Αρχαιογνωσία ή αρχαιοπληξία;





Της Αγγέλικας Σαπουνά
Οι μισοί μαθητές μου, την περασμένη εβδομάδα στις
εξετάσεις των αρχαίων της α’ γυμνασίου, έγραψαν τη λέξη «σήματα» με περισπωμένη: Τερατώδες λάθος για όσους/ες από μας είμαστε αρκετά αρχαίοι ώστε να θυμόμαστε ότι η προπαραλήγουσα ποτέ δεν περισπάται. 
Το ίδιο περίπου ποσοστό δεν αναγνώρισε το κατηγορούμενο σε μια απλή πρόταση, ενώ όλα τα παιδιά με μητρική γλώσσα την ελληνική αρίστευσαν στις ασκήσεις συμπλήρωσης προτάσεων με αρχαιοπρεπείς λέξεις, όπου όμως την πάτησαν τα «ξενάκια», μπερδεύοντας την «πρόποση» με την «κατάποση» και τον «πολεοδομικό» με τον «πολιτικό» σχεδιασμό. 
Ελάχιστα παιδιά γνώριζαν τη σημασία της λέξης «πολιούχος» και κανένα απ’ αυτά δεν τη συνδύασε με προσωπική βιωματική γνώση. Τέλος, αρκετά έγραψαν ότι «ο Αρριανός είπε ότι θα σκοτώσει όλους τους πολίτες της χώρας αν δεν φέρουν πίσω το Βουκεφάλα»(1) .
 
Ποιο απ’ αυτά τα λάθη είναι πιο σοβαρό; Και πού πρέπει να δώσει ο εκπαιδευτικός έμφαση και επιπλέον ώρες άσκησης για να επιτύχει αξιοπρεπές αποτέλεσμα; 
 Ολοκληρώνοντας ένας μαθητής την υποχρεωτική εκπαίδευση τι είναι πιο χρήσιμο να ξέρει για την ενήλικη ζωή του; 
Τον ιστορικό τονισμό των μακρών και βραχέων φωνηέντων ή πώς να συντάσσει μια πρόταση ώστε να αποδίδει ευκρινώς το νόημα που θέλει να αποδώσει και, φυσικά, τη σημασία των λέξεων που έρχονται μεν από μακριά, αλλά οι έννοιές τους νοηματοδοτούν και –κυρίως– το σήμερα;
 
«Τα όρια της γλώσσας μας είναι τα όρια του κόσμου μας»(2) : 
Όχι επειδή ο κόσμος είναι η γλώσσα, δεν είμαστε (ελπίζω) στο Μεσαίωνα, αλλά επειδή ο πλούτος της εμπειρίας και του συναισθήματος κοινωνείται κατ’ εξοχήν δια της γλώσσας και ως εκ τούτου ορίζεται μέσω της γλώσσας. 
Τα όρια της γλώσσας είναι τα όρια του κοινωνικώς υπαρκτού κόσμου. 
Η γλωσσική επικοινωνία είναι ένας πανίσχυρος τρόπος για να κατανοήσει κανείς τον κόσμο και την θέση του μέσα σ’ αυτόν, για να συγκροτήσει και να παράγει γνώση, για να οργανώσει και να κοινωνήσει τις αλλαγές που με τη βούληση και την πράξη θέλει να επιφέρει σ’ αυτόν τον κόσμο. 

«Μήγαρις έχω άλλα στο νου μου πάρεξ γλώσσα και ελευθερία;», ορίζει ως θεμελιώδεις συντεταγμένες του αγωνιζόμενου ανθρώπου ο Σολωμός, άνευ των οποίων είναι ζήτημα αν και το πρωταρχικό αίτημα της επιβίωσης μπορεί να διεκδικηθεί.
 
Η καλλιέργεια της γλώσσας, προπάντων της μητρικής και δευτερευόντως άλλων σημαντικών για το σήμερα, είναι εξ ορισμού θεμελιώδης στόχος της εκπαίδευσης, μάλιστα δε της υποχρεωτικής. 
Και ως προς αυτόν το στόχο η υποχρεωτική μας εκπαίδευση υστερεί. 
Δεν υστερεί επειδή δεν διδάσκονται οι μαθητές τη δομή και την ιστορία των αρχαίων ελληνικών – δεν τα διδάσκονται αποτελεσματικά, αυτό είναι βέβαιον, απόδειξη ότι δεν τα μαθαίνουν. 
Υστερεί επειδή το σχολείο δεν τους βοηθά να κατανοούν και να εκφράζονται αξιοπρεπώς μέσα από τον πλούτο της νεοελληνικής γλώσσας και, για να γίνω σαφέστερη, επειδή ΟΛΟΙ οι ομιλούντες, ακόμη κι οι αναλφάβητοι, μπορούν να επικοινωνήσουν μ’ ένα μίνιμουμ σώμα γλωσσικών μορφών(3) , δεν τους βοηθά το σχολείο να διευρύνουν τον κόσμο των εννοιών και των εκφραστικών τους μέσων, με όχημα την ήδη οικεία, μητρική τους ή καθομιλουμένη στην κοινωνία όπου ζουν, γλώσσα.
 
