Ένα ταμπού του μουσουλμανικού κόσμου
Από
το Μαγκρέμπ στο Πακιστάν, περνώντας από τη Σαουδική Αραβία, οι άθεοι
είναι πολυάριθμοι. Μία έρευνα πάνω σε αυτήν την αθεΐα που ενοχλεί και
φοβίζει το μουσουλμανικό κόσμο.
Της Ανζελίν Μοντόγια*
Ο Μπαούς θα επιθυμούσε να μην ακούει πια να γίνεται λόγος για το Ισλάμ. Και μάλιστα να μη μιλάει γι’ αυτό καθόλου. Αλλά, ό, τι και να κάνει, ό, τι και να λέει, αυτός ο 33χρονος πωλητής, που ζει στη Βουαρόν (στη νομαρχία της Ιζέρ), επανέρχεται πάντα σε αυτό.
H αθεΐα του προβληματίζει ή ενοχλεί, ανάλογα με την περίπτωση. Όταν κάποιος προέρχεται, όπως αυτός, από μια μουσουλμανική οικογένεια και μια μουσουλμανική κουλτούρα, το γεγονός ότι δεν πιστεύει στον Θεό – και, κυρίως, ότι το εκφράζει – ανοίγει τον δρόμο σε μια ζωή γεμάτη παρεξηγήσεις, απαρνήσεις και ρήξεις. «Υφίσταμαι μια διπλή ματιά», λέει ο Μπαούς. «Για τον κόσμο, από την εμφάνισή μου, το όνομά μου, το χρώμα του δέρματός μου, είμαι εξ ορισμού μουσουλμάνος. Κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί ότι είμαι απλώς Γάλλος. Αλλά, για την οικογένειά μου, είμαι άξιος περιφρόνησης. Θεωρούν ότι «γαλλοφέρνω»: το να είσαι άθεος σημαίνει ότι προδίδεις την καταγωγή σου, λες και το να είσαι μουσουλμάνος είναι καταγωγή. Έτσι, αισθάνομαι υποχρεωμένος να απολογούμαι πάντα, σε όλα τα μέτωπα».
Ο Μπαούς είχε γράψει στην εφημερίδα Le Monde, τον Φεβρουάριο, απαντώντας σε ένα κάλεσμα να καταθέσουν οι μουσουλμάνοι που έχουν χάσει την πίστη τους. Όταν τον ρωτήσαμε πάλι, τον Νοέμβριο, τίποτα δεν είχε αλλάξει γι’ αυτόν: είχε πάντα την αίσθηση ότι ζούσε σε αυτό το «παράξενο μεσοδιάστημα», όπου ένιωθε υποχρεωμένος να εξηγεί συνεχώς ότι αυτός δεν είναι «ούτε ισλαμόφοβος ούτε ισλαμόφιλος».
Το άκρον άωτον για έναν άθεο: «Μετά τις επιθέσεις, μου ζητήθηκε να διαχωρίσω τη θέση μου». Η οικογένειά του, ειδικά ο μεγάλος αδελφός του, δεν αποδέχτηκε ποτέ το ότι ο αδερφός του απαρνήθηκε το Ισλάμ. Από τότε, οι δύο άνδρες δεν επικοινωνούν. Ωστόσο, ο Μπαούς μπορεί να θεωρηθεί τυχερός: η μητέρα του, στην οποία είχε εκμυστηρευθεί τις αμφιβολίες του για την ύπαρξη του Θεού, ήδη όταν ήταν έφηβος, δεν εγκρίνει αυτή την επιλογή, αλλά την ανέχεται.
«Σε μερικές οικογένειες, το να ανακοινώσει κανείς ότι είναι άθεος μπορεί να είναι πιο περίπλοκο από το να δηλώσει ότι είναι ομοφυλόφιλος», λέει ο κοινωνιολόγος Ουσάμ Μπενταμπέτ, ο οποίος ετοιμάζει, από το 2014, μια διατριβή αφιερωμένη στην άρνηση πίστης μουσουλμάνων της Γαλλίας. Ένα θέμα που δεν έχει μελετηθεί ποτέ με συστηματικό τρόπο και για το οποίο γνωρίζουμε τελικά πολύ λίγα, μια και αυτοί οι άθεοι φροντίζουν να είναι διακριτικοί, μέσα σε ένα περιβάλλον όπου, τουλάχιστον στη Γαλλία, τις συζητήσεις μονοπωλεί η αντιπαράθεση ανάμεσα στους «ισλαμο-αριστεριστές», που θεωρούνται υπερβολικά ανεκτικοί απέναντι στο πολιτικό Ισλάμ, και τους «ισλαμοφοβικούς», που κατηγορούνται ότι «έχουν κηρύξει τον πόλεμο στους μουσουλμάνους».
Διώξεις, επιθέσεις και δολοφονίες
Η διακριτική στάση επιβάλλεται ακόμη περισσότερο στις χώρες με πλειοψηφία μουσουλμάνων, όπου αυτή η απόρριψη, αν είναι δημόσια, προκαλεί πολύ πιο βίαιες αντιδράσεις: εκφοβισμούς, διώξεις, επιθέσεις, ακόμη και δολοφονίες. Εκεί, η αθεΐα είναι κάτι το αδιανόητο.
Ακόμα κι αν δεν υπάρχει, στην αραβική γλώσσα, συγκεκριμένη λέξη για την αθεΐα (οι όροι που χρησιμοποιούνται – mulhid, murtad ή kafir – παραπέμπουν περισσότερο στην έννοια της αίρεσης ή της αποστασίας και είναι υποτιμητικοί), ο άθεος θεωρείται ενίοτε πιο επικίνδυνος ακόμη και από τον ισλαμιστή τρομοκράτη.
«Εάν είστε Λιβανέζος, μπορείτε, σύμφωνα με τον νόμο, να ανήκετε σε δεκαοκτώ διαφορετικές κοινότητες. Εάν είστε Αιγύπτιος, μπορείτε να είστε μουσουλμάνος, χριστιανός ή εβραίος», λέει ο ιστορικός των θρησκειών, Ντομινίκ Αβόν. «Το δίκαιο εφαρμόζεται σε ομάδες και όχι σε άτομα· είναι κατ’ αρχήν κοινοτικό. Αλλά ένας άθεος δεν εμπίπτει σε καμία κατηγορία που προβλέπεται από τον μουσουλμανικό νόμο. Παρά μόνο αυτήν της αποστασίας».
Αυτό το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο στον ισλαμικό κόσμο: «Υπήρξαν πάντοτε διανοούμενοι, συγγραφείς, πανεπιστημιακοί που έχουν δηλώσει ότι δεν πιστεύουν στον Θεό», συνεχίζει ο Ντομινίκ Αβόν. Έτσι, ο Αιγύπτιος συγγραφέας Ισμαήλ Αντάμ (1911-1940), προκάλεσε σκάνδαλο, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, αμφισβητώντας την αυθεντικότητα των χαντίθ (λέξεις που αποδίδονται στον προφήτη Μωάμεθ), δημοσιεύοντας το μανιφέστο «Γιατί είμαι άθεος».
Ας αναφέρουμε επίσης στον Σαουδάραβα συγγραφέα, Αμπντουλάχ Αλ-Κασίμι (1907-1996), ο οποίος αρνήθηκε την ύπαρξη του Θεού και γλύτωσε από δύο απόπειρες δολοφονίας. Πιο πρόσφατα, ο Σαλμάν Ρουσντί ή η Τασλιμά Νασρίν διώχθηκαν εξαιτίας των κειμένων τους που θεωρήθηκαν βλάσφημα. «Αλλά, αυτό που είναι καινούργιο φαινόμενο, συνεχίζει ο ιστορικός, είναι ότι νέοι που δεν έχουν απαραιτήτως περάσει από το πανεπιστήμιο δηλώνουν δημοσίως, μέσω των κοινωνικών δικτύων, ότι είναι άθεοι».
Με την έλευση του διαδικτύου, το φαινόμενο διευρύνεται όλο και περισσότερο. Ωστόσο, δημοσιοποιώντας την απόρριψη του Ισλάμ, αυτοί οι άθεοι εκτίθενται σε μεγάλους κινδύνους. Ο Ουαλίντ Αλ-Χουσεϊνί ήταν είκοσι ενός ετών το 2010 όταν συνελήφθη στη γενέτειρά του, την Καλκίγια, στη Δυτική Όχθη. Το μοναδικό έγκλημά του: δήλωσε άθεος στο ιστολόγιό του αντί να το κρατήσει μυστικό. Μια «προσβολή στο θρησκευτικό συναίσθημα», σύμφωνα με το παλαιστινιακό δικαστήριο. Μετά από δέκα μήνες φυλάκισης, κατά τη διάρκεια της οποίας λέει ότι βασανίστηκε, μπόρεσε τελικά να μεταβεί στο Παρίσι, όπου απέκτησε το καθεστώς του πρόσφυγα και όπου ίδρυσε τον γαλλικό κλάδο του Συμβουλίου των Πρώην Μουσουλμάνων, το 2013.
«Δεν υπάρχει πιο σοβαρό παράπτωμα»
Γιατί να αυτοορίζεται κάποιος ως «πρώην μουσουλμάνος», όταν το ζήτημα είναι ακριβώς να διαχωριστεί από τη θρησκεία; «Όταν σταματήσουν να θέλουν να με σκοτώσουν, τότε θα μπορέσω να σταματήσω να ορίζω τον εαυτό μου με αυτό τον τρόπο», εξηγεί η Μαριάμ Ναμαζιέ. «Δεν θέλω πια να έχω καμιά σχέση με το ισλάμ. Αλλά, σήμερα, είμαι υποχρεωμένη να παραδεχτώ ότι εξακολουθεί να κατακλύζει τη ζωή μου». Εγκατεστημένη στο Λονδίνο από το 1979, αυτή η Ιρανή ενοχλεί με τον οίστρο και τον ασυμβίβαστο λόγο της εναντίον του πολιτικού ισλάμ. Το 2007, είχε την ιδέα να συνενώσει όσους είχαν αρνηθεί, όπως και η ίδια, το ισλάμ, μέσα σε έναν σύνδεσμο, το Συμβούλιο των Πρώην Μουσουλμάνων της Μεγάλης Βρετανίας.
Από το 2014, έχει οργανώσει τέσσερις συνδιασκέψεις στο Λονδίνο πάνω στην ελευθερία συνείδησης και έκφρασης. Η τελευταία, στις 22 και 23 Ιουλίου, είχε μια πρωτοφανή απήχηση: περίπου 70 συμμετέχοντες από τριάντα χώρες συγκεντρώθηκαν σε μια πολυτελή αίθουσα συνεδρίων στο Κόβεντ Γκάρντεν – έναν χώρο που κρατήθηκε μυστικός μέχρι την τελευταία στιγμή, από τον φόβο των επιθέσεων.
Όλοι οι άθεοι από το Μαρόκο, τον Λίβανο, την Τουρκία, την Ιορδανία, το Πακιστάν… ανέβηκαν με τη σειρά τους στο βήμα και διηγήθηκαν τις εμπειρίες τους από τους εκφοβισμούς, τις διώξεις και, συχνά, την εξορία, διατράνωσαν την αθεΐα τους, υπερασπίστηκαν την εκκοσμίκευση, συζήτησαν και βλασφήμησαν χωρίς τον φόβο αντιποίνων. «Ήταν η μεγαλύτερη συγκέντρωση πρώην μουσουλμάνων στην ιστορία», καμαρώνει η Ναμαζιέ.
Πόσοι είναι αυτοί οι άθεοι, καταδικασμένοι να κρύβονται για να μη διωχθούν; Δύσκολο να προσδιοριστεί κάποιος. Τις, σύμφωνα με μια διεθνή δημοσκόπηση του WIN/Gallup για τη θρησκευτικότητα και τον αθεϊσμό (1), που χρονολογείται από το 2012, το 5% των ερωτηθέντων στη Σαουδική Αραβία δήλωσαν άθεοι. Το ίδιο ποσοστό… με τις Ηνωμένες Πολιτείες! Στον αραβικό κόσμο, γενικά, το 77% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι ήταν «θρησκευόμενος», 18% «μη θρησκευόμενος» και 2% «άθεοι», έναντι 84%, 13% και 2% αντίστοιχα στη Λατινική Αμερική, περιοχή κατά πλειοψηφία καθολική.
«Οι αιγυπτιακές αρχές δίνουν αριθμούς που πλησιάζουν στο μηδέν· αλλά αν αυτό ισχύει, αναρωτιέται κανείς γιατί ο αθεϊσμός φοβίζει τόσο την ανώτερη θρησκευτική εξουσία της χώρας, το πανεπιστήμιο Αλ-Αχζάρ, του οποίου ένας ουλεμάς είπε ότι δεν υπάρχει πιο σοβαρό παράπτωμα από το να είναι κανείς άθεος», τονίζει ο ιστορικός Ντομινίκ Αβόν.
Διαμαρτυρία για τον Ραούφ Μπανταουί
«Ήταν ασφυκτικά»
Σύμφωνα με την Έκθεση για την Ελευθερία Συνείδησης (2), που δημοσίευσε η Διεθνής Ανθρωπιστική και Ηθική Ένωση, ένας οργανισμός που ιδρύθηκε στο Άμστερνταμ (Κάτω Χώρες), το 1952, η αθεΐα, θεωρούμενη βλασφημία, προσβολή της θρησκείας ή διατάραξη της δημόσιας τάξης, τιμωρείται σε περίπου τριάντα μουσουλμανικές χώρες.
Σε δεκατέσσερις από αυτές, όπως το Αφγανιστάν, το Ιράν, το Πακιστάν, το Κατάρ, τη Σαουδική Αραβία, ακόμα και την Υεμένη, η ποινή είναι θάνατος, έστω και αν οι περισσότερες χώρες δεν την εφαρμόζουν. Ωστόσο, η καταστολή συνεχίζεται. Μία από τις περιπτώσεις που πήραν μεγάλη δημοσιότητα ήταν αυτή του Σαουδάραβα μπλόγκερ, Ραούφ Μπανταουί, καταδικασμένου το 2013 σε χίλιους ραβδισμούς με μαστίγιο και σε δέκα χρόνια φυλάκισης (3) . Παρά τη διεθνή κινητοποίηση που απαίτησε την απελευθέρωσή του, εξακολουθεί να σαπίζει σε ένα κελί, επειδή τόλμησε να ασκήσει κριτική στο Ισλάμ.
Εάν δεν καταδικαστούν από τις αρχές, οι πρώην μουσουλμάνοι καταδικάζονται από τους συγγενείς τους. Ο Ιμάντ Ιντίν Χαμπίμπ μπορεί να το αποδείξει. Αυτός ο 27χρονος Μαροκινός, που τον έστειλαν σε θρησκευτικό σχολείο στην ηλικία των πέντε ετών, αποφάσισε από νωρίς ότι δεν πίστευε στον Θεό: «Δεν ήθελα πια να πηγαίνω στο τζαμί· ήταν ασφυκτικά, το έβρισκα ηλίθιο. Για επτά χρόνια, όμως, το μόνο που διδάχτηκα είναι η θρησκεία. Στα δεκατρία μου, είπα στην οικογένειά μου ότι δεν πίστευα στον Θεό. Με απαρνήθηκε και έφυγα». Για χρόνια, έζησε από το έλεος «μιας οικονομίας που, στο Μαρόκο, βοηθάει τα παιδιά του δρόμου», διηγείται με ψυχραιμία.
Σήμερα, ο Ιμάντ είναι πρόσφυγας στο Λονδίνο. Έχει συμμετάσχει σε τρεις από τις τέσσερις συνδιασκέψεις που διοργάνωσε η Μαριάμ Ναμαζιέ. Διηγείται την πορεία του με μια ήπια φωνή· μακριές κοτσίδες περιβάλλουν ένα μωρουδίστικο πρόσωπο. Κι όμως, η ιστορία του είναι τόσο άνυδρη όσο και η Δυτική Σαχάρα από όπου προέρχεται: «Ο ίδιος ο πατέρας μου, υποστηριζόμενος από ισλαμιστές δικηγόρους, κατέθεσε μήνυση εναντίον μου όταν δημιούργησα το Συμβούλιο των Πρώην Μουσουλμάνων του Μαρόκου. Έτσι, το έσκασα».
Ιστολόγια, φόρουμ και κοινωνικά δίκτυα
Ο Μοχάμπεντ Αλκάντρα, ένας 25χρονος Ιορδανός, που, ως έφηβος, αυτοχαρακτηριζόταν σαλαφιστής και ονειρευόταν την «αποκατάσταση του χαλιφάτου», αποφάσισε να κρύψει την αθεΐα του από την οικογένειά του. «Θα καταστρεφόταν αν το μάθαινε. Αλλά δεν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, έτσι δεν θα το μάθουν», καθησυχάζει τον εαυτό του, καθώς περιμένει να μιλήσει στη συνδιάσκεψη του Λονδίνου. Γι’ αυτόν, όπως και για πολλούς άλλους, η αλλαγή προήλθε από την παροχή συμβουλών στο διαδίκτυο. «Ήταν μια αποκάλυψη για μένα όταν έμαθα ότι θα μπορούσα να εγκαταλείψω το ισλάμ. Δεν ήξερα καν ότι ήταν δυνατόν», λέει χαρούμενος ο Μαροκινός Ιμάντ Ιντίν Χαμπίμπ.
«Το Διαδίκτυο επέτρεψε στους άθεους του μουσουλμανικού κόσμου να έρθουν σε επαφή μεταξύ τους, να τους κάνει να συνειδητοποιήσουν ότι δεν είναι μόνοι και ότι δεν είναι απαραιτήτως βλασφημία να αμφιβάλλει κανείς, να αναρωτιέται», υποστηρίζει ο κοινωνιολόγος Ουσάμ Μπενταμπέτ.
Ιστολόγια, φόρουμ, κοινωνικά δίκτυα… Οι μαρτυρίες αφθονούν, η αθεΐα γίνεται μαχητική – και παγκόσμια. Τον Νοέμβριο του 2015, το Συμβούλιο των πρώην Μουσουλμάνων της Βρετανίας ξεκίνησε μια εκστρατεία στο τουίτερ με τη λέξη-κλειδί #ExMuslimBecause («#πρώην μουσουλμάνος διότι»). Μέσα σε μόλις είκοσι τέσσερις ώρες, 120.000 άνθρωποι από 65 χώρες εξήγησαν δημόσια γιατί εγκατέλειψαν το ισλάμ.
Η αντίδραση των αρχών, αλλά και των ισλαμιστών, δεν άργησε. Ορισμένοι ιεροκήρυκες δεν διστάζουν να απευθύνουν κάλεσμα να δολοφονηθούν οι αποστάτες. Στο Μπαγκλαντές, έχουν εισακουστεί: από το 2015, τουλάχιστον έξι μπλόγκερ και ένας εκδότης έχουν δολοφονηθεί εξαιτίας της αθεΐας τους (4). «Χάρη στο Διαδίκτυο, στα κοινωνικά δίκτυα, στα οποία μπορούν να έχουν πρόσβαση από τα κινητά τους τηλέφωνα, υπάρχουν όλο και περισσότερες ομάδες άθεων ακτιβιστών ή υπερασπιστών της εκκοσμίκευσης και της ελευθερίας συνείδησης», διαβεβαιώνει ο εκδότης Αχμεντούρ Ρασίντ Τσοουντούρυ, θύμα και ο ίδιος μιας βίαιης επίθεσης τον Οκτώβριο του 2015, και πρόσφυγας στη Νορβηγία, από όπου απαντά στο τηλέφωνο στις ερωτήσεις της εφημερίδας Le Monde. Ιδρυτής του περιοδικού Shuddhashar, έχει εκδώσει πολλούς άθεους μπλόγκερ.
Πάντα μέσα στον φόβο
Καμιά χώρα με μουσουλμανική πλειοψηφία δεν είναι απαλλαγμένη από αυτό το φαινόμενο. Στην Τουρκία, κάποτε κοσμική χώρα, η κατάσταση έχει επιδεινωθεί σημαντικά από τότε που ανέβηκε στην εξουσία ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, και ιδιαίτερα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, στις 15 Ιουλίου 2016: επιθέσεις εναντίον γυναικών λόγω των ενδυματολογικών επιλογών τους, ή εναντίον ανθρώπων που δεν τηρούν το Ραμαζάνι, αλλαγές στα σχολικά προγράμματα για να αντικατασταθεί η θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου ή οι αρχές του Ατατούρκ με μαθήματα θρησκείας και αφηγήσεις για το αποτυχημένο πραξικόπημα (5).
Ακόμη και η Τυνησία, η οποία δείχνει να αποτελεί εξαίρεση στον μουσουλμανικό κόσμο, παρουσιάζει τα ίδια φαινόμενα. Κινήματα «μη νηστευόντων», που αρνούνται επιδεικτικά να τηρήσουν το Ραμαζάνι, έχουν αναπτυχθεί εκεί, καθώς και στο Μαρόκο και την Αλγερία. Αλλά πάντα μέσα στον φόβο. «Κι όμως, δυσκολευόμαστε να δηλώσουμε άθεοι στην Τυνησία, σήμερα», λέει με λύπη η σκηνοθέτρια Νάντια Ελ Φάνι. «Θεωρήθηκα τρομοκράτισσα μόνο και μόνο επειδή, στην ταινία μου, Ούτε Αλλάχ ούτε Κύριος, υπερασπίστηκα την εκκοσμίκευση».
Αφού καταγγέλθηκε από τρεις δικηγόρους, οπαδούς του ισλαμικού κόμματος Ενάλντα, κατηγορήθηκε, το 2011, για υποκίνηση σε μίσος προς τη θρησκεία και για… θρησκευτικό εξτρεμισμό. Απειλούμενη με θάνατο, μετακόμισε στη Γαλλία και δεν μπόρεσε να επιστρέψει στην Τυνησία για πέντε χρόνια, μέχρι τις 4 Νοεμβρίου, κατόπιν πρόσκλησης των Ημερών Κινηματογράφου της Καρχηδόνας, κατά τη διάρκεια της οποίας προβλήθηκε η ταινία της «Même pas mal». Tον Ιούνιο, η υπόθεση μπήκε τελικά στο αρχείο. «Τα πράγματα κινούνται», παραδέχεται. Στις 25 Οκτωβρίου, μια οργάνωση που δηλώνει ρητά τον αθεϊσμό στο καταστατικό της, η Ένωση των Ελεύθερα Σκεπτόμενων, αναγνωρίστηκε από τις τυνησιακές αρχές. Κάτι πρωτοφανές για τον αραβομουσουλμανικό κόσμο.
Οι δράστες των βιαιοτήτων σπάνια ενοχλούνται
Άλλα σημάδια δείχνουν μια αλλαγή που λαμβάνει χώρα στις μουσουλμανικές κοινωνίες. «Στο Μαρόκο, το 2016, έξι μέλη του Ανωτάτου Συμβουλίου των ουλεμάδων, που πριν από τέσσερα χρόνια είχαν εκδώσει έναν φετφά προς την αντίθετη κατεύθυνση, έγραψαν ότι δεν ήταν πλέον δυνατόν, στη σημερινή συγκυρία, να εφαρμόζεται θανατική ποινή σε αποστάτες», λέει ο Ντομινίκ Αβόν. Αυτή η εξέλιξη όμως αφήνει ατάραχο τον Μαροκινό Ιμάντ Ιντίν Χαμπίμπ: «Λιγότερο φασίστες μεν, δεν παύουν όμως να είναι φασίστες».
Όντως, οι δράστες των βιαιοτήτων κατά των πρώην μουσουλμάνων σπάνια ενοχλούνται από τις αρχές. Στο Μπαγκλαντές, η κυβέρνηση αρνείται ότι οι ισλαμιστικές ομάδες, που εμπνέονται από το εξωτερικό, δραστηριοποιούνται στη χώρα και οι έρευνες αργούν να καταλήξουν, όπως υποστηρίζει η Ραφίντα Μπόνια Αχμέντ. Τον Φεβρουάριο του 2015, αυτή η γυναίκα από το Μπαγκλαντές περπατούσε στους δρόμους της πρωτεύουσας Ντάκα, με τον σύζυγό της, τον μπλόγκερ Αβιζίτ Ρόι (τα έργα του οποίου έχει εκδώσει ο Αχμεντούρ Ρασίντ Τσοουντούρι), όταν δέχθηκαν επίθεση με ματσέτες. Η ίδια τραυματίστηκε βαριά. Ο άντρας της δεν επέζησε.
Προσκαλεσμένη στη συνδιάσκεψη του Λονδίνου, αυτή η μικροκαμωμένη αλλά αποφασισμένη γυναίκα, με ορατά τα σημάδια από την επίθεση που υπέστη, διηγείται τη δοκιμασία της με μια ήρεμη φωνή. «Σε ορισμένες περιπτώσεις, υπήρξαν κάποιες συλλήψεις, αλλά ελάχιστοι δολοφόνοι έχουν δικαστεί», εξηγεί. «Τον Φεβρουάριο του 2016, οι αρχές δήλωσαν ότι συνέλαβαν τον κύριο δράστη της επίθεσης εναντίον μας, αλλά λίγους μήνες αργότερα, ενώ υποτίθεται ότι βρισκόταν υπό επιτήρηση, σκοτώθηκε σε μια ανταλλαγή πυροβολισμών». Από τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ραφίντα Μπόνια Αχμέντ βοηθά τους άθεους μπλόγκερ και συγγραφείς που διώκονται στη χώρα της. «Μετά από αυτό που συνέβη σε μένα, θα μπορούσα να είμαι απαισιόδοξη και γεμάτη μίσος», προσθέτει. «Αλλά δεν είμαι. Πρέπει να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για τα δικαιώματα των άθεων».
Εξορία στην Ευρώπη
Ανάλογα με τα πολιτικά συμφέροντα της στιγμής, οι αρχές καταστέλλουν τις εκφράσεις αθεϊσμού ή, αντίθετα, κλείνουν τα μάτια και τους αφήνουν, ενίοτε κάτω από την πίεση των δυτικών χωρών. Για τη Ραφίντα Μπόνια Αχμέντ, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κυβέρνηση του Μπαγκλαντές θέλει να εξασφαλίσει την ψήφο των ισλαμιστών.
«Είναι σαφώς πολιτικό», υπερθεματίζει ο κοινωνιολόγος Ουσάμ Μπενταμπέτ. Όπως η χάρη που χορήγησε ο Αιγύπτιος Πρόεδρος, Αμπντέλ Φατάχ Αλ-Σίσι, κατά την επίσκεψή του στη Γερμανία, στον τηλεοπτικό συντάκτη, Ισλάμ Μπεχερύ, που είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση ενός έτους κατόπιν αιτήματος του πανεπιστημίου Αλ-Αζχάρ επειδή επέκρινε ορισμένα κείμενα του Ισλάμ. Σύμφωνα με τον Ουσάμ Μπενταμπέτ, «αυτή η χάρη είχε σκοπό να αφήσει να φανεί ότι η Αίγυπτος είναι στην πλευρά των ελεύθερα σκεπτόμενων». Και αν η Παλαιστινιακή Αρχή ήταν τόσο αδιαπραγμάτευτη με τον Ουαλίντ Αλ-Χουσεϊνί, η επιρροή του οποίου ως μπλόγκερ ήταν αμελητέα, είναι σίγουρα γιατί εκείνη την εποχή έπρεπε να αντιμετωπίσει τους ισλαμιστές της Χαμάς.
Έτσι, πολλοί επιλέγουν την εξορία. Στην Ευρώπη, βρίσκονται σε μια κατάσταση που ποτέ δεν θα φαντάζονταν όταν έφευγαν. Καταδιωγμένοι στον αραβο-μουσουλμανικό κόσμο από τους ισλαμιστές και τις αρχές, αυτοί που απαρνήθηκαν το ισλάμ, φτάνοντας στη Δύση, αντιμετωπίζονται ως «ισλαμοφοβικοί».
Για τους πρώην μουσουλμάνους, των οποίων οι θέσεις δεν είναι μονολιθικές και οι οποίοι κάνουν τις ίδιες συζητήσεις με την υπόλοιπη κοινωνία –για τη μαντήλα ή το μπουρκίνι, για παράδειγμα–, η κριτική του ισλάμ είναι το ίδιο απαραίτητη όπως και εκείνη του καθολικισμού, κατά την περίοδο του χωρισμού της Εκκλησίας από το κράτος στη Γαλλία, στις αρχές του 20ού αιώνα. Αλλά οι δηλώσεις και οι προκατειλημμένες τοποθετήσεις ορισμένων δεν συμβάλλουν στην ήρεμη συζήτηση.
Όταν ο Ινδός συγγραφέας, Ιμπν Ουαράκ, υποστηρίζει ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο μουσουλμανικός φονταμενταλισμός, αλλά το ίδιο το ισλάμ, ο λόγος του σοκάρει. Μα πρέπει να είμαστε ριζοσπαστικοί, υποστηρίζουν, για να ασκήσουμε κριτική στο ισλάμ. «Εγώ λέω, “Πάμε, λοιπόν, ας τους ορμήξουμε!” Ναι, έχουμε το δικαίωμα να ουρλιάξουμε ότι είμαστε άθεοι, να θεωρούμε τις θρησκείες, όλες τις θρησκείες, ηλίθιες», λέει με θέρμη η Τυνήσια σκηνοθέτρια, Νάντια Ελ Φάνι, και προσθέτει: «Δεν έχουμε δει ποτέ έναν άθεο να σκοτώνει έναν θρησκευόμενο».
Απογοήτευση από τον «ισλαμοαριστερισμό»
Χρησιμοποιώντας συχνά έναν επιθετικό αντι-ισλαμικό λόγο, οι πρώην μουσουλμάνοι διατρέχουν τον κίνδυνο να χρησιμοποιηθούν. Αυτό που οι επικριτές του αποκαλούν «ισλαμοαριστερισμό» – που εκφράζεται στην τρέχουσα γαλλική συζήτηση από την ιστοσελίδα Mediapart και τον διευθυντή της, Εντβύ Πλενέλ – ο οποίος καταδικάζει οποιαδήποτε κριτική στο ισλάμ, αφήνει αυτούς τους άθεους, συχνά νέους και χωρίς μεγάλη πείρα ακτιβισμού, στο έλεος των πραγματικών ισλαμόφοβων.
«Ο πρώην μουσουλμάνος πρέπει να επιβεβαιώνει διαρκώς την επιλογή του», λέει ο Ουσάμ Μπενταμπέτ. «Έχει την ανάγκη να συνυπάρχει με αυτό το μουσουλμανικό παρελθόν, λέγοντας: “Είναι αυτό που δεν θέλω πια εγώ να είμαι”. Και σε αυτή την ανασυγκρότηση, μπορεί κάποιοι να τον χρησιμοποιήσουν, και κάτι τέτοιο έχει περισσότερες πιθανότητες να συμβεί σε κάποιον που πρέπει να ξαναφτιάξει τη ζωή του στην ηλικία των 22 ή 23 ετών».
Αυτό ακριβώς βίωσε ο Ουαλίντ Αλ-Χουσεϊνί όταν έφτασε στη Γαλλία, αφού πέρασε δέκα μήνες στις παλαιστινιακές φυλακές. «Γι’ αυτόν, τα βασανιστήρια που υπέστη είναι το ισλάμ», τονίζει ο Ουσάμ Μπενταμπέτ. «Το ισλάμ είναι εκείνο που τον εμπόδισε να σκέφτεται ελεύθερα».
Έτσι, ο νεαρός άνδρας, που δεν μασάει τα λόγια του, δεν διστάζει να χαρακτηρίσει το ισλάμ «θρησκεία του τρόμου». Καθώς δεν αργεί να τον στηρίξει η ισλαμοφοβική ιστοσελίδα Riposte laique, ο Ουαλίντ Αλ-Χουσεϊνί, ο οποίος μιλάει στο βιβλίο του Η προδοσία της Γαλλίας (εκδόσεις Ring), για την απογοήτευσή του μπροστά στην απροθυμία μιας ορισμένης αριστεράς να τοποθετηθεί απέναντι στον ισλαμισμό, δεν αρνείται αυτή τη συνάφεια. «Είναι οι μόνοι που με υποστηρίζουν!» δικαιολογείται ο ίδιος, γεμάτος πίκρα.
«Απέναντι στο ισλάμ, οι πρώην μουσουλμάνοι υιοθετούν έναν λόγο που άλλοι δεν τολμούν από φόβο μήπως θεωρηθούν πολιτικά μη ορθοί. Τι υποκρισία!», εκρήγνυται ο Ινδός συγγραφέας Ιμπν Ουαράκ, που έχει υπογράψει, μαζί με τη Γαλλίδα δοκιμιογράφο, Καρολίν Φουρέ, τη Μαριάμ Ναμαζιέ, την Τασλιμά Νασρίν ή, ακόμα, τον Σαλμάν Ρουσντί, το «Μανιφέστο των Δώδεκα», ένα κάλεσμα σε αγώνα εναντίον του ισλαμισμού, το οποίο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Charlie Hebdo, την 1η Μαρτίου 2006. «Οι άνθρωποι ξέχασαν γρήγορα τι σημαίνει το “Είμαι ο Σαρλί”: σημαίνει να έχεις το δικαίωμα να ασκείς κριτική στο ισλάμ, ακόμα και να το κοροϊδεύεις».
Οικειοποίηση από την άκρα δεξιά
Κατά τη διάρκεια της συνδιάσκεψης του Λονδίνου, δεν υπήρχαν λόγια αρκετά σκληρά εναντίον αυτής της αριστεράς η οποία, σύμφωνα με πολλούς ομιλητές, εγκαταλείπει την κριτική του ισλάμ στους ξενοφοβικούς, με τίμημα να θεωρείται από ορισμένους δειλή, ακόμη και προδοτική και ανεύθυνη.
Τα θύματα επιθέσεων ή δολοφονιών από ισλαμιστές δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει ότι εξομοιώνονται με την άκρα δεξιά. «Ποιες είναι οι προτεραιότητές σας; Τη στιγμή που εμείς πεθαίνουμε, εσείς μιλάτε για ισλαμοφοβία!», φωνάζει από το βήμα ο νεαρός Ιορδανός, Μοχάμεντ Αλκάντρα, εισπράττοντας θερμό χειροκρότημα.
Όσο για την άκρα δεξιά, αυτή δεν μπαίνει στον κόπο να πάρει προφυλάξεις. Ο Τούρκος Κεμάλ Κνουντσέν Γιουσέλ αφηγείται πώς, αφού ίδρυσε το «Συμβούλιο των Πρώην Μουσουλμάνων της Νορβηγίας», όπου ζει από το 2005, καμία πολιτική προσωπικότητα δεν ήλθε σε επαφή μαζί του. Εκτός, φυσικά, από την άκρα δεξιά, η οποία έχει προσαρμόσει τον λόγο της και δεν επιτίθεται πλέον μετωπικά στους μετανάστες, αλλά τα βάζει με το ισλάμ – μια στρατηγική που έχει υιοθετηθεί επίσης στη Γαλλία, από το Εθνικό Μέτωπο.
Ο Κεμάλ δεν έχει καταλάβει τίποτα: «Η άκρα δεξιά δεν είναι πλέον ρατσιστική στη Νορβηγία», διαβεβαιώνει, με αθώα ειλικρίνεια. «Ακόμη και ο μπλόγκερ Φιόρντμαν, ο οποίος είχε εμπνεύσει τον Άντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ (τον νεοναζιστή τρομοκράτη που ευθύνεται για τις επιθέσεις στο Όσλο και το νησί Ουτόγια, όπου σκότωσε 77 ανθρώπους, τον Ιούλιο του 2011), έχει αλλάξει. Μας υποστηρίζει εμάς, τους μετανάστες, άρα δεν μπορεί να είναι ρατσιστής!» Τα ίδια λέει και ο Ουαλίντ Αλ-Χουσεϊνί, ο οποίος αρνείται ότι υιοθετεί τις ιδέες της άκρας δεξιάς. «Οι ρατσιστές, ούτως ή άλλως, δεν συμπαθούν τους Άραβες σαν εμένα», λέει. «Αν ήμουν στη Σαουδική Αραβία, θα είχε εκδοθεί φετφά εναντίον μου. Εδώ, όμως, στον σύγχρονο κόσμο, με χαρακτηρίζουν ισλαμοφοβικό».
Εάν οι πιο νέοι ξεγελιούνται εύκολα, οι μεγαλύτεροί τους δεν επικροτούν αυτές τις επικίνδυνες συνδέσεις. «Δεν μπορούμε να εκτιθέμεθα με την Riposte Laique», σφυροκοπεί η Νάντια Ελ Φάνι. «Αλλά το να ασκούμε κριτική στο ισλάμ, να απαιτούμε τον κοσμικό χαρακτήρα της κοινωνίας, όπως κάνουμε, δεν σημαίνει ότι είμαστε ισλαμόφοβοι. Από την άλλη πλευρά, το να μην εξετάζουμε τη δυνατότητα ενός εκσυγχρονισμού στις μουσουλμανικές χώρες, αυτός είναι ο πραγματικός αντιμουσουλμανικός ρατσισμός».
Ο κοσμικός χαρακτήρας της κοινωνίας, αυτός που απολαμβάνουν οι περισσότερες δυτικές χώρες, αυτός είναι, σε τελική ανάλυση, ο μόνος αγώνας αυτών των ακτιβιστών που, προς το παρόν, παραμένουν στο σκοτάδι.
*Le Monde, 20 Δεκ. 2017
Μετάφραση: Χριστίνα Σταματοπούλου
Της Ανζελίν Μοντόγια*
Ο Μπαούς θα επιθυμούσε να μην ακούει πια να γίνεται λόγος για το Ισλάμ. Και μάλιστα να μη μιλάει γι’ αυτό καθόλου. Αλλά, ό, τι και να κάνει, ό, τι και να λέει, αυτός ο 33χρονος πωλητής, που ζει στη Βουαρόν (στη νομαρχία της Ιζέρ), επανέρχεται πάντα σε αυτό.
H αθεΐα του προβληματίζει ή ενοχλεί, ανάλογα με την περίπτωση. Όταν κάποιος προέρχεται, όπως αυτός, από μια μουσουλμανική οικογένεια και μια μουσουλμανική κουλτούρα, το γεγονός ότι δεν πιστεύει στον Θεό – και, κυρίως, ότι το εκφράζει – ανοίγει τον δρόμο σε μια ζωή γεμάτη παρεξηγήσεις, απαρνήσεις και ρήξεις. «Υφίσταμαι μια διπλή ματιά», λέει ο Μπαούς. «Για τον κόσμο, από την εμφάνισή μου, το όνομά μου, το χρώμα του δέρματός μου, είμαι εξ ορισμού μουσουλμάνος. Κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί ότι είμαι απλώς Γάλλος. Αλλά, για την οικογένειά μου, είμαι άξιος περιφρόνησης. Θεωρούν ότι «γαλλοφέρνω»: το να είσαι άθεος σημαίνει ότι προδίδεις την καταγωγή σου, λες και το να είσαι μουσουλμάνος είναι καταγωγή. Έτσι, αισθάνομαι υποχρεωμένος να απολογούμαι πάντα, σε όλα τα μέτωπα».
Ο Μπαούς είχε γράψει στην εφημερίδα Le Monde, τον Φεβρουάριο, απαντώντας σε ένα κάλεσμα να καταθέσουν οι μουσουλμάνοι που έχουν χάσει την πίστη τους. Όταν τον ρωτήσαμε πάλι, τον Νοέμβριο, τίποτα δεν είχε αλλάξει γι’ αυτόν: είχε πάντα την αίσθηση ότι ζούσε σε αυτό το «παράξενο μεσοδιάστημα», όπου ένιωθε υποχρεωμένος να εξηγεί συνεχώς ότι αυτός δεν είναι «ούτε ισλαμόφοβος ούτε ισλαμόφιλος».
Το άκρον άωτον για έναν άθεο: «Μετά τις επιθέσεις, μου ζητήθηκε να διαχωρίσω τη θέση μου». Η οικογένειά του, ειδικά ο μεγάλος αδελφός του, δεν αποδέχτηκε ποτέ το ότι ο αδερφός του απαρνήθηκε το Ισλάμ. Από τότε, οι δύο άνδρες δεν επικοινωνούν. Ωστόσο, ο Μπαούς μπορεί να θεωρηθεί τυχερός: η μητέρα του, στην οποία είχε εκμυστηρευθεί τις αμφιβολίες του για την ύπαρξη του Θεού, ήδη όταν ήταν έφηβος, δεν εγκρίνει αυτή την επιλογή, αλλά την ανέχεται.
«Σε μερικές οικογένειες, το να ανακοινώσει κανείς ότι είναι άθεος μπορεί να είναι πιο περίπλοκο από το να δηλώσει ότι είναι ομοφυλόφιλος», λέει ο κοινωνιολόγος Ουσάμ Μπενταμπέτ, ο οποίος ετοιμάζει, από το 2014, μια διατριβή αφιερωμένη στην άρνηση πίστης μουσουλμάνων της Γαλλίας. Ένα θέμα που δεν έχει μελετηθεί ποτέ με συστηματικό τρόπο και για το οποίο γνωρίζουμε τελικά πολύ λίγα, μια και αυτοί οι άθεοι φροντίζουν να είναι διακριτικοί, μέσα σε ένα περιβάλλον όπου, τουλάχιστον στη Γαλλία, τις συζητήσεις μονοπωλεί η αντιπαράθεση ανάμεσα στους «ισλαμο-αριστεριστές», που θεωρούνται υπερβολικά ανεκτικοί απέναντι στο πολιτικό Ισλάμ, και τους «ισλαμοφοβικούς», που κατηγορούνται ότι «έχουν κηρύξει τον πόλεμο στους μουσουλμάνους».
Διώξεις, επιθέσεις και δολοφονίες
Η διακριτική στάση επιβάλλεται ακόμη περισσότερο στις χώρες με πλειοψηφία μουσουλμάνων, όπου αυτή η απόρριψη, αν είναι δημόσια, προκαλεί πολύ πιο βίαιες αντιδράσεις: εκφοβισμούς, διώξεις, επιθέσεις, ακόμη και δολοφονίες. Εκεί, η αθεΐα είναι κάτι το αδιανόητο.
Ακόμα κι αν δεν υπάρχει, στην αραβική γλώσσα, συγκεκριμένη λέξη για την αθεΐα (οι όροι που χρησιμοποιούνται – mulhid, murtad ή kafir – παραπέμπουν περισσότερο στην έννοια της αίρεσης ή της αποστασίας και είναι υποτιμητικοί), ο άθεος θεωρείται ενίοτε πιο επικίνδυνος ακόμη και από τον ισλαμιστή τρομοκράτη.
«Εάν είστε Λιβανέζος, μπορείτε, σύμφωνα με τον νόμο, να ανήκετε σε δεκαοκτώ διαφορετικές κοινότητες. Εάν είστε Αιγύπτιος, μπορείτε να είστε μουσουλμάνος, χριστιανός ή εβραίος», λέει ο ιστορικός των θρησκειών, Ντομινίκ Αβόν. «Το δίκαιο εφαρμόζεται σε ομάδες και όχι σε άτομα· είναι κατ’ αρχήν κοινοτικό. Αλλά ένας άθεος δεν εμπίπτει σε καμία κατηγορία που προβλέπεται από τον μουσουλμανικό νόμο. Παρά μόνο αυτήν της αποστασίας».
Αυτό το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο στον ισλαμικό κόσμο: «Υπήρξαν πάντοτε διανοούμενοι, συγγραφείς, πανεπιστημιακοί που έχουν δηλώσει ότι δεν πιστεύουν στον Θεό», συνεχίζει ο Ντομινίκ Αβόν. Έτσι, ο Αιγύπτιος συγγραφέας Ισμαήλ Αντάμ (1911-1940), προκάλεσε σκάνδαλο, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, αμφισβητώντας την αυθεντικότητα των χαντίθ (λέξεις που αποδίδονται στον προφήτη Μωάμεθ), δημοσιεύοντας το μανιφέστο «Γιατί είμαι άθεος».
Ας αναφέρουμε επίσης στον Σαουδάραβα συγγραφέα, Αμπντουλάχ Αλ-Κασίμι (1907-1996), ο οποίος αρνήθηκε την ύπαρξη του Θεού και γλύτωσε από δύο απόπειρες δολοφονίας. Πιο πρόσφατα, ο Σαλμάν Ρουσντί ή η Τασλιμά Νασρίν διώχθηκαν εξαιτίας των κειμένων τους που θεωρήθηκαν βλάσφημα. «Αλλά, αυτό που είναι καινούργιο φαινόμενο, συνεχίζει ο ιστορικός, είναι ότι νέοι που δεν έχουν απαραιτήτως περάσει από το πανεπιστήμιο δηλώνουν δημοσίως, μέσω των κοινωνικών δικτύων, ότι είναι άθεοι».
Με την έλευση του διαδικτύου, το φαινόμενο διευρύνεται όλο και περισσότερο. Ωστόσο, δημοσιοποιώντας την απόρριψη του Ισλάμ, αυτοί οι άθεοι εκτίθενται σε μεγάλους κινδύνους. Ο Ουαλίντ Αλ-Χουσεϊνί ήταν είκοσι ενός ετών το 2010 όταν συνελήφθη στη γενέτειρά του, την Καλκίγια, στη Δυτική Όχθη. Το μοναδικό έγκλημά του: δήλωσε άθεος στο ιστολόγιό του αντί να το κρατήσει μυστικό. Μια «προσβολή στο θρησκευτικό συναίσθημα», σύμφωνα με το παλαιστινιακό δικαστήριο. Μετά από δέκα μήνες φυλάκισης, κατά τη διάρκεια της οποίας λέει ότι βασανίστηκε, μπόρεσε τελικά να μεταβεί στο Παρίσι, όπου απέκτησε το καθεστώς του πρόσφυγα και όπου ίδρυσε τον γαλλικό κλάδο του Συμβουλίου των Πρώην Μουσουλμάνων, το 2013.
«Δεν υπάρχει πιο σοβαρό παράπτωμα»
Γιατί να αυτοορίζεται κάποιος ως «πρώην μουσουλμάνος», όταν το ζήτημα είναι ακριβώς να διαχωριστεί από τη θρησκεία; «Όταν σταματήσουν να θέλουν να με σκοτώσουν, τότε θα μπορέσω να σταματήσω να ορίζω τον εαυτό μου με αυτό τον τρόπο», εξηγεί η Μαριάμ Ναμαζιέ. «Δεν θέλω πια να έχω καμιά σχέση με το ισλάμ. Αλλά, σήμερα, είμαι υποχρεωμένη να παραδεχτώ ότι εξακολουθεί να κατακλύζει τη ζωή μου». Εγκατεστημένη στο Λονδίνο από το 1979, αυτή η Ιρανή ενοχλεί με τον οίστρο και τον ασυμβίβαστο λόγο της εναντίον του πολιτικού ισλάμ. Το 2007, είχε την ιδέα να συνενώσει όσους είχαν αρνηθεί, όπως και η ίδια, το ισλάμ, μέσα σε έναν σύνδεσμο, το Συμβούλιο των Πρώην Μουσουλμάνων της Μεγάλης Βρετανίας.
Από το 2014, έχει οργανώσει τέσσερις συνδιασκέψεις στο Λονδίνο πάνω στην ελευθερία συνείδησης και έκφρασης. Η τελευταία, στις 22 και 23 Ιουλίου, είχε μια πρωτοφανή απήχηση: περίπου 70 συμμετέχοντες από τριάντα χώρες συγκεντρώθηκαν σε μια πολυτελή αίθουσα συνεδρίων στο Κόβεντ Γκάρντεν – έναν χώρο που κρατήθηκε μυστικός μέχρι την τελευταία στιγμή, από τον φόβο των επιθέσεων.
Όλοι οι άθεοι από το Μαρόκο, τον Λίβανο, την Τουρκία, την Ιορδανία, το Πακιστάν… ανέβηκαν με τη σειρά τους στο βήμα και διηγήθηκαν τις εμπειρίες τους από τους εκφοβισμούς, τις διώξεις και, συχνά, την εξορία, διατράνωσαν την αθεΐα τους, υπερασπίστηκαν την εκκοσμίκευση, συζήτησαν και βλασφήμησαν χωρίς τον φόβο αντιποίνων. «Ήταν η μεγαλύτερη συγκέντρωση πρώην μουσουλμάνων στην ιστορία», καμαρώνει η Ναμαζιέ.
Πόσοι είναι αυτοί οι άθεοι, καταδικασμένοι να κρύβονται για να μη διωχθούν; Δύσκολο να προσδιοριστεί κάποιος. Τις, σύμφωνα με μια διεθνή δημοσκόπηση του WIN/Gallup για τη θρησκευτικότητα και τον αθεϊσμό (1), που χρονολογείται από το 2012, το 5% των ερωτηθέντων στη Σαουδική Αραβία δήλωσαν άθεοι. Το ίδιο ποσοστό… με τις Ηνωμένες Πολιτείες! Στον αραβικό κόσμο, γενικά, το 77% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι ήταν «θρησκευόμενος», 18% «μη θρησκευόμενος» και 2% «άθεοι», έναντι 84%, 13% και 2% αντίστοιχα στη Λατινική Αμερική, περιοχή κατά πλειοψηφία καθολική.
«Οι αιγυπτιακές αρχές δίνουν αριθμούς που πλησιάζουν στο μηδέν· αλλά αν αυτό ισχύει, αναρωτιέται κανείς γιατί ο αθεϊσμός φοβίζει τόσο την ανώτερη θρησκευτική εξουσία της χώρας, το πανεπιστήμιο Αλ-Αχζάρ, του οποίου ένας ουλεμάς είπε ότι δεν υπάρχει πιο σοβαρό παράπτωμα από το να είναι κανείς άθεος», τονίζει ο ιστορικός Ντομινίκ Αβόν.
Διαμαρτυρία για τον Ραούφ Μπανταουί
«Ήταν ασφυκτικά»
Σύμφωνα με την Έκθεση για την Ελευθερία Συνείδησης (2), που δημοσίευσε η Διεθνής Ανθρωπιστική και Ηθική Ένωση, ένας οργανισμός που ιδρύθηκε στο Άμστερνταμ (Κάτω Χώρες), το 1952, η αθεΐα, θεωρούμενη βλασφημία, προσβολή της θρησκείας ή διατάραξη της δημόσιας τάξης, τιμωρείται σε περίπου τριάντα μουσουλμανικές χώρες.
Σε δεκατέσσερις από αυτές, όπως το Αφγανιστάν, το Ιράν, το Πακιστάν, το Κατάρ, τη Σαουδική Αραβία, ακόμα και την Υεμένη, η ποινή είναι θάνατος, έστω και αν οι περισσότερες χώρες δεν την εφαρμόζουν. Ωστόσο, η καταστολή συνεχίζεται. Μία από τις περιπτώσεις που πήραν μεγάλη δημοσιότητα ήταν αυτή του Σαουδάραβα μπλόγκερ, Ραούφ Μπανταουί, καταδικασμένου το 2013 σε χίλιους ραβδισμούς με μαστίγιο και σε δέκα χρόνια φυλάκισης (3) . Παρά τη διεθνή κινητοποίηση που απαίτησε την απελευθέρωσή του, εξακολουθεί να σαπίζει σε ένα κελί, επειδή τόλμησε να ασκήσει κριτική στο Ισλάμ.
Εάν δεν καταδικαστούν από τις αρχές, οι πρώην μουσουλμάνοι καταδικάζονται από τους συγγενείς τους. Ο Ιμάντ Ιντίν Χαμπίμπ μπορεί να το αποδείξει. Αυτός ο 27χρονος Μαροκινός, που τον έστειλαν σε θρησκευτικό σχολείο στην ηλικία των πέντε ετών, αποφάσισε από νωρίς ότι δεν πίστευε στον Θεό: «Δεν ήθελα πια να πηγαίνω στο τζαμί· ήταν ασφυκτικά, το έβρισκα ηλίθιο. Για επτά χρόνια, όμως, το μόνο που διδάχτηκα είναι η θρησκεία. Στα δεκατρία μου, είπα στην οικογένειά μου ότι δεν πίστευα στον Θεό. Με απαρνήθηκε και έφυγα». Για χρόνια, έζησε από το έλεος «μιας οικονομίας που, στο Μαρόκο, βοηθάει τα παιδιά του δρόμου», διηγείται με ψυχραιμία.
Σήμερα, ο Ιμάντ είναι πρόσφυγας στο Λονδίνο. Έχει συμμετάσχει σε τρεις από τις τέσσερις συνδιασκέψεις που διοργάνωσε η Μαριάμ Ναμαζιέ. Διηγείται την πορεία του με μια ήπια φωνή· μακριές κοτσίδες περιβάλλουν ένα μωρουδίστικο πρόσωπο. Κι όμως, η ιστορία του είναι τόσο άνυδρη όσο και η Δυτική Σαχάρα από όπου προέρχεται: «Ο ίδιος ο πατέρας μου, υποστηριζόμενος από ισλαμιστές δικηγόρους, κατέθεσε μήνυση εναντίον μου όταν δημιούργησα το Συμβούλιο των Πρώην Μουσουλμάνων του Μαρόκου. Έτσι, το έσκασα».
Ιστολόγια, φόρουμ και κοινωνικά δίκτυα
Ο Μοχάμπεντ Αλκάντρα, ένας 25χρονος Ιορδανός, που, ως έφηβος, αυτοχαρακτηριζόταν σαλαφιστής και ονειρευόταν την «αποκατάσταση του χαλιφάτου», αποφάσισε να κρύψει την αθεΐα του από την οικογένειά του. «Θα καταστρεφόταν αν το μάθαινε. Αλλά δεν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, έτσι δεν θα το μάθουν», καθησυχάζει τον εαυτό του, καθώς περιμένει να μιλήσει στη συνδιάσκεψη του Λονδίνου. Γι’ αυτόν, όπως και για πολλούς άλλους, η αλλαγή προήλθε από την παροχή συμβουλών στο διαδίκτυο. «Ήταν μια αποκάλυψη για μένα όταν έμαθα ότι θα μπορούσα να εγκαταλείψω το ισλάμ. Δεν ήξερα καν ότι ήταν δυνατόν», λέει χαρούμενος ο Μαροκινός Ιμάντ Ιντίν Χαμπίμπ.
«Το Διαδίκτυο επέτρεψε στους άθεους του μουσουλμανικού κόσμου να έρθουν σε επαφή μεταξύ τους, να τους κάνει να συνειδητοποιήσουν ότι δεν είναι μόνοι και ότι δεν είναι απαραιτήτως βλασφημία να αμφιβάλλει κανείς, να αναρωτιέται», υποστηρίζει ο κοινωνιολόγος Ουσάμ Μπενταμπέτ.
Ιστολόγια, φόρουμ, κοινωνικά δίκτυα… Οι μαρτυρίες αφθονούν, η αθεΐα γίνεται μαχητική – και παγκόσμια. Τον Νοέμβριο του 2015, το Συμβούλιο των πρώην Μουσουλμάνων της Βρετανίας ξεκίνησε μια εκστρατεία στο τουίτερ με τη λέξη-κλειδί #ExMuslimBecause («#πρώην μουσουλμάνος διότι»). Μέσα σε μόλις είκοσι τέσσερις ώρες, 120.000 άνθρωποι από 65 χώρες εξήγησαν δημόσια γιατί εγκατέλειψαν το ισλάμ.
Η αντίδραση των αρχών, αλλά και των ισλαμιστών, δεν άργησε. Ορισμένοι ιεροκήρυκες δεν διστάζουν να απευθύνουν κάλεσμα να δολοφονηθούν οι αποστάτες. Στο Μπαγκλαντές, έχουν εισακουστεί: από το 2015, τουλάχιστον έξι μπλόγκερ και ένας εκδότης έχουν δολοφονηθεί εξαιτίας της αθεΐας τους (4). «Χάρη στο Διαδίκτυο, στα κοινωνικά δίκτυα, στα οποία μπορούν να έχουν πρόσβαση από τα κινητά τους τηλέφωνα, υπάρχουν όλο και περισσότερες ομάδες άθεων ακτιβιστών ή υπερασπιστών της εκκοσμίκευσης και της ελευθερίας συνείδησης», διαβεβαιώνει ο εκδότης Αχμεντούρ Ρασίντ Τσοουντούρυ, θύμα και ο ίδιος μιας βίαιης επίθεσης τον Οκτώβριο του 2015, και πρόσφυγας στη Νορβηγία, από όπου απαντά στο τηλέφωνο στις ερωτήσεις της εφημερίδας Le Monde. Ιδρυτής του περιοδικού Shuddhashar, έχει εκδώσει πολλούς άθεους μπλόγκερ.
Πάντα μέσα στον φόβο
Καμιά χώρα με μουσουλμανική πλειοψηφία δεν είναι απαλλαγμένη από αυτό το φαινόμενο. Στην Τουρκία, κάποτε κοσμική χώρα, η κατάσταση έχει επιδεινωθεί σημαντικά από τότε που ανέβηκε στην εξουσία ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, και ιδιαίτερα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, στις 15 Ιουλίου 2016: επιθέσεις εναντίον γυναικών λόγω των ενδυματολογικών επιλογών τους, ή εναντίον ανθρώπων που δεν τηρούν το Ραμαζάνι, αλλαγές στα σχολικά προγράμματα για να αντικατασταθεί η θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου ή οι αρχές του Ατατούρκ με μαθήματα θρησκείας και αφηγήσεις για το αποτυχημένο πραξικόπημα (5).
Ακόμη και η Τυνησία, η οποία δείχνει να αποτελεί εξαίρεση στον μουσουλμανικό κόσμο, παρουσιάζει τα ίδια φαινόμενα. Κινήματα «μη νηστευόντων», που αρνούνται επιδεικτικά να τηρήσουν το Ραμαζάνι, έχουν αναπτυχθεί εκεί, καθώς και στο Μαρόκο και την Αλγερία. Αλλά πάντα μέσα στον φόβο. «Κι όμως, δυσκολευόμαστε να δηλώσουμε άθεοι στην Τυνησία, σήμερα», λέει με λύπη η σκηνοθέτρια Νάντια Ελ Φάνι. «Θεωρήθηκα τρομοκράτισσα μόνο και μόνο επειδή, στην ταινία μου, Ούτε Αλλάχ ούτε Κύριος, υπερασπίστηκα την εκκοσμίκευση».
Αφού καταγγέλθηκε από τρεις δικηγόρους, οπαδούς του ισλαμικού κόμματος Ενάλντα, κατηγορήθηκε, το 2011, για υποκίνηση σε μίσος προς τη θρησκεία και για… θρησκευτικό εξτρεμισμό. Απειλούμενη με θάνατο, μετακόμισε στη Γαλλία και δεν μπόρεσε να επιστρέψει στην Τυνησία για πέντε χρόνια, μέχρι τις 4 Νοεμβρίου, κατόπιν πρόσκλησης των Ημερών Κινηματογράφου της Καρχηδόνας, κατά τη διάρκεια της οποίας προβλήθηκε η ταινία της «Même pas mal». Tον Ιούνιο, η υπόθεση μπήκε τελικά στο αρχείο. «Τα πράγματα κινούνται», παραδέχεται. Στις 25 Οκτωβρίου, μια οργάνωση που δηλώνει ρητά τον αθεϊσμό στο καταστατικό της, η Ένωση των Ελεύθερα Σκεπτόμενων, αναγνωρίστηκε από τις τυνησιακές αρχές. Κάτι πρωτοφανές για τον αραβομουσουλμανικό κόσμο.
Οι δράστες των βιαιοτήτων σπάνια ενοχλούνται
Άλλα σημάδια δείχνουν μια αλλαγή που λαμβάνει χώρα στις μουσουλμανικές κοινωνίες. «Στο Μαρόκο, το 2016, έξι μέλη του Ανωτάτου Συμβουλίου των ουλεμάδων, που πριν από τέσσερα χρόνια είχαν εκδώσει έναν φετφά προς την αντίθετη κατεύθυνση, έγραψαν ότι δεν ήταν πλέον δυνατόν, στη σημερινή συγκυρία, να εφαρμόζεται θανατική ποινή σε αποστάτες», λέει ο Ντομινίκ Αβόν. Αυτή η εξέλιξη όμως αφήνει ατάραχο τον Μαροκινό Ιμάντ Ιντίν Χαμπίμπ: «Λιγότερο φασίστες μεν, δεν παύουν όμως να είναι φασίστες».
Όντως, οι δράστες των βιαιοτήτων κατά των πρώην μουσουλμάνων σπάνια ενοχλούνται από τις αρχές. Στο Μπαγκλαντές, η κυβέρνηση αρνείται ότι οι ισλαμιστικές ομάδες, που εμπνέονται από το εξωτερικό, δραστηριοποιούνται στη χώρα και οι έρευνες αργούν να καταλήξουν, όπως υποστηρίζει η Ραφίντα Μπόνια Αχμέντ. Τον Φεβρουάριο του 2015, αυτή η γυναίκα από το Μπαγκλαντές περπατούσε στους δρόμους της πρωτεύουσας Ντάκα, με τον σύζυγό της, τον μπλόγκερ Αβιζίτ Ρόι (τα έργα του οποίου έχει εκδώσει ο Αχμεντούρ Ρασίντ Τσοουντούρι), όταν δέχθηκαν επίθεση με ματσέτες. Η ίδια τραυματίστηκε βαριά. Ο άντρας της δεν επέζησε.
Προσκαλεσμένη στη συνδιάσκεψη του Λονδίνου, αυτή η μικροκαμωμένη αλλά αποφασισμένη γυναίκα, με ορατά τα σημάδια από την επίθεση που υπέστη, διηγείται τη δοκιμασία της με μια ήρεμη φωνή. «Σε ορισμένες περιπτώσεις, υπήρξαν κάποιες συλλήψεις, αλλά ελάχιστοι δολοφόνοι έχουν δικαστεί», εξηγεί. «Τον Φεβρουάριο του 2016, οι αρχές δήλωσαν ότι συνέλαβαν τον κύριο δράστη της επίθεσης εναντίον μας, αλλά λίγους μήνες αργότερα, ενώ υποτίθεται ότι βρισκόταν υπό επιτήρηση, σκοτώθηκε σε μια ανταλλαγή πυροβολισμών». Από τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ραφίντα Μπόνια Αχμέντ βοηθά τους άθεους μπλόγκερ και συγγραφείς που διώκονται στη χώρα της. «Μετά από αυτό που συνέβη σε μένα, θα μπορούσα να είμαι απαισιόδοξη και γεμάτη μίσος», προσθέτει. «Αλλά δεν είμαι. Πρέπει να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για τα δικαιώματα των άθεων».
Εξορία στην Ευρώπη
Ανάλογα με τα πολιτικά συμφέροντα της στιγμής, οι αρχές καταστέλλουν τις εκφράσεις αθεϊσμού ή, αντίθετα, κλείνουν τα μάτια και τους αφήνουν, ενίοτε κάτω από την πίεση των δυτικών χωρών. Για τη Ραφίντα Μπόνια Αχμέντ, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κυβέρνηση του Μπαγκλαντές θέλει να εξασφαλίσει την ψήφο των ισλαμιστών.
«Είναι σαφώς πολιτικό», υπερθεματίζει ο κοινωνιολόγος Ουσάμ Μπενταμπέτ. Όπως η χάρη που χορήγησε ο Αιγύπτιος Πρόεδρος, Αμπντέλ Φατάχ Αλ-Σίσι, κατά την επίσκεψή του στη Γερμανία, στον τηλεοπτικό συντάκτη, Ισλάμ Μπεχερύ, που είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση ενός έτους κατόπιν αιτήματος του πανεπιστημίου Αλ-Αζχάρ επειδή επέκρινε ορισμένα κείμενα του Ισλάμ. Σύμφωνα με τον Ουσάμ Μπενταμπέτ, «αυτή η χάρη είχε σκοπό να αφήσει να φανεί ότι η Αίγυπτος είναι στην πλευρά των ελεύθερα σκεπτόμενων». Και αν η Παλαιστινιακή Αρχή ήταν τόσο αδιαπραγμάτευτη με τον Ουαλίντ Αλ-Χουσεϊνί, η επιρροή του οποίου ως μπλόγκερ ήταν αμελητέα, είναι σίγουρα γιατί εκείνη την εποχή έπρεπε να αντιμετωπίσει τους ισλαμιστές της Χαμάς.
Έτσι, πολλοί επιλέγουν την εξορία. Στην Ευρώπη, βρίσκονται σε μια κατάσταση που ποτέ δεν θα φαντάζονταν όταν έφευγαν. Καταδιωγμένοι στον αραβο-μουσουλμανικό κόσμο από τους ισλαμιστές και τις αρχές, αυτοί που απαρνήθηκαν το ισλάμ, φτάνοντας στη Δύση, αντιμετωπίζονται ως «ισλαμοφοβικοί».
Για τους πρώην μουσουλμάνους, των οποίων οι θέσεις δεν είναι μονολιθικές και οι οποίοι κάνουν τις ίδιες συζητήσεις με την υπόλοιπη κοινωνία –για τη μαντήλα ή το μπουρκίνι, για παράδειγμα–, η κριτική του ισλάμ είναι το ίδιο απαραίτητη όπως και εκείνη του καθολικισμού, κατά την περίοδο του χωρισμού της Εκκλησίας από το κράτος στη Γαλλία, στις αρχές του 20ού αιώνα. Αλλά οι δηλώσεις και οι προκατειλημμένες τοποθετήσεις ορισμένων δεν συμβάλλουν στην ήρεμη συζήτηση.
Όταν ο Ινδός συγγραφέας, Ιμπν Ουαράκ, υποστηρίζει ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο μουσουλμανικός φονταμενταλισμός, αλλά το ίδιο το ισλάμ, ο λόγος του σοκάρει. Μα πρέπει να είμαστε ριζοσπαστικοί, υποστηρίζουν, για να ασκήσουμε κριτική στο ισλάμ. «Εγώ λέω, “Πάμε, λοιπόν, ας τους ορμήξουμε!” Ναι, έχουμε το δικαίωμα να ουρλιάξουμε ότι είμαστε άθεοι, να θεωρούμε τις θρησκείες, όλες τις θρησκείες, ηλίθιες», λέει με θέρμη η Τυνήσια σκηνοθέτρια, Νάντια Ελ Φάνι, και προσθέτει: «Δεν έχουμε δει ποτέ έναν άθεο να σκοτώνει έναν θρησκευόμενο».
Απογοήτευση από τον «ισλαμοαριστερισμό»
Χρησιμοποιώντας συχνά έναν επιθετικό αντι-ισλαμικό λόγο, οι πρώην μουσουλμάνοι διατρέχουν τον κίνδυνο να χρησιμοποιηθούν. Αυτό που οι επικριτές του αποκαλούν «ισλαμοαριστερισμό» – που εκφράζεται στην τρέχουσα γαλλική συζήτηση από την ιστοσελίδα Mediapart και τον διευθυντή της, Εντβύ Πλενέλ – ο οποίος καταδικάζει οποιαδήποτε κριτική στο ισλάμ, αφήνει αυτούς τους άθεους, συχνά νέους και χωρίς μεγάλη πείρα ακτιβισμού, στο έλεος των πραγματικών ισλαμόφοβων.
«Ο πρώην μουσουλμάνος πρέπει να επιβεβαιώνει διαρκώς την επιλογή του», λέει ο Ουσάμ Μπενταμπέτ. «Έχει την ανάγκη να συνυπάρχει με αυτό το μουσουλμανικό παρελθόν, λέγοντας: “Είναι αυτό που δεν θέλω πια εγώ να είμαι”. Και σε αυτή την ανασυγκρότηση, μπορεί κάποιοι να τον χρησιμοποιήσουν, και κάτι τέτοιο έχει περισσότερες πιθανότητες να συμβεί σε κάποιον που πρέπει να ξαναφτιάξει τη ζωή του στην ηλικία των 22 ή 23 ετών».
Αυτό ακριβώς βίωσε ο Ουαλίντ Αλ-Χουσεϊνί όταν έφτασε στη Γαλλία, αφού πέρασε δέκα μήνες στις παλαιστινιακές φυλακές. «Γι’ αυτόν, τα βασανιστήρια που υπέστη είναι το ισλάμ», τονίζει ο Ουσάμ Μπενταμπέτ. «Το ισλάμ είναι εκείνο που τον εμπόδισε να σκέφτεται ελεύθερα».
Έτσι, ο νεαρός άνδρας, που δεν μασάει τα λόγια του, δεν διστάζει να χαρακτηρίσει το ισλάμ «θρησκεία του τρόμου». Καθώς δεν αργεί να τον στηρίξει η ισλαμοφοβική ιστοσελίδα Riposte laique, ο Ουαλίντ Αλ-Χουσεϊνί, ο οποίος μιλάει στο βιβλίο του Η προδοσία της Γαλλίας (εκδόσεις Ring), για την απογοήτευσή του μπροστά στην απροθυμία μιας ορισμένης αριστεράς να τοποθετηθεί απέναντι στον ισλαμισμό, δεν αρνείται αυτή τη συνάφεια. «Είναι οι μόνοι που με υποστηρίζουν!» δικαιολογείται ο ίδιος, γεμάτος πίκρα.
«Απέναντι στο ισλάμ, οι πρώην μουσουλμάνοι υιοθετούν έναν λόγο που άλλοι δεν τολμούν από φόβο μήπως θεωρηθούν πολιτικά μη ορθοί. Τι υποκρισία!», εκρήγνυται ο Ινδός συγγραφέας Ιμπν Ουαράκ, που έχει υπογράψει, μαζί με τη Γαλλίδα δοκιμιογράφο, Καρολίν Φουρέ, τη Μαριάμ Ναμαζιέ, την Τασλιμά Νασρίν ή, ακόμα, τον Σαλμάν Ρουσντί, το «Μανιφέστο των Δώδεκα», ένα κάλεσμα σε αγώνα εναντίον του ισλαμισμού, το οποίο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Charlie Hebdo, την 1η Μαρτίου 2006. «Οι άνθρωποι ξέχασαν γρήγορα τι σημαίνει το “Είμαι ο Σαρλί”: σημαίνει να έχεις το δικαίωμα να ασκείς κριτική στο ισλάμ, ακόμα και να το κοροϊδεύεις».
Οικειοποίηση από την άκρα δεξιά
Κατά τη διάρκεια της συνδιάσκεψης του Λονδίνου, δεν υπήρχαν λόγια αρκετά σκληρά εναντίον αυτής της αριστεράς η οποία, σύμφωνα με πολλούς ομιλητές, εγκαταλείπει την κριτική του ισλάμ στους ξενοφοβικούς, με τίμημα να θεωρείται από ορισμένους δειλή, ακόμη και προδοτική και ανεύθυνη.
Τα θύματα επιθέσεων ή δολοφονιών από ισλαμιστές δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει ότι εξομοιώνονται με την άκρα δεξιά. «Ποιες είναι οι προτεραιότητές σας; Τη στιγμή που εμείς πεθαίνουμε, εσείς μιλάτε για ισλαμοφοβία!», φωνάζει από το βήμα ο νεαρός Ιορδανός, Μοχάμεντ Αλκάντρα, εισπράττοντας θερμό χειροκρότημα.
Όσο για την άκρα δεξιά, αυτή δεν μπαίνει στον κόπο να πάρει προφυλάξεις. Ο Τούρκος Κεμάλ Κνουντσέν Γιουσέλ αφηγείται πώς, αφού ίδρυσε το «Συμβούλιο των Πρώην Μουσουλμάνων της Νορβηγίας», όπου ζει από το 2005, καμία πολιτική προσωπικότητα δεν ήλθε σε επαφή μαζί του. Εκτός, φυσικά, από την άκρα δεξιά, η οποία έχει προσαρμόσει τον λόγο της και δεν επιτίθεται πλέον μετωπικά στους μετανάστες, αλλά τα βάζει με το ισλάμ – μια στρατηγική που έχει υιοθετηθεί επίσης στη Γαλλία, από το Εθνικό Μέτωπο.
Ο Κεμάλ δεν έχει καταλάβει τίποτα: «Η άκρα δεξιά δεν είναι πλέον ρατσιστική στη Νορβηγία», διαβεβαιώνει, με αθώα ειλικρίνεια. «Ακόμη και ο μπλόγκερ Φιόρντμαν, ο οποίος είχε εμπνεύσει τον Άντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ (τον νεοναζιστή τρομοκράτη που ευθύνεται για τις επιθέσεις στο Όσλο και το νησί Ουτόγια, όπου σκότωσε 77 ανθρώπους, τον Ιούλιο του 2011), έχει αλλάξει. Μας υποστηρίζει εμάς, τους μετανάστες, άρα δεν μπορεί να είναι ρατσιστής!» Τα ίδια λέει και ο Ουαλίντ Αλ-Χουσεϊνί, ο οποίος αρνείται ότι υιοθετεί τις ιδέες της άκρας δεξιάς. «Οι ρατσιστές, ούτως ή άλλως, δεν συμπαθούν τους Άραβες σαν εμένα», λέει. «Αν ήμουν στη Σαουδική Αραβία, θα είχε εκδοθεί φετφά εναντίον μου. Εδώ, όμως, στον σύγχρονο κόσμο, με χαρακτηρίζουν ισλαμοφοβικό».
Εάν οι πιο νέοι ξεγελιούνται εύκολα, οι μεγαλύτεροί τους δεν επικροτούν αυτές τις επικίνδυνες συνδέσεις. «Δεν μπορούμε να εκτιθέμεθα με την Riposte Laique», σφυροκοπεί η Νάντια Ελ Φάνι. «Αλλά το να ασκούμε κριτική στο ισλάμ, να απαιτούμε τον κοσμικό χαρακτήρα της κοινωνίας, όπως κάνουμε, δεν σημαίνει ότι είμαστε ισλαμόφοβοι. Από την άλλη πλευρά, το να μην εξετάζουμε τη δυνατότητα ενός εκσυγχρονισμού στις μουσουλμανικές χώρες, αυτός είναι ο πραγματικός αντιμουσουλμανικός ρατσισμός».
Ο κοσμικός χαρακτήρας της κοινωνίας, αυτός που απολαμβάνουν οι περισσότερες δυτικές χώρες, αυτός είναι, σε τελική ανάλυση, ο μόνος αγώνας αυτών των ακτιβιστών που, προς το παρόν, παραμένουν στο σκοτάδι.
*Le Monde, 20 Δεκ. 2017
Μετάφραση: Χριστίνα Σταματοπούλου
- http://www.wingia.com/web/files/news/14/file/14.pdf
- http://freethoughtreport.com/countries/
- http://www.lemonde.fr/international/article/2015/01/14/un-blogueur-saoudien-fouette-en-public-pour-insulte-a-l-islam_4556061_3210.html
- http://www.lemonde.fr/asie-pacifique/article/2015/11/03/au-bangladesh-les-blogueurs-vivent-dans-la-peur_4802040_3216.html
- http://www.lemonde.fr/m-actu/article/2017/07/28/en-turquie-erdogan-convertit-les-ecoles-au-bon-djihad_5166149_4497186.html
- http://www.lemonde.fr/asie-pacifique/article/2015/02/27/bangladesh-un-blogueur-americain-tue-a-coups-de-machette_4584655_3216.html