H ηθική παρενόχληση στους χώρους εργασίας...


H ηθική παρενόχληση στους χώρους εργασίας πολλές φορές είναι τόσο καλά εδραιωμένη στην εργασιακή ρουτίνα που δεν γίνεται αντιληπτή ως τέτοιαH ηθική παρενόχληση στους χώρους εργασίας πολλές φορές είναι τόσο καλά εδραιωμένη στην εργασιακή ρουτίνα που δεν γίνεται αντιληπτή ως τέτοια

Το θλιβερό υπόβαθρο του εργασιακού χαμόγελου (και τι είναι το mobbing)
του Τάσου Γιαννόπουλου

O «δεκάλογος» του χαμογελαστού εργαζόμενου, πρόταση μίας (πρώην, πλέον) περιφερειακής διευθύντριας της αλυσίδας πολυκαταστημάτων My Market έγινε «viral» τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2019 στην Ελλάδα, σαν να πρόκειται για πρακτική που ξεφεύγει από τους συνήθεις κανόνες που επικρατούν στην εγχώρια αγορά εργασίας.
Στην πραγματικότητα, η άσκηση ψυχολογικής πίεσης αποτελεί καθημερινό βίωμα για μεγάλο αριθμό εργαζομένων, χωρίς πάντα να συνειδητοποιούν ότι έχουν τη δυνατότητα να τη καταγγείλουν.
Τα ακραία αποτελέσματα της πίεσης αυτής, φέρνουν κατά νου τις δεκάδες αυτοκτονίες της «France Telecom», που πήραν χαρακτηριστικά επιδημίας τη διετία 2008 – 2009, μια περίοδο που ο γαλλικός κολοσσός εφάρμοζε μέτρα αναδιάρθρωσης (sic), με περικοπές χιλιάδων θέσεων εργασίας, συνεχείς μεταθέσεις και αφόρητες πιέσεις για καλύτερη απόδοση των εργαζομένων.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα διεθνών ΜΜΕ, ο πρώην διευθύνων σύμβουλος, Ντιντιέ Λομπάρ και 6 στελέχη της «France Telecom» (που το 2013 πέρασε στα χέρια της «Orange») βρίσκονται στο εδώλιο ως υπαίτιοι για 19 από τις αυτοκτονίες αυτές.
Όπως λέει στο Solomon MAG η Χριστίνα Καρακιουλάφη, Επίκουρη Καθηγήτρια Κοινωνιολογίας των Εργασιακών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, οι αυτοκτονίες στη «France Telecom» επιβεβαίωσαν σε μεγάλο βαθμό τα συμπεράσματα παλαιότερων ερευνών. Σύμφωνα με αυτές, οι αυτοκτονίες συνδέονται με τις «υποχρεωτικές μετακινήσεις χιλιάδων εργαζομένων προς άλλους χώρους εργασίας και προς άλλες θέσεις εργασίας, την κατάργηση επαγγελμάτων, τον επαγγελματικό επαναπροσανατολισμό των εργαζομένων, τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια αξιολόγησης τους, την εισαγωγή πελατοκεντρικής λογικής, την αναδιαμόρφωση των χώρων εργασίας, το μάνατζμεντ μέσω του στρες», κ.α.
Αντίστοιχα φαινόμενα μικρότερης έκτασης, είχαν καταγραφεί και σε άλλες μεγάλες εταιρείες στην ίδια χώρα, με χαρακτηριστικότερο τις 3 αυτοκτονίες στη «Renault», τη διετία 2006 – 2007.
«Εξαιτίας των παραπάνω, τα γαλλικά συνδικάτα πίεσαν, μεταξύ άλλων, για τη δημιουργία δομών ψυχολογικής υποστήριξης», σημειώνει η κ. Καρακιουλάφη.
Επειδή αυτά φαίνονται πολύ μακρινά, αναρωτηθήκαμε για την κατάσταση στην, τηρουμένων των αναλογιών, «France Telecom» της Ελλάδας, η οποία έχει περάσει από αντίστοιχα στάδια ιδιωτικοποίησης: από τον όμιλο ΟΤΕ των 15.000 εργαζόμενων, στο μετοχικό κεφάλαιο του οποίου έχει απομείνει ελάχιστο ποσοστό για το ελληνικό δημόσιο.
«Από τις αρχές του έτους, πιθανότατα με αφορμή ένα σοβαρό περιστατικό στο κτίριο της πλατείας Βικτωρίας, η διοίκηση του ΟΤΕ έχει θέσει σε λειτουργία και παρουσίασε με διθυράμβους τηλεφωνική γραμμή ψυχολογικής υποστήριξης για τους εργαζόμενους, την οποία ονομάζει Next To You» αναφέρει στο Solomon MAG ο Άρης Αλεξίου, πρόεδρος της Ένωσης Εργαζομένων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης του ΟΤΕ (ΕΕΤΕ – ΟΤΕ).
«Η εργοδοσία, υπό το φόβο να ζήσουμε και εδώ φαινόμενα τύπου “France Telecom”, προνόησε, τρόπον τινά, ξέροντας ότι η πίεση που ασκεί στους εργαζόμενους εντείνεται», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Αλεξίου.
Όπως προσθέτει, η διαφορά με τα «My Market», όπου το κείμενο της προϊσταμένης προκάλεσε σάλο, είναι ότι στον ΟΤΕ τα διευθυντικά στελέχη φροντίζουν να μην αφήνουν γραπτά ίχνη της ψυχολογικής πίεσης,
«Οι προσπάθειες εκφοβισμού γίνονται προσεκτικά, με προσωπικές συναντήσεις με τους παλιούς εργαζόμενους, οι οποίοι καλούνται να αποχωρήσουν από την επιχείρηση κάνοντας χρήση της εθελούσιας εξόδου (σ.σ. το τελευταίο τέτοιο “πακέτο” έληξε τον Μάρτιο του 2019)», εξηγεί ο ίδιος.

Αν στα εργατικά ατυχήματα του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα είναι εύκολο να δούμε ως αίτιο τις συνθήκες εργασίας, τη μη τήρηση των κανόνων Υγείας και Ασφάλειας κ.λπ., στον τριτογενή τομέα, τα καταστροφικά αποτελέσματα των ψυχοφθόρων συνθηκών δεν είναι το ίδιο εύκολο να καταγραφούν

Στόχος είναι, σύμφωνα με τον κ. Αλεξίου, η σταδιακή αντικατάσταση του παλιού προσωπικού, το οποίο θεωρείται ακριβό μισθολογικά, με νέους και πιο ευέλικτους εργαζόμενους, οι μισθοί των οποίων είναι στα επίπεδα των 650 ευρώ, κάτι που σηματοδοτεί την μετάλλαξη του ΟΤΕ σε μία διαφορετικού τύπου εταιρεία.
Το «μάνατζμεντ μέσω του στρες», για το οποίο μίλησε η κ. Καρακιουλάφη, βρίσκει, όπως ισχυρίζεται ο εκπρόσωπος των εργαζομένων, (και) στον ΟΤΕ την εφαρμογή του: «η φιλοσοφία της επιχείρησης έχει αλλάξει ριζικά σε σχέση με την περίοδο του δημόσιου ελέγχου. Για παράδειγμα, οι τεχνικοί υποχρεώνονται, πιέζονται, να κάνουν και πωλήσεις την ώρα που καλούνται να επιδιορθώσουν μία βλάβη».
Τα τελευταία χρόνια οι εργαζόμενοι είχαν να νοιαστούν για πιο «υλικές» και άμεσες ανάγκες (ανεύρεση εργασίας, μισθολογικά δικαιώματα, διατήρηση κάποιων κεκτημένων), με αποτέλεσμα να μη δίνουν σημασία στο μείζον ζήτημα των ψυχοκοινωνικών επιπτώσεων της ίδιας της εργασίας. Το αντίθετο συμβαίνει με την ανεργία, οι συνέπειες της οποίας έχουν συζητηθεί εκτενώς, καθώς είναι πιο άμεσα ορατές.
«Αν στα εργατικά ατυχήματα του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα είναι εύκολο να δούμε ως αίτιο τις συνθήκες εργασίας, τη μη τήρηση των κανόνων Υγείας και Ασφάλειας κ.λπ., στον τριτογενή τομέα, τα καταστροφικά αποτελέσματα των ψυχοφθόρων συνθηκών δεν είναι το ίδιο εύκολο να καταγραφούν», σημειώνει η κ. Καρακιουλάφη.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα διάφορα τηλεφωνικά κέντρα όπου, σύμφωνα με την ακαδημαϊκό, «συμπίπτουν όλα τα στοιχεία της ψυχολογικής κακομεταχείρισης των εργαζόμενων: επισφάλεια, πελατοκεντρική λογική, επιθετικοί πελάτες, συνεχής πίεση για επίτευξη στόχων, προσβλητικές συμπεριφορές.»
«Γιατί άργησες στην τουαλέτα, γιατί έφαγες χωρίς να πάρεις άδεια;», είναι τα καθημερινά ερωτήματα των υπεύθυνων στο τηλεφωνικό κέντρο μεγάλων τραπεζών όπου οι συνθήκες είναι αφόρητες σύμφωνα με την Ν.Μ., «ενοικιαζόμενη» εργαζόμενη, όπως οι περισσότερες, σε τηλεφωνικό κέντρο.
«Υπάρχει μεγάλη πίεση, ακόμα και οι βασικές μας ανάγκες, όπως το να πιεις νερό ή να πας στην τουαλέτα, γίνονται με άγχος. Μόνο μετά τη δημιουργία του σωματείου για τους “ενοικιαζόμενους” στις τράπεζες, του ΣΥ.ΔΑ.Π.Τ.Τ., έχουν υποχωρήσει κάπως οι πρακτικές μπούλινγκ και έχουν καθιερωθεί τα διαλείμματα που προβλέπει ο νόμος», προσθέτει η εργαζόμενη.
Αντίθετα, σε χώρους όπου δεν υπάρχει συνδικαλιστική δράση, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα: «6 ώρες συνεχόμενες πάνω από την οθόνη, χωρίς διάλειμμα, χωρίς κλιματισμό, χωρίς το δικαίωμα να βγεις έξω για ένα τσιγάρο», καταγγέλλει η Λ.Μ. για τη «γαλέρα», όπως την αποκαλεί, τηλεοπτικού καναλιού που χρησιμοποιεί telemarketing.
«Αν δεν σας αρέσει να φύγετε, μας έλεγε η προϊστάμενη, ενώ οι βρισιές ήταν στην ημερήσια διάταξη, καθώς είχε το ελεύθερο από τη διοίκηση. Όταν ερχόταν η επιθεώρηση εργασίας, οι πόρτες έκλειναν και γινόμασταν αόρατοι. Επίσης σχεδόν ποτέ δεν πληρωνόμασταν στην ώρα μας. “Αν πάνε χάλια οι πωλήσεις θα πάρετε τ’ αρχίδια μας”, μας έλεγαν», περιγράφει.

Η πίεση είναι αφόρητη, το άγχος τελικά σε αδρανοποιεί, μιλάς άσχημα στον πελάτη λόγω της βιασύνης να περάσεις στον επόμενο, αφού σου έχουν πει ότι πρέπει να μιλήσεις με 100 περίπου την ημέρα, που σημαίνει 15 κλήσεις την ώρα

Αργότερα η Λ.Μ. βρέθηκε σε τηλεφωνικό κέντρο συνδρομητικής τηλεόρασης για 370 ευρώ καθαρά το μήνα. Εκεί οι απειλές αφορούσαν και τις άδειες, καθώς αυτές θα κόβονταν, αν δεν επιτυγχάνονταν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. «Οι leaders, όπως τους λένε, χρησιμοποιούσαν φωνές, ακόμα και κουδούνια για να μας ξυπνάνε, σαν να ήμασταν ζώα, δεν μας άφηναν να μιλάμε με τον διπλανό μας. Βλέπουν μόνο νούμερα, τους στόχους που πρέπει να πετύχουμε, για να πάρουν και το ανάλογο μπόνους», λέει.
Τόσο η ίδια, όσο και μία ακόμα εργαζόμενη σε τηλεφωνικό κέντρο μεγάλης τράπεζας, η Γ.Λ., καταγγέλλουν ότι υπάρχουν περιστατικά στα οποία εργαζόμενοι ζήτησαν πιεσόμετρο εν ώρα εργασίας ή προσπάθησαν να απευθυνθούν σε γιατρό.
Όπως περιγράφει η Γ.Λ.: «Η πίεση είναι αφόρητη, το άγχος τελικά σε αδρανοποιεί, μιλάς άσχημα στον πελάτη λόγω της βιασύνης να περάσεις στον επόμενο, αφού σου έχουν πει ότι πρέπει να μιλήσεις με 100 περίπου την ημέρα, που σημαίνει 15 κλήσεις την ώρα, χωρίς να τηρούνται οι κανόνες για το διάλειμμα. (…) Απαγορεύτηκε και το “back office”, δηλαδή η επίλυση των αποριών που έχουν οι εργαζόμενοι, καθώς θεωρείται αντιπαραγωγικός χρόνος. Σε ένα από τα χαρακτηριστικότερα στιγμιότυπα, η leader φώναζε τόσο δυνατά σε κοντινό συνάδελφο που την άκουγε και ο δικός μου πελάτης με αποτέλεσμα να μην μπορέσω ούτε εγώ να κάνω τη δουλειά μου, πόσο μάλλον ο εργαζόμενος που έπεσε θύμα αυτής της συμπεριφοράς. Οι leaders δεν συνειδητοποιούν ότι είναι η αντιεπαγγελματική συμπεριφορά τους μας κάνει λιγότερο αποδοτικούς. Πώς θα δουλέψει ο άλλος με τα χάπια της πίεσης δίπλα του; Γιατί έχω δει αρκετούς σε αυτήν την κατάσταση».
Σύμφωνα με μελέτη του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ του 2017, η αποδοτικότητα λόγω του εργασιακού στρες μειώνεται κατά 80%, ενώ το 50% των θυμάτων ψυχολογικής βίας στον χώρο εργασίας αναφέρουν ότι υποφέρουν από έντονο άγχος.
Στη Γαλλία, λόγω και των αυτοκτονιών που προηγήθηκαν, «έχει γίνει συστηματική δουλειά ώστε να συνδεθούν οι εν λόγω συνθήκες εργασίας με τις συνέπειες», σημειώνει κ. Καρακιουλάφη.
Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η απόφαση του εφετείου των Βερσαλλιών, το 2011, που δικαίωσε τους συγγενείς ενός εκ των θανόντων, αναγνωρίζοντας επί της ουσίας την αυτοκτονία του ως εργατικό ατύχημα.
Στην Ελλάδα, έχουν δημοσιοποιηθεί ελάχιστα περιστατικά αυτοκτονίας που να συνδέονται με κακοποιητικές συμπεριφορές εργοδοτών, προϊσταμένων ή/και συναδέλφων. «Δεν έχουμε σαφή εικόνα για τη χώρα μας, γιατί δεν υπάρχει η αντίστοιχη ευαισθητοποίηση», επισημαίνει η καθηγήτρια.
Ιδιαίτερη δημοσιότητα, λόγω και των σχετικών κινητοποιήσεων, είχε λάβει η αυτοκτονία, το 2014, του 49χρονου Στέφανου Βαλαβάνη, εργαζόμενου στο κατάστημα «Praktiker» στο Αιγάλεω. «Είχε δεχτεί πιέσεις να παραιτηθεί μετά από ένα περιστατικό από το οποίο προέκυψαν κάποιες ασαφείς κατηγορίες για υποψία κλοπής», περιγράφει στο Solomon MAG ο K. Διαμαντής, μέλος του Δ.Σ. του επιχειρησιακού σωματείου, ο οποίος είχε αναλάβει μαζί με τους εργαζόμενους του εν λόγω καταστήματος, τα έξοδα της κηδείας του συναδέλφου του.
«Οι πιέσεις δεν είναι σπάνιο φαινόμενο, αλλά εκείνη την περίοδο ήταν σε έξαρση λόγω της αλλαγής του ιδιοκτησιακού καθεστώτος (με φόντο τον κίνδυνο πτώχευσης της μητρικής εταιρείας) αλλά και της προσπάθειας να αποδεχτούν οι εργαζόμενοι τις ατομικές συμβάσεις εργασίας», προσθέτει. Η εταιρεία, μετά από επικοινωνία του Solomon MAG, αρκέστηκε μόνο να πει ότι θεωρεί τους χαρακτηρισμούς αυτούς αναληθείς και αρνήθηκε να σχολιάσει περαιτέρω.
Όπως καταγγέλλει ο κ. Διαμαντής, ο ίδιος έδωσε κατάθεση στην Αστυνομία, αλλά ποτέ δεν κλήθηκε από τον εισαγγελέα και η υπόθεση μπήκε στο αρχείο.
Όλα τα παραπάνω περιγράφονται στη διεθνή βιβλιογραφία με μία λέξη: «mobbing», που στην ελληνική γλώσσα μεταφέρεται ως «εργασιακή κακοποίηση», «ηθική παρενόχληση στον χώρο εργασίας», «ψυχολογική βία», «εργασιακός εκφοβισμός», «ψυχολογική τρομοκρατία».

«Το νομοθετικό πλαίσιο» θεωρεί ο κ. Μπουμπουχερόπουλος, «δεν είναι ανεπαρκές, ιδιαίτερα μετά την προσθήκη στον Ποινικό Κώδικα μιας διάταξης για το bullying με αφορμή την υπόθεση Γιακουμάκη, αλλά είναι πολλές φορές δύσκολη η σύνδεση των συνεπειών στην υγεία ενός εργαζόμενου με την ψυχολογική πίεση στον χώρο εργασίας.

Ο δικηγόρος και διδάκτωρ της Νομικής Σχολής Ε.Κ.Π.Α. Παναγιώτης Μπουμπουχερόπουλος, που έχει ασχοληθεί πιο συστηματικά από οποιονδήποτε άλλον στην Ελλάδα με το φαινόμενο, αναφέρει στο Solomon MAG ότι υπάρχει υπόθεση εργαζόμενου που έπαθε έμφραγμα και αυτό αποδόθηκε στο εργασιακό άγχος.
«Το νομοθετικό πλαίσιο» θεωρεί ο κ. Μπουμπουχερόπουλος, «δεν είναι ανεπαρκές, ιδιαίτερα μετά την προσθήκη στον Ποινικό Κώδικα μιας διάταξης για το bullying με αφορμή την υπόθεση Γιακουμάκη, αλλά είναι πολλές φορές δύσκολη η σύνδεση των συνεπειών στην υγεία ενός εργαζόμενου με την ψυχολογική πίεση στον χώρο εργασίας. Παρ’ όλα αυτά, η ελληνική νομολογία έχει να επιδείξει αρκετές αποφάσεις για περιστατικά που εμπίπτουν στον πυρήνα του τύπου της ηθικής παρενόχλησης».
Ο Βασίλης Τραϊανόπουλος, προϊστάμενος Ειδικός Επιθεωρητής του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.), έχει συνολική εικόνα του φαινομένου λόγω της πολυετούς εμπειρίας του. «Οι εργαζόμενοι συνήθως καταγγέλλουν τις λεκτικές προσβολές, την υποτίμηση της δουλειάς τους και την απαξίωση της προσωπικότητάς τους μόνο όταν υπάρχει καταστρατήγηση άλλων, “βασικών” εργασιακών δικαιωμάτων (όπως η μείωση αποδοχών) και όχι ως ξεχωριστά περιστατικά», λέει.
«Πάντως, ο εργαζόμενος μπορεί να θεωρήσει τέτοιες συμπεριφορές ως “μονομερή βλαπτική μεταβολή” και να ζητήσει την καταβολή αποζημίωσης απόλυσης, ακόμα και να υποβάλει μήνυση για παραβίαση της αρχής ίσης μεταχείρισης καθώς και για επιμέρους στοιχειοθετούμενα αδικήματα του ποινικού κώδικα, όπως εξύβριση, συκοφαντική δυσφήμιση, εκβίαση κ.α.», απαντάει ο κ. Τραϊανόπουλος. «Επίσης μπορεί να ασκήσει αγωγή για καταβολή αποζημίωσης για την πρόκληση ηθικής και υλικής βλάβης σε βάρος του ή να ασκήσει αγωγή για ακύρωση της καταγγελίας της σύμβασης για λόγους εμπάθειας, εκδίκησης ή και καταχρηστικότητας στο πρόσωπο του εργαζόμενου».
Σύμφωνα με το ελληνικό Σύνταγμα (άρθρο 2 παρ. 1 και 5 παρ.1), «ο εργοδότης έχει υποχρέωση προστασίας της προσωπικότητας του εργαζόμενου, η οποία απορρέει από συνταγματικές διατάξεις. Η προστασία αυτή είναι πλήρης, καλύπτοντας όλες τις εκφάνσεις της προσωπικότητας του εργαζόμενου, δηλαδή τόσο τις σωματικές –φυσικές όσο και τις ψυχικές και ηθικές», συμπληρώνει ο αρμόδιος επιθεωρητής.
Στην πράξη βέβαια, ειδικά στο απρόσωπο περιβάλλον των μεγάλων επιχειρήσεων και εργασιακών χώρων οι εργαζόμενοι μοιάζουν εντελώς απροστάτευτοι απέναντι σε ταπεινωτικές συμπεριφορές και στην ψυχολογική βία.
«Εδώ καίριο ρόλο πρέπει να παίξουν τα συνδικάτα», υπογραμμίζει η κ. Καρακιουλάφη. «Οι εργαζόμενοι να έχουν στο μυαλό τους ότι τα φαινόμενα εκφοβισμού και άσκησης πίεσης στον χώρο εργασίας δεν αποτελούν μεμονωμένες περιπτώσεις, όπως ίσως υποστηρίζουν ορισμένες ατομοκεντρικές προσεγγίσεις, αλλά κοινωνικό φαινόμενο με απειλητικές διαστάσεις», καταλήγει. Με καταστροφικές συνέπειες στη σωματική και ψυχική υγεία, στο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον των εργαζομένων και στην ποιότητα της εργασιακής ζωής, προσθέτουμε.

Πηγή: