Τη Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2015 ο Αλέξης Τσίπρας ορκίστηκε για πρώτη φορά πρωθυπουργός της χώρας, μία ημέρα μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος είχε λάβει το 36,34% των ψήφων και 149 έδρες.
Η νέα κυβέρνηση σχηματίστηκε σε συνεργασία με τους ΑΝ.ΕΛ. του
Πάνου Καμμένου, οι οποίοι είχαν εξασφαλίσει το 4,75% και 13 έδρες.Τα όσα συνέβησαν κατά την πρώτη του μέρα ως προέδρου της κυβέρνησης, ο κ. Τσίπρας τα αφηγείται γλαφυρά στο νέο του βιβλίο με τίτλο «Ιθάκη», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg.
Αμέσως μετά την ορκωμοσία του στο Προεδρικό Μέγαρο, ο Αλέξης Τσίπρας, αντί να περπατήσει μέχρι το απέναντι Μέγαρο Μαξίμου όπως συνηθίζεται, μπήκε στο αυτοκίνητό του με προορισμό την Πλάκα.
Ο ίδιος εξηγεί τους λόγους αυτής της επιλογής, η οποία προκάλεσε έκπληξη:
«Πολλοί παραξενεύτηκαν (σ.σ. που επέλεξε να πάει στην Πλάκα), καθώς όλα τα μάτια ήταν στραμμένα επάνω μου και περίμεναν την είσοδό μου στο Μέγαρο Μαξίμου, μια στιγμή πολύ ισχυρού συμβολισμού.
»Το Μέγαρο της εξουσίας να ανοίγει σε έναν Πρωθυπουργό που ιδεολογικά και πολιτικά πρόσκειται στους ηττημένους του Εμφυλίου και όλως παραδόξως για τα ελληνικά πολιτικά ήθη δεν είναι γόνος κάποιας μεγάλης πολιτικής οικογένειας, ούτε έστω κάποιας γνωστής οικογένειας της μεγαλοαστικής τάξης.
»Και να ήταν μόνο αυτό το “πρόβλημα”! Ήμουν ταυτόχρονα και ο πρώτος Πρωθυπουργός στην Ιστορία της χώρας που πήγε στο Προεδρικό Μέγαρο χωρίς να ορκιστεί στο Ευαγγέλιο (σ.σ. έδωσε πολιτικό όρκο).
»Δεν άλλαξα τις αρχές μου, δεν προσποιήθηκα ότι είμαι κάποιος άλλος για να κερδίσω συμπάθεια και ψήφους, και όλο αυτό με έκανε περήφανο. Αλλά ταυτόχρονα με βασάνιζε κιόλας.
»Αναρωτιόμουνα πώς θα μπορέσω να παραμείνω ο εαυτός μου, χωρίς όμως αυτό να προκαλέσει ερωτήματα στον λαϊκό κόσμο ή να δημιουργήσει θεσμικές τριβές.
»Για να εξομαλύνω, λοιπόν, κάπως αυτή τη δύσκολη συνθήκη, σκέφτηκα ότι αμέσως μετά την ορκωμοσία και πριν την εγκατάστασή μου στο Μαξίμου, θα ήταν σωστό να συναντήσω τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, στέλνοντας ένα μήνυμα σεβασμού στο συναίσθημα της πίστης της συντριπτικής πλειονότητας του ελληνικού λαού».
Ο κ. Τσίπρας περιγράφει τη σχέση του με τον Αρχιεπίσκοπο:
«Με τον Αρχιεπίσκοπο διατηρούσα από καιρό μια θερμή σχέση, σεβασμού από μέρους μου και πιστεύω αλληλοεκτίμησης.
»Είχα μαζί του τακτική επικοινωνία, από την πρώτη μέρα που τον συνάντησα στην οικία του στην Αρχιεπισκοπή. […] Έκτοτε τον είχα επισκεφτεί αρκετές φορές τόσο στην Πλάκα όσο και στο ησυχαστήριό του στη Βοιωτία, κοντά στα Άσπρα Σπίτια.
»Του ζήτησα λοιπόν να πάω στην Αρχιεπισκοπή να τον συναντήσω και αυτός δέχτηκε με χαρά.
»Πήγα πρώτα εκεί και μετά πήγα στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής.
»Με τον Ιερώνυμο η συνάντηση ήταν σύντομη αλλά ουσιαστική.
»Ο Αρχιεπίσκοπος έχει μια μαγική διπλωματική ικανότητα, χωρίς να μετακινείται από το δογματικό πλαίσιο που υπηρετεί, να είναι ταυτόχρονα ανοιχτός στους ανθρώπους και στις ιδέες.
»Έσπευσε λοιπόν πρώτος και χωρίς να του ζητηθεί να τοποθετηθεί μπροστά στις κάμερες για το επίμαχο θέμα της ορκωμοσίας.
»Και ξεκαθάρισε ότι είναι δικαίωμα του κάθε προσώπου να επιλέγει με ποιον τρόπο θα ορκιστεί, κάνοντας έτσι σαφή την ανεκτική στάση της Εκκλησίας».
Φόρος τιμής στο σκοπευτήριο καισαριανής
Αμέσως μετά την Αρχιεπισκοπή, ο Πρωθυπουργός επισκέφθηκε το Σκοπευτήριο της Καισαριανής, αποτίοντας φόρο τιμής στους αγωνιστές της ελευθερίας.
«Στο Σκοπευτήριο οι στιγμές ήταν ανατριχιαστικές. Ένιωθες σ’ αυτό τον τόπο της θυσίας πως κουβαλούσες στην πλάτη σου το βάρος της Ιστορίας.
»Το βάρος όλων αυτών των ανθρώπων, που έδωσαν τη ζωή τους για την Ελλάδα, για τις ιδέες τους, για μια δικαιότερη κοινωνία» γράφει.
«Ναρκοθετημένος» χώρος: Η αρνητική έκπληξη στο Μαξίμου
Φτάνοντας τελικά στο Μέγαρο Μαξίμου, ο νέος Πρωθυπουργός συνάντησε την πρώτη αρνητική έκπληξη.
«Φτάνοντας στο Μέγαρο Μαξίμου με περίμενε μια αρνητική έκπληξη. Αντί να αντικρίσω στα σκαλιά τον προκάτοχό μου και μέχρι την ημέρα εκείνη οικοδεσπότη (σ.σ. εννοεί τον απερχόμενο πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά), αντίκρισα τον Τζανακόπουλο.
»Ο Σαμαράς δεν άντεξε να έρθει να με προϋπαντήσει.
»Παρότι συντηρητικός, έσπασε την παράδοση. Και κυριολεκτικά και μεταφορικά.
»Αποτελεί θεσμική παράδοση πολιτικού πολιτισμού και δημοκρατικής ευπρέπειας, ο απερχόμενος Πρωθυπουργός να καλωσορίζει τον νέο και να του παραδίδει.
»Να αποδέχεται έτσι τους κανόνες της δημοκρατικής μετάβασης και ομαλότητας.
»Και, πέραν του συμβολισμού, να τον ενημερώνει κατ’ ιδίαν και για τις άμεσες εκκρεμότητες σε κρίσιμους τομείς της χώρας, είτε της οικονομίας είτε της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής».
Χαριτολογώντας με τον Δημήτρη Τζανακόπουλο, ο κ. Τσίπρας εισήλθε στο κτίριο, όπου η αίσθηση ήταν «τρομακτική»:
«Διαβήκαμε την εξώπορτα που οδηγεί στο αίθριο με το μαρμάρινο ασπρόμαυρο πάτωμα και αίφνης βρέθηκα από τον χειμωνιάτικο ήλιο της αυλής σε ένα σκοτεινό και παγωμένο κτίριο.
»Η αίσθηση της εγκατάλειψης ήταν τρομακτική.
»Οι προηγούμενοι τα είχαν πάρει όλα.
»Όχι μόνο έπιπλα και αντικείμενα, αλλά ακόμα και τα πιο ασήμαντα πράγματα.
»Ούτε ένα φύλλο χαρτί δεν είχε μείνει στα φωτοτυπικά μηχανήματα, ούτε ένα στυλό, ούτε καν τα στοιχειώδη για να λειτουργήσει το γραφείο.
»Ήταν σαν να ήθελαν να σβήσουν κάθε ίχνος της παρουσίας τους, να κάνουν ξεκάθαρο πως ό,τι υπήρχε πριν είχε φύγει μαζί τους και πως εμείς ήμασταν ξένοι σε έναν αφιλόξενο χώρο.
»Δεν ήταν μόνο η έλλειψη αντικειμένων. Μου δημιουργήθηκε η αίσθηση πως ήθελαν να το εισπράξω ως μια εσκεμμένη πρόκληση.
»Φαντάζομαι πως ίσως να μετάνιωσαν που δεν μου άφησαν έναν φάκελο πάνω στο γραφείο με μία μόνο φράση: “Περιμένουμε πότε θα πέσεις”.
»Δεν θα έγραφε τίποτα άλλο.
»Γιατί αυτό ήταν το σχέδιό τους. Εκ προμελέτης…
»Δεν μας παρέδιδαν απλώς ένα άδειο πρωθυπουργικό γραφείο, μας παρέδιδαν έναν ναρκοθετημένο χώρο, έναν τόπο που δεν προοριζόταν για να κυβερνήσουμε, αλλά για να συντριβούμε εντός του.
»Και όμως, καθώς στεκόμουν εκεί, μέσα στον ψυχρό, άδειο χώρο, αντί να με καταβάλει ο φόβος, ένιωσα κάτι άλλο.
»Ένα πείσμα ότι αυτή η μάχη δεν ήταν μόνο πολιτική.
»Ήταν μια μάχη με την Ιστορία, όπως την έγραφαν οι νικητές μέχρι τότε.
»Στο κάτω κάτω, είπα μέσα μου, δεν είχαμε φτάσει ώς εδώ για να γίνουμε απλοί παρατηρητές μιας προδιαγεγραμμένης ήττας».
Το «μακάβριο» πρώτο τηλεφώνημα
Το πρωθυπουργικό γραφείο περιγράφεται ως «δυσλειτουργικό», «μουντό», «κρύο και σκοτεινό», με την αίσθηση τον χειμώνα να είναι «σχεδόν καταθλιπτική».
Εκεί, ο κ. Τσίπρας κλήθηκε να αντιμετωπίσει την πρώτη του κρίση.
Αφού συνεργάτες από το τμήμα Πληροφορικής του ΣΥΡΙΖΑ τού εξήγησαν πώς λειτουργεί το δήθεν «κόκκινο» (ήταν μαύρο) τηλέφωνο, αυτό χτύπησε.
Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο Στρατηγός Κωσταράκος, τότε Αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ο οποίος τον ενημέρωσε για ένα τραγικό ατύχημα:
«”Κύριε Πρωθυπουργέ, τα σέβη μου”.
»”Ποιος είστε;” τον ρωτάω.
»”Είμαι ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ. Δυστυχώς δεν σας τηλεφωνώ για καλό, έχω ένα πολύ δυσάρεστο νέο”.
»”Πείτε μου τι έγινε;” του είπα.
»”Είχαμε ένα ατύχημα στην Ισπανία, έπεσε ένα αεροσκάφος της Πολεμικής μας Αεροπορίας σε μια άσκηση και έχουμε δύο νεκρούς Έλληνες πιλότους”.
»Ήταν τέτοια η αμηχανία μου και η έλλειψη εμπειρίας, που του είπα:
»”Μάλιστα, Αρχηγέ, λυπάμαι πολύ. Να μεταβιβάσετε τα συλλυπητήριά μου στους δικούς τους ανθρώπους. Αλλά πείτε μου σας παρακαλώ, αν έχετε την καλοσύνη, εγώ τώρα τι πρέπει να κάνω;”.
»Τίποτα. Απλά έπρεπε να σας ενημερώσω, μήπως βγάλετε κάποια ανακοίνωση”».
Η ζεστή μακαρονάδα της «συνέχειας του κράτους»
Ο Πρωθυπουργός συνειδητοποίησε, μέσα από αυτό το περιστατικό, την «παγερή μοναξιά της εξουσίας».
Η ένταση της ημέρας τον βύθισε σε συσκέψεις, ώσπου αργά το απόγευμα, εξαντλημένος, ρώτησε τους συνεργάτες του:
«Ρε παιδιά, θα παραγγείλετε τίποτα να φάμε; Εδώ τι κάνουμε όταν πεινάμε;».
Τότε εμφανίστηκε ο Τάκης, ο σερβιτόρος του Μεγάρου από την Καλαμάτα, ο οποίος του προσφέρθηκε με έναν «σχεδόν πατρικό» τρόπο:
«”Κύριε Πρόεδρε”, μου λέει, “να σας φτιάξω μια μακαρονάδα με κιμά;”.
»Το Μέγαρο δεν είχε κουζίνα που να λειτουργεί, αλλά εκείνος, με έναν σχεδόν πατρικό τρόπο, ήθελε να κάνει κάτι παραπάνω, να με φροντίσει μέσα σε αυτό το ψυχρό, βαρύ κτίριο, αποδεικνύοντας ότι τουλάχιστον για τους υπαλλήλους του Μαξίμου, το κράτος έχει συνέχεια.
»Δέχτηκα με ευχαρίστηση. Όταν έφερε το πιάτο μπροστά μου, κουρασμένος όπως ήμουν, η μυρωδιά με χτύπησε κατευθείαν.
»Πρώτη μέρα Πρωθυπουργός, με το βάρος όλης της χώρας στους ώμους, και το πρώτο μου γεύμα δεν ήταν κάποιο επίσημο δείπνο, δεν ήταν κάτι επιτηδευμένο.
»Ήταν μια απλή, ζεστή μακαρονάδα με κιμά, φτιαγμένη με μια δόση ανθρώπινης φροντίδας.
»Και αυτή τη μακαρονάδα τη θυμάμαι ακόμη.
»Ίσως ήταν και το μόνο που έχω να θυμάμαι με θετικά συναισθήματα από αυτή την πρώτη μέρα στο Μέγαρο Μαξίμου».
Η «όαση» του Ανδρέα Παπανδρέου
Τέλος, εξερευνώντας τον επάνω όροφο, ο Αλέξης Τσίπρας ανακάλυψε ένα δωμάτιο που αποτέλεσε καταφύγιο:
«Καθώς περιπλανιόμουν, ανακάλυψα πως μέσα σε όλη τη μουντάδα του κτιρίου, υπήρχε ένα δωμάτιο που πραγματικά άξιζε.
»Ήταν το παλιό υπνοδωμάτιο του Ανδρέα Παπανδρέου, όταν έμενε στο Μαξίμου.
»Ένα δωμάτιο που έβγαζε κατευθείαν στην επάνω βεράντα και η βεράντα αυτή ήταν αριστούργημα.
»Μια όαση μέσα στο γκρίζο του κτιρίου.
»Ένας όροφος πάνω από το γραφείο μου, με απρόσκοπτη θέα στον κήπο, ένα σημείο που έμοιαζε να μην ανήκει στο ίδιο το Μαξίμου.
»Εκεί, αργότερα, έμαθα ότι ο Γιώργος Παπανδρέου είχε φτιάξει μια πέργκολα για να παίρνει το πρωινό του.
»Αυτό το μικρό καταφύγιο είχε γίνει το γραφείο του Παππά. Για μένα, πάλι, που δεν άντεχα τη μουντάδα του πρωθυπουργικού γραφείου στον κάτω όροφο, κάθε πρωί που πήγαινα στο Μαξίμου, η ρουτίνα ήταν ίδια: πρωί πρωί με το “καλημέρα” άνοιγα τους φακέλους της ΕΥΠ και μετά ανέβαινα επάνω.
»Εκεί, στην ησυχία της βεράντας, έπινα τον πρωινό μου καφέ μαζί με όλους τους στενούς συνεργάτες μου.
»Και όταν έφτανε η άνοιξη, τον καφέ δεν τον πίναμε μέσα. Βγαίναμε έξω, αφήνοντας για λίγο πίσω μας τη βαριά ατμόσφαιρα του ισογείου.
»Για λίγες στιγμές, τουλάχιστον, ο ήλιος και ο καθαρός αέρας έδιναν μια αίσθηση γαλήνης και ηρεμούσαν την ψυχή μου από εκείνους τους τοίχους που κουβαλούσαν τόσα και τόσα».