Ένα ζήτημα που αποτέλεσε αντικείμενο πολλαπλής διαμάχης στη διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων, ήταν το εάν και κατά πόσο ο σοσιαλισμός είναι ένα κίνημα ηθικής ανάπλασης, ή αποτελεί μια προοπτική ανάπτυξης της ίδιας της κοινωνίας που στηρίζεται στην επιστημονική της ανάλυση.
Πρόκειται για τη γνωστή διαμάχη ανάμεσα στον “ηθικό σοσιαλισμό” και τον “επιστημονικό σοσιαλισμό”, ανάμεσα στον νεοκαντιανισμό και τον μαρξισμό, ανάμεσα στα επηρεαζόμενα από τον Καντ ρεύματα του σοσιαλισμού, όπως είναι ο αυστρομαρξισμός και η μαρξιστική συνέχεια του Χεγγελιανισμού.Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε λεπτομερώς στην επιχειρηματολογία, σύμφωνα με την οποία ο Μαρξ ενσωμάτωσε στην ίδια την αξία του εμπορεύματος την αρχή της εκμετάλλευσης. Αντικείμενο της εκμετάλλευσης στην καπιταλιστική οικονομία γίνονται οι εργαζόμενοι ως μισθωτοί εργάτες, δηλαδή εκείνοι οι οποίοι πωλούν την εργατική τους δύναμη στους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής. Σύμφωνα, λοιπόν, με τη μαρξιστική προσέγγιση η εκμετάλλευση αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό του καπιταλιστικού συστήματος. Η υπέρβασή της μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την κατάργηση του ιδίου του συστήματος.
Δίχως να υπεισέλθουμε σε αξιολογικές κρίσεις, σημειώνουμε ότι μετά την εγκατάλειψη του μαρξισμού, η σοσιαλδημοκρατία ακολούθησε αντιθέτως τον λεγόμενο δρόμο της “κοινωνικής δικαιοσύνης”. Ασχολήθηκε, δηλαδή, με το πρόβλημα της αναδιανομής του εισοδήματος στην προσπάθειά της να περιορίσει τις ανισότητες που δημιουργούσε η καπιταλιστή αγορά. Έτσι, βρέθηκε να ασχολείται με το ζήτημα της διανομής και όχι της παραγωγής.
Η θεωρία της δικαιοσύνης
Το πρόβλημα μετατέθηκε και από τη θεωρία της αξίας οδηγήθηκε στην αναζήτηση μιας θεωρίας της δικαιοσύνης. Το κοινωνικό πρόβλημα της αλλαγής, ή της μετεξέλιξης του καπιταλιστικού συστήματος μετατράπηκε σε πρόβλημα δικαιότερης κατανομής του εισοδήματος. Θα πρέπει, όμως, να σημειωθεί κατ’ αρχάς ότι το πρόβλημα αυτό δεν αποτελεί αποκλειστικό χώρο ενασχόλησης μιας σοσιαλδημοκρατικής θεωρίας. Ως τέτοιο υπήρχε ήδη καταγραμμένο, έστω και περιθωριακά, στη σκέψη του πρώιμου φιλελευθερισμού (Τζον Λοκ), από όπου ανασύρθηκε για να αποτελέσει την προβληματική του σύγχρονου δημοκρατικού φιλελευθερισμού (Τζον Ρώλς, Ρόναλντ Ντουόρκιν), όπως χαρακτηριστικά δείχνει ο Αλαίν Ρενώ.Μάλιστα, και αυτό είναι το κυρίαρχο στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι όποιες συστηματικές συμβολές, που συνέβαλαν στη διαμόρφωση μιας υποτυπώδους –in senso lato– θεωρίας της Δημόσιας Σφαίρας, προήλθαν πρωταρχικά από τη μεριά της φιλελεύθερης σκέψης και όχι από τη σοσιαλιστική σκέψη. Στο σημείο αυτό προκύπτει ένα πρόβλημα που με ένταση έθεσε ο Ντανιέλ Μπέλ. Αφορά την ανυπαρξία συνολικής θεώρησης για τη Δημόσια Σφαίρα.
Και από τη μεριά της σοσιαλδημοκρατίας «δεν έχουμε ολοκληρωμένη θεωρία της οικονομίας και της πολιτικής της δημόσιας διαχείρισης. Δεν έχουμε κοινωνιολογία των δομικών συγκρούσεων μεταξύ τάξεων και κοινωνικών ομάδων πάνω στο κρίσιμο ζήτημα της φορολογίας. Δεν έχουμε πολιτική φιλοσοφία (με εξαίρεση του Τζον Ρωλς), η οποία να επιχειρεί μια θεωρία κατανεμητικής δικαιοσύνης βασισμένη στην κεντρική θέση του δημόσιου νοικοκυριού μέσα στην κοινωνία».
Πηγή: