Ο κλόουν στο τσίρκο είναι ένας αστείος χαρακτήρας… ή τουλάχιστον,
τέτοιος προορίζεται να είναι. Με τις τούμπες, τα χάχανα, τις καραμούζες,
τις τούρτες που τρώει στα μούτρα, ο κλόουν είναι η ενσάρκωση ενός
κακομοίρη που παθαίνει όλα εκείνα που ελπίζουμε να μη πάθουμε εμείς. Το
σημαντικό είναι ότι επιζεί. Και ότι ποτέ δεν ταπεινώνεται αρκετά. Αρκεί
κάτι τέτοιο για να μας κάνει να γελάμε μαζί του; Υποθέτω πως ναι.
Φαίνεται όμως πως ο γλυκός, κωμικός και φαινομενικά ακίνδυνος κλόουν
έχει γίνει το αντικείμενο μιας τόσο γενικά εξαπλωμένης φοβίας, που
γέννησε την ανάγκη για λογοτεχνικά έργα, αλλά απέκτησε και δικό της
όνομα: Coulrophobia, ή ελληνιστί κωλοβαθριστοφοβία, που σημαίνει “φοβία αυτού που περπατά πάνω σε ξυλοπόδαρα”.
Το φαινόμενο είναι αρκετά περίπλοκο για να μην είναι ενδιαφέρον. Ας το δούμε λίγο πιο αναλυτικά:
Σύντομη αναδρομή
Οι κλόουν έρχονται από πολύ παλιά, από τα αρχαία χρόνια. Γνωρίζουμε μάλιστα από επιγραφές και αγάλματα ότι μια φυλή πυγμαίων, γνωστών και ως Dangas, διασκέδαζαν τους φαραώ με κλόουν στην αρχαία Αίγυπτο, γύρω στο 2500 π.Χ., ενώ γελωτοποιοί της βασιλικής αυλής έδιναν παραστάσεις στην Κίνα από το 1800 π.Χ. περίπου. Και στην αρχαία Ελλάδα και στην αρχαία Ινδία οι γελωτοποιοί αφθονούσαν την ίδια περίπου περίοδο. Οι κλόουν όμως όπως τους ξέρουμε σήμερα, έχουν τις ρίζες τους στην commedia dell’ arte, η οποία εμφανίστηκε το 16° αιώνα ως μέρος της παράδοσης του καρναβαλιού. Στις παλαιότερες κωμωδίες ο κλόουν ονομαζόταν Αρλεκίνος. Από την αρχή της εμφάνισής του φορούσε σκισμένα ρούχα και μαύρη μάσκα, αλλά με τον καιρό ο Αρλεκίνος εξελίχθηκε σε κομψό γυναικοκατακτητή και ο ρόλος του κλόουν πέρασε στα χέρια του Πιερότου.
Οι κλασικοί κλόουν του τσίρκου εμφανίζονται στα τέλη του 19ου αιώνα και η εικόνα γίνεται όπως την ξέρουμε σήμερα στις αρχές του 20ου: το αρχέτυπου του σημερινού κλόουν είναι ο Auguste, ο «κόκκινος κλόουν», με το εξωφρενικό κοστούμι, το έντονο μακιγιάζ με την κόκκινη μύτη και το τεράστιο χαμόγελο, την θεόρατη περούκα και τα κωμικά γιγάντια παπούτσια. Ο λόγος όλης αυτής της υπερβολής στην εμφάνιση είναι απλούστατος: οι κλόουν προορίζονταν να γίνονται ορατοί από μεγάλη απόσταση, καθώς διασκέδαζαν μεγάλα πλήθη σε ανοιχτούς χώρους. Περίπου ό,τι ισχύει και για το αρχαίο θέατρο σε κάθε χώρα δηλαδή: το μακιγιάζ, η μάσκα, το κοστούμι υπογραμμίζει την ύπαρξη μιας μακρινής παρουσίας.
Ο πρώτος “επώνυμος” κλόουν ενσαρκώθηκε από τον Joseph Grimaldi, ο οποίος καθιέρωσε και το ολόλευκο μακιγιάζ στο πρόσωπο. Έγινε μάλιστα τόσο διάσημος, που ο λευκοπρόσωπος κλόουν του έγινε σήμα κατατεθέν και ονομάστηκε, προς τιμήν του, “Joey”.
Η αγγλική λέξη clown, που κατέληξε να καθιερωθεί σαν όρος παγκοσμίως, έρχεται από το μακρινό 1560 όπου σήμαινε “χωρικός, αγροίκος”. Την συναντάμε γραπτώς για πρώτη φορά (πού αλλού;) στον Σαίξπηρ, όπου Κλόουν ονομάζονται ανόητοι χαρακτήρες τόσο στον Οθέλλο όσο και στο Χειμωνιάτικο Παραμύθι.
Σύγχρονοι κλόουν
Αρχές του εικοστού αιώνα και η Βόρεια Αμερική βρίθει απλοϊκών τύπων. Γίνονται πολλά νούμερα στα τσίρκα της εποχής, πολλά από τα οποία παραμένουν κλασικά έως σήμερα. Ο κλόουν εδώ, πλην της αστείας του εμφάνισης, αποκτά και μια όψη παραμελημένη, μια όψη αστέγου, μελαγχολική και που επισύρει γέλιο και οίκτο ταυτόχρονα. Χαρακτηριστικότατο παράδειγμα ο Σαρλό του Charlie Chaplin στην ταινία The Tramp του 1914, ένα χαμίνι, ένας αλητάκος με τονισμένα χαρακτηριστικά και ένα άκρως κλοουνίστικο κοστούμι αλλά και φέρσιμο. Ο σύγχρονος κλόουν είναι ένας συμπαθής κακομοίρης, πάμπτωχος αλλά και σχετικά απατεωνίσκος, στα πλαίσια που του επιτρέπεται.
Το 1953 ο Κλόουν Dodo του Red Skelton στην ταινία The Clown, παρουσιάζει έναν κλόουν με ένα τραγικό χαρακτηριστικό: πρόκειται για έναν αστείο ανθρωπάκο με πρόβλημα αλκοολισμού.
Στην Αμερική, ο κλασικός Auguste, ο κόκκινος κλόουν, παραμένει το αρχέτυπο: στα τέλη του 1950 κυριαρχεί ο Bozo, ένας ιδιαίτερα αγαπητός κλόουν με δικό του τηλεοπτικό σόου που κράτησε 18 ολόκληρα χρόνια κι έγινε αγαπητός σε ολόκληρο το έθνος.
Μάλιστα “γέννησε” και μια φιλανθρωπική οργάνωση: το 1960 δημιουργείται το Clown Care, μια δράση κατά την οποία διάφοροι κλόουν επισκέπτονται παιδιά που νοσηλεύονται σε νοσοκομεία με σκοπό την ηθική αναπτέρωση και διασκέδαση των μικρών αρρώστων. Ήταν δημοφιλής για αρκετά χρόνια, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80, οπότε και σταμάτησε.
Ίσως ο μακροβιότερος κλόουν της αμερικανικής βιομηχανίας όμως να μην στοχεύει στην διασκέδαση των παιδιών, αλλά στην (κάκιστη) διατροφή τους: ποιος θα αρνηθεί ότι ο Ronald McDonald, που γεννήθηκε από την επιρροή του Bozo το 1963 και ενσαρκώθηκε από τον ίδιο ηθοποιό, τον Willard Scott, είναι ένας από τους κύριους λόγους της τεράστιας επιτυχίας της ομώνυμης αλυσίδας φαστ φουντ; Ο McDonald με την σειρά του “γέννησε” τη μόδα των κλόουν των παιδικών πάρτι, αλλά πυροδότησε και τη φαντασία των καλλιτεχνών, που με πρωτοστατούντα τον Stephen King, δημιούργησαν τον μύθο του σατανικού κλόουν. Ποιος ξεχνά τον Pennywise του It;
Ο σατανικός κλόουν δεν είναι τόσο αστείος
Το κοστούμι του κλόουν, τα υπερμεγέθη χαρακτηριστικά προσώπου, τα τεράστια άκρα του προορίζονται να βγάζουν γέλιο. Βγάζουν όμως; Όσο μπορούν να θεωρηθούν κωμικά, άλλο τόσο μπορούν να θεωρηθούν και τερατώδη, χαρακτηριστικά ενός παραμορφωμένου πλάσματος. Οι εκφράσεις υπερβολικής χαράς και ευτυχίας προσομοιάζουν με εκείνες του τρόμου ή της τρέλας. Μπορεί λοιπόν να απέχουν παρασάγγας από το ευχάριστο συναίσθημα που θέλουν να προκαλούν. Αντ’ αυτού, μπορεί να τρομοκρατήσουν τόσο βαθιά ένα παιδί, που να το στιγματίσουν με μια φοβία που θα το ακολουθήσει και στην ενήλικη ζωή του.
Στην Τεχνολογία, υπάρχει ο όρος Uncanny Valley, με μια ελληνική αντιστοιχία “Αφύσικο Πεδίο”. Ορίζει κυρίως την μεγάλη, ανθρωπομορφική ομοιότητα ενός αντικειμένου, όπως ενός ρομπότ ή ενός παιχνιδιού, σε σημείο που να γίνεται αποδέκτης συναισθηματικών αντιδράσεων. Τα μικρά παιδιά έχουν μεγάλη πιθανότητα αποδοχής ενός “μαγικού” αντικειμένου, και έτσι να του αποδίδουν ανθρώπινα χαρακτηριστικά και ιδιότητες, όπως π.χ. μπορεί ένα παιδί να επικοινωνεί με την κούκλα του. Ο κλόουν λοιπόν ανήκει σε αυτήν την ενδιάμεση γραμμή μεταξύ αληθινού ανθρώπου και αντικειμένου με ανθρωπόμορφα χαρακτηριστικά, και που σε συνδυασμό με την ακραία συμπεριφορά του μπορεί να δημιουργήσει βαθιά σύγχυση σε ένα παιδί.
Το αρχέτυπο του σύγχρονου Σατανικού Κλόουν εμφανίστηκε πρώτη φορά με το μυθιστόρημα του King, όπως αναφέραμε νωρίτερα, τη δεκαετία του 1980. Λέγεται πως η ιστορία ήταν εμπνευσμένη από έναν αληθινό κλόουν-εγκληματία: τον serial killer John Wayne Gacy, που έγινε γνωστός το 1978 ως Killer Clown. Έκτοτε η ποπ κουλτούρα ασχολήθηκε πολύ με το ζουμερό θέμα του τρομακτικού κι επικίνδυνου σκοτεινού κλόουν: ήδη από το 1940 στα κόμικς του Batman κυριαρχούσε η γελωτοποιός αδίστακτη φιγούρα του Joker, αλλά τo 1989 απογειώνεται με την κινηματογραφική του ενσάρκωση από τον τρομερό Jack Nicholson. To 1988 κυκλοφορεί το Killer Clowns from Outer Space, μια κωμωδία τρόμου με εξαιρετικά γλαφυρό (και έητις) θέμα και τίτλο. Οι Simpsons παρωδούν την ίδια εποχή τον αγαπητό Bozo με μια δική τους εκδοχή: τον ανώμαλο και ανήθικο Krusty the Clown. Κι αυτά είναι μόνο η αρχή. Τίτλοι με παρόμοια θεματολογία κατακλύζουν την παγκόσμια show biz: Out of the Dark (1988), Clownhouse (1989), It (1990), Carnival of Souls (1998), The Clown at Midnight (1999), Camp Blood (2000), Killjoy (2000), S.I.C.K. Serial Insane Clown Killer (2003), Fear of Clowns (2004), Within the Woods (2005), Coulrophobia (2006), Secrets of the Clown (2007), 100 Tears (2007), Clownstrophobia (2009), The Last Circus (2010), Klown Kamp Massacre (2010), Gingerclown (2012), Stitches (2012), Sloppy the Psychotic (2012), Bongo: Killer Clown (2014) και Clown (2014), με φυσικά τελευταία την καινούρια, κινηματογραφική εκδοχή του It (2017), για να καταλήξει στον μάστερ King, από τον οποίο ξεκίνησε, όλη τούτη η φρικιαστική παράτα.
Πηγή: