Του Πέτρου Χασάπη
Υπάρχουν δύο τρόποι μιας
ιδεολογικής κατασκευής, με την οποία καλεί κάποιο κόμμα μια μερίδα του λαού να
ταυτιστεί μαζί του. Ο πρώτος είναι να υπάρχει μια καλή ιδέα, η οποία όμως να
μην ανταποκρίνεται στην
υπάρχουσα πραγματικότητα και να προσπαθεί να πείσει να αλλάξουμε την
πραγματικότητα (δηλαδή όσο η πραγματικότητα δεν συμφωνεί μαζί μας, τόσο το
χειρότερο για την πραγματικότητα). Ο δεύτερος παίρνει ως έχει την υπάρχουσα
πραγματικότητα και απλά της δίνει τις πολιτικές, κοινωνικές και φιλοσοφικές
διαστάσεις που θέλει και με τον τρόπο αυτό, προσπαθεί να πείσει πιο εύκολα τις
λαϊκές μάζες. Πολλοί φιλόσοφοι, όπως π.χ. ο Πλάτων με την «Ιδανική Πολιτεία»
του, ακολούθησαν τον πρώτο τρόπο. Άλλοι όμως, όπως π.χ. ο Μάρξ, ακολούθησαν το
δεύτερο τρόπο, άσχετα αν στο τέλος δεν έλαβαν υπόψη όλες τις παραμέτρους της
πραγματικότητας και η ιδεολογία τους απέτυχε.
Επειδή είναι αδύνατο και δεν
πρέπει φυσικά να μείνουμε μόνο στα στενά πλαίσια της ελληνικής «πραγματικότητας»,
αλλά να λάβουμε υπόψη μας τη συνολική διεθνή πραγματικότητα, έχω να πω τα εξής:
Η διεθνής οικονομική ελίτ
ασφυκτιά, αυτή τη στιγμή, από τα εμπόδια που προβάλουν διάφορα εθνικά κράτη και
οι μη ελεγχόμενες απόλυτα εθνικές κυβερνήσεις, στους στόχους της, που είναι: ελεύθερη
διακίνηση κεφαλαίων, εμπορευμάτων και εργασίας, χωρίς κανένα εθνικό εμπόδιο. Θα
μπορούσαμε σήμερα να προσθέσουμε και την ελεύθερη διακίνηση της ψηφιακής
πληροφορίας και των υπηρεσιών του διαδικτύου. Όταν το internet είναι
σε κάθε σπίτι, όταν το κινητό είναι σε κάθε χέρι, όταν το GPS από το διάστημα χαράζει την πορεία
ενός ατόμου, όταν το άτομο μπορεί να καταναλώνει προϊόντα από κάθε γωνιά της
γης κ.λ.π. τότε η διεθνής οικονομική ελίτ, που τα κινεί και τα χειρίζεται
όλα αυτά, βλέπει ως απόλυτο εμπόδιο στα συμφέροντά της τον κάθε (ασήμαντο
γι΄ αυτήν) εθνικό πολιτικό που προτάσσει τη βούληση και το συμφέρον της εθνικής
κοινωνικής του ομάδας. Εδώ πρέπει να επικεντρωθούμε.
Όπως ακριβώς ασφυκτιούσαν οι
κεφαλαιοκράτες, στην αυγή της βιομηχανικής επανάστασης, από τα φεουδαρχικά
κρατίδια, τα οποία και τελικά διέλυσαν χρησιμοποιώντας ως όπλο τους
ίδιους τους εργαζόμενους (δουλοπάροικους) σ’ αυτά, τους οποίους τελικά
τους πήραν από τα κτήματα για να τους πάνε στα εργοστάσιά τους, έτσι ασφυκτιούν
και οι σύγχρονοι διεθνείς οικονομικοί ολιγάρχες και χρησιμοποιούν, μεταξύ
άλλων, ως βασικό τους όπλο τους παράνομους μετανάστες για να διαβρώσουν
και να διαλύσουν τα εθνικά κράτη.
Τα μέλη της σύγχρονης διεθνούς
ελίτ, τα οποία αναγκαστικά ανήκουν σε μια εθνικότητα κάποιου εθνικού κράτους, δεν
νοιάζονται καθόλου, ούτε για την εθνικότητά τους, ούτε για το εθνικό τους
κράτος, εκτός ολίγων εξαιρέσεων (π.χ. γερμανική οικονομική ελίτ κ.λ.π.).
Θεωρούν τους εαυτούς τους μεγέθη παγκόσμιου βεληνεκούς, άρχοντες του πλανήτη
και τους απλούς ανθρώπους απλές αναλώσιμες «καταναλωτικές μηχανές». Μεταξύ όμως
αυτών και των απλών ανθρώπων, παρεμβάλλονται τα οργανωμένα εθνικά κράτη, δηλαδή
οι εθνικές νομοθεσίες και οι εθνικές κυβερνήσεις. Συνασπίζονται λοιπόν τα μέλη
της διεθνούς ελίτ και διαπλέκονται μεταξύ τους δημιουργώντας έτσι μια πανίσχυρη
διεθνή νεοφιλελεύθερη οικονομική εξουσιαστική ελίτ η οποία κινείται πλέον
αυτόνομα έξω από τα εθνικά κράτη. Έχουν καταφέρει να εξαρτήσουν τα εθνικά κράτη
απόλυτα από τα συμφέροντά τους. Από τον δανεισμό ενός κράτους από τους ίδιους,
από την αξιολόγηση της πιστοληπτικής του ικανότητας, από την επιβολή διάφορων
περίεργων διεθνών συνθηκών (δήθεν για τη διεθνή συνεργασία), από την υποκίνηση
για επιβολή εμπάργκο ή και πρόκληση πολέμου για το «απείθαρχο» κράτος, μέχρι τον
έλεγχο και την προμήθεια και του τελευταίου προϊόντος. Αλλά επειδή εντός των
εθνικών κρατών υπάρχουν πολιτικές φωνές και αντισυμβατικά πολιτικά κόμματα που
αντιδρούν σε όλο αυτό το πράγμα, έχει γίνει πλέον εμπόδιο ακόμα και η ίδια η
ύπαρξη των εθνικών κρατών στην ακόρεστη φιλοδοξία, των μελών της διεθνούς ελίτ,
για κυριαρχία του πλανήτη, μέσω της οικονομικής τους ισχύος.
Η Πολιτειολογία διδάσκει ότι οι
πηγές της εξουσίας είναι τέσσερις: α) το χρήμα, β) η ψήφος, γ) η βία και δ) η
κοινωνική θέση. Τη διεθνή ελίτ προφανώς και δεν την ενδιαφέρει η ψήφος, ούτε η
κοινωνική θέση. Αναζητεί την εξουσία μέσω του χρήματος και όπου απαιτηθεί και της
χρήσης βίας. Επομένως, το θέμα είναι πρωτίστως οικονομικό.
Είδαμε λοιπόν πως η διεθνής
οικονομική ελίτ που βασίζει την εξουσία της στο χρήμα, έχει φύγει έξω από τα
όρια του εθνικού κράτους, αντίθετα η πολιτική εξουσία η οποία πηγάζει από τις εθνικές
εκλογές, δηλαδή την ψήφο, εξακολουθεί να είναι κλεισμένη μέσα στα όρια του
εθνικού κράτους (και δεν θα μπορούσε, με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, να γίνει
αλλιώς) υποχωρώντας συνεχώς στις αφόρητες πιέσεις της διεθνούς οικονομικής
ελίτ, οι οποίες εκδηλώνονται μεν στο προσκήνιο γεωστρατηγικά, ως κρατικά
συμφέροντα, αποκρύπτοντας όμως τα πραγματικά οικονομικά συμφέροντα που τις
υποκινούν στο παρασκήνιο.
Όπως σωστά παρατηρεί ο σύγχρονος
φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας, σχετικά με τα πιο πάνω, το οικονομικό είναι πλέον
πλανητικό έξω από τα εθνικά όρια, ενώ το πολιτικό παραμένει εθνικό εντός των
εθνικών ορίων, με περιορισμένη δυνατότητα παρέμβαση στο διεθνές γίγνεσθαι.
Η μετακίνηση πληθυσμών είτε με
την πρόκληση πολέμων, είτε με το δέλεαρ καλύτερης ζωής και την ταυτόχρονη
προστασία των μετακινούμενων προσφύγων και παράνομων μεταναστών, από τα όργανα
της διεθνούς ελίτ (ΜΜΕ, ΜΚΟ, δήθεν ή και πραγματικά ευαισθητοποιημένες
προσωπικότητες, επιβολή θεσμικής προστασίας από τις εθνικές κυβερνήσεις κ.λ.π.)
είναι, όπως είδαμε, ένα από τα βασικότερα όπλα της διεθνούς ελίτ που έχει στόχο
τη διάβρωση των εθνικών κρατών και εν τέλει την ελεύθερη διακίνηση της
δουλεμπορικής εργασίας, η οποία εργασία από προστατευόμενο δημόσιο αγαθό,
μετατρέπεται πλέον σε ιδιωτικό εμπόρευμα, υπαγόμενο στην εξουσία των διεθνών
αγορών.
Άλλα όπλα για τις «απείθαρχες»
κυβερνήσεις είναι, ο κανονικός πόλεμος, τα εμπάργκο, οι αξιολογήσεις της
πιστοληπτικής ικανότητας, ο χρηματιστηριακός πόλεμος που διαλύει τα εθνικά
χρηματιστήρια, ο πόλεμος των ισοτιμιών των νομισμάτων, ο πόλεμος των spreads που διαλύει τα εθνικά
ομόλογα και την εθνική πιστοληπτική ικανότητα κ.λ.π.
Η σύγχρονη και πολιτικά «άνεργη»
νεοαριστερά βρήκε τρόπο πολιτικής επιβίωσης μέσα από τον εθνομηδενισμό, της
κατάργησης των εθνικών συνόρων και την αυτόκλητη «προστασία» της ελεύθερης
διακίνησης της δουλεμπορικής εργασίας, τάχα από ευαισθησία για τα δικαιώματα
όσων υποκινούνται να εισβάλουν απροκάλυπτα, ανεξέλεγκτα και παράνομα εντός
άλλων εθνικών κρατών.
Η δε σύγχρονη νεοφιλελεύθερη
Νεοδεξιά, βρίσκεται στον φυσικό της πολιτικοοικονομικό «βιότοπο» υποστηρίζοντας
με πάθος την ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων της διεθνούς ελίτ και την
ανεξέλεγκτη (από άποψη ποιότητας και τιμών) διακίνηση των εμπορευμάτων και πάλι
της διεθνούς ελίτ.
Παρατηρούμε ότι, εθνομηδενιστική
Νεοαριστερά και νεοφιλελεύθερη Νεοδεξιά ακολουθούν τον ίδιο βηματισμό, εναντίον
των εθνικών κρατών, εξυπηρετώντας και οι δύο τα ίδια αφεντικά, τα ίδια διεθνή συμφέροντα
της ίδιας ελίτ.
Η αριστερά η οποία δεν υπάρχει
πλέον, παρά μόνο ως «ταμπέλα», κατόρθωσε, ως πιο οργανωμένη και πεινασμένη για
εξουσία, να καταλάβει το χώρο της Δεξιάς, ικανοποιώντας τα εγχώρια και τα
διεθνή συμφέροντα αποτελεσματικότερα.
Προς το εσωτερικό όμως του
εθνικού κράτους, και οι δύο, μη έχοντας προς το παρόν να πουλήσουν πολιτικά
κάποιο νέο ιδεολογικό προϊόν στους αγνοούντες αυτή την πραγματικότητα οπαδούς
τους, εξακολουθούν να ανταγωνίζονται εντελώς θεατρικά, μέσα στο παλιό γνώριμο
στους πολίτες πολιτικό πλαίσιο «Αριστερά – Δεξιά». Πολιτικό πλαίσιο, με το
οποίο έχουν ενταχθεί στην πολιτική οι μέχρι τώρα γενιές και το οποίο μόνο αυτό
γνωρίζουν, γι’ αυτό και πέφτουν θύματα του επικοινωνιακού θεάτρου. Ξέρουν (Δεξιά
και Αριστερά κόμματα) ότι ενσυνείδητα εμπαίζουν το λαό, αλλά δεν έχουν άλλη
επιλογή. Όποιος πολιτικός ή νεότευκτο κυρίως κόμμα αμφισβητήσει αυτόν τον
παραλογισμό και ζητήσει την επιστροφή στην παλιά κανονικότητα του εθνικού
κράτους, αυτόματα και αναγκαστικά έρχεται αντιμέτωπο με ολόκληρο το ανωτέρω,
θεατρικά πλέον συντηρούμενο κατασκεύασμα «Δεξιά - Αριστερά», κατατάσσεται είτε
στην άκρα δεξιά είτε στην άκρα αριστερά, θεωρείται έξω από το «δημοκρατικό τόξο»
και βάλλεται σκληρά από ολόκληρο το σύστημα (ως φασίστας, ακραίος, ρατσιστής,
ξενοφοβικός κ.λ.π.).
Όμως, ένα ευφυές νεότευκτο κόμμα,
αν θέλει να παραμείνει στο πολιτικό σκηνικό και να επιτύχει με υπομονή και
επιμονή, πρέπει να μην στρέφεται άμεσα και αποκλειστικά κατά των άλλων κομμάτων
του τόξου «Δεξιά - Αριστερά» (π.χ. ως προδοτών), αλλά έμμεσα, συμβαδίζοντας με
την πραγματικότητα. Δεν πρέπει δηλαδή να αναλωθεί καταδεικνύοντας μόνο τις
αντιλαϊκές επιλογές των κομμάτων του τόξου, ωσάν αυτές να προέρχονταν από
αυτόνομη πολιτική βούληση ή τις παράδοξες «προδοτικές» συμπεριφορές, αλλά να
καταδείξει τους πραγματικούς εντολείς των κομμάτων – εντολοδόχων του τόξου. Δεν
πρέπει να στρέφεται αποκλειστικά εναντίων των παράνομων μεταναστών και έτσι να
δίνει υπαρξιακή δικαιολόγηση και πολιτικό άλλοθι στα κόμματα του τόξου, για να
κατηγορούν το ίδιο ως ακραίο. Αλλά να καταγγείλει τους πραγματικούς υποκινητές
των μεταναστών και στη συνέχεια τα κόμματα – εντολοδόχους (του τόξου), που
διεκπεραιώνουν τη βούληση των υποκινητών και η οποία φυσικά βούληση είναι η
διάλυση της ντόπιας εθνικής κοινωνίας και η ελεύθερη διακίνηση της
δουλεμπορικής εργασίας. Δηλαδή το πρόβλημα στην πραγματικότητα δεν είναι η ανύπαρκτη
αυτόνομη βούληση του πολιτικού αντιπάλου, αλλά το ποιος του επιβάλει να πράξει
με έναν ορισμένο τρόπο και εν τέλει, για ποιο λόγο αυτός το ακολουθεί αυτό που
του επιβάλλεται. Και ο οποίος λόγος φυσικά δεν είναι άλλος από την προσωπική
αγωνία των μελών του τόξου για πολιτική επιβίωση και απόλαυση των προνομίων της
εξουσίας.
Όταν για παράδειγμα η γερμανική
κυβέρνηση επιβάλει μια ορισμένη πολιτική στη δική μας κυβέρνηση, δεν πρέπει να
μείνουμε μόνο στο να κατηγορούμε την κυβέρνηση, ωσάν αυτή να δρα αυτόνομα. Αλλά
θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι όχι μόνο η ελληνική κυβέρνηση, αλλά ακόμα και
η γερμανική κυβέρνηση εκτελούν εντολές της διεθνούς (τουλάχιστον ευρωπαϊκής)
οικονομικής ολιγαρχίας και ταυτόχρονα θα πρέπει να αναζητηθεί για να μάθει ο
λαός, για ποιο λόγο η ελληνική κυβέρνηση τις εκτελεί ως υπνωτισμένη. Καθώς και
αν μπορεί η τελευταία να δράσει αντίθετα με τα συμφέροντα της εγχώριας
παρασιτικής ελίτ.
Ναι μεν λοιπόν, φταίνε τα «κόμματα
του τόξου» που ακολουθούν μια συγκεκριμένη αντιλαϊκή και αντεθνική πολιτική,
αλλά ταυτόχρονα θα πρέπει κάθε αντισυστημικό – αντισυμβατικό κόμμα να σταθεί πάνω
από αυτό και να καταγγείλει πρωτευόντως τους πραγματικούς διατάκτες – εντολείς και
δευτερευόντως τα κόμματα - εντολοδόχους, που για χάρη της κομματικής τους επιβίωσης
(δηλαδή της ησυχίας από την «τιμωρία» της διεθνούς οικονομικής ελίτ και την
ταυτόχρονη στήριξή τους από την δική μας εθνική οικονομική ελίτ), εκτελούν
πειθήνια τις έξωθεν εντολές.
Πόσο πιο απλά θα μπορούσε άραγε
να γραφτεί αυτό για να γίνει κατανοητό;
Ναι μεν έχουμε φοβερό πρόβλημα με
τους παράνομους μετανάστες, αλλά αυτοί είναι το όπλο κι εμείς πρέπει να δούμε
και να κτυπήσουμε εκείνους που τους χρησιμοποιούν ως όπλο για τη διάλυση της εθνικής
κοινωνίας μας, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να προστατευθούμε και από το ίδιο το όπλο.
Ναι μεν μας πρόδωσαν με το
Μακεδονικό (έρχεται το Αιγαίο κ.λ.π.), αλλά θα πρέπει να δούμε που εντάσσεται
αυτή η ενέργεια σε βάρος μας και ποιοι στην πραγματικότητα είναι πίσω από αυτή
και ποια συμφέροντα εξυπηρετεί. Το πρόβλημα λοιπόν, δεν είναι μόνο μεταξύ
κρατών, αλλά βαθύτερα οικονομικό και συμφέρει πολλούς ολιγάρχες του πλανήτη.
Εν κατακλείδι, αν θέλουμε να μιλήσουμε
για μια εύληπτη ιδεολογική πλατφόρμα, η οποία όμως να ανταποκρίνεται στην
πραγματικότητα θα λέγαμε το εξής:
Εντός του κλειστού εθνικού
κράτους είχαμε το οικονομικό δίπολο «Ελίτ vs Κοινωνίας», πάνω στο οποίο
στήθηκε το πολιτικό δίπολο «Δεξιά – Αριστερά». Τώρα στην εποχή της εφορμούσας
παγκοσμιοποίησης έχουμε το νέο πραγματικό οικονομικό δίπολο «Διεθνής Ελίτ
vs
Εθνικής Κοινωνίας». Και το χειρότερο είναι ότι ο εχθρός δεν είναι μόνο
απέναντι και έξω από τα τείχη (εθνικά σύνορα), αλλά είναι και εντός των τειχών,
αφού τη διεθνή ελίτ την συναποτελούν τα ισχυρότερα τμήματα της κάθε εθνικής
ελίτ. Έχουμε δηλαδή εντός των τειχών τον «Δούρειο Ίππο», την «πέμπτη φάλαγγα» η
οποία, χωρίς να γίνεται αντιληπτή από το λαό, ανοίγει τις «Κερκόπορτες» στη
διεθνή οικονομική ολιγαρχία.
Όπως είπαμε, ένα από τα
ισχυρότερα όπλα που εκτοξεύει η διεθνής ελίτ εναντίον των εθνικών κοινωνιών
είναι η παράνομη ανεξέλεγκτη (από τις εθνικές κοινωνίες) μετανάστευση, είτε με
την πρόκληση τοπικών πολέμων και τη δημιουργία προσφυγικών ροών, είτε
καλλιεργώντας προσδοκίες για καλύτερη ζωή. Ταυτόχρονα στήνει διεθνείς και
τοπικές ΜΚΟ για διευκόλυνση των ανεξέλεγκτων μεταναστευτικών ροών, χρησιμοποιεί
τα διεθνή και εθνικά ΜΜΕ για να δημιουργεί ενοχές και να απονέμει κακόφημες
«ταμπέλες» σε όσους αντιστέκονται, ενώ επιπλέον στήνει διεθνείς συνθήκες, όπως
αυτή του Μαρακές, με την οποία χαρακτηρίζεται η μετανάστευση ανθρώπινο δικαίωμα
και απειλείται ποινική τιμωρία σε όποιον ασκήσει κριτική στη μετανάστευση,
καθώς και κλείσιμο όποιου ΜΜΕ τολμήσει να κριτικάρει τη μετανάστευση. Με λίγα
λόγια, ολόκληρο το διεθνές και εγχώριο σύστημα κυρίως της μιντιακής ελίτ
επιβάλει φασιστικά στις κοινωνίες την ενιαία σκέψη. Έτσι κάθε
αντίθετη άποψη θεωρείται γραφική, αιρετική, ακραία, οπισθοδρομική και
επικίνδυνη, τρομάζοντας έτσι τους ψηφοφόρους.
Θα πρέπει να αναρωτηθούμε, γιατί
άραγε, ξαφνικά στις αρχές του 21ου αιώνα εμφανίστηκε το φαινόμενο
της ανεξέλεγκτης παράνομης μετακίνησης ολόκληρων πληθυσμών;
Όπως είπα, πιστεύω πως, όπως οι
πρώτοι μεγαλοαστοί μεγαλοβιομήχανοι, προκειμένου να διαλύσουν τα φεουδαρχικά
κρατίδια που στέκονταν εμπόδιο στην ελεύθερη διακίνηση των εμπορευμάτων τους σε
ευρύτερες ενιαίες αγορές, χρησιμοποίησαν τους εργαζόμενους στα φέουδα
(δουλοπάροικους) για να επαναστατήσουν και να ανατρέψουν το φεουδαρχικό
σύστημα, δημιουργώντας τα εθνικά κράτη, έτσι και τώρα οι διεθνείς ολιγάρχες,
προκειμένου να διαλύσουν τα εθνικά κράτη που στέκονται εμπόδιο στη δημιουργία
μιας ενιαίας παγκόσμιας αγοράς, για την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων,
εμπορευμάτων και εργασίας (δηλαδή στην αύξηση του πλούτου τους και την
κυριαρχία τους στον πλανήτη), χρησιμοποιούν τις μεταναστευτικές ροές (και όχι μόνο φυσικά) για να διαβρώσουν και να
δυναμιτίσουν τις κατά τόπους εθνικές κοινωνίες, ώστε να ανοίξουν ελεύθερα τα
εθνικά σύνορα και να καταργηθούν οι εθνικοί έλεγχοι, δημιουργώντας έτσι το
φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης. Φυσικά στο τέλος οι παρακινούμενοι και
μετακινούμενοι παράνομοι μετανάστες, θα έχουν την τύχη των δουλοπάροικων. Οι
τελευταίοι παρακινήθηκαν να επαναστατήσουν εναντίον του αφέντη φεουδάρχη για να
καταλήξουν τελικά στα αστικά κέντρα δούλοι του νέου αφέντη εργοστασιάρχη -καπιταλιστή.
Αυτό είναι το νέο
πολιτικοοικονομικό δίπολο που στην πραγματικότητα συγκρούεται αυτή τη στιγμή,
όμως δυστυχώς τα μέλη των κατά τόπους
εθνικών κοινωνιών δεν το αντιλαμβάνονται πλήρως ή και καθόλου, λόγω κυρίως της
δράσης των ΜΜΕ (διεθνών και τοπικών), που όπως είπαμε, επιβάλουν φασιστικά την
ενιαία σκέψη.
