Η απάτη που διχάζει ιδιωτικό και δημόσιο τομέα


Του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου
Πολύ πριν από την κρίση υποστήριζα πως εάν η Ελλάδα παγιδευτεί σε μια (ψευδο)συγκρουσιακή λογική μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα της
οικονομίας θα έχει διαμορφώσει τις συνθήκες εγκλωβισμού της στην κοινωνικοοικονομική άβυσσο. Αργότερα, το 2008, με σειρά άρθρων προσπάθησα να εξηγήσω πως εκεί όπου η μεταρρύθμιση του δημοσίου τομέα, για να προσαρμοστεί θεσμικά και τεχνολογικά στην δημιουργία υψηλής υπεραξίας από τον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα της παραγωγής, καθυστερεί, ολόκληρη η........
εθνική οικονομία φρενάρει. Και πως μεταρρυθμίσεις κάνεις στη φάση της ανάπτυξης και όχι της ύφεσης. Οι μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα στη φάση της ύφεσης προκαλούν σοβαρό πλήγμα στην οικονομία της αγοράς και θίγουν άμεσα, έμμεσα και αμέσως τον ιδιωτικό τομέα. Εάν η ύφεση δεν αντιμετωπισθεί μάλιστα σύντομα με αναπτυξιακές πρωτοβουλίες από τον δημόσιο τομέα, τότε ο ιδιωτικός όχι μόνον απειλείται με συρρίκνωση αλλά κυριολεκτικώς με διάλυση. 

Αυτά μάλιστα θεωρούσα πως δεν είναι καινούργια πράγματα και πως θα έπρεπε να αποτελούν κοινό τόπο για κάθε πολίτη με βασικές γνώσεις στη σπουδή της Εθνικής Οικονομίας. Θεωρούσα αυτονόητο αυτό τούτο το επιστημονικά απολύτως τεκμηριωμένο και ιστορικά αποδεδειγμένο σε όλες τις περιπτώσεις, όπου εκδηλώθηκε σοβαρή κρίση κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης του μοντέρνου κράτους, ή λεγόμενη κρίση χρέους και επενδύσεων. Καθώς μάλιστα θεωρούσα πως αυτά είναι αυτονόητα, νόμιζα πως θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε σε πιο σύνθετους οικονομικού χαρακτήρα στοχασμούς για να καταλήξουμε σε κοινωνικοπολιτικές προτάσεις αντιμετώπισης της κρίσης, στην οποία ήδη είχαμε εισέλθει και οι οποίες ασφαλώς κατέτειναν στην ριζική μεταβολή του πολιτικού συστήματος, του κοινοβουλευτισμού μας, του τραπεζικού συστήματος, της διοίκησης, της εκπαίδευσης, αλλά και της λειτουργίας της αγοράς με στοιχεία εκδημοκρατισμού, εκβιομηχάνισης με υιοθέτηση υψηλής τεχνολογίας και εκσυγχρονισμού και αναδιοργάνωσης του πρωτογενούς τομέα της παραγωγής.

Όλα αυτά ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθούν από το δικομματικό καθεστώς της διαπλοκής (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και αριστερές ή δεξιές παραφυάδες τους), ενώ παράλληλα απαιτείτο αποδέσμευση από μεγάλο μέρος των προνοιών της ΟΝΕ, όπως και μια διαδικασία εξαίρεσης για την Ελλάδα από τις γενικές πολιτικές που αφορούν άμεσα στο κοινό νόμισμα. «Ε, αφού είναι αδύνατον να πραγματοποιηθούν με την Ελλάδα ισότιμο μέλος της ευρωζώνης και υπό του παρόντος καθεστώτος ηγεμονίας και διακυβέρνησης στην ΕΕ, που αποτελεί εγγύηση ανάπτυξης και ευημερίας, εκτός από φετίχ προόδου, εξευρωπαϊσμού και σταθερότητας με συμβολικούς όρους, γιατί μας ταλαιπωρείς;», με ρωτούσαν οι πεπλανημένοι ή οι επιτήδειοι που πολιτεύονταν στη βάση ενός (ψευδο)διχασμού μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα στην χώρα, αγνοώντας πως δεν υπήρχε πλέον ίχνος ισοτιμίας στην συμμετοχή μας στην ευρωζώνη και πως η σχέση είχε μεταβληθεί σε φεουδαρχική. «Μην είσαι μίζερος, θα τα καταφέρουμε, δεν βλέπεις το φως στο τούνελ της χρηματαγοράς ή των εκτιμήσεων προόδου από την εκτέλεση του προγράμματος της τρόικας;» ρωτούσαν οι ίδιοι, πεισματικά αντιφάσκοντας με την κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα.

Αυτή υπήρξε και είναι αδυσώπητη! Η Ελλάδα δεν υιοθέτησε έναν «ατομικό μηχανισμό σωτηρίας» για να αποφύγει την έξοδό της από την αγορά και την πτώχευση, όπως ισχυρίζονταν οι πεπλανημένοι ή οι επιτήδειοι της δεξιάς, κεντροδεξιάς, κεντροαριστεράς ή νεοφιλελεύθερης πατρωνίας και διαπλοκής, ή ακόμη - σε μάλλον περιορισμένες περιπτώσεις – και ιδεολογικοποιημένης αυτοαντίληψης, αλλά για το ακριβώς αντίθετο, όπως εξηγούσα τότε: Με στόχο την μακροχρόνια έξοδο από την χρηματαγορά, δίχως να διαταραχθεί σοβαρά το ευρωπαϊκό, μεταμοντέρνο πολιτικοοικονομικό οικοδόμημα και το πακτωμένο καθεστώς ηγεμονίας στην Ελλάδα   και με στρατηγική την διαχείριση της πτώχευσης κράτους και τραπεζικού συστήματος σε ένα πλαίσιο ΕΞΑΙΡΕΣΗΣ από την ΟΝΕ, από τις χρηματοπιστωτικές πρόνοιες της ευρωζώνης και εν πολλοίς από το καθεστώς νομιμότητας και πολιτικού πολιτισμού της ΕΕ. Η στρατηγική αυτή εμπεριείχε από την αρχή τέσσερις αλληλένδετες επιμέρους στρατηγικές, τις οποίες ανέπτυξα ερμηνευτικά και κοινωνικοοικονομικά ως «εσωτερική υποτίμηση με κάθετη πτώση της τιμής της εργατικής δύναμης και αντίστοιχη πτώση της ανταλλακτικής αξίας της ιδιωτικής περιουσίας καθώς και του εθνικού εισοδήματος», «ευρωπροτεκτορατοποίηση», «εκποίηση παραγωγικών πηγών και δημόσιων πόρων» και «υπαγωγή του εθνικού συμφέροντος σε κάποιο απολύτως αόριστο ευρωπαϊκό συμφέρον».

Συνεπώς, ΕΞΑΙΡΕΣΗ έχεις και δεν την απέφυγες. Πτώχευση βίωσες, βιώνεις, ενώ έπεται και συνέχεια και δεν την απέφυγες, όπως και διευρυνόμενη φτωχοποίηση με σοβαρή, αν και υποκριτικά συγκαλυμμένη, δραματική κρίση στον ιδιωτικό τομέα, παράλληλα με απορρύθμιση σε μάλλον σημαντικό βαθμό του δημοσίου, με παράλληλη καταστροφή μικρών και μεσαίων επενδύσεων που συμπιέζουν ασφυκτικά την αξία της εργασίας και την κερδοφορία στην λεγόμενη πραγματική οικονομία. Αυτά είναι γεγονότα που συνοδεύονται από φυσιολογική εξαφάνιση επενδύσεων, παρά το κλίμα «αρπαχτής» που διαμορφώνει η ανάρμοστη Συγκυβέρνηση και τα «success stories» που περιφέρονται από το Κατάρ μέχρι την Κίνα. Ειρήσθω εν παρόδω, «από Κατάρ» δεν γνωρίζω, αλλά «από Κίνα» όλο και κάτι ξέρω λόγω εξειδίκευσης και θα μπορούσα να πω πως κινεζικά συμφέροντα θα επενδύσουν συγκρατημένα στην Ελλάδα μόνον μετά από συνεννόηση (διαπραγμάτευση) και «win-win game» με τους γερμανούς και μόνον σε τομείς άσχετους με την εξαγωγική βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας και υπεραξίας ασφαλώς. Θα επενδύσουν δηλαδή στην Ελλάδα, αν συμφωνήσουν τελικά με την γερμανική διακυβέρνηση, όπως έπραξαν στην περίπτωση της Πορτογαλίας, σε τομείς που δεν προσφέρουν τίποτα στην σύγχρονη μορφή μεταβιομηχανικής ανταγωνιστικότητας, από την οποία κρίνεται με όρους αγοράς το αναπτυξιακό μέλλον της Ελλάδας.  Και αυτά ενώ η ανεργία σφαγιάζει την ελληνική κοινωνία με μισό εκατομμύριο μάλιστα νοικοκυριά να μην έχουν ούτε έναν εργαζόμενο, η λεγόμενη κοινωνική προστασία να υποχωρεί δραματικά, ενώ η όποια ρευστότητα να είναι απολύτως εισαγόμενη, με τις τράπεζες μάλιστα να βιώνουν τον Γολγοθά τους, αντλώντας ελάχιστο οξυγόνο από τον ΕΛΑ και το ΤΧΣ, για να μην καταλήξουμε σε γενικευμένη στάση πληρωμών.    

Και τότε, από που αντλεί αισιοδοξία η Συγκυβέρνηση, τα ΜΜΕ της διαπλοκής και ξένοι παράγοντες, όπως και ορισμένα ξένα ΜΜΕ; Για τα τελευταία θυμάστε πώς τα αρνητικά δημοσιεύματα για την Ολυμπιάδα, μετατράπηκαν ξαφνικά σε θετικά και αισιόδοξα; Αν δεν γνωρίζετε το πώς, ρωτήστε να μάθετε πόσο κόστισε στον έλληνα φορολογούμενο η μεταστροφή τους! Εγώ δεν γνωρίζω το ακριβές ποσόν, γνωρίζω ωστόσο κάμποσες, αν και μάλλον όχι όλες τις μεθόδους μεταστροφής της διεθνούς κοινής γνώμης που εφαρμόστηκαν τότε, όπως και σήμερα. Πέραν αυτού, μην μου πείτε πως είστε τόσο απονήρευτοι ακόμη, μετά από όσα βιώσαμε την τελευταία πενταετία, που δεν βλέπετε το κουραστικά επαναλαμβανόμενο παιχνίδι των εταιρειών διαχείρισης ομολόγων που έχουν αγοράσει στην δευτερογενή σχεδόν τζάμπα τα ελληνικά ομόλογα, ενώ τώρα κρίνουν πως λίγο πριν από την νέα αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας, ήρθε η στιγμή να «φτιάξουν κλίμα» και να κάνουν μια ακόμη «αρπαχτή», πουλώντας ακόμη και πέντε φορές πάνω από ό, τι έχουν αγοράσει; Τις προάλλες κάποιοι πουλούσαν τρεις φορές πάνω, μετά τα πρώτα «ενθαρρυντικά δημοσιεύματα» για την Ελληνική οικονομία, η οποία δυστυχώς  και σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, είναι σήμερα μικρότερη από ό, τι ήταν το 2005, έχοντας συρρικνωθεί κατά 28% από τα μέσα του 2008! Η πραγματικότητα ωστόσο είναι μάλλον χειρότερη, με την Κομισιόν να προβλέπει φέτος - πολύ αισιόδοξα - συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 4,2%, αν και τα  στοιχεία του πρώτου τριμήνου έδειξαν ύφεση 5,3%, ενώ το χρέος της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να φτάσει το 175% του ΑΕΠ το 2013, κατά τη στιγμή που από τον Μάρτιο του 2012 έως τον Μάρτιο του 2013, το χρέος της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 29 δισ. ευρώ, παρά τη δεύτερη αναδιάρθρωσή του που έγινε τον Δεκέμβριο του 2012! Θέλετε και μερικούς ακόμη από τους υπόλοιπους επίσημους δείκτες του ελληνικού «success story»; Πάντα από την ΕΛΣΤΑΤ, ο κύκλος εργασιών στη βιομηχανία τον Μάρτιο μειώθηκε 11,5% σε σύγκριση με τον Μάρτιο του 2012, με την ανεργία να αυξάνει και επισήμως να αγγίζει το 27%, αν και στην πραγματικότητα ξεπερνά το 35% και τους ανέργους να υπερβαίνουν το ενάμισι εκατομμύριο. Αυτά, την ώρα που οι εταιρείες διαχείρισης ομολόγων φτιάχνουν (θετικό έως δοξαστικό) κλίμα για να ξεφορτωθούν τα φτηνά ελληνικά ομόλογα, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη, ενώ αύριο θα ακολουθήσουν αντίστροφη στρατηγική προπαγάνδας για την ελληνική οικονομία για να αγοράσουν εκ νέου φτηνά, αφού πρώτα ρίξουν την αξία τους. Στο μεταξύ όμως δημιουργείται χώρος για να δοξαστεί ο «νοικοκύρης» κ. Σαμαράς, όπως δοξάστηκε ο «σωτήρας» κ. Παπανδρέου πριν «απολυθεί»!

Έτσι παίζεται το παιχνίδι στο πολιτικοοικονομικό μάρκετινγκ, αγαπητοί αναγνώστες, και λύση στην ελληνική κρίση υπέρ της ευρύτερης κοινωνίας και των εργαζομένων δεν θα υπάρξει, αν δεν αντιληφθούμε την τεράστια απάτη που διχάζει παραμορφωτικά τον  ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, αγιοποιώντας τον πρώτο και δαιμονοποιώντας τον δεύτερο.  Το πολιτικό πρόβλημα στην οργάνωση του δεύτερου, εκφράζει την προβληματική οικονομική δομή του πρώτου και αντίστροφα. Το δημοσιονομικό πρόβλημα είναι απόλυτα συναρτημένο με το παραγωγικό πρόβλημα της χώρας, επί του οποίου δομείται η ανταγωνιστικότητα με όρους εντελώς διαφορετικούς (όρους υπανάπτυξης) σε σχέση με την γενική δομή της ευρωζώνης, στην οποία είναι ενταγμένη η ελληνική αγορά και κοινωνία. Το δημοσιονομικό έλλειμμα μειώνεται δίχως να καταστραφεί η κοινωνία μόνον σε συνάρτηση με την ανταγωνιστική παραγωγική ανάπτυξη που αξιοποιεί υψηλή τεχνολογία και οργάνωση. Και το τελευταίο γίνεται με δύο τρόπους σήμερα και στην δραματική κατάσταση μας: είτε υιοθετείς μια αυτόνομη ανάπτυξη με δικό σου νόμισμα και σύγχρονη τεχνο-οργανωτικά σοσιαλιστική διακυβέρνηση, είτε παραμένεις ως εξαίρεση στην ευρωζώνη και στην ΕΕ, με εντελώς διαφορετική όμως διάρθρωση των μεταρρυθμιστικών μέτρων, ώστε να μην διαταραχθεί η πορεία σύγκλησης της ελληνικής κοινωνίας με τις υπόλοιπες καλά ανεπτυγμένες εκ των 15.

Το τελευταίο δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί δίχως μεταστροφή της γερμανικής πολιτικής τουλάχιστον για την Ελλάδα (πάντα στο πλαίσιο της εξαίρεσης, για να υπάρξει νομιμοποίηση στο εσωτερικό της Γερμανίας και της ευρωζώνης) και καθαρή σοσιαλδημοκρατική διακυβέρνηση στο εσωτερικό για μακρά περίοδο με δύο χαρακτηριστικά: εκδημοκρατισμό των θεσμών και εκπόνηση ενός δεκαετούς Εθνικού Προγράμματος παραγωγικής ανασυγκρότησης. Εντός αυτής της περιόδου, η Ελλάδα θα πρέπει να υποστηριχτεί με μια ριζική αναθεώρηση των όρων της Δανειακής Σύμβασης και ένα Μνημόνιο εντελώς αντίθετης στρατηγικής, που πράγματι να διασφαλίζουν την συντεταγμένη πτώχευση της χώρας, δίχως διάλυση του ιδιωτικού τομέα και δίχως  διεύρυνση της απορρύθμισης του δημόσιου.  Και αυτά δεν μπορούν να επισυμβούν δίχως στοχευμένη  επενδυτική ενίσχυση για την δημιουργία εξαγωγικής βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας και σύγχρονου αγροτικού τομέα, αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος από πάνω προς τα κάτω και αναδιάρθρωση των ιδιωτικών χρεών, με εξυγίανση του τραπεζικού τομέα, που δεν μπορεί παρά να αποκτήσει δημόσιο χαρακτήρα, έστω εποπτευόμενος από όργανο της ευρωζώνης για να διαπιστούται η τήρηση των συμφωνηθέντων με μια κυβέρνηση στην οποία δεν έχουν θέση όσοι εμπλέκονται με την διαχείριση της προηγούμενης περιόδου (πριν και κατά την πτώχευση). Δεν είναι ζήτημα αυτού του άρθρου να επιχειρηματολογήσω ως προς το εάν την Γερμανική Ηγεμονία συμφέρει καλύτερα η έξοδος της χώρας από την ευρωζώνη, ή η υποστήριξη ενός προγράμματος εκδημοκρατισμού και παραγωγικής αναδιάρθρωσης δίχως περεταίρω καταστροφή της εσωτερικής αγοράς, ή κάτι ανάμεσα σε αυτά τα δύο. Αυτό που σίγουρα δεν συμφέρει κανέναν, ούτε τις ΗΠΑ, ούτε την Γερμανία, ούτε την Κίνα, ούτε την Ρωσία, είναι αυτό που εξελίσσεται σήμερα στην χώρα μας. Αυτό δεν είναι μόνον δραματικά επιζήμιο για τους Έλληνες, αλλά και μεσο-μακροπρόθεσμα αποδιοργανωτικό και υπονομευτικό για τις μεταξύ τους σχέσεις και για τον καθένα παράγοντα ηγεμονίας ξεχωριστά. Και όλα τούτα σήμερα, στο βαθμό που είμαι σε θέση να γνωρίζω, προβληματίζουν έντονα τους διαμορφωτές της εξωτερικής πολιτικής σε αυτές τις χώρες, όπως και τα οικονομικά τους επιτελεία. Όλοι συμφωνούν πως το «success story» Τρόικας-Συγκυβέρνησης για να γίνει «fairy tale» για τους διεθνείς παράγοντες που εμπλέκονται στην διακυβέρνηση που συστήνει η πτώχευση αυτή καθ΄ εαυτή θα πρέπει σύντομα να αντικατασταθεί από την διαλεκτική του άρνηση.    

