Η οικονομική πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης
ασκείται με βάση το Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2018-2021 που έχει ψηφισθεί
από την ελληνική Bουλή και σε απόλυτη συμφωνία με τους δανειστές. Τα
στοιχεία γενικής κυβέρνησης που δημοσιεύονται (Πίνακας 1), περιλαμβάνουν
τις επικαιροποιημένες παρεμβάσεις (μέτρα) και τις εξισορροπητικές
παρεμβάσεις, τα λεγόμενα αντίμετρα (Πίνακας 2).
Σημειώνεται ότι όσον αφορά τα μέτρα, περιλαμβάνονται κυρίως η μείωση των συντάξεων (με μειωτική επίπτωση στις δαπάνες ύψους € 2.822 εκατ. το 2019), και η μείωση του αφορολογήτου (με αυξητική επίπτωση στα έσοδα ύψους € 1920 εκατ. το 2020). Για τα επόμενα έτη μπορούμε να δούμε στον πίνακα 1 σωρευτικά τα αποτελέσματα των επιμέρους παρεμβάσεων και των συνολικών παρεμβάσεων μέχρι το 2022.
Σε αντιστάθμισμα των μέτρων αυτών, προβλέπονται αντίμετρα (Πίνακας 2) που περιλαμβάνουν για το 2019 € 2 δισ. περίπου σε αύξηση δαπανών (€ 1190 εκατ. σε παροχές κοινωνικής προστασίας, € 300 εκατ. σε αύξηση δαπανών για υποδομές, € 260 εκατ. σε επιδοτήσεις συμμετοχής ασφαλισμένων για συνταγογραφημένα φάρμακα).
Για το 2020 περιλαμβάνουν € 2 δισ. περίπου σε μείωση εσόδων (€ 461 εκατ. λόγω μείωσης φορολογικού συντελεστή του Φόρου Εισοδήματος Νομικών Προσώπων από 29% σε 26%, € 209 εκατ. λόγω μείωσης των συντελεστών ΕΝΦΙΑ, € 877 εκατ. λόγω μείωσης του συντελεστή Φόρου Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων από 22% στο 20% στο κλιμάκιο μέχρι € 20.000 και € 368 εκατ. λόγω αναμόρφωσης της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης). Επίσης το ίδιο συμβαίνει και για τα επόμενα έτη όπως φαίνεται από τον Πίνακα 2.
Έτσι προκύπτουν τα πρωτογενή πλεονάσματα
Με τα δεδομένα αυτά, και χωρίς την λήψη πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων, προκύπτουν πρωτογενή πλεονάσματα (πάντα με βάση το Μεσοπρόθεσμο) ύψους € 6,5 δισ. το 2018, € 7,5 δισ. το 2019, € 8,2 δισ. το 2020, € 9,3 δισ. το 2021 και € 11 δισ. το 2022. Προκαλείται, επίσης, μια δημοσιονομική υπεραπόδοση (άνω δηλαδή του 3,5% του ΑΕΠ πρωτογενούς πλεονάσματος, που είναι ο στόχος της Συμφωνίας Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης) ύψους € 107 εκατ. το 2018, € 868 εκατ. το 2019, € 1280 εκατ. το 2020, € 2105 εκατ. το 2021 και € 3582 εκατ. το 2022.Η υπεραπόδοση αυτή σχεδιάζεται να επιστραφεί σταδιακά στην οικονομία, χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένη κατανομή, μέσω μείωσης φορολογικών βαρών, σωρευτικά κατά € 700 εκατ. το 2019, € 1135 το 2020, € 1547 εκατ. το 2021 και € 2286 εκατ. το 2022. Και αντιστοίχως μέσω αύξησης κοινωνικών δαπανών σωρευτικά κατά € 145 εκατ. το 2020, € 558 εκατ. το 2021 και € 1296 εκατ. το 2022.
Όλοι οι παραπάνω υπολογισμοί βασίζονται, όπως είναι εύκολα κατανοητό, στις δύο κύριες παρεμβάσεις (μείωση συνταξιοδοτικής δαπάνης και μείωση αφορολογήτου) και στις εξισορροπητικές παρεμβάσεις (αντίμετρα). Από τη στιγμή που η κυβέρνηση επιθυμεί τη μη εφαρμογή των κύριων παρεμβάσεων αυτό συμπαρασύρει και τα συμφωνηθέντα αντίμετρα. Επομένως, με την προϋπόθεση ότι αυτό θα συμβεί, χρειάζεται η εκ νέου «λογιστικοποίηση» όλων των μεγεθών του Μεσοπρόθεσμου προγράμματος 2018-2021.
Δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια
Η κυβέρνηση, δια στόματος πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, υποστήριξε ότι χωρίς τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης και τη μείωση του αφορολόγητου(;) «αποτυπώνονται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, που έχουν εγκρίνει οι δανειστές και έχει ψηφιστεί στο ελληνικό Κοινοβούλιο, είναι 3,5 δισ. ευρώ, κατά το έλασσον, ο επιπλέον δημοσιονομικός χώρος από το 2019 μέχρι το 2022».Όμως αυτό δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια από τη στιγμή που, όπως είπαμε, ο συγκεκριμένος δημοσιονομικός χώρος δημιουργείται με βάση τους υπολογισμούς του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής που εμπεριέχει τόσο τις κύριες παρεμβάσεις όσο και τα αντίμετρα. Συνεπώς, για να μπορέσουμε πραγματικά να εκτιμήσουμε τις εξελίξεις θα πρέπει να συνταχθεί ένα νέο Μεσοπρόθεσμο με τα νέα στοιχεία.
Δεν υπάρχει κανείς, θεωρώ, που δεν αναγνωρίζει την ανάγκη ελάφρυνσης του βάρους από εκείνα τα κοινωνικά υποκείμενα που έχουν υποστεί μεγάλες απώλειες και δύσκολα διάγουν το βίο τους. Υπ’ αυτή την έννοια, είναι καλοδεχούμενα τα μέτρα που κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση και συγχρόνως συνάδουν με τη μεγέθυνση του ΑΕΠ.
Όμως, πρέπει να περιμένουμε τη συγκεκριμενοποίηση αυτών των μέτρων για ασφαλή συμπεράσματα. Βεβαίως θα πρέπει να περιμένουμε πως θα καταλήξει η διαπραγμάτευση για το θέμα της συνταξιοδοτικής δαπάνης που δεν αναμένεται να κλείσει (θετικά ή αρνητικά) πριν τον προσεχή Νοέμβριο.
Πηγή: