Η δολοφονία του δημοσιογράφου, Τζαμάλ Κασόγκι και οι αλλεπάλληλες, φρικώδεις αποκαλύψεις για το αποτρόπαιο έγκλημα που διαπράχθηκε μέσα στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη κυριαρχεί στη διεθνή ειδησεογραφία και ταράζει τη Δύση.
Πολλοί εστιάζουν στην δυσκολία του Ριάντ να αντιδράσει με πειστικό τρόπο – αφού τα γεγονότα φαίνεται να διαψεύδουν τις όποιες εξηγήσεις προσπαθεί να δώσει. Την ίδια στιγμή όμως παρατηρείται και μια μεγάλη αμηχανία στην αντίδραση των χωρών της Δύσης, με πρώτη αυτή των ΗΠΑ.
Η
απάντηση για αυτή την αμηχανία δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι
απλή αφού οι σχέσεις χωρών της Δύσης με το σαουδαραβικό βασίλειο είναι
περίπλοκες, πολυδιάστατες και όχι πάντα ξεκάθαρες. Πώς θα μπορούσαν να
είναι άλλωστε όταν μιλάμε για τα συμφέροντα και τις συμμαχίες στη Μέση
Ανατολή. Πχ για τις ΗΠΑ, όπως δηλώνει ο Ντόναλντ Τραμπ το Ριάντ είναι ένας πολύτιμος σύμμαχος
στη μάχη κατά της τρομοκρατίας, για πολλούς ακόμη είναι είναι επίσης
είναι μια μεγάλη δύναμη στη Μέση Ανατολή που στέκεται απέναντι στο Ιράν
κ.ο.κ. Και αυτές είναι μόνο οι «επίσημες» εξηγήσεις.
Πέραν όλων αυτών όμως υπάρχουν πάντα και οι εμπορικές σχέσεις, οι business. Δεν είναι λοιπόν παράδοξο το γεγονός πως αυτές τις μέρες, οι ηγέτες αρκετών χωρών ερωτώνται εάν εξετάζουν το ενδεχόμενο να σταματήσουν έστω να αναβάλλουν τις εξαγωγές όπλων στη Σαουδική Αραβία
τον σάλο που ξέσπασε με τη δολοφονία του δημοσιογράφου. Oύτε είναι
τυχαίο πως ακτιβιστές, ΜΚΟ και πολίτες σε αρκετές χώρες ασκούν πιέσεις
για να σταματήσουν οι εξαγωγές όπλων.
Η Γερμανία είναι η πρώτη που το έπραξε ενώ ο Τραμπ δεν θέλει ούτε να ακούσει κάτι
τέτοιο, σπεύδοντας με κάθε ευκαιρία να τονίσει πως οι όποιες
«βιαστικές» κυρώσεις σε βάρος του Ριάντ θα ήταν ένα μεγάλο λάθος. Άλλοι
ηγέτες απλά προσπαθούν να αποφύγουν την ερώτηση...
Φυσικά, θα πρέπει να είναι κάποιος εξαιρετικά αφελής για να πιστέψει πως όσο σημαντική και εάν είναι η υπόθεση Κασόγκι-
δεδομένου ότι αποκαλύπτει σε όλο της το «μεγαλείο» τις σκοτεινές
πρακτικές του σαουδαραβικου καθεστώτος και φέρνει εκ νέου στην επιφάνεια
την ισοπεδωτική περιφρόνησή της σε θέματα όπως ο σεβασμός των πολιτικών
δικαιωμάτων- είναι και ικανή να σταματήσει τα εξοπλιστικά deals της Δύσης με την Σαουδική Αραβία.
Το γεγονός όμως ότι το θέμα συζητείται ανοιχτά αυτές τις μέρες, συνιστά
και την υπέρτατη ειρωνεία, όταν δεν τίθεται στο προσκήνιο με την ίδια
ένταση τη στιγμή που τα όπλα που πωλούνται στη Σαουδική Αραβία,
στοχεύουν την Υεμένη και ευθύνονται για την απώλεια ανθρώπινων ζωών
ακόμη και μικρών παιδιών που αν δεν πεθάνουν από σφαίρες ή βόμβες
κινδυνέυουν να πεθάνουν από ασιτία.
Ας δούμε λοιπόν ποιες είναι οι χώρες από τις αγοράζει όπλα η Σαουδική Αραβία και για τι συμφωνίες μιλάμε.
Πόσα ξοδεύει η Σαουδική σε αμυντικές δαπάνες;
Η υπόθεση της δολοφονίας του Κασόγκι ενίσχυσε το ενδιαφέρον των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης για το μέγεθος των αμυντικών δαπανών της Σαουδικής Αραβίας αλλά και για το ποιες χώρες είναι οι μεγαλύτεροι προμηθευτές τους.Η Σαουδική Αραβία δαπανά κατά μέσο όρο το 10% του ΑΕΠ σε αμυντικές δαπάνες και φαίνεται διατεθειμένη να παραγγείλει ακόμη περισσότερα όπλα από τις ΗΠΑ. Πολλοί βέβαια παρατηρούν πως αυτό που ενδιαφέρει το Ριάντ είναι να «αγοράσει» με αυτές τις συμφωνίες, επιρροή στην Ουάσινγκτον όσο και το να μετατρέψει τη Σαουδική Αραβία σε αδιαμφισβήτητη, κυρίαρχη στρατιωτική δύναμη στη Μέση Ανατολή. Το εάν και κατά πόσο το ύψος των αμυντικών δαπανών είναι βιώσιμο, έχει αμφισβητηθεί από διάφορους αναλυτές, κυρίως επειδή η χώρα προσπαθεί να μειώσει την εξάρτηση της οικονομίας της από πετρέλαιο.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείο Εθνικής Άμυνας της χώρας, η Σαουδική Αραβία το 2017 ξόδεψε 224 δισεκ και για το 2018 υπολογίζεται πως θα ξοδέψει 210 δισεκ όπως φαίνεται και το infographic του Statista.
Η σχέση πωλητή-πελάτη μεταξύ ΗΠΑ και Σαουδικής Αραβίας
Μεταξύ των πολλών δηλώσεων του Τραμπ για το θέμα, τις τελευταίες δύο εβδομάδες, υπάρχει και μια στην οποία σχολιάζει πως θα ήταν «ανόητο» να ακυρώσει συμφωνίες για την πώληση όπλων στην Σαουδική Αραβίαεξαιτίας
της υπόθεσης της δολοφονίας του Κασόγκι. Όπως εξήγησε, κάτι τέτοιο θα
έβλαπτε τις ΗΠΑ και μια μερίδα του εργατικού δυναμικού της χώρας,
περισσότερο απ′ ό,τι θα έβλαπτε το Ριάντ. Και φυσικά γνωρίζει πάρα πολύ
καλά τι λέει.
Ας δούμε λοιπόν τα διαθέσιμα στοιχεία:- Οι συμφωνίες ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας αφορούν τανκς, φρεγάτες, πυραυλικά συστήματα και συστήματα ραντάρ συνολικής αξίας 110δισεκ. δολαρίων μόνο τα τελευταία χρόνια. Τα συμβόλαια μάλιστα για την πώληση όπλων είναι όλο και μεγαλύτερα την τελευταία πενταετία και η αύξηση στις πωλήσεις ξεκίνησε μάλιστα επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα.
Στο infographic του Statista που ακολουθεί- και βασίζεται στα στοιχεία του Sipri (Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης) είναι εμφανής η στενή σχέση που έχουν σφυρηλατήσει τα τελευταία χρόνια οι δύο χώρες. Φυσικά τα όπλα που πωλούνται από τις ΗΠΑ χρησιμοποιούνται και στον πόλεμο στην Υεμένη που μαίνεται τέταρτη συνεχή χρονιά. Τα παρουσιάζονται είναι σε TIV (trend-indicator value), που αφορά το γνωστό κόστος παραγωγής μονάδας για όπλα και αντανακλά τη συναλλαγή που αφορά τους στρατιωτικούς πόρους αντί για την οικονομική αξία αυτής. - Τα στοιχεία (ποσά) που παρουσιάζονται είναι σε TIV (trend-indicator value), που βασίζεται στο γνωστό κόστος παραγωγής ανά μονάδα των οπλικών συστημάτων αλλά αντικατοπτρίζει την μεταβίβαση στρατιωτικών πόρων εν συνόλω αντί για την οικονομική αξία των συστημάτων που μεταβιβάστηκαν.
- Σύμφωνα με τα στοιχεία του Sipri, η Σαουδική Αραβία είναι επίσης ο μεγαλύτερος πελάτης των ΗΠΑ σε ό,τι αφορά της πωλήσεις όπλων ενώ ακολουθούν με πολύ μεγάλη διαφορά η Αυστραλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και το Ισραήλ.
- Βέβαια θα πρέπει να σημειωθεί πως όσο και αν ο Τραμπ επιμένει πως η Σαουδική Αραβία αποτελεί έναν πολύτιμο σύμμαχο των ΗΠΑ, την άποψη του δεν την συμμερίζονται οι πολίτες των ΗΠΑ. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση τoυ YouGov έρευνα, φαίνεται πως η συντριπτική πλειοψηφία των Αμερικανών δεν εμπιστεύονται το Ριάντ. Αυτό μάλιστα πριν καν ξεσπάσει το σκάνδαλο με τη δολοφονία του Τζαμάλ Κασόγκι. Για την ακρίβεια, μόλις το 4% των πολιτών των ΗΠΑ θεωρούν πως η Σ.Αραβία είναι σύμμαχος χώρα, ένα 23% θεωρεί πως είναι φιλική χώρα, ένα 27% μη φιλική χώρα και ένα 15% εχθρική. Το μεγαλύτερο βέβαια ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απόψεις των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων που είναι και αυτοί σε υψηλά ποσοστά δύσπιστοι προς την Σαουδική Αραβία.
Σαουδική Αραβία, ο μεγαλύτερος πελάτης του Ηνωμένου Βασιλείου
Φυσικά οι ΗΠΑ δεν είναι η μόνη χώρα με αυξημένες πωλήσεις όπλων στη Σαουδική Αραβία. Την περίοδο 2007-2017 οι μεγαλύτερες εξαγωγές όπλων από το Ηνωμένο Βασίλειο είχαν ως παραλήπτη επίσης το Ριάντ. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Sipri και όπως φαίνεται στο infographic του Statista, η Σαουδική Αραβία είναι μακράν ο καλύτερος και μεγαλύτερος πελάτης του Λονδίνου ενώ ακολουθούν με πολύ μεγάλη διαφορά οι ΗΠΑ και η Ινδία. Το δε Ηνωμένο Βασίλειο είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων του Ριάντ για την περίοδο 2013-2017, όπως επισημαίνει το BBCσε σχετικό δημοσίευμα που αναλύει και το σύνολο των εμπορικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.Η δε πώληση όπλων από το Ηνωμένο Βασίλειο στην ευρύτερη περιοχή αυξάνει διαρκώς. Μόνο τα τέλη του 2017 η BAE Systems ανακοίνωσε μια συμφωνία ύψους 5δισεκ. λιρών για τη πώληση 24 Eurofighter Typhoon jets στο Κατάρ.
Από κοντά η Γερμανία και η Γαλλία
Η Σαουδική Αραβία όμως είναι καλός πελάτης και της Γερμανίας. Όπως αναφέρεται σε πρόσφατο δημοσίευμα της Deutsche Welle, το Βερολίνο πριν ξεσπάσει ο σάλος με την δολοφονία του Κασόγκι, είχε εγκρίνει την πώληση όπλων στο Ριάντ. Η συνολική συμφωνία ανερχόταν για μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου στα 416 εκατ. ευρώ καθιστώντας το βασίλειο, τον δεύτερο μεγαλύτερο πελάτη της Γερμανίας σε ό,τι αφορά τις πωλήσεις όπλων.Όπως και στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, έτσι και στην Γερμανία υπήρχαν φωνές που ζητούσαν την μη παράδοση όπλων στην Σαουδική Αραβία εξαιτίας του εμφυλίου πολέμου στην Υεμένη.
