Γιατί χρειάζεται μια ριζική αλλαγή του συντάγματος...

Τρεις πρόσφατες πολιτικές υποθέσεις καταδεικνύουν την συνταγματική αναποτελεσματικότητα – Μπορεί να γίνει αναθεώρηση σε συνθήκες εκχωρημένης εθνικής κυριαρχίας;

του Μάκη Ανδρονόπουλου

Τρεις πρόσφατες υποθέσεις που κυριάρχησαν με ένταση στην πολιτική μας σκηνή,  φέρνουν στην επιφάνια της εθνικής μας πραγματικότητας τα ανομολόγητα προβλήματα της συνταγματικής μας υποκρισίας. 
 
Τελευταία ήταν η υπόθεση του Συμβουλίου της Επικρατείας που έληξε με την κυβερνητική διαβεβαίωση πως δεν θα μειωθούν οι μισθοί των δικαστών, αποκαλύπτοντας τον καιροσκοπισμό και των δύο πλευρών. 
 
Προηγήθηκε ο «συμβιβασμός» της κυβέρνησης με την Εκκλησία και προηγουμένως ο in vitro διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες, κατά τον οποίο ο αρχικός έλεγχος των διαγωνιζομένων αποδείχθηκε γελοίος, ένας εκ των υπερθεματιστών ήταν φούσκα αφού δεν είχε τα λεφτά, ενώ ο αναπληρωτής του ομολόγησε ότι ήταν «λαγός» στη διαδικασία. 
 
Ο διαγωνισμός ξεφτιλίστηκε και το οικονομικό αποτέλεσμα αποκάλυψε την απουσία σοβαρής πολιτικής και τον τυχοδιωκτισμό της κυβέρνησης.

 
Οι τρεις υποθέσεις καταδεικνύουν την ανεπάρκεια του συντάγματος σε ότι αφορά την ανεξαρτησία των εξουσιών, την παρεμβατικότητα της Εκκλησίας στις κρατικές υποθέσεις  και την τραγική  σχέση κράτους αγοράς. 
 
Στην ουσία τους δηλαδή, οι τρεις υποθέσεις έχουν σαθρή συνταγματική βάση. Το χειρότερο όμως είναι ότι οι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι η διαπλοκή των εξουσιών αυτών είναι ανεξέλεγκτη  και συνεχίζει να κυριαρχεί. 
 
Δεν φτάνει που το σύνταγμα παραβιάζεται ξεδιάντροπα και κατ΄ εξακολούθηση, όπως θα υπενθυμίσουμε αμέσως μετά, αλλά δεν υπάρχει και κανείς να προστατέψει τον πολίτη από τις αυθαιρεσίες και τη βία των 5 εξουσιών (η Εκκλησία, οι τρεις θεσμικές και η αγορά που περιλαμβάνει και εκφράζεται ενίοτε από τα media).
 
Το μεταπολιτευτικό μας σύνταγμα, όπως σήμερα ισχύει, δεν μπόρεσε να εμποδίσει ούτε  τον υπερδανεισμό του κράτους, ούτε τη χρεοκοπία του.
 
Δεν μπόρεσε να εμποδίσει την πραγματοποίηση μεγάλων σκανδάλων διαχείρισης των κρατικών υποθέσεων, δεν εμπόδισε την διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, δεν προστάτευσε την δημόσια περιουσία, δεν εμπόδισε την κατάχρηση της κοινωνικής και της ιδιωτικής  αποταμίευσης, δεν εμπόδισε τον υπερδανεισμό των νοικοκυριών, ούτε τις ληστρικές συμβάσεις του κράτους με τους εργολάβους, δεν εμπόδισε την διαπλοκή πολιτικής-επιχειρηματιών-τραπεζών-media.
 
Το μεταπολιτευτικό μας σύνταγμα, όπως σήμερα ισχύει, δεν εμπόδισε την εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας και την εφαρμογή πολιτικών που καταλύουν τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα και τα κοινωνικά δικαιώματα. Αυτά έγιναν με την σύμπραξη της Βουλής, των βουλευτών.
 
Το ισχύον σύνταγμα δεν εμπόδισε επίσης  την διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.  Είναι συνεπώς ένα σύνταγμα που δεν επιτέλεσε τον πραγματικό του σκοπό για μια σειρά από λόγους. Ενδεικτικά: 
 
1.       Πολλές κρίσιμες διατάξεις του είναι «δήθεν». Παράδειγμα, δεν διασφαλίζει με επάρκεια και αποτελεσματικότητα την ανεξαρτησία των εξουσιών, αφού η δικαστική ηγεσία σχετίζεται ουσιαστικά με την εκτελεστική. Η απόφαση του ΣτΕ να αναβάλει την απόφασή του για τις τηλεοπτικές άδειες το αποδεικνύει. 
 
