«Η μεγαλύτερη αντίρρηση σε ένα βασικό εισόδημα είναι ηθική»...


Philippe van Parijs: «Η μεγαλύτερη αντίρρηση σε ένα βασικό εισόδημα είναι ηθική»

Philippe van Parijs:

Δημοσιεύουμε την πλήρη συνέντευξη με τον φιλόσοφο και οικονομολόγο Philippe van Parijs, για το ντοκιμαντέρ «Το δικαίωμά μας να ζούμε» του σκηνοθέτη Álvaro Orús. Αυτό το ντοκιμαντέρ έχει υποστηριχθεί από τους Ανθρωπιστές για το Βασικό Εισόδημα και το πρακτορείο μας, Pressenza.
 
Σύμφωνα με τον van Parijs, η μεγαλύτερη αντίρρηση απέναντι στο Καθολικό και Ανεπιφύλακτο Βασικό Εισόδημα δεν είναι οικονομική, αλλά ηθική, και προέρχεται από τη δεξιά και από την αριστερά. «Χρειαζόμαστε ένα ισχυρό ηθικό επιχείρημα που να υποστηρίζει την ανάγκη για ένα Καθολικό Βασικό Εισόδημα … Η αξία του βασικού εισοδήματος είναι συνεπώς η δικαιοσύνη, όχι η φιλανθρωπία ή η αλληλεγγύη».
Βίντεο: Álvaro Orús
Ακολουθεί μια σύνοψη της συνέντευξης. Η δυνατότητα της κοινωνίας να χορηγεί ένα εισόδημα στους ανθρώπους που δεν καταβάλλουν καμία προσπάθεια να το λάβουν θεωρείται ηθικά καταδικαστέα από μεγάλα τμήματα τόσο της δεξιάς όσο και της αριστεράς. Αλλά αν κοιτάξουμε λίγο καλύτερα το Καθολικό Βασικό Εισόδημα, μπορούμε να δούμε ότι αντιστοιχεί σε μια τρίτη γενιά κοινωνικών επιδομάτων: η πρώτη εμφανίστηκε σε ορισμένες φλαμανδικές και γερμανικές πόλεις κατά τον 17ο αιώνα και ήταν αποκλειστικά μια βοήθεια για τους φτωχούς. Η δεύτερη δημιουργήθηκε από τον Μπίσμαρκ στη Γερμανία και είχε το χαρακτήρα αλληλεγγύης μεταξύ των εργαζομένων. Και η τρίτη γενιά κοινωνικών επιδομάτων, στην οποία ανήκει το Καθολικό Βασικό Εισόδημα, θεωρούνται ως μέρισμα του κοινωνικού πλούτο που συσσωρεύεται από γενιά σε γενιά και τα οποία, συνεπώς, πρέπει να διανεμηθούν σε ολόκληρη την κοινωνία. Η αξία πίσω από το Καθολικό Βασικό Εισόδημα είναι επομένως η δικαιοσύνη, όχι η φιλανθρωπία ή η αλληλεγγύη.
Όσον αφορά την οικονομική βιωσιμότητα του Καθολικού Βασικού Εισοδήματος, σε εθνικό επίπεδο, αυτό είναι δυνατό μόνο εάν το φορολογικό σύστημα μεταρρυθμιστεί και γίνει πιο προοδευτικό, με περισσότερους φόρους σε εκείνους που έχουν μεγαλύτερο εισόδημα και την κατάργηση όλων των φορολογικών απαλλαγών που έχουν οι εταιρείες. Και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο τρόπος χρηματοδότησής του θα ήταν μέσω του ΦΠΑ, αλλά αυτός ο φόρος θα έπρεπε να τυποποιηθεί σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, επειδή η προσπάθεια εναρμόνισης του φόρου εισοδήματος στα φυσικά πρόσωπα είναι πρακτικά αδύνατη λόγω των τεράστιων διαφορών μεταξύ των χωρών. Ωστόσο, δεν πρέπει να αποκλειστούν άλλες μορφές χρηματοδότησης για το Καθολικό Βασικό Εισόδημα, όπως η φορολόγηση των κερδών μεγάλων εταιρειών (των οποίων οι φορολογικοί συντελεστές παραμένουν πολύ χαμηλότεροι σε σχέση με εκείνους του ΦΠΑ, για παράδειγμα) ή των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών ή των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, αν και αυτές οι συμπληρωματικές μορφές χρηματοδότησης, όπως έχουν σήμερα τα πράγματα, θα συνεισφέρουν ελάχιστα χρήματα σε σύγκριση με τον ΦΠΑ ή τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Το Καθολικό Βασικό Εισόδημα υποστηρίζεται σήμερα από την αριστερά και τη δεξιά, το οποίο προκαλεί άλλους ανθρώπους και από τις δύο πλευρές να αντιταχθούν, μόνο και μόνο επειδή οι «εχθροί» τους υπερασπίζουν αυτήν την ιδέα. Ωστόσο, η ικανότητά του να χτίζει συναίνεση σε όλους τους τομείς της κοινωνίας, όπως στην περίπτωση της κοινωνικής ασφάλισης (η οποία υποστηρίχθηκε από τους εργοδότες, οι οποίοι τη θεώρησαν ως ένα τρόπο οι εργαζόμενοί τους να αποδίδουν όλο και καλύτερα), καθιστά το Καθολικό Βασικό Εισόδημα μια έγκυρη ιδέα για τον 21ο αιώνα. Το Καθολικό Βασικό Εισόδημα παρέχει ελευθερία σε εκείνους που το λαμβάνουν, επειδή τους επιτρέπει να επιλέγουν δουλειές και τρόπους για να απασχολούν το χρόνο τους, χωρίς κανείς να τους λέει τι να κάνουν. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι φιλελεύθεροι μπορούν να το υποστηρίξουν, καθώς η παρέμβαση του κράτους είναι μικρότερη, ενώ και οι αριστεροί προοδευτικοί μπορούν να το υποστηρίξουν, επειδή δίνει ευκαιρίες να έχουν επιλογή όλοι, όχι μόνο οι πλούσιοι.
«Συνάντησα αυτή την ιδέα του Καθολικού Βασικού Εισοδήματος στις αρχές της δεκαετίας του ’80 – όπως λέει ο van Parijs – όταν η ανεργία άρχισε να γίνεται μαζική και προοριζόταν να καταπολεμηθεί με την αδιάκοπη αύξηση της παραγωγής, μια οικολογικά μη βιώσιμη πρόταση ή με την παλιά συνταγή της κρατικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, η οποία, με τον πραγματικό σοσιαλισμό, τερμάτισε την ελευθερία και δεν πέτυχε τον τερματισμό της ανισότητας. Το Καθολικό Βασικό Εισόδημα προσέφερε μια εναλλακτική λύση στον νεοφιλελευθερισμό και τον κρατικό σοσιαλισμό, διότι επέτρεψε στους ανθρώπους να απελευθερωθούν τόσο από την υποταγή της αγοράς όσο και από την υποταγή στο κράτος, ήταν φιλική προς το περιβάλλον και πολύ ριζοσπαστική και εμπνευσμένη, υποσχέθηκε μια ουτοπία για το μέλλον για την οποία οι άνθρωποι ήταν ένθερμοι».
Μετάφραση από τα Αγγλικά: Pressenza Athens


Πηγή: