Η «μεταεθνικιστική» Ευρωπαϊκή Ένωση ως ζωτικός χώρος του εθνικισμού...

Του Γιάννη Στουραΐτη.
 Δεν πρωτοτυπεί ασφαλώς κανείς, μιλώντας για τη ραγδαία αύξηση του ευρωσκεπτικισμού λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά και της έκρηξης του προσφυγικού. 

Κέες βαν Ντόνγκεν, «Το άλογο και ο ακροβάτης», 1904Η αύξηση αυτή είναι κάτι αδιαμφισβήτητο, όσο και οι διαφορετικές προσεγγίσεις επ’
αυτού – και εδώ είναι που αξίζει να σταθούμε. Στον ευρωσκεπτισμό ενός σημαντικού μέρους της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που προηγήθηκε κατά πολύ της κρίσης και αφορά μια συνολική δομική κριτική στην Ε.Ε., ένας ευρύς και πολιτικά πολυσυλλεκτικός χώρος, που αυτοπροσδιορίζεται ως φιλευρωπαϊκός, απαντά αποδομητικά επιχειρώντας –πονηρά– να τον εξισώσει με την ακροδεξιά αντιευρωπαϊκή ρητορική. Ένα βασικό επιχείρημα καθολικής καταδίκης του ευρωσκεπτικισμού, απ’ όπου κι αν προέρχεται, είναι ότι καμία προοδευτική πολιτική δύναμη δεν μπορεί να επιδιώκει την αποδόμηση της Ε.Ε., εφόσον η τελευταία εγγυάται την περιθωριοποίηση των εθνικισμών και, ως εκ τούτου, τη διατήρηση της ειρήνης στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Κέες βαν Ντόνγκεν, «Το άλογο και ο ακροβάτης», 1904
Βασικό πρόβλημα του εν λόγω επιχειρήματος, καταρχάς, είναι ότι εργαλειοποιεί το βεβαρημένο ιστορικό παρελθόν της Ευρώπης, ως «σκοτεινής ηπείρου» του φασισμού και των δύο παγκοσμίων πολέμων, για να αποσπάσει την προσοχή από το γεγονός ότι το ευρωενωσιακό σύστημα εμφανίζει όλο και περισσότερο χαρακτηριστικά και λειτουργίες ενός κλασικού τύπου αυτοκρατορικού συστήματος: μια ευρύτερη περιφέρεια καθίσταται οικονομικά, πολιτικά και πολιτισμικά υποτελής σε ένα κυρίαρχο δυτικοευρωπαϊκό κέντρο. Μια εξέλιξη που αντανακλάται και στον κυρίαρχο λόγο περί ανώτερης (δυτικο)ευρωπαϊκής ταυτότητας, ο οποίος έχει μια σαφή οριενταλιστική διάσταση στην αντιμετώπιση λαών και ευρύτερων πολιτισμικών ζωνών, τόσο εντός όσο και εκτός Ε.Ε.