Ο ρόλος των παραμυθιών στη σύγχρονη εποχή...

Είναι τρομακτική και με ανυπολόγιστες ακόμα συνέπειες η διαπίστωση ότι η παιδική ηλικία ή τουλάχιστον τα βασικά συστατικά της τείνουν να περιοριστούν στις μέρες μας. Τα παιδιά βιάζονται να μεγαλώσουν, για να εισέλθουν σε μια παρατεταμένη εφηβεία, και οι γονείς, αποκομμένοι από τα ενοποιητικά, παραδοσιακά στοιχεία, που δόμησαν την οικογένεια, σε συμβολικό και πραγματικό επίπεδο, επιτείνουν με τις πραγματιστικές επιλογές τους τη δυσοίωνη αυτή κατάσταση.


Η παιδικότητα είναι συνυφασμένη με το μαγικό, το άρρητο και το υπερφυσικό. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το μύθο, τον ανθρωπομορφισμό και τον ανιμισμό, με άλλα λόγια με την παρηγορητική αφήγηση-το παραμύθι. Η ίδια η λογική αναπτύσσεται ως αντιπαραβολή προς το φανταστικό και χωρίς αυτό μένει κενό γράμμα και οικοδόμημα δίχως στέρεες ρίζες.
Η εξιστόρηση, η αναπαλαισίωση της πλοκής, η στιχομυθία, η ποιητικότητα, συνιστώσες, που δημιούργησαν το θέατρο και πολλές μορφές τέχνης και που διατήρησαν αλώβητες στα παραμύθια, έχουν αντικατασταθεί από την άχρωμη παράθεση δεδομένων, από τον περιληπτικό λόγο και την απύθμενη αιτιοκρατία.
Τα κυρίαρχα ψηφιακά μέσα της εποχής μας και τα ΜΜΕ δεν συντηρούν μυστικά, καταπνίγοντας την παιδική αγνότητα. Αποκαλύπτουν τα ανούσια και συγκαλύπτουν τα ουσιαστικά, αδιαφορώντας για την ψυχοσύνθεση και την ηλικία του τηλεθεατή-χρήστη-αναγνώστη-ακροατή.
Η πληροφορία σήμερα είναι σύντομη, δυναμική, παραπεμπτική. Έχει απωλέσει την ελκυστικότητα βασισμένη στην αληθοφάνεια. Οι αρχετυπικές αξίες, τα ινδάλματα και οι παραδοχές, που γαλούχησαν την ανθρωπότητα, παρουσιάζονται με τον πιο απροκάλυπτο και πεζό τρόπο, αποστεγνωμένα από το λυρισμό, την εφευρετικότητα της διήγησης, το παράδοξο, το απρόσμενο και το λυτρωτικό.
Οι κλασικοί ήρωες αντικαταστάθηκαν σταδιακά από βίαιους χαρακτήρες σε κόμικς και οι πριγκίπισσες εκθρονίστηκαν από καταναλωτικές, νευρωτικές φιγούρες, που εμποτίζουν τα παιδιά με άγχος και ένταση. Το ευτυχισμένο τέλος των παραμυθιών, η κάθαρση, έδωσε τη θέση του στο κενό, που συνοδεύει τα σύγχρονα υποκατάστατα, ενώ η αποκοπή από το φυσικό κόσμο αντικατοπτρίζεται στην έλλειψη αναφορών σε πλάσματα της γης, της θάλασσας και του αέρα, που παλιότερα συνόδευαν με καταλυτικούς ρόλους τους κεντρικούς ήρωες στις περιπέτειές τους. Στα παραμύθια μπορεί κανείς να ανακαλύψει την ίδια την πορεία του ανθρώπινου είδους, που ταυτίζεται με θαυμαστό τρόπο με το δρόμο του παιδιού προς την ενηλικίωση.
Δεν υπάρχει λαός χωρίς παραμύθια, ενώ πολλές από αυτές τις αφηγηματικές ιστορίες έχουν περάσει τα σύνορα και έχουν εξελιχθεί σε πανανθρώπινους μύθους. Οι χαρακτήρες τους αλλάζουν μορφή, ανάλογα με τη χρονική περίοδο, που εξελίσσονται, αλλά πάντοτε απεικονίζουν όλους τους κοινωνικούς τύπους, τις ανισότητες, τη διαφορετικότητα, την παράδοση, το λαϊκό πολιτισμό και τον κοινό αγώνα για επιβίωση.
Μέσα από αντιθετικές έννοιες αναδεικνύεται η πάλη του καλού και του κακού, ο θάνατος και ο έρωτας, η πλεονεξία, ο αλτρουισμός, η ομορφιά και η ασχήμια, η δικαιοσύνη, η ύβρις και η νέμεσις.
Όλη η φύση συμμετέχει στα πάθη των ηρώων και χαίρεται όταν επέρχεται η λύτρωση. Γιατί τα παραμύθια αρχικά πλάθονταν για να απευθυνθούν σε ενηλίκους και όχι σε παιδιά. Πάντοτε είχαν διδακτικό χαρακτήρα και κατά πολλούς τρόπους αποτελούσαν μορφή ψυχανάλυσης. Η ανάμνηση του αγαπημένου παραμυθιού δεν είναι τυχαία, αλλά αποκαλύπτει καθηλωμένες ελπίδες, υποσυνείδητους φόβους, απωθημένες ενορμήσεις. Αποτελεί το συνεκτικό κρίκο με την παιδική ηλικία και την επιθυμία της επιστροφής στην ασφάλεια και την ξεγνοιασιά της.
Γι’ αυτό, διαφορετική η επίδρασή των παραμυθιών, όταν αποδέκτης είναι ένα παιδί που έχει κακοποιηθεί και άλλη, όταν ομιλούν σε εκείνο, που περνά μια ασθένεια. Τα παραμύθια αξιοποιήθηκαν από το σχολείο για παιδαγωγικούς-εκπαιδευτικούς λόγους (γλωσσική εξάσκηση, δημιουργική έκφραση, αντίληψη σχημάτων λόγου, επεξεργασία εμπειριών του παρελθόντος, παιγνιοθεραπεία, θεατρικές αναπαραστάσεις, τελετουργίες, αναπλάσεις ιστοριών, καλλιέργεια της φαντασίας), αλλά και από την ψυχολογία για θεραπευτικούς σκοπούς: Τα παιδιά ταυτίζονται με τους ήρωες και μαθαίνουν να διαχειρίζονται με συμβολικό τρόπο, μέσα από υιοθέτηση ρόλων και από απόσταση τα δικά τους πάθη, τις αγωνίες, τους φόβους και τις ανασφάλειες.
Το παραμύθι είτε ως σύντροφος του παιδιού πριν τον ύπνο, παράλληλα με τα νανουρίσματα, είτε ως οικογενειακό μυθιστόρημα, είτε ως θεατρική απόλαυση συνέδεε πάντοτε τα μέλη της εκτεταμένης ή πυρηνικής οικογένειας μεταξύ τους και κυρίως τον παππού και τη γιαγιά με τα εγγόνια, εγκαθιδρύοντας δεσμούς ακλόνητους στο χρόνο και εξισορροπώντας τις διαγενεακές αντιθέσεις.
Σήμερα, η επέλαση της μονογονεϊκότητας, ο περιορισμός του χρόνου παραμονής και των δύο γονέων στην εστία για οικονομικούς-επαγγελματικούς λόγους, η γεωγραφική απομάκρυνση, ο απομονωτισμός που επιβάλλει η τηλεόραση και ο υπολογιστής, η καταπόνηση του παιδιού από τις εξωσχολικές δραστηριότητες, ο εξοβελισμός του παραμυθιού ως αναχρονιστική μορφή αλληλεπίδρασης και κυρίως οι ψευδεπίγραφες προοδευτικές παιδαγωγικές θεωρήσεις, οδηγούν στην αποξένωση και στην εξασθένηση των συναισθηματικών αποθεμάτων της οικογένειας με ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην ψυχοσύνθεση και τη δημιουργικότητα.
Τα παραμύθια ανέκαθεν συνέδεαν τη νέα γενιά με την παράδοση, με τα λαογραφικά και ιστορικά στοιχεία περασμένων εποχών και κοινωνιών, που έχουν παρέλθει. Με την αλληγορία τους μεταλαμπάδευαν τις αγωνίες και τους πόθους των ανθρώπων από τα παλιά στους σύγχρονους, διασφαλίζοντας τη συνέχεια του πολιτισμού.
Μα πάνω από όλα διακήρυτταν την ευάλωτη φύση του ανθρώπου, ο οποίος παρά τους μετασχηματισμούς του παρέμεινε το ίδιο αδύναμο πλάσμα, που χρειάζεται την αλληλεγγύη, τη συμπαράσταση, την παραμυθία και την συμπόρευση του μαγικού με το πραγματικό, για να επιβιώσει.

Πηγή: