Η "άγνωστη" εξέγερση των Ταϊπίνγκ (1850 - 1864)...



Ο «προθάλαμος» της κινεζικής αυτοκρατορικής κατάρρευσης
Γράφει ο Θανάσης Γάλλος, ιστορικός.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη από όλες τις επαναστάσεις του 19ου αιώνα. Αυτό το ιστορικό γεγονός αγνοήθηκε από τους ευρωκεντρικούς
ιστορικούς αν και ο Μαρξ, τουλάχιστον, είχε αρκετή επίγνωση της σημασίας του, ώστε να γράψει το 1853: «’Ισως ο επόμενος ξεσηκωμός του λαού της Ευρώπης εξαρτηθεί περισσότερο από αυτό που συμβαίνει τώρα στην Ουράνια Αυτοκρατορία, παρά από οποιαδήποτε άλλη υπαρκτή πολιτική αιτία».
%ce%ba%ce%b9%ce%bd%ce%b15Η Κίνα, ίσως μόνη ανάμεσα στις μεγάλες παραδοσιακές αυτοκρατορίες του κόσμου, είχε λαϊκή επαναστατική παράδοση, με ιδεολογικό υπόβαθρο και πρακτική οργάνωση. Iδεολογικά, οι λόγιοι και ο λαός της θεωρούσαν βέβαιο ότι η αυτοκρατορία τους ήταν ακατάλυτη και στο κέντρο του κόσμου: θα υπήρχε αιώνια, με επικεφαλής έναν αυτοκράτορα (εκτός από σποραδικά διαλείμματα διχασμού), και θα τη διοικούσαν γραφειοκράτες λόγιοι που είχαν γίνει κρατικοί λειτουργοί αφού πέρασαν τις μεγάλες εθνικές εξετάσεις που είχαν καθιερωθεί πριν από σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια, για να εγκαταλειφθούν μόνο όταν η ίδια η αυτοκρατορία έπνεε πια τα λοίσθια, το 1910.
Ωστόσο, η ιστορία της Κίνας ήταν μία ιστορία μιας αλληλοδιαδοχής δυναστειών, κάθε μία από τις οποίες περνούσε (όπως πίστευαν οι Κινέζοι) ένα κύκλο ακμής, κρίσης και παρακμής: κερδίζοντας και τελικά χάνοντας την «ουράνια εντολή» που νομιμοποιούσε την απόλυτη εξουσία τους. Στη διαδικασία της αλλαγής από τη μία δυναστεία στην άλλη, οι Κινέζοι γνώριζαν ότι θα υπήρχαν λαϊκές εξεγέρσεις, που θα γεννιούνταν από το φαινόμενο της ληστείας, από αγροτικούς ξεσηκωμούς και από τη δράση λαϊκών μυστικών εταιρειών, και μάλιστα περίμεναν από αυτές τις εξεγέρσεις να παίξουν σημαντικό ρόλο. Η ίδια η επιτυχία μίας τέτοιας εξέγερσης ήταν ένδειξη ότι η «ουράνια εντολή» εξέπνεε. Η διαχρονικότητα της Κίνας, του κέντρου του παγκόσμιου πολιτισμού, επιτυγχανόταν χάρη σε έναν αέναο κύκλο διαδοχής δυναστειών, που συμπεριλάμβανε και αυτό το επαναστατικό στοιχείο.(1)
Ο Χονγκ Ξιουκουάν σε αναπαράσταση της εποχής, χρονολογείται περίπου στο 1860
Ο Χονγκ Ξιουκουάν σε αναπαράσταση της εποχής, χρονολογείται περίπου στο 1860
Έτσι, η δυναστεία των Μαντσού, που επιβλήθηκε από βόρειους κατακτητές στα μέσα του 17ου αιώνα, είχε αντικαταστήσει τη δυναστεία των Μινγκ, που με τη σειρά της είχε ανατρέψει (με λαϊκή επανάσταση) τη δυναστεία των Μογγόλων τον 14ο αιώνα. Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, το καθεστώς των Μαντσού φαινόταν ακόμα να λειτουργεί ομαλά, έξυπνα και αποτελεσματικά, αν και υπήρχαν φήμες για τεράστια διαφθορά, αλλά ήδη από τη δεκαετία του 1790 υπήρχαν σημάδια κρίσης και ανταρσίας. Σε όποιους άλλους παράγοντες και αν οφείλονταν αυτά τα φαινόμενα, είναι βέβαιο ότι η εκπληκτική άνοδος του πληθυσμού της χώρας τον 19ο αιώνα (αύξηση της οποίας τα αίτια δεν έχουν ακόμα διευκρινιστεί εντελώς) είχε αρχίσει να δημιουργεί έντονα οικονομικά προβλήματα. Λέγεται ότι ο πληθυσμός της Κίνας αυξήθηκε από 140 εκατομμύρια το 1741, σε σχεδόν 400 εκατομμύρια το 1834.
Το δραματικό καινούργιο στοιχείο στην κατάσταση της Κίνας ήταν η διείσδυση των Δυτικών, που είχαν ταπεινώσει την Αυτοκρατορία στον πρώτο Πόλεμο του Οπίου (1839 – 1842). Η συνθηκολόγηση μπροστά σε μία μέτρια ναυτική δύναμη των Βρετανών προκάλεσε τρομερό σοκ, γιατί φανέρωσε πόσο εύθραυστο ήταν το αυτοκρατορικό σύστημα, και δεν αποκλείεται να το συνειδητοποίησαν αυτό ακόμα και τμήματα της κοινής γνώμης, πέρα από τα όρια των λίγων περιοχών που έζησαν άμεσα την καταστροφή. Όπως και να έχει το πράγμα, αυξήθηκαν αμέσως και σε εντυπωσιακό βαθμό οι δραστηριότητες διαφόρων αντιπολιτευτικών δυνάμεων, προπαντός των ισχυρών και βαθιά ριζωμένων μυστικών εταιρειών, όπως η Τριάδα της Νότιας Κίνας, που ήταν αφιερωμένη στην ανατροπή της ξένης δυναστείας των Μαντσού και στην παλινόρθωση των Μινγκ. Η αυτοκρατορική διοίκηση είχε συγκροτήσει σώματα πολιτοφυλακής εναντίον των Βρετανών και έτσι συνέβαλε στη διανομή όπλων στους πολίτες. Δεν χρειαζόταν παρά ένας σπινθήρας για να έρθει η έκρηξη.(2)
Αυτός ο σπινθήρας ήταν τελικά ένας μονομανής, ίσως ψυχοπαθής, προφήτης και μεσσιανικός ηγέτης, ο Χουνγκ Σιου Τσουάν (1813-1864), ένας από εκείνους τους υποψήφιους που είχαν αποτύχει στις εξετάσεις για την πρόσληψη στον κρατικό μηχανισμό και γι’ αυτό ήταν επιρρεπείς στην πολιτική δυσφορία. Μετά την αποτυχία του στις εξετάσεις, φαίνεται ότι έπαθε νευρική κατάρρευση, που τον οδήγησε στον θρησκευτικό μυστικισμό. Γύρω στα 1847 – 1848 ίδρυσε, στην επαρχία Κουανγκσί, μία «Εταιρεία των Θεοσεβών», και γρήγορα τον ακολούθησαν χωρικοί και μεταλλωρύχοι, άτομα από τη μεγάλη μάζα των εξαθλιωμένων πλανόδιων Κινέζων, μέλη διαφόρων εθνικών μειονοτήτων και οπαδοί των παλαιότερων μυστικών εταιρειών. Υπήρχε όμως μία σημαντική καινοτομία στο κήρυγμα του. Ο Χουνγκ είχε επηρεαστεί από χριστιανικά κείμενα, είχε μάλιστα περάσει ένα διάστημα με έναν Αμερικανό ιεραπόστολο στην Καντόνα, και έτσι πρόσθεσε μερικά σημαντικά δυτικά στοιχεία σε ένα, κατά τα άλλα, οικείο μείγμα από αντιδυναστικές, αιρετικοθρησκευτικές και κοινωνικοεπαναστατικές ιδέες.
Bασιλική Σφραγίδα του Ουράνιου Βασιλείου των Ταϊπίνγκ
Bασιλική Σφραγίδα του Ουράνιου Βασιλείου των Ταϊπίνγκ
Η εξέγερση ξέσπασε το 1850 στο Κουανγκσί και διαδόθηκε με τόση ταχύτητα, ώστε μέσα σε ένα χρόνο ανακηρύχτηκε το «Ουράνιο Βασίλειο της Παγκόσμιας Ειρήνης», με τον Χουνγκ υπέρτατο «Ουράνιο Βασιλιά». Επρόκειτο χωρίς αμφιβολία για καθεστώς κοινωνικής επανάστασης, που το στήριζαν κυρίως οι λαϊκές μάζες, και εμφορούνταν από ταοϊστικές, βουδιστικές και χριστιανικές ιδέες για την ισότητα. Θεοκρατικά οργανωμένο κατά το σχήμα της πυραμίδας, από οικογενειακές μονάδες, κατάργησε την ατομική ιδιοκτησία (η γη μοιραζόταν μόνο για χρήση, όχι για κυριότητα, καθώς έπρεπε να παραχωρείται σε κάθε χωρικό ένα τμήμα γης, που να αρκεί για να του εξασφαλίσει τη συντήρησή του), καθιέρωσε την ισότητα των δύο φύλων, απαγόρευσε τον καπνό, το όπιο και το οινόπνευμα, εισήγαγε νέο ημερολόγιο (όπου υπήρχε και εβδομάδα επτά ημερών) και διάφορες άλλες πολιτιστικές μεταρρυθμίσεις, χωρίς να παραλείψει να μειώσει τους φόρους.
Άμεσοι αντίπαλοι των Ταϊπίνγκ ήταν οι ανώτεροι διοικητικοί υπάλληλοι, οι εύποροι κτηματίες, οι γαιοκτήμονες και οι τοκογλύφοι. Οι Ταϊπίνγκ (που σημαίνει «Λάτρεις του Θεού») έκαιγαν, παντού όπου περνούσαν, τις καταστάσεις των κτηματικών φόρων, τους τίτλους γαιοκτησίας και τα γραμμάτια των τοκογλύφων και κατάσχεσαν τις περιουσίες τους για να τις μοιράζουν στους φτωχούς. Έτσι, οι χωρικοί έμπαιναν κατά μεγάλες μάζες στις τάξεις των Ταϊπίνγκ και στο τέλος έγιναν το κύριο σώμα των επαναστατικών δυνάμεων. Οι τεχνίτες και οι φτωχοί άνθρωποι των πόλεων, που ήταν στην αρχή συγκεντρωμένοι σε διάφορες μυστικές οργανώσεις κατά της δυναστείας των Μαντσού, έσπευσαν και αυτοί να ενταχθούν στο στρατό των Ταϊπίνγκ.
Οι θέσεις των Ταϊπίνγκ για το αγροτικό πρόβλημα δείχνουν από τη μία πλευρά το βαθύ επαναστατικό και αντιφεουδαλικό χαρακτήρα του καθεστώτος τους, αλλά, από την άλλη πλευρά, περιέχουν και ουτοπιστικές αντιλήψεις σχετικά με την απόλυτη ισότητα στην κατανομή της γης και στην εφαρμογή του καθεστώτος της κοινοκτημοσύνης των αγαθών. Τέτοιες αντιλήψεις ήταν απόλυτα απραγματοποιήσιμες. Στις πόλεις, οι Ταϊπίνγκ ανέπτυξαν κάθε είδους βιοτεχνικές επιχειρήσεις, που έμοιαζαν κάπως με τα βιοτεχνικά εργαστήρια, αυξάνοντας με αυτόν τον τρόπο την παραγωγικότητα. Υιοθέτησαν την ελεύθερη διεξαγωγή του εμπορίου, ορίζοντας, όπως προαναφέραμε, ελαφρείς φόρους και απλά μέσα για την είσπραξή τους. Από τα εδάφη των Ταϊπίνγκ, το μετάξι και το τσάι εξάγονταν σε μεγάλες ποσότητες, ενώ το εμπόριο του οπίου απαγορευόταν εντελώς.(3)
Στα τέλη του 1853, οι Ταϊπίνγκ, με τουλάχιστον ένα εκατομμύριο μαχητές, έλεγχαν το μεγαλύτερο της Νότιας και Ανατολικής Κίνας και είχαν καταλάβει το Νανκίν, το οποίο έγινε πρωτεύουσα τους, αν και, σε μεγάλο βαθμό επειδή τους έλειπε το ιππικό, δεν είχαν κατορθώσει ουσιαστικά να προχωρήσουν προς τα βόρεια. Η Κίνα διχοτομήθηκε. Ακόμα και οι περιοχές που δεν ελέγχονταν από τους Ταϊπίνγκ κλυδωνίζονταν από σοβαρές αναταραχές, όπως η εξέγερση των Νιέν (στασιαστών αγροτών) στα βόρεια, που δεν κατεστάλη παρά μόλις το 1868, η εξέγερση της εθνικής μειονότητας των Μιάο στο Κβεϊτσόου, και οι ξεσηκωμοί άλλων μειονοτήτων στα νοτιοδυτικά και βορειοδυτικά.(4)
Περιοχές ελέγχου των Ταϊπίνγκ το 1854
Περιοχές ελέγχου των Ταϊπίνγκ το 1854
Η επανάσταση των Ταϊπίνγκ δεν επέζησε, ούτε είχε πολλές πιθανότητες να επιζήσει. Οι ριζοσπαστικές καινοτομίες της αποξένωσαν τους μετριοπαθείς, τους παραδοσιοκράτες και όσους είχαν περιουσία να χάσουν, και που δεν ήταν καθόλου μόνο οι πλούσιοι. Η αδυναμία των ηγετών της να τηρήσουν οι ίδιοι τις πουριτανικές αρχές τους εξασθένισε τη λαϊκή της απήχηση, και δεν άργησαν να προκύψουν βαθιά ρήγματα στην ηγεσία. Δεν έπαψε να είναι μία αγροτική επανάσταση παλαιού τύπου, και αυτό φάνηκε μετά την κατάληψη του Νανκίν, όπου οι Ταϊπινγκ διέπραξαν το στρατηγικό λάθος να μη χτυπήσουν αμέσως και με όλες τους τις δυνάμεις το Πεκίνο, το κέντρο της φεουδαλικής κυριαρχίας, ούτε να καταλάβουν τη Σαγκάη, κέντρο του ξένου καπιταλισμού.(5) Μετά το 1856 η επανάσταση βρισκόταν σε υποχώρηση, και το 1864 οι κυβερνητικές δυνάμεις ανακατέλαβαν την πρωτεύουσα των Ταϊπινγκ, το Νανκίν. Η αυτοκρατορική κυβέρνηση ανάρρωσε, αλλά το τίμημα που πλήρωσε για να αναρρώσει ήταν βαρύ και τελικά αποδείχτηκε μοιραίο. Εκτός από αυτό, έδειξε καθαρά πόσο περίπλοκες επιπτώσεις είχε η δυτική επιρροή.(6)
Το παράδοξο είναι ότι οι ιθύνοντες της Κίνας ήταν μάλλον λιγότερο πρόθυμοι να υιοθετήσουν δυτικές καινοτομίες από όσο οι πληβείοι στασιαστές, συνηθισμένοι από καιρό να ζουν σε ένα ιδεολογικό σύμπαν όπου ανεπίσημες ιδέες, δανεισμένες από ξένες πηγές (όπως ο βουδισμός), ήταν αποδεκτές. Για τους κομφουκιστές γραφειοκράτες λογίους που κυβερνούσαν την αυτοκρατορία, ό,τι δεν ήταν Κινέζικο ήταν βάρβαρο. Απέρριπταν ακόμα και την τεχνολογία, που τόσο εξόφθαλμα έκανε τους βάρβαρους αήττητους. Το 1867, όταν δηλαδή η ξένη διείσδυση βρισκόταν ήδη σε προχωρημένη φάση, ο Μέγας Γραμματέας, Γουό Τζεν, υπέβαλλε στο θρόνο ένα υπόμνημα, όπου προειδοποιούσε ότι η ίδρυση κολεγίου για τη διδασκαλία αστρονομίας και μαθηματικών θα «παρέδιδε το λαό στην ξενομανία» και θα κατέληγε «στην έκπτωση της χρηστότητας και στη διάδοση της φαυλότητας».(7)
Η αντίσταση στην κατασκευή σιδηροδρόμων και των συναφών εξακολούθησε να είναι σοβαρή. Για ευνόητους λόγους, σχηματίστηκε ένα «εκσυγχρονιστικό» κόμμα, αλλά μπορούμε να μαντέψουμε ότι ακόμα και αυτό θα προτιμούσε να αφήσει την παλιά Κίνα αμετάβλητη, απλώς δίνοντάς της τη δυνατότητα να παράγει στρατιωτικό οπλισμό δυτικού τύπου. Η προσπάθειά του να αναπτύξει αυτήν την παραγωγή, κατά τη δεκαετία του 1860, δεν υπήρξε πολύ επιτυχημένη, ακριβώς για αυτόν το λόγο. Όπως και αν έχει το πράγμα, η ανίσχυρη Αυτοκρατορική διοίκηση διαπίστωσε ότι δεν είχε να επιλέξει παρά ανάμεσα σε διαφορετικούς βαθμούς παραχωρήσεων προς τη Δύση. Αντιμετωπίζοντας μία μεγάλη κοινωνική επανάσταση, δεν θέλησε ούτε καν να κινητοποιήσει εναντίον των εισβολέων την τεράστια δύναμη της ξενοφοβίας του Κινέζικου λαού. Όπως έδειχνε η πρακτική της, η καταστολή της επανάστασης των Ταϊπίνγκ ήταν ασυζητητί το επιτακτικότερο πολιτικό της πρόβλημα, και για το σκοπό αυτόν η ξένη βοήθεια ήταν, αν όχι ουσιώδης, πάντως επιθυμητή. Η καλή θέληση των ξένων ήταν απολύτως αναγκαία. Έτσι, η αυτοκρατορική Κίνα περιήλθε γρήγορα σε πλήρη εξάρτηση από τους ξένους. Από το 1854, μία Αγγλο-γαλλο-αμερικανική τριανδρία επρόκειτο να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο του τελωνείου της Σαγκάης.(8)
Ο επαναστατικός αγροτικός πόλεμος των Ταϊπίνγκ ήταν ο πιο αμείλικτος και αιματηρός σε ολόκληρο τον 19ο αιώνα, ένας από τους πλέον αιματηρούς της ιστορίας και ασφαλώς ο αιματηρότερος στην ιστορία της Κίνας, καθώς κόστισε, όπως προαναφέραμε, τουλάχιστον είκοσι εκατομμύρια νεκρούς, ενώ υπάρχουν αναφορές και για τριάντα εκατομμύρια. Ξεπέρασε σε βιαιότητα και σε αριθμό απωλειών τους Ναπολεόντειους πολέμους, τον πόλεμο της Κριμαίας, τον Αμερικανικό εμφύλιο και τις Γαλλόπρωσικές συγκρούσεις. Η Αυτοκρατορία, αποδυναμωμένη ήδη από τις επιδρομές των Βρετανών, δε συνήλθε ποτέ από αυτήν την εξέγερση.(9) Παρ’ όλο που η τελική του καταστολή ήταν ολοκληρωτική, έδειξε πως η δυναστεία των Μαντσού δεν ήταν πια σε θέση να ελέγχει τον Κινέζικο λαό, με τις δικές της δυνάμεις και μόνο.(10)
Ιστορικό μνημείο της εξέγερσης των Ταϊπίνγκ στην πόλη Μενγκσάν της επαρχίας Γκουανγκσί, η οποία ήταν η αρχική έδρα των επαναστατών Ταϊπίνγκ
Ιστορικό μνημείο της εξέγερσης των Ταϊπίνγκ στην πόλη Μενγκσάν της επαρχίας Γκουανγκσί,
 η οποία ήταν η αρχική έδρα των επαναστατών Ταϊπίνγκ


Σημειώσεις
1. E.J. HOBSBAWM, Η Εποχή του Κεφαλαίου 1848-1875, σελ. 196-197.
2. Ο.π., σελ. 197-198.
3. TSIEN PO-TSAN, CHAO SIUN-TCHENG & HOU HOUA, Γενική Ιστορία της Κίνας, Τόμος Α’, σελ. 135-136.
4. Ε.J. HOBSBAWM, Η Εποχή του Κεφαλαίου 1848-1875, σελ. 198-199.
5. TSIEN PO-TSAN, CHAO SIUN-TCHENG & HOU HOUA, Γενική Ιστορία της Κίνας, Τόμος Α’, σελ. 136.
6. Ε.J. HOBSBAWM, Η Εποχή του Κεφαλαίου 1848-1875, σελ. 199.
7. HU SHENG, Imperialism and Chinese Politics, σελ. 92.
8. Ε.J. HOBSBAWM, Η Εποχή του Κεφαλαίου 1848-1875, σελ. 199-200.
9. W. TRAVIS HANES III, Ph.D. & FRANK SANELLO, Οι Πόλεμοι του Οπίου: η εξάρτηση μιας Αυτοκρατορίας και η διαφθορά μιας άλλης, σελ. 224.
10. Ι. EPSTEIN, Από τον Πόλεμο του Οπίου στην Απελευθέρωση, σελ. 38.



toperiodiko.gr