Η χρήση της τεχνολογίας -με μέτρο- όχι μόνο δεν αποβλακώνει τα παιδιά μας αλλά, αντιθέτως, καλλιεργεί τις δεξιότητές τους. Η νέα γενιά έχει αποκτήσει την ικανότητα να επεξεργάζεται πληροφορίες γρήγορα και αποτελεσματικά.
Επιπλέον, ασκούν πολύ λιγότερο από τους γονείς τους σε
αντίστοιχη ηλικία κακές συνήθειες όπως π.χ. το κάπνισμα, το πιοτό και
οι… πρόωρες εγκυμοσύνες
Κάποτε οι γονείς «φρίκαραν» όταν τα παιδιά τους κάπνιζαν μπροστά τους ή δεν τους μιλούσαν στον πληθυντικό. Σήμερα οι γονείς «τα βλέπουν όλα» με την πολύωρη χρήση του κινητού, με το κόλλημα στο Facebook και τη μοναχικότητα που απαιτεί το σπορ. Οι περισσότεροι φοβούνται ότι αυτός είναι ο μόνος σίγουρος δρόμος για να αποβλακωθούν τα βλαστάρια τους, να εγκαταλείψουν την πραγματικότητα και να περάσουν για πάντα στην επίπλαστη σφαίρα του εικονικού, να μην είναι κοινωνικά ευέλικτα, μετέπειτα «κανονικοί» ενήλικες εντέλει. Eχουν όμως βάση αυτοί οι φόβοι; Η υπόθεση σηκώνει κουβέντα.
Γιατί τα επιστημονικά ευρήματα λένε άλλα. Οι έφηβοι του 21ου αιώνα είναι πιο έξυπνοι και σαφώς καλύτεροι από αυτούς προηγούμενων γενεών, επιμένουν οι έρευνες των τελευταίων δεκαπέντε ετών.
Η γενιά Ζ, οι imillenials ή μετα-millennials, όπως θέλετε, έχει χαρίσματα που κάνουν τη γενιά των μπαμπάδων, των παππούδων και των προπάππων τους να την κοιτάζουν με το κιάλι.
Κατ’ αρχάς έχουν αφήσει πίσω τους επικίνδυνες –πρωτίστως για την υγεία τους– συμπεριφορές. Το εφηβικό κάπνισμα, αλλοτινή μαγκιά της ηλικίας, βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό, σε σχέση με την κορύφωση που είχε γνωρίσει στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Τα παιδιά δεν το ρίχνουν πια στο αλκοόλ (οι δείκτες είναι κάτω από το μισό, σε σχέση με τα ninenties), ενώ και τα ποσοστά των ανεπιθύμητων κυήσεων κάτω των 18 «σέρνονται» σε σχέση με το παρελθόν.
Αν θέλετε να πάμε ακόμη πιο παλιά στον χρόνο, μάθετε ότι η επικίνδυνη οδήγηση με το αυτοκίνητο του μπαμπά έχει γνωρίσει μείωση της τάξης του 64% από το 1975 – τα ασφαλέστερα αυτοκίνητα που κατασκευάζονται τις τελευταίες δεκαετίες δεν είναι ο μόνος λόγος • οι περισσότεροι ανήλικοι βάζουν ζώνη με το που μπαίνουν στο αμάξι και δεν μπεκροπίνουν όταν είναι να πιάσουν το τιμόνι. Συνειδητοποιημένοι οδηγοί. (Δείτε σχετικό δημοσίευμα των New York Times.)
Κατά δεύτερον, το στερεότυπο του εφήβου που είναι εξαρτημένος από τα κοινωνικά δίκτυα και αντιμετωπίζει με απάθεια ό,τι συμβαίνει γύρω του αποδομείται πλήρως, καθώς απέχει μακράν από την πραγματικότητα: έφηβοι γεμάτοι αυτοπεποίθηση, ανοιχτοί σε όλα, που παίζουν τα social media στα δάχτυλα, με πρωτόγνωρες δεξιότητες και ταλέντα, ξεκάθαροι στα μηνύματά τους, άμεσοι, ψύχραιμοι. Μόνο που -κατά μία εκδοχή- αργούν λίγο να μεγαλώσουν …
Οι αριθμοί παραμένουν βεβαίως τρομακτικοί για τους γονείς. Την εικόνα δίνει η Μυρσίνη Κωστοπούλου (PhD), κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια, σημειώνοντας ότι οι μεγαλύτερες μελέτες στον γενικό πληθυσμό αφορούν τις Ηνωμένες Πολιτείες, μπορούν ωστόσο τα στατιστικά στοιχεία που προκύπτουν να λειτουργήσουν ως μπούσουλας και για την ελληνική πραγματικότητα.
Κατά μέσον όρο στις ΗΠΑ οι έφηβοι είναι online περίπου 7,5 ώρες την ημέρα, ενώ κάνουν χρήση του κινητού 60 φορές την ημέρα, και παράλληλα το 75% των εφήβων διατηρούν προφίλ στα κοινωνικά δίκτυα. Στην Ελλάδα αντιστοίχως, σύμφωνα με έρευνα του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής που διεξήχθη σε δείγμα 4.141 εφήβων, ένας στους δύο εφήβους αναλώνει σήμερα περισσότερες από πέντε ώρες μπροστά στην ηλεκτρονική οθόνη, ενώ ένας στους επτά εφήβους εμφανίζει συμπτώματα εξάρτησης από το Internet.
