Η Ελλάδα θύμα μιας ανόητης "πολιτικής ορθότητας".
Επί Ερντογάν, η στρατηγική της Άγκυρας είναι παγκόσμια. Χαράσσεται με την Τουρκία να αντιμετωπίζεται σαν το κέντρο του κόσμου. Στη στρατηγική αυτή είναι ενσωματωμένη και σε πρώτο πλάνο η ισλαμική διάσταση. Η φιλοδοξία της Τουρκίας να εκθρονίσει τη Σαουδική Αραβία ως εκπρόσωπο του σουνιτικού κόσμου, όχι μόνο έχει προωθηθεί ενεργά από το καθεστώς Ερντογάν, αλλά έχει παραγάγει και αποτελέσματα.Γράφει ο Ζαχαρίας Β. Μίχας
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Ο τελικός στόχος αυτής της πολιτικής εκφεύγει από την παραδοσιακή εξωτερική πολιτική των κρατών, με την έννοια ότι εμπεριέχει μια θρησκευτική-ιδεολογική διάσταση που αφορά το μέλλον της ανθρωπότητας. Εκεί ακριβώς εντοπίζεται και η ασάφεια στην αντιμετώπισή της από τους μεγάλους δρώντες του διεθνούς συστήματος, Οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Κίνα, αλλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν αποτύχει να αντιληφθούν πλήρως την πραγματική φύση της τωρινής τουρκικής στρατηγικής, με αποτέλεσμα η αντιμετώπιση να πάσχει από αντιφάσεις, οι οποίες επηρεάζουν την ελληνική εθνική ασφάλεια.
Παρότι η Ελλάδα αντιμετώπισε στην πράξη την εργαλειοποίηση από την Άγκυρα των μουσουλμανικών μεταναστευτικών ροών, δείχνει να μην αντιλαμβάνεται όλες τις διαστάσεις του προβλήματος. Οπότε δεν το αξιοποιεί διπλωματικά και μάλιστα σε μια περίοδο που το διεθνές περιβάλλον είναι εξαιρετικά δεκτικό απέναντι στα ελληνικά επιχειρήματα. Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, όταν η χρήση των μουσουλμανικών πληθυσμών υπερβαίνει ακόμα και από την απόπειρα εκβιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως θα εξηγηθεί στη συνέχεια.
Για λόγους πολιτικής ορθότητας η ελληνική πλευρά αντιστέκεται στην οφθαλμοφανή διαπίστωση ότι πρόβλημα ομαλής ενσωμάτωσης στις δυτικές κοινωνίες παρουσιάζουν σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί. Διότι η διατήρηση ηθών και εθίμων άλλων πληθυσμιακών ομάδων με βάση το εθνικό και όχι το θρησκευτικό συνεκτικό στοιχείο δεν δημιουργεί ιδιαίτερα προβλήματα στις δυτικές κοινωνίες. Η ειδοποιός διαφορά των μουσουλμανικών πληθυσμών είναι ότι πολλοί υιοθετούν εχθρική στάση απέναντι στις δυτικές αξίες και στον δυτικό τρόπο ζωής.
Διαστρέφοντας το νόημα αξιών και κοινωνικών κατακτήσεων που σχετίζονται με την ανεκτικότητα, παράνομοι και νομιμοποιημένοι μουσουλμάνοι μετανάστες διεκδικούν σαν δικαίωμα το να εγκαθιδρύσουν ισλαμικό τρόπο οργάνωσης της παρουσίας τους στις δυτικές κοινωνίες. Παράδειγμα, η απαίτηση ανοχής της χρήσης του ισλαμικού νόμου, της σαρία.
Επίσης, προσπαθούν να απαγορεύσουν στους χριστιανικούς πληθυσμούς που τους φιλοξενούν, όσα οι ίδιοι θεωρούν ότι προσβάλλουν την ισλαμική πίστη τους, όπως π.χ. η καμπάνα των εκκλησιών, η αποκαθήλωση εικόνων από δημόσιους χώρους. Τα οποία, φυσικά, ούτε κατά διάνοια δεν εξασφαλίζονται στους χριστιανούς που τυγχάνει να ζουν στις μουσουλμανικές χώρες από τις οποίες προέρχονται.
Η προσπάθεια μεταναστών να επιβάλουν στους γηγενείς τον δικό τους αξιακό κώδικα δεν είναι τίποτα περισσότερο από πολιτισμικό επεκτατισμό. Στην πραγματικότητα, ενώ οι χριστιανικοί πληθυσμοί κατά κανόνα δείχνουν ανεκτικότητα με σκοπό την ειρηνική συνύπαρξη, δεν ισχύει το ίδιο για πολλούς μουσουλμάνους. Το πρόβλημα είναι η αντίληψη του φονταμενταλιστικού Ισλάμ, ότι άπαντες πλην των μουσουλμάνων είναι άπιστοι. Αυτή η πεποίθηση εμπεριέχει το σπέρμα της σύγκρουσης.
Η τουρκική στρατηγική αξιοποιεί προσεκτικά όλα αυτά τα στοιχεία και επιδιώκει να υπονομεύσει την ειρήνη στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών. Πέραν των δυσκολιών ενσωμάτωσης των Τούρκων μεταναστών που μεταπολεμικά εγκαταστάθηκαν ως εργάτες στη Γερμανία, η ρητορική Ερντογάν απευθύνεται όχι μόνο στους Τούρκους μετανάστες, αλλά συνολικά στις μουσουλμανικές κοινότητες των δυτικών χωρών. Επιχειρεί να τις μετατρέψει σε μοχλό για την προώθηση στόχων της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Στο πλαίσιο αυτό αξιοποιείται και η πολυπληθής κοινότητα Τούρκων μεταναστών που εγκαταστάθηκαν μεταπολεμικά στη Γερμανία ως εργάτες. Στόχος της Άγκυρας είναι να επηρεάσει το πολιτικό σύστημα μέσω της κατευθυνόμενης ψήφου των τουρκικής εθνικότητας Γερμανών πολιτών.
Μια Τουρκία ηγέτιδα του σουνιτικού Ισλάμ σε συνδυασμό με τους υψηλούς ρυθμούς γεννήσεων στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που ζουν στην Ευρώπη, δημιουργεί συνθήκες για την άσκηση επιρροής στην Ευρώπη. Εάν, μάλιστα, συνεχιστεί η μαζική παράνομη μετανάστευση, υπό το πρόσχημα της προσφυγικής ιδιότητας, αναπόφευκτα θα αλλάξει σε βάθος χρόνου η ίδια η φυσιογνωμία της Ευρώπης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις παγκόσμιες ισορροπίες.
Κάποτε η Δύση αρνήθηκε τη βοήθεια στο Βυζάντιο και αυτό κατέρρευσε (1453). Μερικές δεκαετίες μετά, τα οθωμανικά στίφη βρίσκονταν στις πύλες της Βιέννης (1529) και παρέμειναν συνολικά περί τα 150 χρόνια. Αυτό το ιστορικό γεγονός ίσως εξηγεί και τη στάση της σημερινής αυστριακής κυβέρνησης απέναντι στην Τουρκία. Το πρόβλημα είναι ότι η πολιτική ορθότητα των Αθηνών δεν της επιτρέπει να αξιοποιήσει αυτά τα επιχειρήματα για την ανάγκη τερματισμού του νεοοθωμανικού επεκτατισμού, η στόχευση του οποίου είναι πολύ ευρύτερη από αυτό που συνειδητοποιείται στην Ελλάδα.
Η δυσάρεστη πραγματικότητα που περιγράψαμε αποκαλύπτει ότι η αντιμετώπιση της αποσταθεροποιητικής τουρκικής συμπεριφοράς με ανοχή και ημίμετρα στρέφεται εναντίον των συμφερόντων ασφαλείας του Δυτικού Κόσμου. Η γεωγραφία έχει καταδικάσει την Ελλάδα να βρίσκεται στο σύνορό του και να υφίσταται πρώτη την επεκτατική πίεση και του τουρκικού επεκτατισμού και της ισλαμικής μεταναστευτικής επέλασης.