«Ανάπτυξη» στη βάση εσωτερικής υποτίμησης της τάξεως του 40% και ελεγχόμενης ρευστότητας ώστε το δημοσιονομικό έλλειμμα να μειώνεται παράλληλα με το εμπορικό δεν είναι ανάπτυξη, αλλά κοινωνική καταστροφή πολεμικών διαστάσεων! Μια καταστροφή που εάν δεν σταματήσει εδώ και μέχρι το τέλος του καλοκαιριού θα διαμορφώσει εστία πολέμου για όλους τους άλλους εταίρους στην ελληνική κρίση, πέραν του εθνικού πολιτικού συστήματος.  Το  «success story» της Συγκυβέρνηση υπό τον κ. Σαμαρά αυτήν ακριβώς την καταστροφή και ουσιαστική αν και ανομολόγητη απειλή καλλιεργεί και θεμελιώνει, διασκεδάζοντας την πραγματικότητα με παιδισμούς και γκεμπελικού χαρακτήρα υπερβάσεις. Αυτή η λογική που διακρίνει την στρατηγική και την προπαγάνδα της Συγκυβέρνησης δομείται πάνω σε μια απολύτως ανόητη, ανορθολογική και παραπλανητική πολιτικά εντύπωση, που ορίζει την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα σε διαλεκτική αντίθεση με τον δημόσιο. Επ’ αυτής διαδραματίζονται άπειρα καραγκιοζιλίκια καθημερινά με την νεοφιλελεύθερης εμπνεύσεως και γκεμπελικής εκτελέσεως επιχείρηση πρόκλησης διχασμού μεταξύ ιδιωτικών και δημοσίων υπαλλήλων. Αυτό είναι σύμπτωμα του αδιεξόδου της συγκριμένης διαχείρισης της κρίσης και όχι αιτιατός μηχανισμός για την υπέρβασή της. Η τύχη δημοσιών υπαλλήλων και ιδιωτικών είναι κοινή, αν και όχι όμοια. Όσοι καλλιεργούν την πλάνη που διχάζει ιδιωτικό και δημόσιο τομέα και επεκτείνονται στη χυδαιότητα αυτής της πλάνης που διχάζει δημοσίους και ιδιωτικούς υπαλλήλους, αποσκοπούν ή απλώς καταλήγουν στον εξευτελισμό της τιμής της εργατικής δύναμης και της ανταλλακτικής αξίας του «εργαζομένου», πράγμα που όλοι γνωρίζουν πως θίγει αφάνταστα περισσότερο τον ανίσχυρο ιδιωτικό υπάλληλο, τον μικροεπαγγελματία και τον εργάτη κάθε μορφής. Παράλληλα και μάλλον ασυνείδητα διαμορφώνουν το πλαίσιο τριβών μέχρις ρήξεως μεταξύ των αλλοδαπών παραγόντων που εμπλέκονται στην κρίση.    
Η εντατικά προωθούμενη ιδιωτικοποίηση του δημοσίου συμφέροντος μάλιστα, αντί να ανορθώνει τον ιδιωτικό τομέα ενδυναμώνοντας στρατηγικά την παραγωγική και ανταγωνιστική του ισχύ, πετυχαίνει απλώς να υπόσχεται κέρδη από την αγοροπωλησία και την διαχείριση μονοπωλίων, δηλαδή κέρδη με την μορφή «ευκαιρίας», τα οποία ασφαλώς στην περίπτωσή μας ενδυναμώνουν τους δεσμούς της διαπλοκής και γίνονται κίνητρο οικονομικού παρασιτισμού των επενδυόμενων ή υπό επένδυση κεφαλαίων. Με άλλα λόγια,  η  απάτη που διχάζει ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, όχι μόνον διαστρέφει την πραγματικότητα, αλλά θεμελιώνει την οπισθοδρόμηση της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης στη χώρα, θίγοντας τόσο την ιδιωτική όσο και την δημόσια περιουσία και εργασία, με απώτερο στόχο την ενίσχυση της κεφαλαιοκρατικής περιουσίας, μετά την ζημία που υπέστη μέρος αυτής από την διαδικασία πτώχευσης. Μόνον που αυτό όταν περιορίζεται στο πλαίσιο μιας και μόνον χώρας, οργανικού ωστόσο τμήματος μιας ηγεμονικής περιοχής, προκαλεί διεθνή εμπλοκή με πολύ κακή πρόγνωση για αυτούς τους τοπικούς (εθνικούς) παράγοντες που πολιτικά το επιχειρούν …όπως έχει δείξει η ιστορία. Το στοίχημα του  «success story» της Συγκυβέρνησης παίζεται αυτή τη φορά εναντίον της ιστορίας και όχι απλώς εναντίον της ελληνικής κοινωνίας, αποτελώντας την συγκυριακή χαρά των εταιρειών διαχείρισης ομολόγων και του κάθε άπληστου χρηματιστή ή διαπλεκόμενου φορέα κεφαλαίων.