Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει
αναδείξει τα σοβαρά στρατηγικά και θεσμικά ελλείμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θέτουν υπό αμφισβήτηση την ικανότητά της να διαχειριστεί κρίσεις και να διαμορφώσει μια αυτόνομη γεωπολιτική στρατηγική.
Ο Έλληνας οικονομολόγος Γιάνης Βαρουφάκης, μέσα από την
Αντί να επιδιώξει έναν ρεαλιστικό δρόμο προς την ειρήνη, παραμένει εγκλωβισμένη σε μια αδιέξοδη στρατηγική επανεξοπλισμού, η οποία όχι μόνο δεν θα αποτρέψει τη ρωσική επιθετικότητα αλλά κινδυνεύει να βαθύνει την οικονομική και κοινωνική κρίση της Ευρώπης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον Γιάνη Βαρουφάκη, «Η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, μετά την ανατροπή της Ρωσίας πίσω από τα προ του 2014 σύνορά της, ήταν ο μοναδικός στρατηγικός στόχος που οι ηγέτες της ΕΕ επέτρεψαν στον εαυτό τους να εξετάσουν μετά τη ρωσική εισβολή που πραγματοποιήθηκε πριν από τρία χρόνια.
Δυστυχώς, πολύ πριν από την επανεκλογή του Προέδρου των ΗΠΑ, Donald Trump, αυτός ο στόχος πέρασε στη σφαίρα του ανέφικτου. Τα σημάδια ήταν ήδη εμφανή εδώ και καιρό.
Πρώτον, η πολεμική οικονομία του Ρώσου Προέδρου, Vladimir Putin, αποδείχθηκε σωτήρια για το καθεστώς του.
Δεύτερον, ακόμη και ο προκάτοχος του Trump, Joe Biden, δεν είχε καμία πρόθεση να πιέσει για την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, οδηγώντας τη χώρα σε μια ψευδαίσθηση με αόριστες υποσχέσεις.
Και, τρίτον, υπήρχε ισχυρή διακομματική αντίθεση στις ΗΠΑ στην ιδέα ότι στρατεύματα του ΝΑΤΟ θα πολεμούσαν στο πλευρό των Ουκρανών».
Έτσι, παρά τις κραυγές διαφόρων που παρουσίαζαν τον Putin ως τον "νέο Χίτλερ", η Δύση δεν δεσμεύτηκε ποτέ να πολεμήσει στο πλευρό των Ουκρανών για να ηττηθεί ο ρωσικός στρατός στο πεδίο της μάχης.
Αντ’ αυτού, μια δειλή Δύση συνέχισε να στέλνει όπλα στους εξαντλημένους Ουκρανούς, ώστε εκείνοι να νικήσουν τον "νέο Χίτλερ" εκ μέρους της – αλλά μόνοι τους.
Αναπόφευκτα, και παρά τον αγώνα των Ουκρανών που ήταν αριθμητικά κατώτεροι, ο στρατηγικός στόχος των Ευρωπαίων ηγετών κατέρρευσε – μια πραγματικότητα που θα γινόταν αδιαμφισβήτητη ανεξάρτητα από το ποιος θα κέρδιζε τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ τον Νοέμβριο.
Ο Trump απλώς το επισπεύδει, με τη γνωστή του ωμότητα και την περιφρόνηση που διατηρεί εδώ και καιρό όχι μόνο για τον Ουκρανό Πρόεδρο, Volodymyr Zelensky, αλλά και για την ίδια την ΕΕ.
Και έτσι, χωρίς κανένα εναλλακτικό σχέδιο (Plan B), η Ευρώπη, αποδυναμωμένη έπειτα από δύο δεκαετίες οικονομικής στασιμότητας, αγωνίζεται τώρα να ανταποκριθεί στη νέα πολιτική του Trump για την Ουκρανία, σημειώνει ο Έλληνας οικονομολόγος.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται
Μετά τη Συμφωνία του Μονάχου το 1938, ο Winston Churchill είχε πει στον Neville Chamberlain: «Σας δόθηκε η επιλογή μεταξύ πολέμου και ατίμωσης. Επιλέξατε την ατίμωση και θα έχετε πόλεμο».
«Στην
αγωνία τους να μην επαναλάβουν το ίδιο λάθος, οι ηγέτες της ΕΕ
ετοιμάζονται να το κάνουν – αλλά αντίστροφα: η προσέγγισή τους για
«πόλεμο μέχρι τη νίκη» θα δώσει τελικά τη θέση της σε μια ταπεινωτική
ειρήνη, την οποία ο Trump θα επιβάλει με χαρά τόσο στην ΕΕ όσο και στην
κυβέρνηση Zelensky, όταν γονατίσουν ταπεινωμένοι.
Αναμφισβήτητα, η
Ευρώπη πρέπει είτε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων είτε να διαλυθεί.
Το ερώτημα είναι: Πώς ακριβώς θα σταθεί; Τι πραγματικά λείπει από την
Ευρώπη;
Είναι αδιανόητο ότι οι Ευρωπαίοι δεν βλέπουν πως η
απάντηση βρίσκεται ακριβώς μπροστά τους: η Ευρώπη στερείται ενός σωστού
υπουργείου Οικονομικών, ενός State Department και ενός Κοινοβουλίου, με
την εξουσία να συσσωρεύεται στα μέλη της Ευρωπαϊκής Συνόδου (European
Council), που σήμερα θεωρείται η «κυβέρνηση» της ΕΕ.
Ακόμα
χειρότερα, δεν γίνεται καμία ουσιαστική συζήτηση για το πώς θα καλυφθούν
αυτά τα τεράστια κενά στην ευρωπαϊκή θεσμική αρχιτεκτονική.
Η ΕΕ πάντα φοβόταν την έναρξη μιας ειρηνευτικής διαδικασίας για την Ουκρανία, ακριβώς επειδή θα αποκάλυπτε τη γύμνια της.
Ποιος θα εκπροσωπήσει την Ευρώπη στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ακόμα κι αν ο Trump την προσκαλούσε;
Ακόμη
και αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο μπορούσαν με ένα μαγικό
ραβδί να δημιουργήσουν έναν μεγάλο, καλά εξοπλισμένο ευρωπαϊκό στρατό,
ποιος θα είχε τη δημοκρατική νομιμοποίηση να τον στείλει στη μάχη, να
σκοτώσει και να σκοτωθεί;
Επιπλέον, ποιος μπορεί να συγκεντρώσει αρκετούς φόρους ώστε να διασφαλίσει την ετοιμότητα του ευρωπαϊκού στρατού;
Η
διακυβερνητική διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΕ σημαίνει ότι κανείς
δεν διαθέτει τη δημοκρατική νομιμοποίηση να λαμβάνει τέτοιες αποφάσεις»
αναφέρει ο Γιάνης Βαρουφάκης.
Πόλεμος…
Όταν
η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, ανακοίνωσε
την πρωτοβουλία ReArm Europe, επέστρεψαν στη μνήμη θλιβερές αναμνήσεις
από το αποτυχημένο Σχέδιο Juncker, την Πράσινη Συμφωνία και το Ταμείο
Ανάκαμψης.
Και πάλι, διαφημίζονται εντυπωσιακά ποσά, μόνο και μόνο για να αποδειχθούν, μετά από πιο προσεκτική ανάλυση, ψευδαισθήσεις.
Πιστεύει
κανείς σοβαρά ότι η Γαλλία θα αυξήσει το ήδη μη βιώσιμο δημοσιονομικό
της έλλειμμα για να χρηματοδοτήσει εξοπλιστικά προγράμματα;
Χωρίς
τους θεσμούς που θα μπορούσαν να εφαρμόσουν έναν στρατιωτικό
κεϋνσιανισμό, η μοναδική επιλογή ώστε να επανεξοπλιστεί η Ευρώπη είναι
να μεταφέρει κονδύλια από τις ήδη παραμελημένες κοινωνικές και φυσικές
υποδομές της – αποδυναμώνοντας ακόμη περισσότερο την Ευρώπη, όπου ήδη
θερίζει τη λαϊκή δυσαρέσκεια, η οποία τροφοδοτεί την άνοδο της
ακροδεξιάς σε ολόκληρη την ήπειρο.
Και για ποιον λόγο; Πιστεύει
κανείς ότι ο Putin θα φοβηθεί μια Ευρώπη που μπορεί να διαθέτει μερικά
περισσότερα βλήματα και πυροβόλα;
Το ReArm Europe δεν θα βοηθήσει την Ουκρανία να κερδίσει τον πόλεμο.
Αντίθετα,
θα βυθίσει ακόμα βαθύτερα την ΕΕ στην οικονομική ύφεση που ήδη
αντιμετωπίζει – την πραγματική αιτία της ευρωπαϊκής αδυναμίας.
Τι πρέπει να γίνει
Σύμφωνα
με τον Γιάνη Βαρουφάκη, για να διασφαλίσει την ασφάλεια των Ευρωπαίων
απέναντι στις διπλές προκλήσεις που θέτουν ο Trump και ο Putin, η ΕΕ
πρέπει να ξεκινήσει τη δική της πολυδιάστατη "Ειρήνη Τώρα" διαδικασία.
Πρώτον, η ΕΕ πρέπει να απορρίψει κατηγορηματικά την προσπάθεια του Trump να υφαρπάξει τους φυσικούς πόρους της Ουκρανίας.
Έπειτα,
αφού παρουσιάσει το ενδεχόμενο χαλάρωσης των κυρώσεων και την επιστροφή
των 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε παγωμένα ρωσικά περιουσιακά
στοιχεία (τα οποία δεν μπορούν ταυτόχρονα να χρησιμοποιούνται ως
διαπραγματευτικό χαρτί και για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας), η ΕΕ θα
πρέπει να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με το Κρεμλίνο.
Σε
αυτές τις διαπραγματεύσεις, η ΕΕ θα πρέπει να προτείνει μια συνολική
στρατηγική συμφωνία, μέσα στην οποία η Ουκρανία θα αποκτήσει ρόλο
αντίστοιχο με αυτόν της Αυστρίας κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου:
κυρίαρχη, εξοπλισμένη, ουδέτερη και τόσο ενσωματωμένη στη Δυτική Ευρώπη
όσο επιθυμούν οι πολίτες της.
Τρίτον, αντί για μια
μόνιμη αντιπαράθεση μεταξύ δύο μεγάλων στρατών κατά μήκος της
συμφωνημένης συνοριακής γραμμής, η ΕΕ θα πρέπει να προτείνει μια
αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη βάθους τουλάχιστον 500 χιλιομέτρων (310
μιλίων) και από τις δύο πλευρές, το δικαίωμα επιστροφής όλων των
εκτοπισμένων πληθυσμών, μια συμφωνία τύπου Μεγάλης Παρασκευής για τη
διακυβέρνηση των αμφισβητούμενων περιοχών, καθώς και μια Πράσινη
Συμφωνία για τις εμπόλεμες περιοχές, που θα χρηματοδοτηθεί από κοινού
από την ΕΕ και τη Ρωσία.
Όλα τα εκκρεμή ζητήματα θα πρέπει να αντιμετωπιστούν μέσω διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών.
Τέλος,
η ΕΕ θα πρέπει να αξιοποιήσει την προοπτική χαλάρωσης των δασμών στα
κινεζικά προϊόντα (ιδιαίτερα στην πράσινη τεχνολογία) και την άρση των
κυρώσεων στις εξαγωγές τεχνολογίας, προκειμένου να ανοίξει έναν νέο
κύκλο διαπραγματεύσεων με την Κίνα για μια νέα συμφωνία ασφαλείας που θα
μειώσει τις εντάσεις και θα εμπλέξει το Πεκίνο στον στόχο της
διασφάλισης της ουκρανικής κυριαρχίας.
Αν θέλουμε πραγματικά να ενισχύσουμε την Ευρώπη, το πρώτο βήμα δεν είναι ο επανεξοπλισμός.
Είναι
η δημιουργία μιας δημοκρατικής ένωσης, χωρίς την οποία η στασιμότητα θα
συνεχίσει να διαβρώνει τις ευρωπαϊκές δυνατότητες, καθιστώντας την
ανίκανη να ανοικοδομήσει ό,τι απομείνει από την Ουκρανία μόλις ο Putin
τελειώσει μαζί της.