Μάλιστα πολλοί εκτιμούν πως συνέχιση των πωλήσεων παραβιάζει τη ρήτρα που υπάρχει στη συμφωνία μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων στη Γερμανία σύμφωνα με την οποία δεν επιτρέπεται να δοθεί έγκριση για την εξαγωγή όπλων, σε καμία χώρα που εμπλέκεται «άμεσα» στον εμφύλιο στην Υεμένη. Ωστόσο, ο όρος αυτός- που μπήκε στη συμφωνία χάρη στην επιμονή Σοσιαλδημοκρατών, δεν αφορά συμφωνίες που είχαν γίνει από την προηγούμενη κυβέρνηση. Τι και αν η Άγκελα Μέρκελ ήταν Καγκελάριος και πριν και τώρα. Η κυβέρνηση ήταν άλλη.
Όλες αυτές οι κρίσιμες διευκρινήσεις βέβαια, ίσως να εξηγούν, γιατί η γερμανική κυβέρνηση είναι η πρώτη και μόνη μέχρι στιγμής χώρα που ανακοίνωσε τόσο άμεσα μετά τις ανεπαρκείς εξηγήσεις του Ριάντ, πως «αναβάλλει» προς το παρόν την πώληση όπλων στη Σαουδική Αραβία. Πάντα βέβαια και υπό το βάρος της κοινής γνώμης στη χώρα που ήδη εξαιτίας του πολέμου στην Υεμένη και του ρόλου που παίζει το Ριάντ, ζητούσε την διακοπή αυτού τους είδους των εμπορικών σχέσεων.
Υπό πίεση να σταματήσει τις πωλήσεις όπλων στη Σαουδική Αραβία βρίσκεται από την άνοιξη και ο γάλλος πρόεδρος, Εμμανουέλ Μακρόν. Μόνο το 2017 οι εξαγωγές όπλων από τη Γαλλία διπλασιάστηκαν, σύμφωνα το Reuters, φτάνοντας σε αξία τα 7δισεκ ευρώ με το 60% αυτών να εξάγονται στη Μέση Ανατολή - κυρίως Σαουδική Αραβία και Κατάρ (που επίσης μετέχει στη Συμμαχία υπό το Ριάντ που εμπλέκεται στον πόλεμο στην Υεμένη). Συγκεκριμένα οι συμφωνίες για τις επίμαχες εξαγωγές έφτασαν τα 3,9δισεκ ευρώ έναντι 1,9 δισεεκ ευρώ το 2016.
Και η λίστα δεν τελειώνει εδώ...
Όπλα στη Σαουδική Αραβία φυσικά πουλάνε και άλλες χώρες.Μια εξ αυτών και ο Καναδάς. Mάλιστα ο ιδιαίτερα δημοφιλής πρωθυπουργός της χώρας, Τζαστίν Τριντό τον Μάρτιο υπερασπίστηκε σθεναρά την απόφαση της κυβέρνησής του να υπογράψει συμφωνία πώλησης όπλων στο Ριάντ, ύψους 15δισεκ Καναδά που είχε κλείσει η προηγούμενη κυβέρνηση από το 2014 μόλις τον Μάρτιο υπερασπιζόταν τις πωλήσεις αυτές. Όπως δήλωνε, η πώληση ήταν σύμφωνη με την εξωτερική πολιτική του Καναδά και πολιτική περί αμυντικών δαπανών.
Τώρα βέβαια, ερωτηθείς εάν θα παραμείνει σε ισχύ ή όχι η σύμβαση για την πώληση ελαφρών τεθωρακισμένων μετά και τις αποκαλύψεις για την υπόθεση Κασόγκι, απάντησε πως υπάρχουν «ρήτρες που πρέπει να τηρηθούν» από μέρους «του αγοραστή», που αφορούν «τη χρήση» των όπλων. Πρακτικά δηλαδή απέφυγε να απαντήσει.
Πηγή: