Το περιβαλλοντικό κόστος ενός πολέμου...

Αναλογιζόμενοι τις συνέπειες ενός πολέμου -με ένα διευρυμένο ορισμό, ώστε να περιλαμβάνει όλα τα είδη ένοπλων συγκρούσεων, διεθνών και μη, που περιγράφονται στο διεθνές δίκαιο- στο επίκεντρο βρίσκεται πάντα το ανθρώπινο «δράμα» και ο κίνδυνος για τις ανθρώπινες ζωές. 
 
Το περιβάλλον όμως, φυσικό και ανθρωπογενές, αποτελούσε πάντα τη «σκηνή» όπου διαδραματιζόταν κάθε πόλεμος σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη, και άρα οι επιπτώσεις του πολέμου σε αυτό δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να παραβλέπονται ή να υποτιμούνται. Σκοπός της ανάλυσης που θα ακολουθήσει είναι να αναδείξει πλήρως το κόστος που έχει για το περιβάλλον ένας πόλεμος, και να καταφέρει να δώσει περιεχόμενο στον όρο “Οικοκτονία”,  τα εγκλήματα, δηλαδή, του πολέμου κατά του περιβάλλοντος – όρος που έχει εμφανιστεί εντονότατα τα τελευταία χρόνια στο χώρο των διεθνών συζητήσεων, αλλά χωρίς να έχει καταφέρει να διεισδύσει στις διεθνείς συνθήκες. Η μετατροπή, λοιπόν, του περιβάλλοντος σε ένα ακόμα θύμα του πολέμου, και οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης μας αφορούν όλους.
“Υπάρχει μια πολύ ισχυρή συσχέτιση μεταξύ της κατάστασης του περιβάλλοντος και του πολέμου”- Daniel Rchard, πρόεδρος της WWF France 2007
Η σχέση του περιβάλλοντος με τον πόλεμο είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη, καθώς το περιβάλλον, εκτός από αποδέκτης των συνεπειών, μπορεί να πάρει και το ρόλο του οργάνου ή ακόμα και του αιτίου μίας ένοπλης σύρραξης. Εστιάζοντας στο πρώτο μέρος, του κόστους του πολέμου για το περιβάλλον, είναι εμφανές ότι αυτό καταλαμβάνει κάθε πλευρά ενός οικοσυστήματος.

Έδαφος


Ξεκινώντας από το έδαφος, παρατηρείται ότι εκείνο δέχεται το μεγαλύτερο βάρος από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, ήδη πριν από την έναρξη μίας σύγκρουσης. Οι στρατιωτικές βάσεις παγκοσμίως καταλαμβάνουν μεγάλο τμήμα εδαφών, που εναλλακτικά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για καλλιέργεια τροφής ή άλλες αναπτυξιακές δραστηριότητες. Οι δοκιμές όπλων και οι στρατιωτικές ασκήσεις, από την άλλη, αφήνουν τοξικά κατάλοιπα στο έδαφος, μολύνοντάς το και οδηγώντας στη διάβρωσή του και στην απώλεια των θρεπτικών συστατικών του. Στα ίδια αποτελέσματα οδηγούν οι βόμβες, πύραυλοι και κάθε λογής βιολογικά, χημικά, ακόμα και πυρηνικά όπλα που χρησιμοποιούνται κατά τις ένοπλες συγκρούσεις. Έρευνες έχουν δείξει ότι ακόμα και νάρκες ή οβίδες που δεν εξερράγησαν και έμειναν στο έδαφος, συνεχίζουν να μολύνουν καθώς αποσυντίθενται, συνεχίζοντας, με αυτόν τον τρόπο, τη μόλυνση της γης και πολλά χρόνια μετά από το τέλος του πολέμου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της μαζικής καταστροφής που μπορούν να προκαλέσουν τα πυρηνικά όπλα στο περιβάλλον είναι αυτό των πόλεων Χιροσίμα και Ναγκασάκι της Ιαπωνίας. Οι πυρηνικές βόμβες από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο άφησαν πίσω τους ερημωμένη γη, σημαδεμένη για πάντα, καθώς και πληθώρα προβλημάτων (οικολογικά και υγείας) ως και στις μέρες μας. Σ’ αυτή την κατηγορία θα εντάξουμε και τις καταστροφές που προκαλούνται στις ανθρώπινες υποδομές. Ο πρώτος στόχος πάντα ενός αντίπαλου στρατού είναι οι δρόμοι, γέφυρες και εργοστάσια, με σκοπό να παραλύσει η αντίπαλη χώρα. Η καταστροφή τους, όμως, επιβαρύνει ιδιαίτερα το περιβάλλον, καθώς το έδαφος δέχεται μεγάλες ποσότητες επιβλαβών υλικών, μετάλλων και αποβλήτων, τα οποία το ρυπαίνουν και το καταστρέφουν, συμβάλλοντας στη διάβρωση και στην υποβάθμισή του.