Βοηθά η αρχαιογλωσσία σ’ αυτό το έργο; Ναι, εφόσον η αναφορά στην αρχαία γίνεται εργαλείο για την εμβάθυνση της κατανόησης των εννοιών στην δρώσα επικοινωνία του σήμερα. 
Και ναι, όταν το γλωσσικό μάθημα γίνεται μια ακόμη αφορμή για να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι είμαστε προϊόντα της ιστορίας των προγενεστέρων και μ’ αυτή τη γνώση ως εφόδιο δημιουργοί των ιστοριών του μέλλοντος. 
Όχι όταν η εμμονή στον τύπο ακυρώνει την ουσία ή όταν η σύνταξη του απαρεμφάτου αποκτά μεγαλύτερη αξία από την ικανότητα ανίχνευσης του κοινού τόπου μεταξύ του Ρίτσου και του Ηρόδοτου ή του ομηρικού ικέτη και του πρόσφυγα.
 
Το γλωσσικό μάθημα πρέπει ν’ αλλάξει.
Η ημιμάθεια, δια των αρχαίων με τη σημερινή τους διδασκόμενη μορφή, δυο κυρίως αποτελέσματα επιφέρει: 

Λειτουργεί ως άλλος «κόφτης» για τη μαθητική «πλέμπα», ενώ παράλληλα δίνει πόντους στους Γεωργιάδηδες και τους Βελόπουλους. 
Κι όλ’ αυτά έχουν ξαναειπωθεί, τεκμηριωθεί, εφαρμοστεί και ακυρωθεί μέσα στη λαίλαπα των οπισθοδρομήσεων της τελευταίας 25ετίας(4) . 
Αρχαιογνωσία ή αρχαιοπληξία;
Το έργο παίζεται σε επανάληψη, αν και με νέους συντελεστές, αλλά τα διλήμματα παραμένουν, ως φαίνεται, κλασικά. Κλασικές και οι απαντήσεις: 
 Καλές μεταφράσεις αρχαίων συγγραφέων και συγκροτημένη προσέγγιση της ιστορικότητας και του γλωσσικού πλούτου της ελληνικής γλώσσας σε όλη τη δευτεροβάθμια, αρχαία από το πρωτότυπο ως μάθημα επιλογής στο λύκειο. Απλά και δοκιμασμένα.
 
1.Αναφορά σε κείμενο του εγχειριδίου των Αρχαίων της Α’ Γυμνασίου, όπου ο ρωμαίος συγγραφέας Αρριανός, βιογράφος του Μ. Αλεξάνδρου, αφηγείται επεισόδιο κατά το οποίο ο Αλέξανδρος απείλησε κατακτημένους ασιάτες επειδή θεώρησε ότι του έκλεψαν το άλογο.
 

2.Γνωστή ρήση του φιλόσοφου Λούντβιχ Βιττγκενστάιν
 

3.Πλούσια διεθνής βιβλιογραφία, ενδεικτικά στην ελληνική γλώσσα πλήθος δημοσιεύσεων της Άννας Φραγκουδάκη.
 

4.Το αίτημα για διδασκαλία των αρχαίων μόνον από μετάφραση στην υποχρεωτική εκπαίδευση χρονολογείται από την εποχή του κινήματος του δημοτικισμού και του Γληνού. 

Εφαρμόστηκε στην ελληνική εκπαίδευση από το 1985 ως το 1993, οπότε επανήλθε η διδασκαλία από το πρωτότυπο επί κυβέρνησης Κ. Μητσοτάκη, ενώ επί υπουργίας Μ. Γιαννάκου (κυβέρνηση Κ. Καραμανλή, 2005) αυξήθηκαν οι ώρες διδασκαλίας τους από 2 σε 3 εβδομαδιαίως, με παράλληλη μείωση μιας ώρας νεοελληνικής γλώσσας.

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Εποχή.