H ελληνική οικονομία έχει αρχίσει να εισέρχεται σε φάση ανάκαμψης, αλλά η μεγέθυνση είναι μικρή και εμποδίζεται, κατά βάση, από τον ανεπαρκή μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου της χώρας. Τα δύο τελευταία έτη (2017-2018) η ανάκαμψη ήταν χαμηλότερη από την αντίστοιχη του μέσου όρου των χωρών της Ευρωζώνης, με αποτέλεσμα η απόκλιση να διευρύνεται. Το ίδιο αναμένεται και για το 2019.
Οι δύο βασικές ενδογενείς μεταβλητές της οικονομίας, η αποταμίευση και οι επενδύσεις, παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα, τόσο από την περίοδο πριν την κρίση όσο και από το μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης. Η εμφανής αδυναμία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτήσει τις επιχειρηματικές επενδύσεις αποτελεί έναν ακόμη σημαντικότατο παράγοντα τις μικρής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Επίσης η γενικότερη κατάστασή του (υψηλά μη αποτελεσματικά ανοίγματα, χαμηλή κερδοφορία, μεγάλες προβλέψεις) συμβάλλει αποφασιστικά στην εικόνα χαμηλής μεγέθυνσης της οικονομίας.
Η ασκούμενη οικονομική πολιτική οδηγεί στην παραγωγή πρωτογενών υπερπλεονασμάτων, υψηλότερων από τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που έχουν συμφωνηθεί με τους δανειστές. Η παραγωγή αυτών των υπερπλεονασμάτων οφείλεται στην υπερφορολόγηση, αλλά και στις αυξημένες εισφορές της κοινωνικής ασφάλισης.
Η αδυναμία πρόσβασης στις χρηματοπιστωτικές αγορές, για λόγους εγχώριους και διεθνείς, δεν επιτρέπει την αύξηση της ρευστότητας μέσω διεθνούς δανεισμού στις ελληνικές επιχειρήσεις. Αν οι εξελίξεις συνεχίσουν να κινούνται με αυτό το ρυθμό, η ελληνική οικονομία δύσκολα θα ξεφύγει από την κατάσταση ουσιαστικής στασιμότητας για τα επόμενα έτη.
Πηγή: