‘Εντονη αστάθεια, με διαρκώς οξύτερες εκδηλώσεις,
χαρακτηρίζει τώρα τόσο το εσωτερικό της Τουρκίας, όσο και τις σχέσεις της ‘Αγκυρας με τους δυτικούς εατίρους της.
Είναι χαρακτηριστική η τελείως ασυνήθιστη επίθεση που εξαπέλυσε προς την ‘Αγκυρα ο βασιληάς της Ιορδανίας. Ταυτόχρονα, μια σειρά δημοσιεύματα μεγάλων δυτικών μέσων ενημέρωσης επικρίνουν, όλο και ποιο σφοδρά, αλλά και χρησιμοποιώντας πολύ ασυνήθιστα επιχειρήματα την τουρκική κυβέρνηση. Ανεξαρτήτως της βασιμότητας των επικρίσεων, γνωρίζουμε – και από την “ελληνική εμπειρία”, αλλά και από ότι έχει συμβεί με άλλες χώρες – ότι σπανίως είναι τυχαία η επικέντρωση επιθετικών και κριτικών δημοσιευμάτων για μια χώρα. Συνήθως προηγούνται αυτού που θα συμβεί.
Το αποκορύφωμα ήρθε με δημοσιεύματα για ενδεχόμενο πραξικόπημα στην Τουρκία που ανάγκασαν το Γενικό Επιτελείο της γείτονος να προχωρήσει σε πολύ σπάνια ενέργεια, εκδίδοντας ανακοίνωση που διαψεύδει τις σχετικές πληροφορίες!
‘Ηδη στις 10 Μαρτίου, δύο πρώην πρέσβεις των ΗΠΑ στην Τουρκία κάλεσαν τον Ερντογάν να «μεταρρυθμισεί ή να παραιτηθεί», που είναι και ο τίτλος του άρθρου τους που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Washington Post. Ένας από τους συγγραφείς, ο κ Edelman, ανήκει στον πυρήνα του νεοσυντηρητισμού. Πιστεύεται ότι έχει συμβάλει σε μεγάλο βαθμό, από το παρασκήνιο, στην ανάδειξη του Ερντογάν, όταν σημαντικοί άνθρωποι στις ΗΠΑ έψαχναν για ενα πιο “χειρίσιμο” και πιο “φιλικό” πρόσωπο να αντικαταστήσει, ως επικεφαλής των ισλαμιστών, τον ανατραπέντα με “βελούδινο πραξικόπημα” Πρωθυπουργό Ερμπακάν, που εκρίνετο ως υπερβολικά “ριζοσπάστης” και υπερβολικά “αυθεντικός” . Όσο για τον δεύτερο συγγραφέα του άρθρου στην Washington Post, τον κ Abravomitz, αυτος απέφυγε την ταύτιση διατηρώντας αποστάσεις ασφαλείας από τους νεοσυντηρητικούς, αν και η “ψυχή” του δεν φαίνεται να είναι πολύ μακριά από τις θέσεις τους.
Οι δύο συγγραφείς δεν περιορίζονται στην – αρκετά συνηθισμένη πλέον στο διεθνή Τύπο – κριτική της πολιτικής του Ερντογάν. Απευθύνονται εμμέσως πλην σαφώς, σε ό, τι απομένει από τα κεμαλικά ρεύματα στο εσωτερικό του στρατού. Όπως γράφουν στο άρθρο τους “η προανήγγελθεισα προσπάθεια του κόμματος AKP να καταστήσει τις ένοπλες δυνάμεις υπευθυνες για την αντιδημοκρατική συμπεριφορά του, ήταν μια παρωδία δίκης στην οποία κατασκευαζόμενες αποδείξεις εξυπηρέτησαν στο να εμπλέξουν πολιτικούς αντιπάλους».
Μερικές ώρες πριν από τις τρομοκρατικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες, από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ένα μάλλον εκπληκτικό άρθρο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του American Enterprise Institute, που απηχεί τις απόψεις των “ιεράκων των ιεράκων” στις ΗΠΑ και διακρίνεται για την έντονα φιλοισραηλινή τοποθέτησή του. Γράφτηκε από έναν γνωστό νεοσυντηρητικό ακτιβιστή με ισχυρούς δεσμούς (τουλάχιστον κατά το παρελθόν, αλλά ίσως και σήμερα) με τους Τούρκους κεμαλιστές, τον Michael Rubin. Το άρθρο είχε τίτλο «Θα μπορούσε να υπάρξει ένα πραξικόπημα στην Τουρκία;” Σε αυτό, σχεδόν συνιστόται ανοιχτά στον τουρκικό στρατό να ανατρέψει τον Πρόεδρο Ερντογάν. Ο συγγραφέας διαβεβαιώνει τους στρατιωτικούς ότι δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν από τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ ή την Ευρώπη, αν το κάνουν. Επίσης, «περιγράφει», για τον Ερντογάν και τους πιο κοντινούς ανθρώπους του, μια μοίρα όχι πολύ διαφορετική από τη μοίρα του ανατραπέντος Αιγύπτιου Προέδρου Morsi.
Μερικές μέρες μετά τη δημοσίευσή του, το άρθρο βρήκε το δρόμο του στο μεγάληγς κυκλοφορίας Newsweek.
Και τα δύο άρθρα είναι αξιοσημείωτα για το περιεχόμενό τους, για τα πρόσωπα που τα υπογράφουν και για το που δημοσιευτηκαν.
Nεοσυντηρητικό “κράτος εν κράτει”
Το ΑΕΙ ήταν μία από τις κύριες δεξαμενές σκέψης στις Ηνωμένες Πολιτείες που προετοίμασε “ιδεολογικά” την εισβολή στο Ιράκ και τον πόλεμο κατά του «άξονα του κακού» που ξεκίνησε η κυβέρνηση Μπους. Για να το κάνει, είχε λάβει, εκεινη την περίοδο, ως πρόσχημα τις τρομοκρατικές επιθέσεις στη Νέα Υόρκη στις 11 Σεπτεμβρίου 2001. Χρησιμοποίησε την πολιτική ατμόσφαιρα, που επικράτησε στις ΗΠΑ μετά τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους, προκειμένου να μετατοπίσει ριζικά το σύνολο του άξονα της πολιτικής των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Μια τέτοια στροφή δεν θα μπορούσε, φυσικά, παρά να παράγει περισσότερο χάος και περισσότερο τρόμο, όπως όλοι μπορούμε να δούμε τώρα στις τηλεοπτικές οθόνες μας.
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις είναι εξαιρετικά χρήσιμες για τους ανθρώπους που επιθυμούν να αλλάξουν ριζικά τις ασκούμενες πολιτικές, ακριβώς επειδή προκαλούν τρόμο, διαταράσσοντας την ορθολογικό (ή συνήθη, καλύτερα να πούμε) τρόπο σκέψης (;) των ανθρώπων.
Ο κ Rubin ειναι ένας πολύ ενεργός νεοσυντηρητικός ακτιβιστής. Μεταξύ των άλλων δραστηριοτήτων του εργάστηκε στο περιβόητο Γραφείο Ειδικών Σχεδίων, που δημιουργήθηκε από τον Υπουργό Ράμσφελντ στο Πεντάγωνο, για να προετοιμάσει την εισβολή στο Ιράκ και να διαχειριστεί την κατάσταση μετά. Το Γραφείο αυτό είναι ένα πολύ ενδιαφέρον παράδειγμα των (τυπικά νόμιμων) μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν από τους νεοσυντηρητικούς για να κάνουν “αεροπειρατεία” στους κανονικούς, θεσμοποιημένους κρατικούς μηχανισμούς συλλογής πληροφοριών και λήψης αποφάσεων του αμερικανικού κράτους και να τους παρακάμψουν. Η ίδια μέθοδος, σημειωτέον, χρησιμοποιήθηκε, σύμφωνα με αναλυτές, και σε πολλά άλλα μέρη, όπως στο Παρίσι, μετά την εκλογή του Προέδρου Σαρκοζί, οδηγώντας στις επεμβάσεις στη Λιβύη και τη Συρία. Ακόμη και υπό τον Ομπάμα, οι νεοσυντηρητικοί εξακολουθούν να έχουν μια μεγάλη επιρροή στο κατεστημένο των ΗΠΑ, αλλά και την ίδια την κυβέρνηση.
Στην πραγματικότητα οι νεοσυντηρητικοί δημιουργησαν ενα ανεπίσημο «κράτος μέσα στο κράτος», ή, αν προτιμάτε, “κράτος παρά το κράτος”. Σύμφωνα με ένα άρθρο του Greg Miller, δημοσιογράφου στους Los Angeles Times (9.3.2004), ο διευθυντής της ίδιας της CIA, ο Τζορτζ Τεννετ, αποκάλυψε κατά τη διάρκεια μαρτυρίας ενώπιον της Επιτροπής Ενόπλων Δυνάμεων της Γερουσίας, ότι «μια ειδική μονάδα πληροφοριών στο Πεντάγωνο παρείχε ιδιωτικές ενημερώσεις προ της έναρξης του πολέμου σε ανώτερους αξιωματούχους του Λευκού Οίκου για φερόμενους δεσμούς μεταξύ του Ιράκ και της Αλ Κάιντα, χωρίς την γνώση του διευθυντή της CIA “. Ο Μίλερ γράφει ότι αυτή η «αποκάλυψη δείχνει ότι ένα αμφιλεγόμενο γραφείο του Πενταγώνου διαδραμάτίσε μεγαλύτερο ρόλο από ό, τι ήταν στο παρελθόν κατανοητό, στη διαμόρφωση των απόψεων της κυβέρνησης για φερόμενες σχέσεις του Ιράκ με το τρομοκρατικό δίκτυο πίσω από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, και ότι παρέκαμψε τα συνηθισμένο κανάλια για να στηρίξηει μια υπόθεση που ερχόταν σε σύγκρουση με τα συμπεράσματα των αναλυτών της CIA “. (1)
Αναστάτωση στην Τουρκία
Σύμφωνα με καλά ενημερωμένους διπλωμάτες, οι οποίοι έχουν υπηρετήσει πολλά χρόνια στην Ουάσινγκτον και στην Τουρκία, ο κ Rubin διατηρούσε στενές φιλικές σχέσεις με τους τούρκικους κεμαλικούς κύκλους στο παρελθόν, αλλά οι σχέσεις κλονίστηκαν όταν τους κατηγόρησε οτι “προδίδουν το Ισραήλ”. Πιθανώς παραμένει και τώρα σε επαφή με κάποιους από αυτούς.
Η δημοσίευση του άρθρου στην ιστοσελίδα του ΑΕΙ αποτελεί αντικειμενικά,
πρώτον ανοιχτή απειλή για τον Ερντογάν,
δεύτερον άμεση ενθάρρυνση πρός όσους Τούρκους στρατιωτικούς θα ήθελαν ενδεχομένως να απαλλαγούν από τον Πρόεδρό τους και, επίσης, να τον εκδικηθούν για ό, τι έκανε εναντια στους Κεμαλιστές.
Είναι πολύ σημαντικό ως μήνυμα και δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι ο Rubin και οι δύο πρέσβεις εξέπεμψαν το “μήνυμά” τουςαπό κοινού με Τούρκους φίλους τους. Αλλά φυσικά υπάρχει κάποια απόσταση μεταξύ της αποστολής σημάτων και την διενέργεια πραξικοπημάτων. Μόνο ο χρόνος θα δείξει πόσο μεγάλη είναι.
Υπάρχουν πάντως σημαντικά εμπόδια για την τυχόν υλοποίηση τέτοιων σχεδίων αν υπάρχουν. Πρώτον, ο πόλεμος κατά του κουρδικού ΡΚΚ έχει οδηγήσει σε μια τακτική συμμαχία μεταξύ Κεμαλικών και Ερντογάν. Δεύτερον, η τουρκική κοινωνία δεν είναι πλέον αυτή που ήταν. Ο λόγος που ο Πρόεδρος δεν πηρε την πλειοψηφία που ήθελε πέρυσι είναι ακριβώς η επιτυχία της πολιτικής του! Με την επίθεση στον Στρατό και την σοβαρη αποδυνάμωση της παραδοσιακής δύναμής του, στην Τουρκία, ο κ. Ερντογάν βοήθησε να ανδρωθούν κοινωνικές δυνάμεις που γυρισαν σε ορισμένες περιπτώσεις εναντίον του, αλλά που δύσκολα θα υποστηριζαν ένα νέο στρατιωτικό πραξικόπημα, αν κάποιοι στο στρατό έχουν πραγματικά τη δυνατότητα να το οργανώσουν. Τρίτον, κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος για τις επιπτώσεις που ένα τετοιο πραξικόπημα θα είχε πραγματικά, τόσο στην Τουρκία όσο και σε περιφερειακό/διεθνές επίπεδο. Παρόλα αυτά, κανείς που γνωρίζει την τουρκική ιστορία, δεν θα πρέπει να αποκλείει τελείως το σενάριο ενός πραξικοπήματος.
Ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση
Όπως και οι γέφυρές της στην Κωνσταντινούπολη, η Τουρκία είναι μια χώρα μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας. Οι ηγέτες της προσπαθούν, ο καθένας με τον τρόπο του, να ισορροπήσουν μεταξύ των δύο αυτών κόσμων και των δύο τουρκικων ταυτοτήτων. Και οι ισλαμιστές και οι κεμαλιστές συχνά συγκλονίζονται από αυτές τις αντιφάσεις. Ονειρεύονται να είναι ο καλύτερος φίλος της Δύσης στην Ανατολή, αλλά θέλουν επίσης να είναι οι ηγέτες και οι εκπρόσωποι της αραβικής και μουσουλμανικής Ανατολής προς τη Δύση. Είναι δύσκολο να επιτευχθεί αυτό, ιδίως στο πλαίσιο των συνεχών πολέμων εναντίον του «άξονα του κακού» και της «Σύγκρουσης των Πολιτισμών».
Πρόσφατα, ο Ερντογάν είδε την κατάρρευση της πολιτικής του τόσο γενικά στην Μέση Ανατολή οσο και απέναντι στους Κούρδους. Σαν να μην ήταν αυτο αρκετό, πήρε την αυτοκτονική απόφαση να ρίξει το ρωσικό τζετ, σχεδόν καταστρέφοντας το δικό του “στρατηγικό βάθος”, για να χρησιμοποιήσουμε κι εμείς τον όρο που τόσο πολύ αρέσει στον κ. Νταβούτογλου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το στρατηγικό βάθος του ήταν η σχεδόν στρατηγική σχέση με τη Ρωσία και οι προσωπικοί του δεσμοί με τον Πούτιν.
Παραμένει ένα μεγάλο ερωτηματικό, αν δηλαδή ο Ερτογάν έδρασε μόνος του ή αν και από που και για ποιό λόγο έλαβε ακό κάπου “πράσινο φως”.
Πιο απομονωμένος από ποτέ, στράφηκε μετά την κατάρριψη προς το Ισραήλ. Αλλά μια προσέγγιση με τον Νετανιάχου θέτει επίσης προβλήματα για τον Ερντογάν. ‘Ενα είναι ιδεολογικό. Το δεύτερο είναι ότι οι Ισραηλινοί ζητάνε και αυτοί σημαντικό αντάλλαγμα για την “προσέγγιση” και το αντάλλαγμα είναι η διακοπή των σχέσεων με τους Παλαιστίνιους της Γάζας, ίσως και άλλα. Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν ότι μια τέτοια συμφωνία συνεπάγεται παροχή “τακτικής” βοήθειας προς τον Ερντογάν, σε αντάλλαγμα στρατηγικών παραχωρήσεων.
Ο Ερντογάν επέλεξε ήδη την τακτική από την στρατηγική και την ιδεολογία, συντασσόμενος με τη Δύση κατά του Καντάφι και του ‘Ασσαντ. Το αποτέλεσμα, για πολλούς, ήταν η καταστροφή της μεσανατολικής πολιτικής του.
Όσο για τους νεοσυντηρητικους θα ήταν ανόητος κανείς να πιστεύει ότι έχουν εγκαταλείψει το παιχνίδι επειδή το σχέδιο Α που είχαν για τη Συρία (ανατροπή Άσαντ, διαμελισμός της χώρας και εξολόθρευση Χεζμπολά) δεν πέτυχε μετά τη ρωσική επέμβαση. Θα συνεχίσουν αναπτύσσοντας εναλλακτιές προς την ίδια στρατηγική κατεύθυνση και ασφαλώς προσπαθώντας να αποσταθεροποιήσουν ολόκληρη την περιοχή. Έχουν ένα τεράστιο πλεονέκτημα σε σχέση με τους αντιπάλους τους. Σε κάποιους μπορεί να μην αρέσουν οι στόχοι τους, αλλά διαθέτουν μια σαφή στρατηγική και επιμένουν σε αυτή. Πίσω από το χάος που παράγουν, υπάρχει μια Σιδερένια, αν και φοβερή Τάξη, η δική τους Τάξη, και πρέπει να τους αναγνωρίσουμε αυτό το γεγονός. Οι αντίπαλοί τους δεν έχουν πάντα ένα ολοκληρωμένο όραμα, αντιτίθενται διαμαρτύρονται μάλλον, παρά έχουν ένα συγκεκριμένο αντισχέδιο.
Σημείωση
- Μερικοί πιστεύουν ότι οι ίδιες δυνάμεις και οι ίδιες μέθοδοι χρησιμοποιήθηκαν επίσης για να υποκινήσουν πολέμους στη Γεωργία και την Ουκρανία. Για εκείνους που τους αρέσουν οι “θεωρίες συνωμοσίας”, η μέθοδος που χρησιμοποιείται για να προκαλέσει και να κατευθύνει αυτές τις κρίσεις έχει μια δομική ομοιότητα με τις μεθόδους που χρησιμοποίησε το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο για να ενορχηστρώσει την «ευρωπαϊκή απάντηση» στην οικονομική κρίση του 2008-9, συγκεντρώνοντας όλη την πίεση της κρίσης στην Ελλάδα.
Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε από το ΑΠΕ-ΜΠΕ στις 31.3.2016
konstantakopoulos.gr