2.       Είναι ελλιπές και συντηρητικό, καθώς δεν είχε τις πρόνοιες που θα απέτρεπαν την καταστροφή της χώρας.
 
3.       Το σύνταγμα διαχειρίζονται και το παραβιάζουν συστηματικά οι κυβερνήσεις (πχ. η μη ψήφιση του Μνημονίου 1 από τα 2/3 της Βουλής). Καμία μνημονιακή κυβέρνηση δεν υπερασπίστηκε το σύνταγμα έναντι των πιστωτών της χώρας.
 
Είναι μάλλον ευκρινές ότι το σύνταγμα αυτό χρειάζεται μια ριζική αναθεώρηση, αν όχι μία εξ υπαρχής σύνταξή του από μια εθνική εθνοσυνέλευση. Όμως, οι συντηρητικές δυνάμεις του συστήματος, αυτές που έφεραν τη χώρα στην καταστροφή και στην υποτέλεια, ούτε ήθελαν, ούτε θέλουν να αλλάξουν τίποτε στα σοβαρά. 
 
Αυτό φάνηκε από στην περιβόητη αναθεώρηση Βενιζέλου με τη σπαζοκεφαλιά του «βασικού μετόχου», από την εξευτελιστική για το Κοινοβούλιο αναθεώρηση του Κώστα Καραμανλή, αλλά και προσφάτως από την αρθρογραφία των εγκρίτων συνταγματολόγων και πολιτικών που τρέμουν μια αλλαγή που θα ενδυναμώσει και θα διευρύνει του δημοκρατικούς θεσμούς γιατί δήθεν θα περιορίσει την αντιπροσωπευτικότητα. 
 
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι ο εθνικός διάλογος που υποτίθεται θα άρχιζε τον Σεπτέμβριο σύμφωνα με την ανακοίνωση του πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα αγνοείται. Όσο για τους πέντε άξονες διαλόγου της κυβέρνησης Τσίπρα κινούνται στα αυτονόητα. Θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχουν.
Οι συνταγματολόγοι που πατρονάρουν τα κόμματα και αντιστρόφως, οχυρώνονται πίσω από το άρθρο 110 που προβλέπει τι και πως αναθεωρείται. 
 
Αυτά που ρητώς δεν αναθεωρούνται, αναφέρονται στο πολίτευμα και στα βασικά δικαιώματα. Όμως το εν λόγω άρθρο και οι διαδικασίες αναθεώρησης μάλλον πρέπει να συζητηθούν γιατί εμπεριέχουν προβληματικότητες.
 
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε πως το ισχύον σύνταγμα είναι προϊόν μιας συνταγματικής υπέρβασης. 
 
Με το δημοψήφισμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή άλλαξε μεταδικτατορικά το πολίτευμα και καταργήθηκε η βασιλεία στην Ελλάδα, παρότι  απαγορευόταν από το Σύνταγμα του 1952. 
 
Η πρώτη Βουλή και η κυβέρνηση λειτούργησαν σαν να είχαν πρωτογενή συντακτική εξουσία, άσχετα εάν την κατονόμασαν αναθεωρητική. 
 
Συνεπώς, υπάρχει σχετικά πρόσφατο ιστορικό προηγούμενο συντακτικής διαδικασίας. Πρόσφατα άλλωστε η Ισλανδία απέκτησε νέο σύνταγμα που προέκυψε από λαϊκή διαβούλευση και όχι από τη Βουλή, ενώ παλαιότερα κάτι ανάλογο είχε συμβεί στη Γαλλία (1958 επί ντε Γκωλ).
 
Πέραν τούτων, τα κόμματα και κυρίως η κυβέρνηση οφείλουν να εξηγήσουν  στους πολίτες κατά πόσο μπορεί να γίνει μια ουσιαστική αναθεώρηση του συντάγματος σε συνθήκες εκχωρημένης εθνικής κυριαρχίας μέσω των μνημονίων, διαφορετικά οι πολίτες μπορεί να εκλάβουν την επερχόμενη αναθεώρηση ως σχέδιο συνταγματοποίησης των μνημονιακών πολιτικών.

Δημοσιεύτηκε  από τον χρήστη