Αέρας – Ατμόσφαιρα

Η χρήση όπλων, καθώς και οι εκπομπές καυσαερίων από οχήματα, πλοία και αεροπλάνα, κατά τη διάρκεια μίας ένοπλης σύγκρουσης, συμβάλλουν καθοριστικά στη ρύπανση του αέρα και την πτώση της ποιότητάς του στην περιοχή. Μία τέτοια έντονη επιβάρυνση συμβάλλει άμεσα και στα γενικά, παγκόσμια επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης, και, επομένως, στην κλιματική αλλαγή. Ενώ, επειδή οι ρύποι μεταφέρονται με τον αέρα, η ρύπανση σε μία περιοχή μπορεί να προκαλέσει όξινη βροχή ή και αναπνευστικά προβλήματα υγείας σε ανθρώπους σε περιοχές χιλιόμετρα μακριά. Τέτοιου είδους

τεράστια ατμοσφαιρική ρύπανση είχε προκληθεί το 1991 με τις φωτιές στα πηγάδια πετρελαίου στο Κουβέιτ από τις υποχωρούσες ιρακινές δυνάμεις (Πόλεμος Περσικού Κόλπου), αλλά και -ακόμα πιο πρόσφατα- με τις φωτιές από τον ISIS (Πόλεμος στη Συρία) στα πηγάδια πετρελαίου στη Μοσούλη, που έκαιγαν ακόμα και τέσσερις μήνες μετά το αρχικό συμβάν (Davies, 2016).

Νερό – Υδάτινοι πόροι

Παρόμοια προβλήματα εντοπίζονται και στους υδάτινους πόρους μίας περιοχής. Η χρήση όπλων, ιδιαίτερα χημικών, ρυπαίνει τα ύδατα και αλλοιώνει τα συστατικά τους, σκοτώνοντας τους οργανισμούς που ζουν σε αυτά, και κάνοντας το νερό ακατάλληλο για οποιαδήποτε χρήση. Η πρόκληση μόλυνσης στους υδάτινους πόρους αποτελεί από την αρχαιότητα τακτική πολέμου με σκοπό την αποδυνάμωση του εχθρού, με ανυπολόγιστες όμως συνέπειες για τον υδροφόρο ορίζοντα, μέχρι και για δεκαετίες μετά το συμβάν. Μόλυνση του νερού προκαλεί και η καταστροφή των ανθρώπινων υποδομών και, ιδιαίτερα, των εργοστασίων διαχείρισης και επεξεργασίας λυμάτων. Χωρίς αυτές τις απαραίτητες υποδομές, τα λύματα καταλήγουν στον υδροφόρο ορίζοντα και τόν μολύνουν, αυξάνοντας τους κινδύνους για ανθρώπινες ασθένειες και λοιμούς. Επιπλέον, στις συνέπειες που αφορούν τη ρύπανση του νερού εντάσσεται και η θαλάσσια ρύπανση, τόσο από τη χρήση όπλων, όσο και από τα απόβλητα πλοίων, αλλά και ρίψη χημικών κατευθείαν στο νερό.

Στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής καταστροφής εξαιτίας ενός πολέμου εντάσσεται και η εξάντληση των φυσικών πόρων. Και εδώ, το πρόβλημα ξεκινάει ακόμα και πριν την έναρξη του πολέμου. Ο εξοπλισμός και η συντήρηση του στρατού απαιτούν την κατανάλωση τεράστιων ποσοτήτων μετάλλων, νερού, τροφίμων και καυσίμων. Το Υπουργείο Άμυνας στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, αποτελεί τον μεγαλύτερο καταναλωτή ορυκτών καυσίμων, χρησιμοποιώντας ως και 20.9 δις λίτρα καυσίμων το χρόνο (Mathiesen, 2014). Η κατανάλωση αυτή πολλαπλασιάζεται κατά τη διάρκεια ενός πολέμου, αφού το ίδιο συμβαίνει και στις ανάγκες. Το περιβάλλον εξαντλείται από τις γεωργικές και τις βιομηχανικές δραστηριότητες, τόσο για άμεση χρήση, όσο και ως κεφάλαιο μέσω της πώλησής τους για την αγορά όπλων. Στην εξάντληση των φυσικών πόρων -όπως διαθέσιμου νερού, πανίδας, χλωρίδας- συμβάλλουν και τα προσφυγικά ρεύματα ανθρώπων που προκαλούνται εξαιτίας του πολέμου. Η απότομη εγκατάσταση ενός μεγάλου πλήθους ατόμων σε μία περιοχή μπορεί να προκαλέσει μεγάλο σοκ στο οικοσύστημα. Το αυξημένο κυνήγι και ψάρεμα, και το κόψιμο δέντρων για την κάλυψη των βασικών αναγκών για νερό, τροφή και καταφύγιο, μπορεί να οδηγήσουν σε εξαφάνιση ειδών και αποψίλωση δασών, ενώ η αυξημένη συγκέντρωση αποβλήτων εντείνει τη μόλυνση του εδάφους, νερού και αέρα.

Καταστροφή Οικοσυστημάτων

Τέλος, η πιο σημαντική επίδραση του πολέμου στο περιβάλλον, η οποία αποτελεί και το αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω αναφερόμενων επιμέρους επιδράσεων στο περιβάλλον, είναι η καταστροφή των οικοσυστημάτων. Με την διάβρωση του εδάφους, ρύπανση νερού και αέρα, και την κατασπατάληση των φυσικών πηγών, το οικοσύστημα οδηγείται στην παρακμή. Οι μηχανισμοί ανάκαμψης αδυνατούν να λειτουργήσουν, και τα λιγοστά φυτικά και ζωικά είδη, που μπορεί να έχουν απομείνει, οδηγούνται στη αποδήμηση ή, ακόμα χειρότερα, στο θάνατο, προκαλώντας εξαφάνιση ειδών από την περιοχή. Στην εξαφάνιση ειδών μπορεί να συμβάλλει και η εισαγωγή εχθρικών ειδών. Τα είδη-ξενιστές που μπορεί να εισαχθούν στο οικοσύστημα μεταφερόμενα από τα στρατιωτικά φορτηγά, αεροπλάνα και φορτηγά της ξένης χώρας, δημιουργούν ανταγωνιστικές σχέσεις με τα ενδημικά είδη, οδηγώντας τα σε εξαφάνιση. Βέβαια, ο σημαντικότερος λόγος ολοκληρωτικής καταστροφής ενός οικοσυστήματος είναι η χρήση χημικών όπλων. “Τα σύγχρονα χημικά, βιολογικά και πυρηνικά οπλοστάσια έχουν τη δυνατότητα να καταστρέψουν χωρίς προηγούμενο το περιβάλλον” (Lallanilla, 2017). Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο πόλεμος στο Βιετνάμ, ο οποίος χαρακτηρίστηκε ως ο πιο “χημικός” πόλεμος του αιώνα. Οι ποσότητες του “Πορτοκαλί Παράγοντα” (Orange Agent) ενός φυτοκτόνου και αποφυλλωτικού χημικού αερίου που έριξε ο στρατός των ΗΠΑ στα δάση  και στα μανγκρόβια δέντρα στους ποταμούς του Βιετνάμ, κατέστρεψαν τελείως τη χλωρίδα και προκάλεσαν τεράστια οικολογική καταστροφή που είναι αισθητή ως και σήμερα.

Για την παρουσίαση μίας ολοκληρωμένης εικόνας της περίπλοκης σχέσης μεταξύ περιβάλλοντος και πολέμου, πρέπει οπωσδήποτε να αναφερθεί ότι συχνά στο περιβάλλον εντοπίζεται και η αιτία μιας σύγκρουσης. “Το πρόγραμμα των ΗΕ για το περιβάλλον (UNEP) έχει ανακαλύψει ότι, τα τελευταία 60 χρόνια, τουλάχιστον το 40% των εσωκρατικών διαμαχών έχουν συνδεθεί με τη διαχείριση των φυσικών πόρων” (United Nations, 2017). Και, πράγματι, η πρόσβαση σε πλουτοπαραγωγικές πηγές (πχ. πετρέλαιο, φυσικό αέριο, πολύτιμους λίθους) αποτελεί τη συνηθέστερη αιτία ενός πολέμου, όπως και η πρόσβαση στο νερό που αποτελεί τη σημαντικότερη αιτία διενέξεων στις χώρες της Αφρικής. Τέλος, πολλοί έχουν κατονομάσει την κλιματική αλλαγή ως αιτία, ή έστω σημαντική αφορμή, για να ξεσπάσει μία σύγκρουση. Η κλιματική αλλαγή που έχει πλήξει πιο έντονα κάποιες περιοχές, έχοντας αποξηράνει ή πνίξει περιοχές, σε συνδυασμό με την εξάντληση των πηγών, μετατρέπουν τον πόλεμο σε αντίδραση και προσπάθεια επιβίωσης. Μάλιστα, αρκετοί ερευνητές είχαν κατονομάσει την κλιματική αλλαγή σαν ένα από τα αίτια για τον πόλεμο στη Συρία, λόγω της χρόνιας ξηρασίας που βίωνε η χώρα πριν ξεσπάσει η ένοπλη σύρραξη.

Από το 2001, η 6η Νοεμβρίου κάθε χρόνου έχει ανακηρυχτεί από Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ως «Διεθνής Μέρα για την αποτροπή εκμετάλλευσης του Περιβάλλοντος κατά τη διάρκεια Πολέμου και Ένοπλης σύγκρουσης» σε μία προσπάθεια να αναδειχτεί μία «βουβή» πλευρά των συνεπειών ενός πολέμου – αυτή της καταστροφής του περιβάλλοντος. Η ανάλυση που προηγήθηκε έκανε εμφανές ότι οι επιπτώσεις μίας σύγκρουσης στο περιβάλλον είναι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, έντονες και διαρκείς, και επεκτείνονται και μετά το πέρας της εκάστοτε σύγκρουσης. Ο χαρακτήρας, δε, του περιβάλλοντος ως παγκόσμιο αγαθό καθιστά γνωστές τις ενδεχόμενες καταστροφές ενός πολέμου, πέρα από τη συγκεκριμένη τοπική και χρονική στιγμή πρόκλησής τους. Όπως, λοιπόν, κάθε γενοκτονία ως αποτέλεσμα ενός πολέμου, μας αφορά όλους προσωπικά και πρέπει να καταδικάζεται παγκοσμίως, το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και με κάθε οικοκτονία, ιδιαίτερα αφού το περιβάλλον είναι συνυφασμένο με την ύπαρξη και επιβίωσή μας.


Κλεοπάτρα- Ειρήνη Ζερδέ

Πηγές:
  1. Davies, G. (2016). Oil wells set on fire by ISIS are still burning FOUR MONTHS after the terror group torched them… and the soot has turned Mosul’s sheep black. http://www.dailymail.co.uk/news/article-4062970/Oil-wells-set-fire-ISIS-burning-FOUR-MONTHS-terror-group-torched-soot-turned-Mosul-s-sheep-black.html 
  2. Mathiesen, K. (2014). What’s the environmental impact of modern war?, https://www.theguardian.com/environment/2014/nov/06/whats-the-environmental-impact-of-modern-war
  3. Lallanilla, M. (2017). The Effects of War on the Environment. https://www.thespruce.com/the-effects-of-war-on-environment-1708787
  4. United Nations. (2017). International Day for Preventing the Exploitation of the Environment in War and Armed Conflict. 6 November. http://www.un.org/en/events/environmentconflictday/index.shtml 
  5. Austin, J. και Bruch, C. (2000). The Environmental Concequences of War. Cambrigde University Press. pp. 303-309
  6. Langurs, L. (2008). War and the Environment. http://www.worldwatch.org/node/5520
  7. Naaman, R. (2008). L’ENVIRONNEMENT BLESSÉ PAR LES CONFLITS ARMÉS. http://www.novethic.fr/empreinte-terre/pollution/isr-rse/l-environnement-blesse-par-les-conflits-armes-114988.html
  8. Dorsouma, A. και Bouchard, M. (2006). Conflits armés et environnement. https://developpementdurable.revues.org/3365#tocto1n2