Τα πράγματα δεν είναι, όμως, τόσο άσχημα όσο φαίνονται. «Μια κορεσμένη τεχνολογικά ζωή μπορεί να έχει και οφέλη» εξηγεί η κυρία Κωστοπούλου. «Ερευνα του Πανεπιστημίου Stanford δείχνει ότι τα παιδιά της Γενιάς Ζ είναι πιο έξυπνα, διακατέχονται από στέρεες ερευνητικές δεξιότητες, ψάχνουν και βρίσκουν εύκολα σε μηχανές αναζήτησης του Διαδικτύου όποια πληροφορία θέλουν, ενώ παράλληλα αναπτύσσουν οξύτερη κριτική σκέψη. Οι ερευνητές συνέκριναν σύντομες εκθέσεις, μικρά δοκίμια, σε φάσμα που εκτείνεται χρονικά από το 1917 έως και το 2006, και ενώ προσδοκούσαν τα πιο μοντέρνα γραπτά να είναι περισσότερο «τεμπέλικα», διαπίστωσαν ότι είχαν πολύ καλύτερη τεκμηρίωση και ήταν απείρως πιο σύνθετα, περίπλοκα, από τα παλαιότερα».
Ακούγεται λογικό. Οι έφηβοι κάποτε διάβαζαν σε βιβλιοθήκες, τώρα έχουν όλη την ώρα το κινητό ανοιχτό, και όχι πάντα για κουτσομπολιό. Καλούνται εξάλλου διαρκώς να διατυπώνουν συμπυκνωμένα νοήματα. «Σκεφθείτε το Twitter και τους περιορισμούς που θέτει στους χαρακτήρες που μπορούν να αξιοποιηθούν. Επρεπε να πεις τα πάντα σε 140 χαρακτήρες, τώρα μπορείς σε κάπως περισσότερους, σε 280. Καλείσαι δηλαδή να πεις κάτι γρήγορα, με νόημα, να παραγάγεις ένα αποτέλεσμα που θα εκπέμπει χιούμορ, ειρωνεία ή ό,τι άλλο, μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο».
«Οι ανήλικοι έχουν βεβαίως ισχυρό κίνητρο για όλα αυτά. Απέναντι τους δεν έχουν μόνο μια δασκάλα, έναν εκπαιδευτικό, που στο μυαλό τους μπορεί και να βαριέται να ασχοληθεί με αυτούς, αλλά ένα φαντασιακό κοινό, κάτι που καθιστά πιο ενδιαφέρουσα και ενθουσιώδη τη διαδικασία. Δεν πρέπει επίσης να παραγνωρίζουμε την ικανότητα τους για πολλαπλή επεξεργασία των ερεθισμάτων που δέχονται. Δεν είναι μόνο ότι επεξεργάζονται τις πληροφορίες γρήγορα και αποτελεσματικά, είναι και ότι τις επεξεργάζονται παράλληλα, σε μια διαδικασία που ίσως γίνεται περισσότερο κατανοητή αν φέρουμε στα μυαλό μας τα παράλληλα παράθυρα των windows».
Η ερώτηση που τριβελίζει στο μυαλό φρενάρει -προσωρινά μόνο- την ευφορία που προκαλούν οι απαντήσεις της ειδικού. «Ναι, αλλά είναι κοινωνικά υγιές να βλέπεις μια παρέα εφήβων να κάθεται και να μη βγάζει κουβέντα, έχοντας διαρκώς ένα απαθές βλέμμα στα κινητά τους;».
«Η επικοινωνία δεν έχει χαθεί, απλώς έχει αλλάξει» απαντά η κυρία Κωστοπούλου. «Μπορεί με αυτό τον τρόπο οι έφηβοι να μοιράζονται περισσότερες πληροφορίες για τον εαυτό τους, να επικοινωνούν βαθύτερα από ό,τι επικοινωνούσαν, επικοινωνούσαμε, στο παρελθόν με τον λόγο, πρόσωπο με πρόσωπο. Η αλλαγή αυτή μοιάζει να ταράζει περισσότερο εμάς τους ενήλικες, οι οποίοι καλούμαστε να διαχειριστούμε εν τέλει δικές μας συμβολικές απώλειες που σχετίζονται με τις μνήμες του δικού μας παρελθόντος».
Το ότι το φεγγάρι λάμπει, δεν σημαίνει βεβαίως ότι δεν υπάρχει και η σκοτεινή πλευρά του. Η κλινική ψυχολόγος τονίζει ότι η κατάχρηση των smart phones, και γενικώς του Internet έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία εστίασης της προσοχής σε κάτι για πολλή ώρα. Ολα γίνονται αστραπιαία, η προσοχή διασπάται, πετάγεται από τη μια πληροφορία στην άλλη, χάνεται ώσπου να πεις κύμινο.
Από την άλλη πλευρά, πολλοί προέφηβοι και έφηβοι που ασχολούνται με τα social media, χάνουν συχνά την ιδιωτικότητά τους, αυστηρά προσωπικές στιγμές ή αισθήματα τίθενται στο έλεος των likes, ενώ συχνά αντιμετωπίζουν και μια επικίνδυνη για την ψυχική τους υγεία συναισθηματική δυσκολία, την αποκαλούμενη ως facebook depression, η οποία απορρέει από τη διαρκή σύγκριση του εαυτού με άλλους «φίλους» του δικτύου, «ανώτερους» ή «κατώτερους» δεν έχει σημασία • με τη δράση τους, τη σχολική επίδοσή τους, το πόσο συχνά ταξιδεύουν, το πώς ντύνονται, αν έχουν σύντροφο, πόσα likes κερδίζουν αν, αν, αν…
«Ο έφηβος που είναι σε αρμονία με τον εαυτό του, που έχει αυτοπεποίθηση αλλά και ζει σε ένα υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον που καλύπτει τις συναισθηματικές του ανάγκες, πιθανώς αντέχει την εκτεταμένη χρήση του Διαδικτύου και μπορεί να τη διαχειριστεί επαρκώς και ενδεχομένως χωρίς σημαντικές παρενέργειες. Μπορεί μάλιστα να σημειώσει μεγάλα εσωτερικά και κοινωνικά άλματα. Ο έφηβος όμως που έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση και που δομείται σε μια εύθραυστη ταυτότητα μπορεί να παγιδευτεί σε μια αυτοκαταστροφικότητα. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή» τονίζει η κυρία Κωστοπούλου. «Εχουμε πολλές περιπτώσεις κλινικής κατάθλιψης και, εξ αυτής, κρούσματα αυτοκτονιών ακόμη και σε ηλικίες 8, 9, 10 ετών(!) όπου ο εκλυτικός παράγοντας συνήθως συνδέεται με στρεσογόνα γεγονότα που προέκυψαν προ της απόπειρας από την επαφή των παιδιών-θυμάτων με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
»Το φαινόμενο του cyberbullying αλλά και του sexting (αποτέλεσμα του οποίου είναι η συστηματική ανάρτηση γυμνών φωτογραφιών η/και ο εξαναγκασμός αυτής) συχνά προηγούνται των αποπειρών αυτοκτονιών. Επίσης η ενίσχυση ενός παθολογικού εγωκεντρισμού, που θρέφει ναρκισσιστικές τάσεις στα νέα παιδιά, κρύβει πολλούς κινδύνους όπως η αποσύνδεση από την πραγματική ζωή και τις αληθινές σχέσεις, ενώ πλάι σε όλα αυτά η μειωμένη σχολική απόδοση και οι διαταραχές στον ύπνο πλήττουν πολλούς εφήβους εξαρτημένους από το Διαδίκτυο.
»Νομίζω ότι είναι σαφές πια ότι η ευτυχία ή η δυστυχία και η εξυπνάδα δεν είναι αμοιβαίως αποκλειόμενες».
Μια πολύ πρόσφατη βιβλιογραφική ανασκόπηση ερευνητών της Unicef, μόλις τον Δεκέμβριο, διευρύνει το φάσμα των στοιχείων για τους εφήβους.
Η λελογισμένη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας όχι μόνο δεν αποβλακώνει τα παιδιά, αλλά τονώνει το πνευματικό «ευ ζην» τους. Αντιθέτως, η μη χρήση ή η κατάχρηση έχουν χαμηλή αρνητική επίδραση, λένε τα ευρήματα. Οποιοι αναζητούν τους παράγοντες που ασκούν τη μεγαλύτερη και βαθύτερη επιρροή στους ανηλίκους, δεν έχουν παρά να γυρίσουν το βλέμμα τους στην οικογένεια, στο σχολείο με τη σημαντική κοινωνική δυναμική του, στις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες κάτω από οποίες ζει κάθε παιδί.
Σαν να μην άλλαξε τίποτα, δηλαδή. Οπως και στη γενιά του Μάη του ‘68, των hippies, των σημερινών πενηντάρηδων που μεγάλωσαν στα 80s, ή την περιβόητη γενιά X, το σπίτι, το σχολείο, το πού και το πώς μεγαλώνει ένα παιδί παραμένουν τα πιο σημαντικά στοιχεία για τη μετέπειτα ταυτότητά του.
Τα επιμέρους χαρακτηριστικά τους είναι καθρέφτης της εποχής τους. Η γενιά που συνάντησε το Internet στο μαιευτήριο και έχει διαδικτυακό προφίλ από την ώρα που έκανε τα πρώτα της βήματα, δεν μπορεί παρά να είναι διαφορετική από τις παλαιότερες. Και σίγουρα καλύτερη, όπως κάθε γενιά από την προηγούμενη. Θα αναζητήσει με τη σειρά της την ευτυχία. Φαίνεται ότι είναι νόμος της ίδιας της ζωής.
Πηγή: