Κάναμε αμάν και πώς να γλυτώσουμε από το “Νέα Μακεδονία” (“Νόβα Μακεντόνιγια”) και μας προέκυψε το “Μακεδονία του Ίλιντεν” (“Ιλιντένσκα Μακεντόνιγια”). Το γεγονός ότι η ελληνική πλευρά το έχει, έστω και κατ’ αρχήν αποδεχθεί, επιβεβαιώνει για μία φορά ακόμα ότι τόσο ο υπουργός Εξωτερικών όσο και ο πρωθυπουργός (και όχι μόνο αυτοί) δεν έχουν κατανοήσει ποιο είναι πραγματικά το εθνικό διακύβευμα σ’ αυτή την υπόθεση. Γι’ αυτό και τείνουν να θεωρούν όλες τις σύνθετες ονομασίες περίπου το ίδιο πράγμα.
Η συζήτηση, όμως, για το είδος του επιθετικού προσδιορισμού δεν είναι καθόλου σχολαστική. Για να λυθεί πραγματικά το πρόβλημα, χωρίς εκατέρωθεν ταπεινώσεις, πρέπει να επιβληθεί η σύνθετη ονομασία, που θα αντανακλά την πραγματικότητα της περιοχής κι όχι εθνικές ιδεοληψίες.
Ας πάρουμε, λοιπόν, τα πράγματα από την αρχή.
Στους νεότερους χρόνους στη γεωγραφική περιοχή Μακεδονία, έτσι όπως συμβατικά έχει ορισθεί, κατοικούν πολλές εθνότητες (Έλληνες, Σλάβοι, Βούλγαροι, Αλβανοί και παλιότερα Εβραίοι και Οθωμανοί). Η Μακεδονία δεν είναι η πατρίδα ενός και μόνο έθνους. Ως εκ τούτου, οι εθνότητες που την κατοικούν έχουν δικαίωμα στη χρήση του γεωγραφικού όρου Μακεδονία, αλλά δεν έχουν δικαίωμα να τον μονοπωλούν.
Οι Σλαβομακεδόνες, όμως, τον μονοπωλούν. Ονομάζοντας το κράτος τους “Μακεδονία”, τον εαυτό τους “Μακεδόνες” και τη γλώσσα τους “μακεδονική”, ενώ είναι Μέρος αυτοπροβάλλονται σαν να είναι Όλον. Δεν πρόκειται για αθώο ατόπημα. Η κρατική ιδεολογία των Σκοπίων εμφανίζει τη Μακεδονία σαν πατρίδα του ανύπαρκτου “μακεδονικού έθνους”. Κατ’ επέκτασιν, εμφανίζει τη λεγόμενη Μακεδονία του Αιγαίου να βρίσκεται υπό ελληνική κατοχή και τη λεγόμενη Μακεδονία του Πιρίν υπό βουλγαρική κατοχή!
Το Μέρος και το Όλον
Οι Σλαβομακεδόνες δηλώνουν ότι το όνομα “Μακεδονία”/ “μακεδονική” είναι η ταυτότητά τους, επειδή μέσω αυτού νομιμοποιούν το ιδεολόγημα της “διαμελισμένης μακεδονικής πατρίδας”. Με άλλα λόγια, μονοπωλούν το όνομα “Μακεδονία” για το κράτος και “μακεδονική” για την ιθαγένεια και τη γλώσσα, με σκοπό ακριβώς το Μέρος να εγγράψει υποθήκη επί του Όλου. Αυτό ακριβώς είναι το περιεχόμενο του “Μακεδονισμού”.Το ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι να βρεθεί μία οποιαδήποτε σύνθετη ονομασία, έστω και erga omnes, για να κλείσει όπως-όπως το πρόβλημα. Ζητούμενο είναι να επιβληθεί η σύνθετη ονομασία που αντανακλά την πραγματικότητα της περιοχής, που ακυρώνει το ιδεολόγημα του “Μακεδονισμού”, την προσπάθεια του Μέρους να σφετερισθεί το Όλον. Μόνο έτσι οι Σλαβομακεδόνες θα αποδεχθούν αυτό που πραγματικά αντιπροσωπεύουν στην περιοχή. Αυτός είναι ο πυρήνας του προβλήματος και μόνο αν αντιμετωπισθεί έτσι μπορεί να προκύψει μία βιώσιμη λύση, η οποία να σέβεται τις θεμιτές ευαισθησίες όλων των εθνοτήτων της περιοχής.
Το όνομα που έριξαν στο τραπέζι οι Ζόραν Ζάεφ και Νίκολα Ντιμιτρόφ είναι σύνθετη ονομασία, αλλά με ιστορικό προσδιορισμό. Πολλοί θεωρούν όχι αδίκως ότι ο ιστορικός αυτός προσδιορισμός είναι η επιτομή του αλυτρωτισμού. Είναι αλήθεια ότι εκείνη την εποχή Έλληνες και Βούλγαροι ανταγωνίζονταν για το ποιο από τα δύο αυτά έθνη θα θέσει υπό τον έλεγχό του τη γεωγραφική Μακεδονία, ιδίως το νότιο και κεντρικό τμήμα της.
Το βόρειο τμήμα της γεωγραφικής Μακεδονίας ήταν αντικείμενο ανταγωνισμού μεταξύ Σέρβων και Βουλγάρων. Είναι προφανές, λοιπόν, ότι η εξέγερση εκείνη είχε στόχο την εκδίωξη των Οθωμανών με σκοπό ολόκληρη η Μακεδονία να περιέλθει στον έλεγχο των τότε Βουλγάρων κομιτατζήδων, οι οποίοι είχαν από τότε για λόγους σκοπιμότητας υψώσει τη σημαία ενός πρώιμου βουλγαρόφρονος Μακεδονισμού. Αυτά, ωστόσο, είναι ιστορία.
Επικυρώνει τον Μακεδονισμό
Το μείζον πρόβλημα-μειονέκτημα του ονόματος “Μακεδονία του Ίλιντεν” είναι ότι, όπως και το “Νέα Μακεδονία”, αναφέρεται στην όλη Μακεδονία και όχι σε τμήμα της. Ως εκ τούτου, επικυρώνει, αντί να ακυρώνει το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού και κατ’ επέκτασιν συντηρεί τις όποιες φαντασιακές βλέψεις των Σλαβομακεδόνων επί της ελληνικής Μακεδονίας. Οι γείτονες δεν έχουν την ισχύ να απειλήσουν την Ελλάδα, αλλά το ιδεολόγημά τους είναι αρκετό για να δηλητηριάζει τις διμερείς σχέσεις και να λειτουργεί αποσταθεροποιητικά στη Βαλκανική.Με επιπολαιότητα που σκοτώνει, η Αθήνα μιλάει πολύ για αλυτρωτισμό, χωρίς να συνειδητοποιεί ότι το όχημα του αλυτρωτισμού δεν είναι κάποιες γενικές αναφορές στο Σύνταγμα της FYROM, αλλά το όνομα του κράτους, της ιθαγένειας, της εθνότητας και της γλώσσας. Είναι τραγικό το γεγονός ότι οι κυβερνώντες –και όχι μόνο– δείχνουν να μην κατανοούν το προφανές.
Η ΠΓΔΜ δεν είναι εθνικό κράτος. Είναι συνεταιρικό κράτος. Κύρια εθνική συνιστώσα είναι οι Σλαβομακεδόνες και δευτερεύουσα οι Αλβανομακεδόνες. Ως εκ τούτου, η ονομασία του κράτους δεν μπορεί να έχει εθνικό προσδιορισμό, δεν μπορεί το κράτος να ονομάζεται π.χ. Σλαβομακεδονία. Η ονομασία του αφενός πρέπει να είναι εθνικά ουδέτερη, προκειμένου να είναι αποδεκτή και από τις δύο εθνικές συνιστώσες, αφετέρου να καταδεικνύει πως πρόκειται για Μέρος και όχι για το Όλον.
Με άλλα λόγια η ονομασία πρέπει να είναι σύνθετη και ο επιθετικός προσδιορισμός στο “Μακεδονία” να είναι γεωγραφικός, ούτε χρονικός (“Νέα Μακεδονία”), ούτε ιστορικός (“Μακεδονία του Ίλιντεν”). Το όνομα που αντανακλά καλύτερα την πραγματικότητα είναι το “Άνω Μακεδονία”. Και ο Ζάεφ και ο Ντιμιτρόφ, άλλωστε, έχουν ομολογήσει ότι δεν μπορούν να μονοπωλούν ως κράτος τον όρο Μακεδονία, ο οποίος περιγράφει μία ευρύτερη γεωγραφική περιοχή. Γι’ αυτό και δημοσίως είχαν αποδεχθεί σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό, όπως το “Άνω Μακεδονία” (“Γκόρνα Μακεντόνιγια”).
Δεν δέχονταν, όμως, αυτό να γίνει το νέο συνταγματικό τους όνομα. Στην πραγματικότητα, επιδίωκαν να καθιερώσουν διπλή ονομασία. Όταν, όμως, διαπίστωσαν ότι η Αθήνα δεν υποχωρεί στο erga omnes και επειδή δεν έχουν σοβαρό επιχείρημα, οχυρώθηκαν πίσω από το γεγονός ότι δεν διαθέτουν την αναγκαία πλειοψηφία στη Βουλή για να αλλάξουν το Σύνταγμά τους και πως το “Άνω Μακεδονία” δεν θα περνούσε από το δημοψήφισμα, για τη διεξαγωγή του οποίου έχει δεσμευθεί ο Ζάεφ.
Erga omnes, αλλά με όνομα-παγίδα
Αυτά, ωστόσο, είναι δικά του προβλήματα και αυτός πρέπει να τα λύσει. Αντί γι’ αυτό, όμως, επινόησε έναν ευφυή διπλωματικό ελιγμό, ο οποίος συνιστά παγίδα για την Ελλάδα. Εκμεταλλεύθηκε το γεγονός ότι ο Τσίπρας και Κοτζιάς δεν κατανοούν το εθνικό διακύβευμα και την ποιοτική διαφορά ανάμεσα στις διάφορες σύνθετες ονομασίες. Τους πάσαρε, λοιπόν, το όνομα “Μακεδονία του Ίλιντεν”, παρότι είναι δεδομένο πως αυτό το όνομα θα προκαλέσει αντιδράσεις εκ μέρους του σύνοικου αλβανικού στοιχείου, αλλά και της Βουλγαρίας.Το επιχείρημά του είναι ότι για λόγους ιδεολογίας και παράδοσης αυτό θα υπερψηφισθεί και από την εθνικιστική σλαβομακεδονική αξιωματική αντιπολίτευση του VMRO, αλλά και θα εγκριθεί από τον λαό στο δημοψήφισμα. Με άλλα λόγια τους προσφέρει το erga omnes, αλλά για ένα όνομα το οποίο, όπως προαναφέραμε, αντί να ακυρώνει, ουσιαστικά επικυρώνει τον Μακεδονισμό.
Εκτός όλων των παραπάνω, το “Μακεδονία του Ίλιντεν” έχει και ένα πρακτικό μειονέκτημα. Δεν διευκολύνει την εκφορά του ονόματος των πολιτών αυτού του κράτους. Και επειδή ήδη διεθνώς κατά κανόνα τους αποκαλούν “Μακεδόνες” αυτό θα επικρατήσει οριστικά. Αντιθέτως, οι τρίτοι μπορούν να κατανοήσουν και να υιοθετήσουν τον όρο Upper Macedonia και κατ’ επέκτασιν τον όρο Uppermacedonians. Στη διεθνή πρακτική υπάρχουν όροι όπως π.χ. Νότια Αφρική / Νοτιοαφρικανοί.
Το μόνο πλεονέκτημα που έχει ο όρος “Μακεδονία του Ίλιντεν” είναι ότι παραπέμπει σε ένα γεγονός που εγγράφεται στο πλαίσιο του σλαβικού ιστορικού χώρου. Ως εκ τούτου διαχωρίζει αυτό το κράτος και τους Σλαβομακεδόνες από την αρχαία μακεδονική κληρονομιά. Ο διαχωρισμός αυτός δεν αρκεί, όμως, για να γίνει αποδεκτό ένα όνομα.
Η προσπάθεια των Σλαβομακεδόνων να σφετερισθούν την ιστορική κληρονομιά των αρχαίων Μακεδόνων (η κυβέρνηση Ζάεφ είναι αλήθεια ότι ανέτρεψε την πολιτική Γκρουέφσκι) ενοχλεί την ελληνική κοινή γνώμη, αλλά το κύριο πρόβλημα είναι η σύγχρονη γεωπολιτική πτυχή. Και σ’ αυτό επίπεδο, όπως έχουμε ήδη αναλύσει, η “Ιλιντένσκα Μακεντόνιγια” αποτελεί μία παγίδα, στην οποία Τσίπρας και Κοτζιάς δείχνουν έτοιμοι να πέσουν μέσα.
Πηγή: