Ηγγικεν η Ωρα των Αποφάσεων...

Φθάσαμε στο σημείο που τόσο εμείς όσο και οι Ευρωπαίοι εταίροι  φοβόμασταν. 
 
Φθάσαμε στο σημείο που ευχόμαστε να μην είχαμε  φτάσει. Φθάσαμε στο σημείο όπου   θα πρέπει να συνδυάσουμε τα αδύνατα όχι πλέον στην θεωρία και στην ακατάσχετη υποσχολογία αλλά στην πράξη. Οσο βρισκόμασταν εντός μνημονίων τόσο εμείς όσο και οι θεσμοί είχαμε την πολυτέλεια να οικονομολογούμε έχοντας την ασφάλεια ότι το πρακτικό και εφαρμόσιμο κομμάτι αυτής της συζήτησης θα αναβαλλόταν για αργότερα. Kαι όποιος αμφισβητούσε την εγκυρότητα των   προβλέψεων ήταν ή δραχμιστής ή ανθέλληνας.  

Hρθε λοιπόν η ώρα που πρέπει η ελληνική οικονομία να τετραγωνίσει τον κύκλο έτσι ώστε να επιταχύνει την οικονομική ανάπτυξη, την ίδια ώρα να αποπληρώσει ορισμένα από τα ‘χρωστούμενα’ στους δανειστές οι οποίοι με την σειρά τους θέλουν να περιορίσουν την εμπλοκή τους στο ελληνικό πρόβλημα και παράλληλα να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή στην ελληνική κοινωνία.
Το πρόβλημα είναι ότι η ανάπτυξη ακόμα και στα ποιο αισιόδοξα σενάρια προβλέπται αναιμική. Το άλλο πρόβλημα είναι ότι η ελληνική οικονομία φαίνεται να έχει δυσκολίες να εκπληρώσει τον ηράκλειο άθλο των δημοσιονομικών πλεονασμάτων της τάξεως του 3,5% μέχρι το 2022 και 2% μέχρι το 2060.  Το τρίτο πρόβλημα έχει να κάνει με το χρέος. Παρόλες  τις εναγώνιες προσπάθειες της χρηματοοικονομικής τεχνικής του ΔΝΤ  η βιωσιμότητα του χρέους παραμένει το ζητούμενο.

Η λύση του παραπάνω πάζλ θα μπορούσε να είναι αρκετά πιο εύκολη αν υπήρχε ανάπτυξη. Δυστυχώς όμως οι προβλέψεις   όλων των εμπλεκομένων στο ελληνικό πρόγραμμα δείχνουν (στην καλύτερη περίπτωση)  ότι η ελληνική οικονομία θα έχει αναπτυξιακούς ρυθμούς καθηλωμένους σε ένα πλαίσιο αναιμικής ανάπτυξης μέχρι το 2060. Αν εξαιρέσει κανείς την περίοδο μέχρι το 2020 όπου αναμένεται το ΑΕΠ να αυξηθεί μέχρι και 2,5% το υπόλοιπο χρονικό διάστημα δεν αναμένεται να ξεπεράσει το 1,5%.

Τα παραπάνω συμπεράσματα προέρχονται από μια απλή ανάλυση των ελληνικών δεδομένων είναι γνωστά στο ΕSM καθώς και  στην ΕΕ. Επομένως το ερώτημα που προκύπτει είναι για ποιο λόγο δεν προχωρούν σε μια ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους που θα μπορούσε να αποτελέσει την λύση. Από την παράθεση των παραπάνω στοιχείων εύκολα γίνεται κατανοητό ότι η λύση στο αδιέξοδο μπορεί να έλθει από την αναδιάρθρωση του χρέους. Ας υποθέσουμε ότι το καλοκαίρι του 2018 γίνεται μια ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους. Το αποτέλεσμα θα είναι η αισθητή μείωση των τοκοχρεωλυσίων και άρα των απαιτούμενων δημοσιονομικών πλεονασμάτων. Αν μειωθεί ο δημοσιονομικός στόχος τότε απελευθερώνονται πόροι για την άσκηση αναπτυξιακής πολιτικής που θα επιταχύνει την εξέλιξη του ΑΕΠ. Το πρόβλημα είναι ότι   χρηματοοικονομική μηχανική του ελληνικού χρέους έχει εξαντλήσει τα όριά της και  δεν μπορεί να σταθεροποιήσει ένα εκ θεμελίων ασταθές σύστημα χρέους.  Για αυτό τον λόγο η οποιαδήποτε  αναδιάρθρωση θα μεταφραστεί  σε ονομαστικές απώλειες από τους δανειστές και αυτό θέλουν πάση θυσία να αποφύγουν.    
  Πηγή: