
Το ασταμάτητο τρέξιμο ήταν ο καλπασμός του για να αγγίξει την ουτοπία. Ναι, κι ας μην έφτανε πότε σε αυτήν, απλά να νιώσει για λίγο ότι υπάρχει και κάτι άλλο από τη δυστοπία στην οποία καταδικάστηκε να παλεύει για να επιβιώσει. Δεν ήταν ο μόνος φυσικά. Πολλοί, πάρα πολλοί, έκαναν (και κάνουν) το ίδιο. Αν αυτός ξεχώρισε και τον μνημονεύουμε, είναι γιατί δέχτηκε να βάλει στους ώμους του τους καημούς και τις ελπίδες ενός λαού που υπέφερε. Μια αποστολή που χωρίς να ρωτήσει τη δέχτηκε γιατί κάπως έπρεπε να “σπάσει” το έρεβος που είχε “πνίξει” την Ελλάδα.
Ο “ΘΑΝΑΣAΚΗΣ”, Η ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ
Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο, λαϊκό προάστιο τότε, τον Μάιο του 1927. Κατάγεται από τα Θολάρια της Αιγιάλης από την πλευρά της του Ευδοκίας, του γένους Ιωάννη Σμυρνή. Η γιαγιά του η Μαρουλιώ ήταν πρακτική μαία στα Θολάρια της Αμοργού. Ήταν το μοναχοπαίδι του κυρ Βασίλη και της κυρά Ευδοκίας που κατάφεραν να δώσουν στον Θανάση μόνο τις εγκύκλιες σπουδές. Ο πατέρας του ήταν υπάλληλος στο εργοστάσιο της Ηλεκτρικής Εταιρίας στο Φάληρο. Μάλιστα, επί Κατοχής, αγωνίστηκε προκειμένου να το σώσει από την ανατίναξη που σχεδίαζαν οι Γερμανοί. Οι μαρτυρίες λένε ότι η Εταιρία σώθηκε χάρη στην πρωτοβουλία του Βασίλη Βέγγου και τον αγώνα του. Αργότερα, το ελληνικό κράτος τον απέλυσε επειδή ήταν αριστερός, οπότε η άσχημη οικονομική κατάσταση της οικογένειας έγινε χειρότερη. Ο Θανάσης βγήκε στο μεροκάματο, όπου και όποτε το έβρισκε. Δούλεψε κυρίως στην επεξεργασία δερμάτων, πουλούσε πάγο, κι ήταν το παιδί για τα θελήματα όλης της γειτονιάς. Ήταν ο αγαπητός σε όλους “Θανασάκης”, σβέλτος, πρόθυμος, καλός.Ο ΒΕΓΓΟΣ ΣΤΗ “ΜΑΓΙΚΗ ΠΟΛΗ”
Ο ηθοποιός Βέγγος, λοιπόν, δεν θα υπήρχε αν δεν ήταν η Μακρόνησος και ο Κούνδουρος. Ο πρόσφατα εκλιπών σκηνοθέτης είχε πει γι’ αυτόν τον Ιούλιο του 2000: “Τον αγάπησα από την πρώτη στιγμή που τον είδα κουρελή φαντάρο στο Μακρονήσι και τον αγαπάω και τώρα, σεμνά καθισμένο στη δόξα που δίκαια κατέκτησε”. Ο Κούνδουρος κάτι είδε στον Βέγγο και παρά τις δυσκολίες και τις κακουχίες της περιόδου και του τόπου, τον σκεφτόταν να αλωνίζει στο κινηματογραφικό κάδρο, γι’ αυτό και του είχε υποσχεθεί να παίξει σε ταινία αφού απολύονταν από τη Μακρόνησο.“Ο Κούνδουρος. Ο Νίκος Κούνδουρος. Αν δεν συναντιόμαστε στον Στρατό δεν θα υπήρχε στο πανί ούτε Θανάσης, ούτε Βέγγος. Δούλευα σ’ ένα πατάρι τα δέρματα. Στον Στρατό μαζευτήκαμε μια ομάδα για να σκαρώσουμε μια παράσταση. Ο Κούνδουρος ήταν σκηνογράφος. Μια μέρα μου λέει: Θανάση, όταν απολυθούμε θα παίξεις σε μια ταινία που θα φτιάξω. Γύρισα στο πατάρι κι ούτε που το θυμόμουνα. Έτσι, όταν ήρθε να με βρει, δεν είχα καμία διάθεση και αρνήθηκα. Η επιμονή του όμως ήταν τέτοια, που στο τέλος με κατάφερε”
“Η μαγική πόλη” (1955) αποτελεί την πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση του Βέγγου. Το “Magic City” είναι χώρος λαϊκής διασκέδασης στο κέντρο της Αθήνας, αρχές της δεκαετίας του ’50, ένας απ’ αυτούς που σιγά σιγά κάνουν την εμφάνιση του προσφέροντας σφαιριστήρια, σκοποβολή και προσωπική διέξοδο στις αγωνίες μιας νεολαίας που δεν είχε άλλους τρόπους να εκφραστεί. Σε αυτή την πόλη υπάρχει μια δεύτερη, ρεαλιστική, το Δοργούτι, φτωχοσυνοικία της Αθήνας γεμάτη προσφυγικές οικογένειες που πάλευαν να ξεφύγουν από την κακή τους μοίρα. Ο Βέγγος πουλάει λεμόνια στη λαχαναγόρα, μέλος της παρέας των νεαρών βιοπαλαιστών που ονειρεύονται κάποια στιγμή να πιάσουν την καλή. Ο ήρωας που υποδύεται ονομάζεται “Θανάσης”. Στην ουσία παίζει τον εαυτό του, αεικίνητος μπροστά στην κάμερα. Το φαινόμενο “Θανάσης Βέγγος” ξεκινά.
ΕΠAΓΓΕΛΜΑ ΗΘΟΠΟΙΟΣ
Οι δρόμοι των Κούνδουρου-Βέγγου θα συναντηθούν πάλι. Αυτή τη φορά στον “Δράκο” (1956). Ο Ντίνος Ηλιόπουλος είναι που κρατά τον πρωταγωνιστικό ρόλο και φυσικά διαπρέπει. Από τον “Δράκο” του Φριτς Λανγκ σε αυτόν του Κούνδουρου. Ο νεορεαλισμός δίνει τον τόνο και ακολουθεί ο εξπρεσιονισμός. Ο Βέγγος υποδύεται τον μπάρμαν στο κέντρο διασκέδασης του αρχηγού, του οποίου είναι και μπράβος. Βλοσυρός, σοβαρός, μιλά λίγο, ρόλος αντίθετος με τον κατοπινό Θανάση, όμως πουθενά δεν πείθει ότι είναι κακός. Ο Βέγγος είναι πια ηθοποιός και δεν θα σταματήσει μέχρι και την τελευταία στιγμή της ζωής του.ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ, ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ ΚΑΙ ΧΡΕΩΜΕΝΟΣ!
Η δεκαετία των μεγάλων αλλαγών, αυτή του ’60, βρίσκει τον Βέγγο να συνεχίζει να ψάχνει τη θέση του στον ελληνικό κινηματογράφο. Η βιοτεχνία (σ.σ λόγω μεγέθους) του ελληνικού θεάματος θα ακμάσει εμπορικά και ο Βέγγος καλλιτεχνικά. Το πολιτικοκοινωνικό τοπίο στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά ασταθές και λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας θα γίνει εφιαλτικό.Ο ΚΑΤΣΟΥΡΙΔΗΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΘΕΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ
Η συνεργασία με τον Ντίνο Κατσουρίδη θα σφραγίσει την πορεία του Βέγγου τη δεκαετία του ’70 κι ένα σημαντικό κομμάτι αυτής. Ταινία-σταθμός, η αντιπολεμική “Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση;” (1971). Σάρωσε εμπορικά, αλλά και στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Συνεχίζεται η συνεργασία με τον Πάνο Γλυκοφρύδη, τον Ερρίκο Θαλασσινό, ενώ δουλεύει και με τον Θόδωρο Μαραγκό.ΛΑΙΚΟΣ ΗΡΩΑΣ
Τι μένει, λοιπόν, όταν κάθεται η σκόνη; Ο λαϊκός ήρωας Θανάσης Βέγγος με το υγρό βλέμμα και το γέλιο λύτρωση, καημό, εξομολόγηση. Ήρωας χωρίς να το επιδιώξει και χωρίς ποτέ να το αποδεχθεί. Οι τιμές που αποδίδονται στο πρόσωπο του οφείλονται στη συλλογική εικόνα που προβλήθηκε πάνω του.Η εικόνα ενός έθνους, ενός λαού, που μέσα από μαύρα σύννεφα και μοναδική “περιουσία” την ελπίδα του, προσπάθησε να επιβιώσει, να κρατήσει την αξιοπρέπεια και την ελευθερία του, τη δυνατότητα να ονειρεύεται και να κλαίει για να δροσίζεται.
Ο Βέγγος, σπλάχνο από τα σπλάχνα του ελληνικού λαού, υπηρέτησε αυτή την εικόνα αδιαμαρτύρητα, της έδωσε ό,τι είχε και το μόνο που ήθελε ήταν ξάστερο ουρανό και καθαρή ατμόσφαιρα. Γι’ αυτή την επιθυμία έτρεχε και τη φώναζε σαν ικεσία όταν μας έλεγε “καλοί μου άνθρωποι…”.
Γιάννης Σολδάτος, ”Ενας άνθρωπος παντός καιρού”, Εκδόσεις “Αιγόκερως”
dinfo.gr
Βοηθήστε την "Ιδεοπηγή", γράψτε ένα σχόλιο, διαδώστε τις αναρτήσεις...