ακροδεξιά», «σκληρά δεξιά», «νατιβιστικά», «εθνικιστικά», «λαϊκιστικά» κόμματα – υπάρχουν τόσες πολλές ταμπέλες- «κυριεύουν την Ευρώπη», όπως σημειώνουν ορισμένοι σχολιαστές.
Το Κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης της Πολωνίας μόλις έχασε σε γενικές εκλογές, ενώ και το ισπανικό Vox Party απέτυχε να αποδώσει όσο είχε προβλεφθεί στις καλοκαιρινές εκλογές της Ισπανίας.
Είναι πάντως γεγονός ότι η μετανάστευση συν το κόστος ζωής – σχεδόν οπουδήποτε κι αν κοιτάξει κανείς σε όλη την Ευρώπη – αποτελούν πλέον κορυφαίες προτεραιότητες για τους ψηφοφόρους.
- Στη Γαλλία, το κόμμα της Marine Le Pen είχε κέρδη στις κοινοβουλευτικές εκλογές, το ακροδεξιό AfD της Γερμανίας βρίσκεται σταθερά στη δεύτερη και μερικές φορές στην πρώτη θέση στις δημοσκοπήσεις, ενώ το Λαϊκό Κόμμα της Αυστρίας σημειώνει επίσης υψηλά ποσοστά για άλλη μια φορά.
Αυτά τα κόμματα έχουν κάνει την αντιμεταναστευτική τους στάση να ακούγεται δυνατά και ξεκάθαρα. Ακόμα κι αν δεν μπουν στην κυβέρνηση, δημιουργούν πολιτική πίεση και ωθούν εκείνα που θεωρούνται πιο συστημικά κόμματα (όπως οι Σοσιαλδημοκράτες της Γερμανίας ή το κόμμα του Emmanuel Macron) πιο δεξιά σε θέματα μετανάστευσης και ασφάλειας.
Αυτό είναι ένα μοτίβο που βλέπουμε πλέον σε όλη την Ευρώπη. Ως εκ τούτου, καταλήγει το δημοσίευμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έκανε καλά να μην εμφανίζεται υπερβολικά απορριπτική για τον Geert Wilders και αυτό που μας λέει η εκλογική του επιτυχία για τους πολιτικούς ανέμους που πνέουν σε ολόκληρη την Ευρώπη.
[Geert Wilders’ victory in Netherlands election spooks Europe]
Le Figaro, Anne Rovan
«Κεραυνό στην Ολλανδία και προειδοποιητικό πυροβολισμό στις Βρυξέλλες, όπως και σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες», χαρακτηρίζει η δημοσιογράφος τη νίκη του ακροδεξιού κόμματος στην Ολλανδία, σημειώνοντας, ότι μετά την πρόσφατη νίκη του Robert Fico στη Σλοβακία και, προηγουμένως, εκείνη της Giorgia Meloni στην Ιταλία, υπάρχει ανησυχία για τις ευρωεκλογές τον Ιούνιο του 2024, μη παραλείποντας να υπογραμμίζει τα συγχαρητήρια των λαϊκιστών ηγετών της ΕΕ, από τη Marine Le Pen μέχρι τον Viktor Orban.
Για τη Sarah de Lange, ειδική στην ολλανδική πολιτική και καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ, «ένα μεγάλο ερώτημα είναι ποιος θα γίνει πρωθυπουργός, γιατί με τον Wilders σε αυτή τη θέση, η Ολλανδία θα βρεθεί σε μια αδύνατη κατάσταση διεθνώς».
Σε απόλυτους όρους, ο ακροδεξιός ηγέτης έχει πολλά χαρτιά για να κυβερνήσει τη χώρα, εκτιμά η δημοσιογράφος, αναλύοντας στη συνέχεια τις πιθανές συνεργασίες του Geert Wilders για την δημιουργία κυβέρνησης. Ωστόσο, κατά την άποψή της, αν ο Wilders θέλει να πείσει τους φιλελεύθερους, που είναι υπέρ των επιχειρήσεων και υπέρ του Κιέβου, θα πρέπει να αποκηρύξει το “Nexit” – την έξοδο της Ολλανδίας από την ΕΕ – και να αναθεωρήσει τις θέσεις του, σχετικά με την υποστήριξη της ΕΕ προς την Ουκρανία, της οποίας δεν είναι υπέρμαχος.
Για την ίδια, η εναλλακτική θα ήταν ένας συνασπισμός κατά του Wilders, μεταξύ του PVV και των άλλων κυβερνητικών κομμάτων, δηλαδή του PvdA/GL του Timmermans, του VVD και του NSC, αλλά, όπως σημειώνει, θα ήταν ένας πολύ περίεργος συνδυασμός, που θα μπορούσε να υποστηριχθεί μόνο εάν ο Timmermans συμφωνούσε να σκληρύνει τις θέσεις του, ιδιαίτερα στο θέμα της μετανάστευσης.
L’UE sous le choc après la victoire de l’extrême droite aux Pays-Bas
Karl De Meyer στην βελγική εφημερίδα Les Echos
Πρόκειται για «μέρος ενός θεμελιώδους κινήματος, που απειλεί τις μεγάλες ισορροπίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου», το οποίο επεσήμανε και ο σοσιαλιστής ευρωβουλευτής Raphaël Glucksmann στον Τ/Σ France 2, με την δήλωσή του, ότι «η ΕΕ βρίσκεται σε εξωτερικό και εσωτερικό κίνδυνο», αναφερόμενος στην πολεμική εκστρατεία της Ρωσίας και τη νίκη του ευρωσκεπτικιστικού λαϊκίστικου κόμματος Geert Wilders, γεγονός που, όπως υπογραμμίζεται, οι δημοσκοπήσεις δεν είχαν προβλέψει καθόλου και το οποίο προκάλεσε «ηλεκτροπληξία» μεταξύ των ευρωβουλευτών, που συνήλθαν στην ολομέλεια στο Στρασβούργο.
«Η περίπτωση της Ολλανδίας δεν είναι μεμονωμένη», τονίζει ο δημοσιογράφος, επισημαίνοντας την άνοδο στην ΕΕ, έξι μήνες πριν από τις ευρωεκλογές, των ακροδεξιών κομμάτων, όπως στη Μπρατισλάβα, όπου το SNS ανέλαβε την κυβέρνηση μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, αλλά και στην Πολωνία, όπου το PiS, παρόλο που δεν μπόρεσε να διατηρήσει την εξουσία, παρέμεινε ηγετικό κόμμα της χώρας.
Αναφέρεται επίσης σε χάρτη της Ευρώπης, που συνέταξε η γερμανική δεξαμενή σκέψης SWP και το οποίο δείχνει τη συμμετοχή ήδη κομμάτων της ακροδεξιάς και της σκληρής δεξιάς σε κυβερνήσεις σε έξι κράτη μέλη, ενώ σε πολλά άλλα βρίσκονται στην πρώτη ή στη δεύτερη θέση στις προθέσεις ψήφου, ιδίως στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Αυστρία.
«Μετά από μια φάση ριζώματος στα εθνικά κομματικά πεδία, πολλά ακροδεξιά κόμματα έχουν εισέλθει σε φάση προσέγγισης της εξουσίας, είτε ενσωματώνοντας άμεσα στελέχη, είτε παρέχοντας την υποστήριξή τους σε κυβερνήσεις μειοψηφίας, όπως στη Σουηδία.
Και στις δύο περιπτώσεις, η επιρροή τους είναι συχνά σημαντική», σημειώνει ο Benjamin Biard, Βέλγος ερευνητής στο CRISP (Κέντρο Κοινωνικοπολιτικής Έρευνας και Πληροφόρησης), τονίζοντας «τις επιτυχίες της στρατηγικής της αποδαιμονοποίησης και της αξιοπρέπειας, που διεξάγει για παράδειγμα η Marine Le Pen στη Γαλλία».
Επισημαίνεται η άποψη που εξέφρασε ο Stéphane Séjourné, πρόεδρος της κεντρώας ομάδας στο Ευρωκοινοβούλιο, σε συνέντευξη του στο Politico, πριν ακόμη μάθει το αποτέλεσμα των ολλανδικών εκλογών, ότι «Υπάρχει κίνδυνος η Ευρώπη να είναι ακυβέρνητη», εάν οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις του κοινοβουλίου του Στρασβούργου λάβουν λιγότερο από το 50% των ψήφων τον ερχόμενο Ιούνιο», καθώς και η δήλωση, χθες το πρωί, από τον σύμβουλό του, Antoine Guéry, ο οποίος διευκρίνισε, ότι «αυτό το σενάριο δεν είναι σίγουρα το πιο πιθανό, αλλά και μόνο το γεγονός, ότι είναι δυνατό να έχουμε μια μειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που εμποδίζει τα δημοκρατικά κόμματα να λειτουργήσουν, μας υποχρεώνει να προειδοποιήσουμε τους ψηφοφόρους». «Πρέπει να γνωρίζουν, ότι η ευρωπαϊκή μηχανή, σήμερα λειτουργική, δεν θα μπορούσε πλέον να είναι έτσι», τόνισε.
Ο Benjamin Biard τονίζει, ότι δεν πρόκειται απλά για μια ψήφο διαμαρτυρίας, επισημαίνοντας την ικανότητα των εν λόγω κομμάτων να παρασύρουν με τον αντισυστημικό τους λόγο την ψήφο των πολιτών, που έχουν μικρή εμπιστοσύνη στους δημοκρατικούς θεσμούς, αλλά και την υποστήριξη του για τις πτυχές της μετανάστευσης ή και της ασφάλειας που βρίσκονται στο επίκεντρο των προγραμμάτων τους. Μεταξύ των άλλων, ο ερευνητής εντοπίζει «μια αντίδραση σε κοινωνικοοικονομικές δυσκολίες ή ακόμα και ένα αίσθημα εγκατάλειψης από τα κυβερνητικά κόμματα».
Ο Eric Maurice, του Ιδρύματος Robert-Schuman, σημειώνει από την πλευρά του, ότι αυτές οι ακροδεξιές ομάδες εκμεταλλεύονται συχνά το ζήτημα του κλίματος και την ευρωπαϊκή πράσινη νομοθεσία, που τροφοδοτεί τη δυσαρέσκεια σε ορισμένες κατηγορίες του πληθυσμού, που αισθάνονται ότι απειλούνται, καθώς, όλα όσα σχετίζονται με το αυτοκίνητο, τα όρια ταχύτητας, τη θέρμανση, αποδεικνύονται πολύ ευαίσθητα.
Εφιστά δε την προσοχή τονίζοντας, ότι «πολλά πράγματα μπορούν ακόμα να συμβούν από τώρα και τότε, γεγονότα που θα μπορούσαν να αλλάξουν την πολιτική ατζέντα και αυτή των ΜΜΕ» και φέρνει για παράδειγμα, τη θεαματική πτώση του κινήματος αγρότη-πολίτη BBB στην Ολλανδία, μεταξύ Μαρτίου και Νοεμβρίου.
[A six mois des européennes, l’UE face à une poussée de l’extrême droite]
Τον κίνδυνο να επαναληφθεί αυτό που συνέβη στην Ολλανδία σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, που κυβερνώνται από «μπαρόκ συνασπισμούς», επισημαίνει και στο κύριο άρθρο της η εφημερίδας Les Echos, που υπογράφει η Lucie Robequain, χαρακτηρίζοντας το «καταστροφή για τον ευρωπαϊκό κινητήρα.»
Σήμερα, η σύγχυση είναι πλήρης: η Ευρώπη είναι ένας συνασπισμός χωρών, οι οποίες αποτελούνται από συνασπισμούς κομμάτων. Η δεξιά, η αριστερά, οι λαϊκιστές, οι φιλελεύθεροι και οι πράσινοι μοιράζονται την εξουσία, σύμφωνα με λίγο πολύ μπαρόκ αρχιτεκτονικές, σε σημείο που δεν ξέρουμε πλέον ποιο ρεύμα κυριαρχεί, σημειώνει, φέρνοντας ως παράδειγμα τη Γερμανία, την Ισπανία, τη Σουηδία και την Ιταλία, αλλά και τη Γαλλία, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Προσθέστε και τους Γάλλους που στέρησαν από τον πρόεδρό τους μια ξεκάθαρη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, και καταλαβαίνουμε καλύτερα γιατί η Ευρώπη διολισθαίνει.»
Υπογραμμίζει τη συσπείρωση των κρατών μπροστά σε μεγάλες κρίσεις, όπως αυτή του Covid, ωστόσο θεωρεί, ότι «πέρα από τη διαχείριση καταστροφών, οι 27 δεν έχουν πλέον ένα έργο μοτέρ, το είδος που κάνει την Ευρώπη να αγαπηθεί, όπως η δημιουργία του ευρώ, το Airbus, το Erasmus κ.λπ.»
Συγκρίνει δε την ΕΕ με τις ΗΠΑ, αναφέροντας: «Του χρόνου οι Αμερικανοί θα πάνε στις κάλπες για να επιλέξουν έναν πρόεδρο, που θα είναι ξεκάθαρα αριστερός ή δεξιός. Ένας πρόεδρος, που ό,τι και να σκεφτεί κανείς, θα χαράξει πορεία για τη χώρα. Όλα δείχνουν, ότι οι Ευρωπαίοι, μετά τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, θα εξακολουθούν να αναρωτιούνται, ποια είναι η πυξίδα τους.»
[Pays-Bas : cinquante nuances d’Europe]
Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και το κύριο άρθρο της Liberation, που υπογράφει η Alexandra Schwartzbrod, επισημαίνοντας τον κίνδυνο που εξαπλώνεται αργά αλλά σταθερά, σε όλη την Ευρώπη, τροφοδοτούμενος, όπως σημειώνει, από τη φοβία των ξένων, το αίσθημα υποβάθμισης των μεσαίων και λαϊκών στρωμάτων και του φόβου για το μέλλον, αυτά τα τρία στοιχεία συνδέονται συχνά σε πάρα πολλά μυαλά.
Με τα παραδοσιακά κόμματα να αγωνίζονται να καθησυχάσουν και να προσφέρουν ένα κοινωνικό έργο, ικανό να ενθουσιάσει τα πλήθη, πολλοί έρχονται να δοκιμάσουν μια ακροδεξιά, που κάνει τα πάντα για «να στολιστεί» με τις παγίδες της κανονικότητας, εκτιμά, προσθέτοντας, ότι αυτή η τάση είναι ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους που απειλούν την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη στιγμή που περισσότερο από ποτέ έχει την ανάγκη να είναι ισχυρή και σταθερή απέναντι στις μεγάλες κρίσεις, είτε πρόκειται για τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, την απειλή πανδημιών ή κλιματικής αλλαγής. «Υπάρχει κίνδυνος στο ευρωπαϊκό σπίτι, γι’ αυτό κάθε ψήφος στις εκλογές του Ιουνίου μετρά», τονίζει καταλήγοντας.
hellasjournal.com [De l’Italie aux Pays-Bas, l’inquiétante contagion de l’extrême droite]