Η Μέση Ανατολή, ένα αδιάκοπο πεδίο μάχης για την εξουσία, είναι και πάλι μάρτυρας της ανάδυσης μιας νέας και επικίνδυνης αντιπαλότητας.
Ενώ το Ιράν θεωρούνταν για χρόνια το επίκεντρο των στρατηγικών απειλών προς το Ισραήλ, σήμερα η Τουρκία, με τη φιλόδοξη πορεία
Η αυξανόμενη πολιτισμική, οικονομική και στρατιωτική επιρροή της Άγκυρας την έχει καταστήσει έναν ανταγωνιστή που το Ισραήλ δεν μπορεί πλέον να αγνοεί.
Αυτή η αντιπαράθεση, η οποία εξελίσσεται στα σκοτεινά επίπεδα της διπλωματίας, της οικονομίας και του μιλιταρισμού, δεν έχει απλώς διαβρώσει τις διμερείς σχέσεις, αλλά έχει και υπονομεύσει την ήδη εύθραυστη σταθερότητα της περιοχής.
Το πρόσφατο πλήγμα του Ισραήλ σε συριακό έδαφος είναι το τελευταίο σύμβολο της ανεξέλεγκτης τόλμης του να αποσταθεροποιήσει τη Μέση Ανατολή.
Μια πολυεπίπεδη αντιπαλότητα
Όπως επισημαίνει ο αραβικός ιστότοπος Middle East Monitor, το τελευταίο έτος, η Μέση Ανατολή έχει βιώσει βαθιές μεταμορφώσεις στην περιφερειακή κατανομή ισχύος.
Η
επιρροή του Ιράν έχει μειωθεί λόγω των οικονομικών κυρώσεων, της
διπλωματικής απομόνωσης και των στρατιωτικών προκλήσεων, αφήνοντας χώρο
για την εμφάνιση νέων δρώντων.
Η Τουρκία, αξιοποιώντας τη μοναδική
γεωπολιτική της θέση, την ιδιότητα μέλους στο ΝΑΤΟ και τη δυναμική της
οικονομίας της, έχει αναδειχθεί σε σουνιτική δύναμη με λόγο όχι μόνο
στην περιοχή αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Από τη Λιβύη έως τον Καύκασο, τα Βαλκάνια έως τον Περσικό Κόλπο, η επιθετική διπλωματία και η στρατιωτική παρουσία της Άγκυρας της έχουν προσδώσει μια ασυναγώνιστη θέση.
Όμως αυτή η ταχύτατη άνοδος έχει σημάνει συναγερμό στο Ισραήλ.
Το
Τελ Αβίβ, το οποίο επί χρόνια επικεντρωνόταν στην ανάσχεση του Ιράν,
τώρα αντιμετωπίζει έναν αντίπαλο που όχι μόνο δεν έχει ιδεολογική
ταύτιση μαζί του, αλλά ανταγωνίζεται και στα οικονομικά, στρατιωτικά και
πολιτισμικά πεδία. Αναγνωρίζοντας αυτήν τη νέα απειλή, το Ισραήλ έχει
αναπροσαρμόσει τις στρατηγικές του και έχει διευρύνει το πεδίο δράσης
του πέρα από την αντιπαράθεση με το Ιράν.
Αυτή η στρατηγική στροφή έχει εγκαινιάσει μια νέα φάση γεωπολιτικού ανταγωνισμού σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή.
Για να διατηρήσει την περιφερειακή του ηγεμονία, το Ισραήλ χρησιμοποιεί έναν συνδυασμό ήπιας και σκληρής ισχύος.
Σε
διπλωματικό επίπεδο, το Τελ Αβίβ έχει ενισχύσει τις σχέσεις του με
χώρες όπως η Ελλάδα, η Κύπρος και ακόμη και με ορισμένα κράτη του
Κόλπου, σχηματίζοντας ένα άτυπο μέτωπο κατά της Τουρκίας.
Αυτές
οι συμμαχίες, που βασίζονται κυρίως στη στρατιωτική και οικονομική
συνεργασία, αμφισβητούν άμεσα τα συμφέροντα της Άγκυρας στην Ανατολική
Μεσόγειο και όχι μόνο.
Για παράδειγμα, οι ενεργειακές συμφωνίες
μεταξύ Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας για εξαγωγές φυσικού αερίου προς την
Ευρώπη όχι μόνο υπονομεύουν την οικονομική θέση της Τουρκίας, αλλά και
απειλούν τις φιλοδοξίες της να εξελιχθεί σε περιφερειακό ενεργειακό
κόμβο.
Σε στρατιωτικό επίπεδο, το Ισραήλ εκμεταλλεύεται την
τεχνολογική του υπεροχή για να διατηρεί ενεργό ρόλο σε ευαίσθητες
περιοχές όπως το Ιρακινό Κουρδιστάν.
Αναφορές κάνουν λόγο για
συνεργασία πληροφοριών και στρατιωτική σύμπραξη μεταξύ του Τελ Αβίβ και
ορισμένων κουρδικών ομάδων, μια εξέλιξη που θα μπορούσε να
αποσταθεροποιήσει τα τουρκικά σύνορα.
Επιπλέον, οι
κυβερνοδυνατότητες του Ισραήλ, από τις πιο προηγμένες παγκοσμίως,
αποτελούν μια αόρατη αλλά σοβαρή απειλή για την ψηφιακή υποδομή της
Τουρκίας και άλλων περιφερειακών κρατών.
Αυτά τα μέσα, μαζί με
μυστικές επιχειρήσεις και πολιτική διείσδυση, αποκαλύπτουν το βάθος των
στρατηγικών προσπαθειών του Ισραήλ να περιορίσει τους αντιπάλους του.
Ανατολική Μεσόγειος: Ένα νέο πεδίο μάχης
Ένα
από τα κύρια μέτωπα της αντιπαλότητας Ισραήλ–Τουρκίας είναι η Ανατολική
Μεσόγειος, που έχει εξελιχθεί σε γεωπολιτικό επίκεντρο λόγω των
αποθεμάτων φυσικού αερίου και της στρατηγικής της σημασίας.
Οι
τουρκικές θαλάσσιες διεκδικήσεις και οι προσπάθειες ενίσχυσης της
ναυτικής επιρροής της Άγκυρας τη φέρνουν σε αντιπαράθεση με τον άξονα
Ισραήλ - Ελλάδας - Κύπρου.
Μέσω της υποστήριξης έργων όπως ο αγωγός
EastMed, το Ισραήλ επιδιώκει όχι μόνο να αποδυναμώσει την οικονομική
θέση της Τουρκίας, αλλά και να οικοδομήσει ένα αντιτουρκικό μπλοκ που θα
απομονώσει γεωπολιτικά την Άγκυρα.
Ο ανταγωνισμός στην Ανατολική Μεσόγειο δεν περιορίζεται στην οικονομία.
Η
αυξανόμενη στρατιωτική παρουσία του Ισραήλ, περιλαμβανομένων κοινών
ασκήσεων με την Ελλάδα και την Κύπρο, στέλνει ένα σαφές μήνυμα προς την
Τουρκία: η ισραηλινή πλευρά είναι έτοιμη να αντιδράσει αποφασιστικά σε
οποιαδήποτε τουρκική κίνηση.
Οι ενέργειες αυτές, που υποστηρίζονται
σιωπηρά από τις ΗΠΑ και την ΕΕ, απειλούν άμεσα τις φιλοδοξίες της
Τουρκίας για κυριαρχία στη Μεσόγειο.
Πέρα από τα στρατιωτικά και
οικονομικά εργαλεία, το Ισραήλ αξιοποιεί και τη «ήπια ισχύ» για να
διαβρώσει την επιρροή της Τουρκίας.
Υποστηρίζοντας ισχυρά δίκτυα
επιρροής στη Δύση, ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, η κυβέρνηση του
Τελ Αβίβ επιχειρεί να παρουσιάσει την Τουρκία ως αναξιόπιστο και
αποσταθεροποιητικό παράγοντα.
Οι ενέργειες αυτές, που περιλαμβάνουν
εκστρατείες στα μέσα ενημέρωσης και διπλωματικές πιέσεις, στοχεύουν στη
μείωση της διεθνούς στήριξης προς την Άγκυρα.
Επιπλέον, η
ενίσχυση των σχέσεων του Ισραήλ με ορισμένα αραβικά κράτη –ιδίως μετά
τις Συμφωνίες του Αβραάμ– αποσκοπεί στη δημιουργία ρήγματος μεταξύ
Τουρκίας και αραβικού κόσμου.
Η στρατηγική αυτή υπονομεύει
όχι μόνο την πολιτιστική και πολιτική επιρροή της Τουρκίας στην περιοχή,
αλλά και τις φιλοδοξίες της για ηγετικό ρόλο στον ισλαμικό κόσμο.
Η
πολύπλευρη στρατηγική του Ισραήλ αποκαλύπτει ότι στόχος του δεν είναι
μόνο να περιορίσει στρατιωτικά και οικονομικά την Τουρκία, αλλά να
αποδυναμώσει τη θέση της στη συλλογική φαντασία, τόσο σε περιφερειακό
όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Διευρυνόμενες περιφερειακές επιπτώσεις
Η εντεινόμενη αντιπαλότητα Ισραήλ–Τουρκίας έχει συνέπειες που υπερβαίνουν κατά πολύ τις διμερείς σχέσεις.
Θα μπορούσε να προκαλέσει αποσταθεροποίηση σε περιοχές όπως το Κουρδιστάν, η Ανατολική Μεσόγειος και ακόμη και ο Καύκασος.
Για
παράδειγμα, η υποστήριξη του Ισραήλ σε ορισμένες κουρδικές ομάδες στο
Ιράκ μπορεί να οξύνει τις εσωτερικές εντάσεις στην Τουρκία, ενώ η
αντιπαράθεση στην Ανατολική Μεσόγειο θα μπορούσε να πυροδοτήσει
περιορισμένες αλλά δαπανηρές στρατιωτικές συγκρούσεις.
Άλλοι περιφερειακοί παίκτες, όπως η Αίγυπτος, ο Λίβανος και ακόμη και το Κατάρ, ίσως βρεθούν παγιδευμένοι ανάμεσα στα πυρά.
Ενώ
το Ισραήλ χτίζει αντιτουρκικές συμμαχίες, η Τουρκία επιχειρεί να τις
εξουδετερώσει μέσω ενεργητικής διπλωματίας. Το αποτέλεσμα είναι μια Μέση
Ανατολή ολοένα και πιο ευάλωτη στην ένταση και την αστάθεια.
Ο εντεινόμενος, φανερός και υπόγειος ανταγωνισμός Ισραήλ–Τουρκίας αποτελεί σαφή προειδοποίηση προς όλα τα κράτη της περιοχής.
Το
Ισραήλ, μέσω των στρατιωτικών, οικονομικών και διπλωματικών του
εργαλείων, δεν επικεντρώνεται μόνο στην ανάσχεση του Ιράν, αλλά και στον
παραγκωνισμό κάθε ανερχόμενου αντιπάλου – και ειδικά της Τουρκίας.
Η πολυδιάστατη αυτή απειλή, από συμφωνίες φυσικού αερίου και στρατιωτικά σύμφωνα έως κυβερνοεπιχειρήσεις και πολιτική επιρροή, αντανακλά τις βαθιές στρατηγικές φιλοδοξίες του Τελ Αβίβ για διατήρηση της περιφερειακής του ηγεμονίας.
Η Τουρκία και άλλα κράτη της Μέσης Ανατολής οφείλουν να αντιδράσουν με εγρήγορση και συντονισμό.
Σε
έναν κόσμο όπου οι μεγάλες δυνάμεις συγκρούονται στις σκιές, μόνο οι
έξυπνες στρατηγικές και η ενότητα μπορούν να διασφαλίσουν τη σταθερότητα
στην περιοχή.
Είναι η Μέση Ανατολή έτοιμη για αυτή τη νέα σύγκρουση ή οδεύει προς ακόμη ένα κεφάλαιο αναταραχής;
H Τουρκία προετοιμάζεται…
Πάντως, με φόντο τις αυξανόμενες εντάσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή,
μια νέα έκθεση του τουρκικού κυβερνητικού think tank SETA (Ίδρυμα
Πολιτικών, Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών), το οποίο διατηρεί
στενούς δεσμούς με τον πρόεδρο Tayyip Erdogan και τις τουρκικές
υπηρεσίες πληροφοριών, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την αεροπορική
ισορροπία ισχύος στην περιοχή.
Σύμφωνα με την ανάλυση του
ειδικού σε θέματα άμυνας Murat Aslan, η Τουρκία οφείλει να ενισχύσει
επειγόντως τις δυνατότητες της πολεμικής αεροπορίας, της αντιαεροπορικής
άμυνας και των διαστημικών της υποδομών, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί
σε δύο ταυτόχρονες απειλές: το Ισραήλ και την Ελλάδα, οι οποίες –όπως
επισημαίνει η έκθεση– υποστηρίζονται ενεργά από δυτικές συμμαχίες και
υπερσύγχρονη τεχνολογία.
Το κύριο συμπέρασμα της έκθεσης
είναι ότι η σημερινή τουρκική αεροπορία, που βασίζεται ακόμα σε στόλο
F-16 της δεκαετίας του 1980, δεν επαρκεί πλέον για να εξασφαλίσει
αποτροπή και στρατηγική ανεξαρτησία. Η SETA προειδοποιεί ότι χωρίς άμεση
προμήθεια νέων μαχητικών και επενδύσεις σε εγχώρια αμυντικά
προγράμματα, η Άγκυρα κινδυνεύει να μείνει πίσω έναντι των ανταγωνιστών
της.
Η έκθεση δημοσιοποιήθηκε λίγες ημέρες μετά την προκαταρκτική
συμφωνία της Τουρκίας για την αγορά μαχητικών Eurofighter Typhoon, ένα
βήμα που κρίνεται καθοριστικό μετά τον αποκλεισμό της από το πρόγραμμα
F-35, εξαιτίας της αγοράς των ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων S-400. Η
απόφαση αυτή πυροδότησε ένταση με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους του ΝΑΤΟ,
οδηγώντας στην αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα, παρά το γεγονός
ότι είχε ήδη πληρώσει για τα πρώτα αεροσκάφη.
Η SETA
αναγνωρίζει ότι μια ενδεχόμενη επιστροφή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των
F-35 θα επαναφέρει το ποιοτικό της πλεονέκτημα, αλλά μέχρι τότε η
συμφωνία για τα Eurofighter αποτελεί αναγκαία «γέφυρα» για την κάλυψη
των επιχειρησιακών αναγκών.
Η ανάλυση θέτει την Ελλάδα και
το Ισραήλ ως τα βασικά σημεία σύγκρισης για τις αεροπορικές ικανότητες
της Τουρκίας. Η Ελλάδα εκσυγχρονίζει τον στόλο των F-16 στην προηγμένη
εκδοχή Viper, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τις στρατηγικές της σχέσεις με τη
Γαλλία και τις ΗΠΑ.
Το Ισραήλ, από την πλευρά του, διαθέτει έναν
υπερσύγχρονο στόλο F-15I και F-35I Adir, με περισσότερα από 36 μαχητικά
πέμπτης γενιάς ήδη σε υπηρεσία.
Η SETA τονίζει ότι η Τουρκία
οφείλει να δημιουργήσει έναν στόλο τουλάχιστον 500 μαχητικών έτοιμων για
μάχη, ικανό να υποστηρίζει ταυτόχρονες επιχειρήσεις σε διαφορετικά
μέτωπα.
Το βλέμμα στην επόμενη γενιά: Eurofighter και KAAN
Η
έκθεση δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο Eurofighter Typhoon, υπογραμμίζοντας
την ικανότητά του για αποστολές εναέριας υπεροχής και δράσης σε μεγάλα
υψόμετρα. Αν αποτύχει η συμφωνία, η Τουρκία οφείλει να βρει εναλλακτικό
μαχητικό για την κάλυψη επειγουσών επιχειρησιακών αναγκών.
Παράλληλα,
η έκθεση αναφέρεται στο εγχώριο μαχητικό πέμπτης γενιάς KAAN, το οποίο
αναπτύσσεται από την Turkish Aerospace Industries και αναμένεται να
ενταχθεί στην υπηρεσία μετά το 2028.
Το KAAN σχεδιάζεται
ώστε να ενσωματώνει τεχνολογίες stealth και να λειτουργεί σε συνδυασμό
με μη επανδρωμένα drones όπως τα ANKA-3 και Kizilelma.
Η
SETA δεν περιορίζεται μόνο στα μαχητικά. Ζητεί συνολική αναβάθμιση της
αντιαεροπορικής άμυνας και των συστημάτων ραντάρ της Τουρκίας, ιδιαίτερα
για την αντιμετώπιση stealth απειλών. Η ενσωμάτωση ραντάρ AESA,
ηλεκτρονικού πολέμου και εγχώριων πυρομαχικών θεωρείται καθοριστική για
την επίτευξη στρατηγικής αυτονομίας.
«Η Τουρκία πρέπει να είναι σε
θέση να αμύνεται, να αποτρέπει και –αν χρειαστεί– να χτυπά, χωρίς
εξαρτήσεις από εξωτερικές άδειες ή τον φόβο εμπάργκο», αναφέρει
χαρακτηριστικά η έκθεση.
Η διπλή απειλή και η γεωπολιτική απομόνωση
Η
έκθεση κλείνει με σαφή προειδοποίηση για τη γεωπολιτική απομόνωση που
απειλεί την Τουρκία, λόγω της εμβάθυνσης της συνεργασίας
Ελλάδας–Ισραήλ–ΗΠΑ–ΕΕ. Το συνδυασμένο εναέριο δυναμικό Ελλάδας και
Ισραήλ –με την υποστήριξη της Δύσης– συνιστά διπλή πρόκληση, στην οποία η
Τουρκία οφείλει να απαντήσει με συνδυασμό εξοπλισμών από το εξωτερικό
και εγχώριας καινοτομίας.
Το τουρκικό think tank αναγνωρίζει ότι η
επιστροφή στο πρόγραμμα των F-35 θα ήταν κομβική για την ποιοτική
υπεροχή της χώρας. Μέχρι τότε όμως, τα Eurofighter και τα αναβαθμισμένα
F-16 είναι οι μόνοι διαθέσιμοι μοχλοί ισχύος.
Τέλος, η έκθεση
προτείνει τη στρατηγική ενσωμάτωση τεχνητής νοημοσύνης σε επιχειρήσεις
μάχης και παρακολούθησης, καθώς το μέλλον των συγκρούσεων –όπως
αναφέρει– θα εξαρτηθεί από διασυνδεδεμένες πλατφόρμες και όχι μεμονωμένα
οπλικά συστήματα.
Η προειδοποίηση είναι ξεκάθαρη: Χωρίς
εναέρια υπεροχή, η Τουρκία κινδυνεύει να χάσει την πρωτοβουλία σε
κρίσιμες περιφερειακές εξελίξεις.
Ο αγώνας για τους αιθέρες δεν είναι μόνο στρατιωτικός – είναι βαθιά γεωπολιτικός.
www.bankingnews.gr