Η τραγωδία στα Βορίζια
το πρωί του Σαββάτου ξύπνησε θλιβερές αναμνήσεις από μια από τις πιο
αιματηρές βεντέτες που γνώρισε η Κρήτη και συνολικά η Ελλάδα, το 1955.
Βορίζια Ηρακλείου: Η ιστορία επαναλαμβάνεται-Η πολύνεκρη βεντέτα που είχε συγκλονίσει την Ελλάδα το 1955
Τότε, το μικρό χωριό του Ηρακλείου έγινε το επίκεντρο ενός συγκλονιστικού κύκλου βίας που συγκλόνισε όλη τη χώρα. Οι σκηνές που εκτυλίχθηκαν το 1955 θυμίζουν κινηματογραφική ταινία πολέμου. Όλα ξεκίνησαν μετά από μια βομβιστική επίθεση σε υπό κατασκευή σπίτι, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να βιώσουν στιγμές τρόμου, καθώς οι πυροβολισμοί και οι εκρήξεις γέμιζαν τον αέρα του χωριού.
Ήταν 27 Αυγούστου, κατά τη γιορτή του Αγίου Φανουρίου. Το πανηγύρι είχε ξεκινήσει με κέφι, κρασί και λύρα, όπως κάθε χρόνο, όμως ξαφνικά η ατμόσφαιρα μετατράπηκε σε τραγωδία. Ένας χωριανός επιτέθηκε ξαφνικά στον δασοφύλακα της περιοχής, ο οποίος διασκέδαζε στο καφενείο του χωριού, σύμφωνα με τη «Μηχανή του Χρόνου».
Η άγρια δολοφονία
Χωρίς να προηγηθεί καμία λογομαχία, ο δράστης κατάφερε να χτυπήσει τον δασοφύλακα στον λαιμό με μαχαίρι, σκοτώνοντάς τον σχεδόν ακαριαία. Εκμεταλλευόμενος τον πανικό που δημιουργήθηκε, διέφυγε πριν οι αρχές προλάβουν να τον συλλάβουν. Η δολοφονία προκάλεσε σοκ στο χωριό και πυροδότησε μια αλυσίδα εκδικητικής βίας.
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ηρακλείου έκρινε ότι η βεντέτα ξεκίνησε από μια διαφωνία σχετικά με παράνομη υλοτομία. Φοβούμενος καταγγελία για τα κλεμμένα καυσόξυλα, ο δράστης παρακίνησε συγγενή του να επιτεθεί στο θύμα. Άλλες εκδοχές ανέφεραν ως αφορμή την παραμέληση ενός τυπικού χαιρετισμού ή την εμπλοκή του θύματος σε διαμάχη με πελάτες του καφενείου του δράστη.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο δασοφύλακας είχε προσκαλέσει μια παρέα σε άλλο καφενείο, γεγονός που προκάλεσε την οργή του δράστη, ο οποίος στη συνέχεια επιτέθηκε αιφνιδιαστικά.
Βορίζια Ηρακλείου: Η ιστορία επαναλαμβάνεται-Η πολύνεκρη βεντέτα που είχε συγκλονίσει την Ελλάδα το 1955
Η αιματηρή βεντέτα
Πέντε λεπτά μετά τον πρώτο φόνο, οι συγγενείς του θύματος έβγαλαν όπλα και ξεκίνησε το ανθρωποκυνηγητό. Νέοι φόνοι, πυροβολισμοί και ακόμη και ρίψεις χειροβομβίδων στο σπίτι του δασοφύλακα ακολούθησαν, με τραγικό απολογισμό τρεις νεκρούς και 14 τραυματίες.
Η χωροφυλακή και στρατιωτικά τμήματα έσπευσαν στο χωριό για να αποκαταστήσουν την τάξη, ενώ οι κάτοικοι και οι αυτόπτες μάρτυρες απομονώθηκαν για λόγους ασφαλείας. Η είδηση του μακελειού κυριάρχησε σε όλες τις εφημερίδες, με δημοσιογράφους να σπεύδουν άμεσα για κάλυψη των γεγονότων.
Οι κατηγορούμενοι παραπέμφθηκαν στο Κακουργιοδικείο Αθηνών για να αποφευχθούν νέες αντεκδικήσεις. Κατά τη διάρκεια της δίκης κατατέθηκε ότι οι κάτοικοι, μόλις ακούστηκε ο πρώτος πυροβολισμός, κυριεύτηκαν από πανικό και έτρεξαν να αρπάξουν ό,τι όπλο είχαν στα σπίτια τους.
Ο βασικός δράστης, χασάπης στο επάγγελμα, ισχυρίστηκε ότι είχε καταναλώσει αλκοόλ επί 27 συνεχείς ώρες και ότι κρατούσε μαζί του το μαχαίρι για δουλειές. Καταδικάστηκε σε 20 χρόνια κάθειρξη, ενώ ο ανιψιός της συζύγου του δασοφύλακα, που διέπραξε τον δεύτερο φόνο, πήρε 10 χρόνια. Ο τρίτος κατηγορούμενος καταδικάστηκε σε 25 χρόνια, ενώ οι υπόλοιποι δέχθηκαν μικρότερες ποινές για κατοχή όπλων.
Ο πρωτοαίτιος της τραγωδίας έλαβε χάρη με βασιλικό διάταγμα το 1963, ενώ οι υπόλοιποι καταδικασθέντες αποφυλακίστηκαν μετά από 15 έως 18 χρόνια.
Με συνολικά 6 νεκρούς και 14 τραυματίες, η υπόθεση στα Βορίζια έχει μείνει χαραγμένη στη μνήμη της Ελλάδας ως μία από τις πιο αιματηρές βεντέτες που γνώρισε ποτέ η χώρα.