Οι παλιές λοιπόν εθνικές
πολιτικές ελίτ (δεξιές και αριστερές), οι οποίες στην ουσία διευκόλυναν το
φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης με τους νόμους που ψήφισαν, με τις διεθνείς
συνθήκες που υπέγραψαν και με τους διεθνείς οργανισμούς που έφτιαξαν, δεν
μπορούν τώρα να κάνουν κάτι άλλο από το να αποδεχτούν αυτή την κατάσταση και
απλά (μη έχοντας κάτι άλλο να πουλήσουν πολιτικά), συνεχίζουν θεατρικά να
παίζουν στο παλιό εθνικό δίπολο «Δεξιά – Αριστερά», γιατί με αυτό έχουν
ενταχθεί οι μάζες στην πολιτική μέχρι σήμερα και αυτό μόνο γνωρίζουν.
Οποιοσδήποτε άλλος που τάσσεται υπέρ της προστασίας της εθνικής κοινωνίας, της
πατρίδας και του εθνικού κράτους και προκειμένου να μην αφυπνίσει συνειδήσεις,
αυτόματα στιγματίζεται ως ακραίος από το παλιό σύστημα και βάλλεται από τα συστημικά
ΜΜΕ.
Όμως, παρόλη την προσπάθεια των
ΜΜΕ και χάρη στο διαδίκτυο, αυτή η σύγχρονη διπολική πραγματικότητα, έχει
αρχίσει να συνειδητοποιείται από πολλούς πολίτες, ιδιαίτερα από τους πιο ευφυείς
εξ αυτών και υπάρχει σε λανθάνουσα κατάσταση, σε μεγάλο μέρος του εκλογικού
σώματος. Ακόμα και μεταξύ της εξαγορασμένης και φοβισμένης πνευματικής ελίτ,
άρχισαν κάποιοι να ψιθυρίζουν τα πιο πάνω. Επομένως, εδώ αναπτύσσεται, έστω σε
λανθάνουσα ακόμα μορφή, μια πολιτική συγκυρία για τη δημιουργία αντισυμβατικών
πολιτικών σχημάτων με σίγουρο πολιτικό μέλλον. Δημιουργείται ήδη ένας ιδεολογικός
καμβάς (πλαίσιο), πάνω στο δίπολο «Διεθνής Ελίτ vs Εθνικής Κοινωνίας»,
στο οποίο θα αναδυθούν οι νέες πολιτικές δυνάμεις του 21ου αιώνα.
Μπορεί αυτό τώρα να φαντάζει μακρινό, εξ αιτίας κυρίως της ενιαίας σκέψης που
επιβάλει η «ομερτά» των ΜΜΕ, αλλά κάποια στιγμή το «απόστημα» θα σπάσει.
Η αντίπαλη θέση, στην πιο πάνω
σύγχρονη διεθνή πραγματικότητα, είναι η επιστροφή της ελληνικής συνέχειας στην
παγκόσμια ιστορία, που διακόπηκε κατά την Αναγέννηση και όχι η συνέχεια των
δημιουργημάτων της βιομηχανικής επανάστασης. Δεν μπορούμε να σταματήσουμε την
παγκόσμια εξέλιξη και την πρόοδο, μπορούμε όμως να της δώσουμε το νόημα που της
πρέπει υπέρ του ανθρώπου. Και αυτό στην πράξη σημαίνει επιστροφή της κοινωνίας
στο πολιτικό σύστημα. Δηλαδή θεσμική
και οικονομική θωράκιση της κοινωνίας μας, μεταφέροντας τη δύναμη, από μια
ευάλωτη στη διεθνή ελίτ συγκεντρωτική πολιτική εξουσία, προς τα κάτω προς τη
βάση της κοινωνίας.
Είναι ακριβώς το αντίθετο από
αυτό που κάνει αυτή τη στιγμή κυρίως η Νέα Δημοκρατία και από αυτό που έκανε
πριν λίγο καιρό ο ΣΥΡΙΖΑ.